Οι «ρομαντικοί» και οι «ρεαλιστές» ψηφοφόροι

Είναι φανερό ότι κατά τρόπο έκδηλο αλλά και συγκεκαλυμμένο ο κυρίαρχος λαός στην επιλογή του της πρώτης Κυριακής (5.2.2023) λειτούργησε εν πολλοίς με βάση τη διεκδίκηση για έναν αγώνα δικαίωσης έναντι της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής και εποικισμού, ενώ άλλοι ψήφισαν γιατί πίστεψαν ότι διά των υποχωρήσεων (ιστορικών και άλλων) που έχουμε κάνει σε βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του λαού και της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα πετύχουμε δήθεν να κάμψουμε την αδιαλλαξία της Τουρκίας. Ας είμαστε αντικειμενικοί για το πώς ψήφισε ένα ανώτατο όργανο του Δημοκρατικού Συναγερμού τότε, το 2004, για το Σχέδιο λύσης Ανάν, όπως και πριν από λίγες μέρες για το θέμα της ψήφου για τη δεύτερη Κυριακή.

Η διάκριση και η ύπαρξη των «δύο σχολών», «ρομαντικών» και «ρεαλιστών», με τις μικροπαραλλαγές στην καθεμία από αυτές, στην ουσία είναι μια επιβεβαίωση έλλειψης κοινού αγώνα έναντι μιας Τουρκίας που γνωρίζει καλά τι επιθυμεί σε βάρος της Κύπρου και η οποία προωθεί μεθοδευμένα και με αμετακίνητη συνέπεια, από χρόνια, την περί τούτου στρατηγική της. Γι’ αυτό και δεν βιάζεται. Περιμένει από τη δική μας υποχωρητικότητα να διασφαλίσει πρόσθετα όσα άλλα επιθυμεί προς εκπλήρωση της επιθετικής και επεκτατικής της πολιτικής. Μια πολιτική γενικότερα με σαφή επιδίωξη για αναθεώρηση των συσχετισμών δύναμης και συνόρων με τους γείτονές της και με άλλες δυνάμεις στην Ευρώπη και όπου αλλού ακόμη στοχεύει.

Άρα οι «ρομαντικοί» είναι απόλυτα αναγκαίοι για να συντελούν ως μήνυμα προς τα έξω ότι αυτός ο λαός δεν παραδίδεται στις ορέξεις και στη βουλιμία της Τουρκίας και ότι αντίθετα διεκδικεί την απόλυτη εφαρμογή των αρχών και των αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ανάγκης ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία αφ’ ενός να είναι ένα απόλυτα ισότιμο κράτος στο κεκτημένο που ισχύει έναντι των άλλων 25 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αφ’ ετέρου οι δικοί της πολίτες να έχουν τα ίδια και ίσα δικαιώματα που έχουν όλοι οι άλλοι λαοί των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Παράλληλα οι «ρομαντικοί», με δεδομένο το ισχυρό περί δικαίου συναίσθημα των απλών πολιτών, συντελούν ώστε να αφυπνίζουν το φρόνιμα των πολιτών για δίκαιη διεκδίκηση ώστε να μην περιορίζεται μόνο στην οικονομία, στο μεταναστευτικό, την ακρίβεια και στα άλλα προβλήματα της καθημερινότητας. Διατηρούν το Κυπριακό ως το πρώτιστο σε σοβαρότητα για τον τόπο πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί, όχι ως επιθυμεί η Τουρκία, αλλά ως οι αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβάλλουν να λυθεί, δηλαδή δίκαια κατά τρόπο που όλοι οι νόμιμοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας θα ζουν χωρίς φόβο και κινδύνους από σοβινισμό ή επεκτατισμούς.

Άλλωστε δεν είναι ρομαντισμός αλλά απλή πραγματικότητα, το να μην ανέχεται ο κάθε Κύπριος να βλέπει να συνεχίζεται στο υπό κατοχήν έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας η παρουσία στρατού κατοχής, η καταστροφή εκκλησιαστικών και αρχαιολογικών μνημείων, κοιμητηρίων, περιουσιών, ο βίαιος εκτοπισμός χιλιάδων πολιτών και η αδυναμία να διακινηθούν και να εγκατασταθούν ελευθέρα και σε ανάμειξη ειρηνική και δημιουργική οι διάφορες θρησκευτικές και εθνικές κοινότητες. Η ιστορική μνήμη για τα όσα πράξαμε και τα όσα έχουμε υποστεί είναι η ασφαλής βάση, ώστε να διασφαλίσουμε να αποτύχουν τα σχέδια διαχωρισμού ή και της πλήρους κατάργησης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μνήμη αγώνων και θυσιών που λειτουργεί σε σχέση με τη σημερινή γενιά ως σκυτάλη για αγώνα δικαίωσης. Μνήμη που απαιτεί συναντίληψη, φιλαλληλία και φιλοπατρία, που είναι ιστορικά και πραγματικά αναγκαίες προϋποθέσεις για να επιτύχουμε με σύμπνοια και από κοινού τη σωτηρία του τόπου, ως ένα κανονικό και σεβαστό Κράτος Δικαίου.

Άλλωστε η θεμελίωση ενός κράτους με όρους ή προϋποθέσεις διαλυτικές, άδικες και αντίθετες στο Διεθνές και στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο, οδήγησε το 1960 στις τόσες έκτοτε συμφορές και θα οδηγήσει, εάν επαναληφθούν, σε αδυναμία επιβίωσης, με όλες τις προφανείς παρεπόμενες συνέπειες.