Καθορισμός τιμών προϊόντων και υπηρεσιών
Οι τιμές σε μια πλήρως ανταγωνιστική αγορά καθορίζονται από τις δυνάμεις τής προσφοράς και της ζήτησης, ωστόσο υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν αυτές τις δυνάμεις
Γίνεται πολύς λόγος για τον τρόπο καθορισμού της τιμής ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας και αν αυτή αποτελεί τη δίκαιη αξία. Οι τιμές σε μια πλήρως ανταγωνιστική αγορά καθορίζονται από τις δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης. Ωστόσο, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν αυτές τις δυνάμεις.
Για παράδειγμα, είναι υγιές φαινόμενο όταν υπάρχει αυξημένη ζήτηση οι τιμές να κινούνται προς τα πάνω προσωρινά μέχρι την ενεργοποίηση επιπρόσθετων παραγωγικών μονάδων για την αύξηση της προσφοράς, ώστε να καλυφθεί το κενό. Αυτό αυξάνει την επιχειρηματική δραστηριότητα, τις θέσεις εργασίας και οδηγεί σε οικονομική ανάπτυξη.
Στρεβλώσεις δημιουργούνται όταν υπάρχουν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα ή στην παραγωγή. Πολιτικές προστατευτισμού και παρεμβατισμού (αποπαγκοσμιοποίηση) δημιουργούν ζητήματα όσον αφορά την προσφορά των προϊόντων, οδηγώντας τις τιμές προς τα πάνω. Σε αυτές τις πολιτικές περιλαμβάνονται οι υψηλοί φόροι και δασμοί, ενώ τα διαφορετικά πρότυπα ποιότητας ανά περιοχή ενδεχομένως να δημιουργήσουν ζητήματα.
Παρόμοια προβλήματα δημιουργούνται με την επιβολή κυρώσεων και αντικυρώσεων που περιορίζουν την προσφορά των προϊόντων, όπως έχουμε δει στην περίπτωση της Ρωσίας και της Ουκρανίας, με σοβαρά ζητήματα να δημιουργούνται όσον αφορά τον τομέα της ενέργειας αλλά και βασικών προϊόντων, όπως τα σιτηρά.
Υπενθυμίζεται ότι μεγάλες ποσότητες σιτηρών για μεγάλο χρονικό διάστημα είχαν «παγιδευτεί» σε αποθήκες στην Ουκρανία εφόσον σημαντικές υποδομές, όπως τα λιμάνια, είχαν υποστεί πολλές ζημιές ή είχαν καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς.
Η τιμή ενός προϊόντος από μια επιχείρηση καθορίζεται σύμφωνα με το συνολικό κόστος της μέχρι να φτάσει στον τελικό καταναλωτή συν ένα περιθώριο κέρδους. Σε αγορές με υψηλό ανταγωνισμό το περιθώριο κέρδους συμπιέζεται. Επιπλέον, το συγκεκριμένο περιθώριο εξαρτάται από τους «παίκτες» που υπάρχουν στην αγορά και τις δυνατότητές τους. Λιγότερος αριθμός επιχειρήσεων που προσφέρουν ένα προϊόν σημαίνει κυρίαρχη παρουσία στην αγορά και υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
Η βάση κόστους ενός προϊόντος καθορίζεται από την τιμή αγοράς, τα μεταφορικά και τα διοικητικά κόστη που κατανέμονται. Για παράδειγμα, μισθοί, αποσβέσεις κτηρίων και έξοδα προώθησης που αφορούν την επιχείρηση στο σύνολό τους (δηλαδή δεν αυξάνονται ανάλογα με την αύξηση του κύκλου εργασιών) θα πρέπει να κατανέμονται αναλογικά στο κόστος των προϊόντων σύμφωνα με τις ανθρωποώρες που απαιτούνται ή τις αξίες τους ή με άλλον τρόπο που κρίνει η διοίκηση μιας επιχείρησης (ανάλογα, φυσικά, με το είδος των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρέχονται).
Πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός στην Κύπρο και στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, μειώθηκε τον Ιανουάριο του 2023 σε σχέση με τον Δεκέμβριο του περσινού έτους. Την ίδια στιγμή ο δομικός πληθωρισμός, που εξαιρεί τρόφιμα και καύσιμα, κινήθηκε ελαφρώς ανοδικά επιβεβαιώνοντας την αναγκαιότητα περαιτέρω σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής.
Η αύξηση των επιτοκίων αφαιρεί ρευστότητα από την αγορά και περιορίζει την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Αυτό οδηγεί σε μείωση της ζήτησης και κατ’ επέκτασιν των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών. Παρά το γεγονός ότι παρουσιάζεται επιβράδυνση στα ποσοστά πληθωρισμού, ο ρυθμός μείωσης δεν είναι ο αναμενόμενος, εφόσον υπάρχουν ζητήματα από τη μεριά της προσφοράς με τις πολιτικές προστατευτισμού και τις κυρώσεις που επιβάλλονται.
Σημειώνεται ότι η μείωση των τιμών των προϊόντων διεθνώς και του μεταφορικού κόστους μεταφέρονται με καθυστέρηση στον καταναλωτή. To μέγεθος της καθυστέρησης εξαρτάται από το πόσο ανταγωνιστική είναι μια οικονομία, τις οικονομίες κλίμακος αλλά και τις διαδικασίες όσον αφορά τις κυβερνητικές υπηρεσίες, π.χ. λιμάνια και επιβολή δασμών ή φόρο προστιθέμενης αξίας.
Στην κυπριακή οικονομία συνεχίζουν να παρουσιάζονται παθογένειες, με αποτέλεσμα η αντίδραση της αγοράς σε διακύμανση των τιμών διεθνώς να μεταφέρεται στην τοπική αγορά με κάποια καθυστέρηση. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ως νησί απαιτείται συγκεκριμένος χρόνος για να έρθουν εμπορεύματα στην Κύπρο μετά την παραγγελία, ενώ τη δική της σημασία έχει και η ισοτιμία του ευρώ με άλλα νομίσματα στην περίπτωση που τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από περιοχές εκτός της Ευρωζώνης.
Το διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον μεταβάλλεται με γοργούς ρυθμούς, κάτι που επηρεάζει τις οικονομικές πολιτικές, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε εξωγενείς οικονομίες. Οι ανάγκες των επενδυτών, των επιχειρηματιών αλλά και της κοινωνίας αλλάζουν, οικονομικοί τομείς αναπτύσσονται και άλλοι παρακμάζουν. Το σίγουρο είναι ότι ζούμε σε ένα δυναμικό περιβάλλον, τεχνολογικά αναβαθμισμένο με «εμπλεκόμενα συμφέροντα» και συσχετισμό / διασύνδεση γεγονότων.
Ο προϋπολογισμός
Ο προϋπολογισμός κάθε νοικοκυριού και επιχείρησης, ο οποίος διασφαλίζει το ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης για τα άτομα και για τις επιχειρήσεις, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξή τους, προσαρμόζεται στα δεδομένα που επικρατούν στην αγορά αλλά και στο γενικότερο οικονομικό και πολιτικό κλίμα. Είναι αναμενόμενο ότι, σε περιόδους αστάθειας, μεταβλητότητας και ύφεσης οι καταναλωτές θα είναι πιο επιφυλακτικοί αναφορικά με τις δαπάνες τους, ενώ σε περιόδους ευφορίας συμβαίνει το αντίθετο.
Θα πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι σταδιακά οι νοοτροπίες των οικογενειών έχουν αλλάξει, καθώς αντιλαμβάνονται την αξία του σωστού σχεδιασμού, το λεγόμενο «παθητικό εισόδημα», είτε αυτό είναι στη μορφή ενοικίων είτε μερισμάτων, και εκμεταλλευόμενοι τα φορολογικά κίνητρα σχεδιάζουν το μέλλον μέσω συνεισφορών σε ταμεία προνοίας ή με τη σύναψη ασφαλειών ζωής ανταποδοτικού χαρακτήρα.
Κάθε νοικοκυριό και κάθε άτομο ξεχωριστά προσπαθεί να κάνει τον δικό του προϋπολογισμό, υπολογίζοντας τις τωρινές και ενδεχόμενες ανάγκες της οικογένειάς του, τη διασφάλιση του μέλλοντος για τον ίδιο και τα παιδιά του.
Η κατανάλωση, πέρα από τη διάθεση των καταναλωτών, επηρεάζεται και από τη ρευστότητα που υπάρχει στην αγορά και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, καθώς και τη διάθεση των πολιτών να αποταμιεύσουν.
Πολιτικές παρεμβατισμού και προστατευτισμού στις αγορές, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, δύσκολα μπορούν να εφαρμοστούν, ενώ ζητήματα προκύπτουν και με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Σημαντικός παράγοντας όσον αφορά τη μείωση των τιμών εκεί και όπου είναι δυνατόν, είναι η έρευνα αγοράς από τους καταναλωτές, οι οποίοι θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους για σύγκριση τιμών και λήψη των καλύτερων οικονομικών προτάσεων.