Τοπικά

Στροφή στα παραδοσιακά αρτοσκευάσματα κάνουν οι Κύπριοι καταναλωτές

Τα τελευταία χρόνια επανέρχονται στο προσκήνιο τα παραδοσιακά τρόφιμα λόγω των θρεπτικών τους αξιών και εμφανίζονται νέοι παραγωγοί, που κρατούν την αρτοποιία ζωντανή

Στροφή στην παράδοση και στα ντόπια προϊόντα κάνουν οι Κύπριοι καταναλωτές. Ο υγιεινός τρόπος ζωής που προβάλλεται δημοσίως τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα, όμως τι πιο υγιεινό από ένα ψωμί ή ένα κουλούρι φτιαγμένο από αγνά τοπικά υλικά της χώρας μας, όπως αυτά που παρασκεύαζαν τα παλιά χρόνια οι προγιαγιάδες και οι προπαππούδες μας!

Από πάππου προς πάππου

Μια τέτοια περίπτωση είναι η ιστορία της παραγωγού παραδοσιακών αρτοσκευασμάτων Παρασκευής Λουλλή - Παπαγεωργίου, η οποία, όπως μας αναφέρει, ασκεί το επάγγελμα του προπάππου της. Η ίδια, έχοντας σπουδάσει το αντικείμενο αυτό, προσθέτει ότι πλησίασε μεγαλύτερες γυναίκες που έφτιαχναν τα αρτοσκευάσματα για να μυηθεί στον χώρο της παράδοσης από πρώτο χέρι. Ερωτηθείσα γιατί αποφάσισε να ασχοληθεί με την παρασκευή παραδοσιακών αρτοσκευασμάτων, απαντά ότι επιστρέφοντας από τη Γαλλία, όπου εξειδικεύτηκε στη γαλλική αρτοποιία, θέλησε να κάνει τη δική της επιχείρηση. «Η αγάπη μου για την κυπριακή παράδοση είναι αυτή που με ώθησε να ασχοληθώ και με τα κυπριακά αρτοσκευάσματα. Νιώθω ότι είναι κομμάτι την παράδοσής μας, μια πτυχή της κληρονομιάς του τόπου μας, το οποίο παραλάβαμε από τις γιαγιάδες μας και οφείλουμε να το μεταλαμπαδεύσουμε και στις επόμενες γενιές. Έχουμε χρέος να μην το αφήσουμε να χαθεί».

Βραχνάς η ακρίβεια των υλικών

Η ίδια, έχοντας συμπληρώσει φέτος μια σειρά ετών στον τομέα αυτόν, καθώς διανύει τον ένατο χρόνο λειτουργίας του εργαστηρίου της, εξηγεί πόσο ικανοποιητικός είναι ο μισθός για έναν επαγγελματία, αλλά και πώς έχει επηρεαστεί από τις αυξήσεις που καταγράφονται στις τιμές των υλικών. «Ο μισθός δεν είναι σταθερός, αλλά εξαρτάται από την περίοδο. Οι εορταστικές περίοδοι, μπορώ να πω, μας παρέχουν έναν ικανοποιητικό μισθό. Υπάρχουν όμως και οι λεγόμενες νεκρές περίοδοι, κατά τις οποίες η ζήτηση πέφτει πολύ, με αποτέλεσμα να επηρεάζει τα έσοδα της επιχείρησης και κατ’ επέκτασιν τις αποδοχές μας. Αναμφίβολα οι αυξήσεις των τιμών δυσκολεύουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησής μας και καθιστούν δύσκολη την περαιτέρω ανάπτυξή της. Στην αρχή είχαμε ανοδική πορεία, όμως τον τελευταίο καιρό η ακρίβεια επηρέασε και τη δική μας επιχείρηση, όπως και όλα τα νοικοκυριά. Είναι φαύλος κύκλος. Ευελπιστούμε ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες. Χρειάζεται χρόνος και αγάπη».

Ζυμώματα με κυπριακές πρώτες ύλες

Ωστόσο, όπως σημειώνει, βασικό μέλημα είναι η χρήση πρώτων υλών από την Κύπρο. «Ήταν ένας στόχος που θέσαμε από την αρχή που ξεκινήσαμε την επιχείρησή μας. Θελήσαμε να δουλεύουμε αποκλειστικά με κυπριακές πρώτες ύλες, όπως είναι το αλεύρι, το χαλλούμι, το ελαιόλαδο και τα αβγά, δηλαδή τα πιο κύρια υλικά που χρησιμοποιούνται στα ζυμώματα». Κληθείσα να απαντήσει για το πού καλλιεργούνται σήμερα τα σιτηρά στην Κύπρο, αναφέρει ότι σήμερα η καλλιέργεια των σιτηρών γίνεται κατά κύριο λόγο στην Πάφο, σε περιοχές της επαρχίας Λευκωσίας από την Κοκκινοτριμιθιά μέχρι την Κυπερούντα και σε χωριά της επαρχίας Λάρνακας, από τη Δρομολαξιά μέχρι το Ζύγι. «Λόγω της τουρκικής εισβολής, δυστυχώς χάθηκε η περιοχή της Μεσαορίας, που ήταν ο μεγαλύτερος σιτοβολώνας της Κύπρου», ανέφερε.

Τα πιο περιζήτητα αρτοσκευάσματα

Ερωτηθείσα για το ποια είναι τα πιο περιζήτητα αρτοσκευάσματα και σε ποιες περιόδους υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση, απαντά ότι τα προϊόντα με τη μεγαλύτερη ζήτηση, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, είναι το παραδοσιακό αθηενίτικο ψωμί με προζύμι, τα πρόσφορα, τα κουλούρια - κούμουλα, οι παννυχίδες (πίττες Εκκλησίας), καθώς επίσης και τα αλμυρά. «Απ’ εκεί και πέρα, κατά τις εορταστικές περιόδους προσφέρουμε στους πελάτες μας πολλές επιλογές από εποχικά προϊόντα, παραδοσιακά και μη. Κατά την περίοδο των Χριστουγέννων φτιάχνουμε μελομακάρονα, κουραμπιέδες, christmas cakes, μπισκότα και άλλα. Επίσης κατά την εορτή του Πάσχα οι πελάτες μας έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν τις φλαούνες και τα τσουρέκια μας».

Το στοίχημα για τους νέους επαγγελματίες

Στο ερώτημα πόσο εύκολο είναι για έναν νέο άνθρωπο να ασχοληθεί επαγγελματικά, όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας και τη δικτύωση στην αγορά, τονίζει ότι «τίποτα δεν είναι εύκολο. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια, υπομονή και επιμονή για να μπορέσεις να στήσεις αλλά και να αναπτύξεις μια τέτοιου είδους επιχείρηση. Η αγάπη, όμως, γι’ αυτό που κάνουμε είναι το μεγαλύτερο κίνητρο να συνεχίσουμε την προσπάθεια. Εμείς επιλέξαμε να επικεντρωθούμε στον τομέα του χειροποίητου αρτοσκευάσματος, περιορίζοντας αρκετά τη χρήση μηχανημάτων. Αυτό ασφαλώς καθιστά τη δουλειά μας κουραστική και χρονοβόρα, αλλά η προτεραιότητά μας είναι να προσφέρουμε στον πελάτη ποιοτικό προϊόν. Τέλος, όπως είπα και στην αρχή, νιώθουμε έντονα και το καθήκον να συνεχίσουμε την παράδοση».

Προτίμηση σε προζύμι, ολική άλεση και χαρούπι

Από την πλευρά της η Διευθύντρια των φούρνων Σεργίου, Ξένια Σεργίου, αναφέρει στο Economy Today πως «απ’ ό,τι φαίνεται αλλάζει το σκηνικό τα τελευταία χρόνια. Οι Κύπριοι, ενήλικες και νεότεροι, άρχισαν να κάνουν μια στροφή στα παραδοσιακά αρτοσκευάσματα. Άνθρωποι κάθε ηλικίας προτιμούν τα παραδοσιακά εδέσματα. Ιδιαίτερα την περίοδο των εορτών υπάρχει αρκετή ζήτηση». Μάλιστα συμπληρώνει ότι τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στα προϊόντα με προζύμι, ολικής αλέσεως και χαρουπιού.

«Στις μέρες μας, η στροφή που γίνεται σε παραδοσιακά προϊόντα κυρίως για τις θρεπτικές τους αξίες, τα ξαναφέρνει στο προσκήνιο». Όπως αναφέρει αρκετές υπεραγορές και αρτοποιεία σε ολόκληρη την Κύπρο συμπεριλαμβάνουν στην γκάμα τους παραδοσιακά αρτοσκευάσματα. «Η αρτοποιία ήταν κατ’ εξοχήν μια από τις κυριότερες δραστηριότητες των Αθηενιτών. Ως καθαρά αγροτική περιοχή της Μεσαορίας, οι Αθηενίτες είχαν πρόσβαση σε υψηλής ποιότητας άλευρα και άλλες πρώτες ύλες δημητριακών, οπότε τα προϊόντα ήταν ποιοτικά ανώτερα. Έτσι ο τομέας της αρτοποιίας εδραιώθηκε στην περιοχή. Η παραδοσιακή αρτοποιία ήταν ανέκαθεν άμεσα συνδεδεμένη με την καθημερινότητα των Κυπρίων, οπότε παρά τις συνθήκες που επικρατούν, καλές ή κακές, τα παραδοσιακά αρτοσκευάσματα ήταν στο επίκεντρο της διατροφής».

Αναφορικά με τον αριθμό των παραγωγών, σημειώνει ότι είναι περιορισμένος. «Τα τελευταία χρόνια, με το νέο κύμα ενδιαφέροντος ξεκίνησαν να εμφανίζονται μικροί παραγωγοί, και ιδιαίτερα νέοι, που συνδυάζουν παραδοσιακές και μοντέρνες μεθόδους και με αυτόν τον τρόπο κρατούν ζωντανή την αρτοποιία».

Οι αυξήσεις των τιμών έκλεισαν μικρές μονάδες

Όσον αφορά το πού κυμαίνονται οι τιμές των παραδοσιακών αρτοσκευασμάτων, η κ. Σεργίου αναφέρει ότι, σε σύγκριση με τα βιομηχανοποιημένα, τα αυθεντικά παραδοσιακά προϊόντα δεν έχουν ιδιαίτερη απόκλιση στην τιμή. Συγκεκριμένα, τα παραδοσιακά αθηενίτικα ψωμιά κυμαίνονται από 2 έως 3 ευρώ, τα μπισκότα από 10 έως 12 ευρώ το κιλό και τα παξιμάδια κάτω από 3 ευρώ.

«Οι τιμές των πρώτων υλών αυξήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, οπότε ειδικά οι μικρές μονάδες δυσκολεύονται ν’ αντέξουν το κόστος παραγωγής, με αποτέλεσμα η αύξηση να μετακυλίεται στους πελάτες και οι πωλήσεις να μειώνονται σε μεγάλο βαθμό. Επίσης, κάποιες μικρές μονάδες δυστυχώς αναγκάστηκαν να κλείσουν», καταλήγει.