Για μια νέα στρατηγική για το Ηνωμένο Βασίλειο

Η Κυπριακή Δημοκρατία χρειάζεται άμεσα μια ολοκληρωμένη στρατηγική προσέγγιση για το Ηνωμένο Βασίλειο. Διαχρονικά, από την ημέρα που έθεσε κάτω από τον έλεγχό του το νησί το 1878, αργότερα με την προσάρτησή του το 1914, την απόκτηση του πλήρους ελέγχου το 1923 -στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάννης- και, εν τέλει, το 1960, με τη Συνθήκη για την Εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Ηνωμένο Βασίλειο διατηρεί συμφέροντα στην Κύπρο. Συμφέροντα τα οποία διεκδικεί με συστηματικό τρόπο, στο πλαίσιο μιας συγκροτημένης στρατηγικής, την οποία επιβλέπουν τα βρετανικά Υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας. Από την άλλη, η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας ουδέποτε προσπάθησε να παραγάγει μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τις σχέσεις της με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Οι δύο στρατιωτικές Βάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου στο νησί μοιάζουν με ένα ξεχασμένο ζήτημα, όπως ορθά το περιέγραψε ένας έμπειρος Κύπριος διπλωμάτης. Το ίδιο το καθεστώς των Βάσεων έχει ένα ξεκάθαρο περιεχόμενο από πλευράς διεθνούς δικαίου και διεθνών σχέσεων. Πρόκειται για μια εκκρεμούσα κατάσταση διεθνούς επιβολής, συνέχισης ενός παράνομου καθεστώτος αποικιοκρατίας, το οποίο διατηρείται μέχρι και σήμερα. Αυτή είναι και η διαπίστωση του ίδιου του Ανώτατου Δικαστηρίου στο Ηνωμένο Βασίλειο. Χωρίς καμιάν αμφιβολία, το Ηνωμένο Βασίλειο εκμεταλλεύεται την απουσία συγκροτημένης και συνεπούς πολιτικής από πλευράς της κυβέρνησης της Κύπρου για να καταχράται πρόνοιες και ρήτρες της Συνθήκης για την Εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι πολλές οι περιπτώσεις όπου το Ηνωμένο Βασίλειο επιχειρεί να επιβάλει ένα καθεστώς δουλείας σε παραμέτρους της διμερούς του σχέσης με την Κυπριακή Δημοκρατία, γεγονός που είναι απαράδεκτο από πλευράς διεθνούς δικαίου και διεθνών σχέσεων.

Η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει συνάψει μια σειρά από συμφωνίες με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τις δύο στρατιωτικές Βάσεις. Υπάρχουν παράμετροι των συμφωνιών εκείνων που εξυπηρετούν τους κατοίκους των περιοχών αυτών και ομαλοποιούν το καθεστώς συνεργασίας. Όμως, διατηρούνται θεμελιώδεις διαφωνίες που αφορούν το καθεστώς των στρατιωτικών Βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου. Αυτή είναι μια εκκρεμότητα, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί από τα δύο μέρη, με την προοπτική τερματισμού του υπολείμματος της διαρκούς βρετανικής αποικιοκρατίας στην Κύπρο.

Ένα άλλο ζήτημα αφορά τις σχέσεις Κύπρου-Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου στις περιοχές των στρατιωτικών βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου. Ως γνωστόν, με την ένταξή του στην ΕΟΚ το 1972, το Ηνωμένο Βασίλειο εξαίρεσε τις δύο στρατιωτικές βάσεις που διατηρεί στην Κύπρο από τη βρετανική επικράτεια που θα συμμετείχε στον οργανισμό εκείνο. Έτσι, με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο εξανάγκασε την Κυβέρνηση της Κύπρου να αποδεχθεί ένα πρόσθετο πρωτόκολλο στην Πράξη Προσχώρησης, με το οποίο ρυθμίστηκε το ζήτημα της εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου στις περιοχές αυτές. Η απουσία ολοκληρωμένης στρατηγικής για το Ηνωμένο Βασίλειο από πλευράς Κύπρου τότε, αλλά και πιο πρόσφατα, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο διαπραγματευόταν την έξοδό του από την ΕΕ, είχε συνέπειες. Διότι το Ηνωμένο Βασίλειο ενέταξε τις επιλογές και τις επιδιώξεις του στη δική του στρατηγική προσέγγιση και συμφέροντά του στην Κύπρο, ενώ η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας λειτούργησε -όπως έκανε πάντα για το θέμα- ad hoc.

Υπάρχει φυσικά και η άλλη διάσταση των συμφερόντων του Ηνωμένου Βασιλείου που αφορά το Κυπριακό. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει συγκεκριμένα συμφέροντα και επιδιώξεις από την κατάσταση των πραγμάτων στο Κυπριακό, την προοπτική λύσης ή την προοπτική της μη-λύσης. Και είναι όντως πολύ προβληματικές οι ενίοτε παρεμβάσεις του Ηνωμένου Βασιλείου στο Κυπριακό. Επικαλείται την ιδιότητα της «εγγυήτριας δύναμης» κατά το δοκούν και πάντα μεροληπτικά.

Όλα αυτά συνηγορούν στην απλή διαπίστωση ότι, ενόσω η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει μια συγκροτημένη στρατηγική για το Ηνωμένο Βασίλειο, θα έχει κόστος. Ταυτόχρονα με τα προβλήματα, μπορούμε να δούμε και μια θετική προοπτική στην ανάπτυξη της διμερούς σχέσης των δύο κρατών. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποια βήματα σε τομείς στους οποίους το Ηνωμένο Βασίλειο αρνείτο να συνεργαστεί με την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως ο τομέας της άμυνας. Όμως και σε αυτήν τη θετική προοπτική πρέπει να υπάρχει σχεδιασμός, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη στοχοθεσία.