Αναλύσεις

Οικονομική πολιτική και στρατηγική

Είναι σημαντικό, πέρα από τους αριθμούς οι οποίοι καταγράφονται, να υπάρξει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση για τη σκιαγράφηση και κατάρτιση σχετικού πλάνου και στρατηγικής δράσης

Τα στατιστικά στοιχεία για την κυπριακή οικονομία το 2022 κρίνονται θετικά, ειδικά όσον αφορά τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της χώρας και την καταγραφή δημοσιονομικού πλεονάσματος. Η αύξηση του ΑΕΠ της χώρας σε τρέχουσες τιμές, όσο και αν αυτό ακούγεται παράξενο, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στα υψηλά ποσοστά του πληθωρισμού.

Μπορεί το δημόσιο χρέος σε πραγματικούς αριθμούς να μην έχει μειωθεί σε τόσο σημαντικό βαθμό, η αύξηση, όμως, του παρονομαστή (δηλαδή του ΑΕΠ), οδηγεί σε σημαντική μείωση ως ποσοστού του ΑΕΠ της χώρας. Ενδεικτικά, αξίζει να σημειωθεί ότι είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση ποσοστού ΑΕΠ που καταγράφεται σε χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Επιπλέον, οι αυξήσεις στις τιμές οδηγούν σε επιπρόσθετα έσοδα σε ό,τι αφορά τους έμμεσους φόρους, με αποτέλεσμα να καταγράφονται πλεονάσματα. Τα πιο πάνω σημειώνονται καθώς είναι σημαντικό, πέρα από τους αριθμούς οι οποίοι καταγράφονται, να υπάρξει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση για τη σκιαγράφηση και κατάρτιση σχετικού πλάνου και στρατηγικής δράσης.

Ενδεχομένως κάποια από τα στοιχεία των προηγούμενων χρόνων να μην επαναληφθούν. Για παράδειγμα, η νομισματική σύσφιγξη θα περιορίσει σημαντικά τις επενδύσεις εφόσον πολλοί είναι αυτοί που προτιμούν να επενδύσουν σε ακίνητα και άλλα επιχειρηματικά έργα παρά να αφήσουν τα χρήματά τους σε τραπεζικούς λογαριασμούς με μηδενικά επιτόκια (αυτό αφορά τόσο Κύπριους αλλά και ξένους). Φυσικά, αυτό τροφοδότησε και την αύξηση του πληθωρισμού.

Η αβεβαιότητα που δημιουργήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησε σημαντικό αριθμό εταιρειών να μετεγκατασταθούν στην Κύπρο με το βασικό ζητούμενο να παραμείνουν, αν θα διατηρηθεί το status quo. Σημαντικές είναι και οι επενδύσεις που γίνονται από το Ισραήλ, ειδικά στη δευτερογενή αγορά ακινήτων, ενδεχομένως λόγω της πολιτικής κατάστασης που επικρατεί εκεί.

Εξαγγελίες για δημιουργία Εθνικού Οργανισμού Ανάπτυξης για χρηματοδότηση των κυπριακών επιχειρήσεων (στο παρελθόν υπήρξαν προσπάθειες δημιουργίας κρατικού επενδυτικού ταμείου και εγγυοδοτικού μηχανισμού), εκσυγχρονισμός του φορολογικού μοντέλου και της δημόσιας υπηρεσίας και των διαδικασιών του Δημοσίου ακούγονται εύηχα και κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως, εύκολα κάποιος θα διερωτηθεί αν υπάρχει συγκεκριμένο πλάνο, υλοποιήσιμο και συγκεκριμένη στρατηγική με χρονοδιαγράμματα.

Όλοι θα συμφωνήσουν με το πλαίσιο, φτάνει να μη μείνει πλαίσιο. Διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, εξυγίανση μέσω της μείωσης των μη παραγωγικών δαπανών και ενίσχυση των εσόδων, με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, είναι συστατικά απαραίτητα για την επόμενη μέρα. Σε αυτά προστίθενται η μείωση του ποσοστού του δημόσιου χρέους, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, με τον χρηματοπιστωτικό τομέα να διαδραματίζει τον δικό του σημαντικό ρόλο.

Επιπλέον, είναι απαραίτητη η λήψη νέων και βελτιωμένων μέτρων ώθησης της οικονομικής ανάπτυξης με την παροχή κινήτρων, η επαναξιολόγηση των υφιστάμενων, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, η μείωση της γραφειοκρατίας και η προώθηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, ειδικά μέσω των πολιτικών που αφορούν στο Ταμείο Ανασυγκρότησης, και η ενίσχυση της ρευστότητας και της παραγωγικότητας.

Tην ίδια στιγμή εμφανίζονται σημαντικές διαφωνίες, με πρωταγωνιστή τον Γερμανό Υπουργό Οικονομικών, ιδιαίτερα στην πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) για τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας, δηλαδή του τρόπου και των θεσμοθετημένων ορίων μέσα στα οποία θα πρέπει να κινούνται οι εθνικοί προϋπολογισμοί. Η πρόταση της ΕΕ προνοεί περισσότερη ευελιξία ως προς τη διαχείριση των ποσοστών του δημόσιου χρέους και αποκεντρωμένες αποφάσεις.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ λόγω των προηγούμενων κρίσεων έδειξε ελαστικότητα ως προς τους στόχους που είχαν τεθεί, ενώ δεν ενεργοποιήθηκαν οι αυτοματοποιημένες διαδικασίες μείωσης των δαπανών στις περιπτώσεις ελλειμμάτων μεγαλύτερων των στόχων. Επιπρόσθετα, είχε ασκηθεί κριτική ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας όπως είναι διαμορφωμένο τώρα, δεν θέτει ρεαλιστικούς στόχους αναφορικά με τις εθνικές οικονομίες. Οπότε, η αναγκαιότητα ύπαρξης συγκεκριμένης πολιτικής, η οποία είναι ευέλικτη, κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική.

Η διαμόρφωση της στρατηγικής πρέπει να λαμβάνει υπόψη το δύσκολο εξωτερικό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον (για παράδειγμα την εβδομάδα που μας πέρασε οι εξαγωγές της Κίνας σε γουάν ξεπέρασαν αυτές σε αμερικάνικο δολάριο, ενισχύοντας τον συναλλαγματικό και εμπορικό ανταγωνισμό), τις οδηγίες της ΕΕ (οι οποίες πρέπει να ακολουθούνται με ευλάβεια), την ανταγωνιστικότητα και τις δυνατότητες της χώρας. H επέκταση της παραγωγικής βάσης της χώρας ως σκέψη είναι ιδιαίτερα σημαντική, όμως υπάρχει καταγραφή των τομέων που θέλουμε ως χώρα να αναπτύξουμε και με ποιο τρόπο αυτό θα επιτευχθεί. Για παράδειγμα, οι εταιρείες τεχνολογίας σταθερά αποτελούν σημαντικό μέρος της οικονομίας μας και στόχος θα πρέπει να είναι η περαιτέρω ενίσχυση του τομέα. Όμως, αν ρωτήσετε αυτούς που ασχολούνται με τον τομέα, πέρα από τα διαδικαστικά προβλήματα που θα αναφέρουν, θα αναδείξουν ως ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Οπότε, δεν είναι τόσο εύκολο να ενισχύσεις, εσωτερικά τουλάχιστον, την παραγωγική βάση της χώρας. Χρειάζονται υποδομές, απαιτείται αλλαγή κουλτούρας, διασύνδεση της παιδείας με την αγορά εργασίας, αλλαγή στις διαδικασίες και πολλά άλλα.

Είναι λογικό ότι τις πρώτες μέρες διακυβέρνησης γίνεται ανάλυση των ζητημάτων και διαχείριση των επειγόντων. Είναι, επίσης, αναμενόμενο να υπάρξουν μέτρα στήριξης των πολιτών («επιστροφής μέρους του πλεονάσματος»), που σε γενικές γραμμές αυξάνουν τις δαπάνες. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να καθοριστεί αναπτυξιακό πλάνο, καθώς η αναγκαιότητά του θα διαφανεί περισσότερο προς το τέλος του δεύτερου εξαμήνου του τρέχοντος έτους, ή στις αρχές του επόμενου.

Πέραν του ότι το αποτέλεσμα της νομισματικής και δημοσιονομικής σύσφιγξης θα είναι εντονότερο την περίοδο που αναφέρεται πιο πάνω, το πρώτο εξάμηνο σημαντική ώθηση στην οικονομία θα δίνει ο τουρισμός, ο οποίος πάει καλά και η αγορά ακινήτων, η οποία καταγράφει σημαντικές συναλλαγές. Σε ό,τι αφορά τον δεύτερο τομέα, καταγράφονται σημαντικές ανησυχίες, όπως οι αλλαγές σε φορολογικές νομοθεσίες και η μείωση της ζήτησης από τις παραδοσιακές αγορές. Νομίζω ότι πολλοί αντιλαμβάνονται τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τομείς όπως οι επαγγελματικές υπηρεσίες (η οικονομική διπλωματία μάλλον ξεχάστηκε σε κάποιο συρτάρι) και η ναυτιλία.

Όλες σχεδόν οι αναλύσεις και εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών καταδεικνύουν ότι θα υπάρξει επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και θα ήταν τουλάχιστο αφελές να ειπωθεί ότι η χώρα μας δεν θα επηρεαστεί, ιδιαίτερα αν αναλύσουμε τις προκλήσεις και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία. Το ζητούμενο είναι πώς θα την θωρακίσουμε ώστε να αντιμετωπίσουμε οποιεσδήποτε αρνητικές συνέπειες.