Αναλύσεις

Τα αυξανόμενα επιτόκια δανείων και οι επιπτώσεις τους στην πραγματική οικονομία

Η ανοδική πορεία των επιτοκίων τους τελευταίους δέκα μήνες – Οι άμεσες επιπτώσεις στους δανειολήπτες και οι έμμεσες επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας

Μεγάλος προβληματισμός έχει προκύψει τους τελευταίους μήνες σχετικά με τις αυξήσεις των επιτοκίων, που έχουν εκτινάξει το κόστος δανεισμού. Κύριος λόγος των διαδοχικών αυξήσεων των επιτοκίων είναι η παρατεταμένη περίοδος υψηλού πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες.

Ένας από τους βασικότερους λόγους που συνέβαλε στη ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού είναι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, που είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της προμήθειας πετρελαίου, φυσικού αερίου και δημητριακών, οδηγώντας σε ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού στους τομείς της ενέργειας και των τροφίμων.

Εκτός αυτού, επιπρόσθετος παράγοντας για τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού ήταν και τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού και η επακόλουθη αυξημένη καταναλωτική ζήτηση μετά το πέρας της πανδημίας αλλά, εξίσου, και η χαλαρή νομισματική πολιτική και η ποσοτική χαλάρωση που είχαν εφαρμοστεί από τις κυβερνήσεις για αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία.

Η αύξηση επιτοκίων θεωρείται, από τις κεντρικές τράπεζες, ως ένας από τους ευχερέστερους τρόπους αντιμετώπισης του πληθωρισμού με τελικό σκοπό τον περιορισμό της ζήτησης και συνεπώς των τιμών.

Οι εφτά αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ κατά το 2022-2023

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έλαβε μια ιστορική απόφαση στις 27 Ιουλίου 2022, αυξάνοντας τα επιτόκια για πρώτη φορά μετά από έντεκα χρόνια κατά 50 μονάδες βάσης. Στη συνέχεια, στις 8 Σεπτεμβρίου 2022, η ΕΚΤ αύξησε εκ νέου τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης και ακολούθησαν άλλες τέσσερεις αυξήσεις συνολικού ύψους 225 μονάδων βάσης.

Σε συνέντευξη Τύπου ημερομηνίας 4 Μαΐου 2023, η Πρόεδρος της ΕΚΤ, Christine Lagarde, δήλωσε ότι «οι προοπτικές για τον πληθωρισμό εξακολουθούν να είναι υπερβολικά υψηλές για πάρα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες πιέσεις σε σχέση με τον υψηλό πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης». Έτσι, μετά την έβδομη κατά σειρά αύξηση, το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ διαμορφώνεται πλέον στο 3,75%.

Οι τοπικές τράπεζες και, κατ’ επέκτασιν, η κυπριακή οικονομία, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις της χώρας δεν θα μπορούσαν βεβαίως να μείνουν ανεπηρέαστες από τις εν λόγω εξελίξεις. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία (31/01/2013, Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ΚΤΚ) ο συνολικός τραπεζικός δανεισμός προς τον ιδιωτικό τομέα (μη χρηματο-οικονομικοί οργανισμοί και νοικοκυριά) ανέρχεται σε περίπου €22,6 δισεκατομμύρια (επιχειρηματικά δάνεια €12,0 δισεκατομμύρια, δάνεια προς ιδιώτες €10,6 δισεκατομμύρια). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό (άνω του 10%), παρά τη μεταφορά εκτός του τραπεζικού συστήματος, με τις πωλήσεις δανειακών χαρτοφυλακίων, αρκετών δισεκατομμυρίων, τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα και πάλι με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της ΚΤΚ (31/03/2023), τα επιτόκια για νέο δανεισμό προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά έχουν σημείωση αύξηση μεταξύ περίπου 2 και 2,5 εκατοστιαίων μονάδων (ανάλογα με το δανειακό προϊόν) τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ τα ισχύοντα επιτόκια σε υφιστάμενο δανεισμό έχουν αυξηθεί κατά περίπου 1,5% (στεγαστικά δάνεια > 5 ετών) έως 2% (επιχειρηματικά δάνεια > 5 ετών). Οι εν λόγω αυξήσεις αντιπροσωπεύουν ετήσια αύξηση άνω του 50% και σε κάποιες περιπτώσεις πάνω και από 100%.

Λαμβάνοντας υπόψη το ύψος του ιδιωτικού χρέους (τόσο αυτού εντός, όσο και αυτού εκτός του τραπεζικού συστήματος), είναι προφανές ότι οι συνεχείς επιτοκιακές αυξήσεις έχουν άμεση επίδραση στην οικονομική ευχέρεια των δανειοληπτών (ιδιωτών και επιχειρήσεων) και κατ’ επέκτασιν δυσμενείς επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία.

Άμεσες επιπτώσεις στους δανειολήπτες

  • Το αυξημένο κόστος δανεισμού επιφέρει μεγαλύτερη μηνιαία χρηματική επιβάρυνση τόσο στους οικογενειακούς όσο και στους επιχειρηματικούς προϋπολογισμούς, περιορίζοντας ταυτόχρονα τα καθαρά μηνιαία έσοδά τους που είναι διαθέσιμα για την ικανοποίηση των λοιπών υποχρεώσεων και δαπανών, που είναι ήδη αρκετά υψηλότερες λόγω του αυξημένου κόστους διαβίωσης για τα νοικοκυριά και του λειτουργικού κόστους για τις επιχειρήσεις.
  • Ενδεχόμενη είναι πλέον και η πιθανότητα για ένα νέο κύμα «κόκκινων» δανείων εξαιτίας της συνεχιζόμενης αύξησης του κόστους δανεισμού, η οποία καθιστά δυσκολότερη την πληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων.
  • Σε δύσκολη θέση φαίνεται να βρίσκονται ωστόσο και οι νέοι δανειολήπτες, αφού πλέον τα δανειστικά επιτόκια, σε συνδυασμό με τις πληθωριστικές τάσεις, ενδεχομένως να είναι ασύμφορα για την ανάληψη νέου δανεισμού.

Έμμεσες επιπτώσεις στον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας

Όπως γίνεται αντιληπτό, οι πιο πάνω άμεσες επιπτώσεις ενδεχομένως να οδηγήσουν σε μείωση των καταναλωτικών αλλά και των επενδυτικών δαπανών τόσο από τα νοικοκυριά όσο και από τις επιχειρήσεις. Η μειωμένη ζήτηση για υπηρεσίες και προϊόντα, η στενότητα στα μηνιαία καθαρά έσοδα και στα ρευστά διαθέσιμα και η αυξημένη ανησυχία και προσοχή που λογικά θα επιδεικνύουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εύλογα θα οδηγήσουν σε μειωμένη οικονομική δραστηριότητα και ανάπτυξη.

Ανάγκη για εύρωστο προγραμματισμό για το μέλλον

Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ τόνισε στην τελευταία ανακοίνωσή του ότι θα συνεχίσει να λαμβάνει τις αποφάσεις του για τα επιτόκια σύμφωνα με τα δεδομένα που θα ισχύουν κάθε φορά με στόχο την τιθάσευση των πληθωριστικών τάσεων. Δυστυχώς, όμως, οι συνεχόμενες επιτοκιακές αυξήσεις δημιουργούν πληθώρα άμεσων και έμμεσων δυσμενών επιπτώσεων στην ευρύτερη οικονομία.

Ως εκ τούτου, ο ενδελεχής, έγκαιρος και συνετός οικονομικός προγραμματισμός των νοικοκυριών αλλά και των επιχειρήσεων αποκτά αυξημένη σημασία, προκειμένου να είναι σε θέση να προβλέψουν και να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις οικονομικές και ρευστοτικές προκλήσεις που δημιουργεί το εξελισσόμενο οικονομικό περιβάλλον.

Ρένος Ιωαννίδης, Διοικητικός Σύμβουλος, Restructuring & Debt Advisory, ΚPMG Ltd

Βάγια Δημογιάννη, Senior Advisor II, Restructuring & Debt Advisory, ΚPMG Ltd

Αλέξανδρος Δημητρίου, Αdvisor II, Restructuring & Debt Advisory, ΚPMG Ltd