Γιάννης Χατζηπαύλου-Ιωαννίδης

Ένας από τους κορυφαίους πρωταγωνιστές στην προπαρασκευή του ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ στην Αθήνα ήταν ο κυπριακής καταγωγής γιατρός στην ελληνική πρωτεύουσα Γιάννης Χατζηπαύλου-Ιωαννίδης, ο ιδρυτής της φοιτητικής επαναστατικής οργάνωσης ΚΑΡΗ (Κύπριοι Αγωνιστές Ριψοκίνδυνοι Ηγέτες). Ο Ιωαννίδης καταγόταν από τη Δρούσεια της Πάφου και ήταν ο μικρότερος αδελφός του εθνικού αγωνιστή Γεώργιου Χατζηπαύλου, δικηγόρου, βουλευτή και εκ των πρωταγωνιστών του Κινήματος των Οκτωβριανών της 12ης Οκτωβρίου του 1931. Για την εθνική του δράση ο Γεώργιος Χατζηπαύλου είχε εξοριστεί από την αποικιακή κυβέρνηση στην Αγγλία, αλλά αργότερα πήγε στην Αθήνα, μέχρι που έληξε το διάταγμα της εξορίας του μετά την είσοδο της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

ζεύγος ιωαννίδη 63467.PNG

Το ζεύγος Γιάννη Ιωαννίδη.

Όταν ο Ιωαννίδης τέλειωσε τις σπουδές του στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, οι Βρετανοί τού απαγόρευσαν είσοδό του στην Κύπρο κι έμεινε στην Αθήνα. Παράλληλα με την ιατρική, ο Ιωαννίδης ανέπτυξε και πλούσια εθνική δράση. Το 1953 ίδρυσε την πατριωτική οργάνωση ΚΑΡΗ (Κύπριοι Αγωνιστές Ριψοκίνδυνοι Ηγέτες). Για την προπαρασκευή της οργάνωσης αυτής ο Ιωαννίδης είχε επαφές με πολιτικές και στρατιωτικές προσωπικότητες της Αθήνας, ανάμεσα στις οποίες ήταν και ο στρατηγός Μιχαήλ Μελάς, γιος του ήρωα μακεδονομάχου Παύλου Μελά και ανιψιός του εθναπόστολου Ίωνα Δραγούμη, και ο φλογερός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Σπυρίδωνας Βλάχος.

Στην Αθήνα οι φοιτητές της ΚΑΡΗ εκπαιδεύονταν στη χρήση των όπλων και των εκρηκτικών υλών από κυπριακής καταγωγής αξιωματικούς του Ελληνικού Στρατού και τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαο Κοντόπουλο. Ανάμεσα στους αξιωματικούς αυτούς ήταν ο Μενέλαος Παντελίδης, μετέπειτα στρατηγός-Αρχηγός του Κυπριακού Στρατού, ο Άθως Μυριανθόπουλος, μετέπειτα συνταγματάρχης του Κυπριακού Στρατού και ο Σάββας Παπακυριακού, μετέπειτα στρατηγός του Ελληνικού Στρατού.

Διγενής: «Να έρθετε αμέσως κάτω…»

Στο μεταξύ, ο Ρένος Κυριακίδης, ιδρυτικό στέλεχος της ΚΑΡΗ, ήρθε σ’ επαφή με τους αδελφούς Μαντουβάδες, Κώστα και Μανώλη, στο σπίτι τους, στην Αθήνα, όπου διευθετήθηκε μετάβαση αγωνιστών της οργάνωσης στην Κρήτη, για να εκπαιδευτούν και στον ανταρτοπόλεμο, πράγμα που έγινε. Ο Θάσος Σοφοκλέους θυμάται: «Η εκπαίδευσή μας στην Κρήτη μάς πρόσφερε πολλά. Κάναμε πράξη όσα θεωρητικά ήταν στο μυαλό μας, βάλαμε τον δάκτυλον εις τον τύπο των ήλων, βάλαμε το δάκτυλο στη σκανδάλη, νιώσαμε αυτοπεποίθηση, πιστέψαμε ότι μπορούσαμε να κάνουμε το όνειρο πραγματικότητα. Ωριμάσαμε. Γίναμε, μέσα σε οκτώ μέρες, άντρες. Η ψυχή της Κρήτης μπήκε μέσα μας, το πνεύμα για αγώνα έγινε απόλυτο. Ήμασταν βέβαιοι ότι μπορούσαμε. Ξεφύγαμε από τη θεωρητική αντίκριση, αγγίξαμε την πράξη...».

γρίβας διγενής και ιωαννίδης=098098.PNG

Γρίβας Διγενής και Γιάννης Ιωαννίδης.

Στη συνέχεια της αφήγησής του ο Θάσος Σοφοκλέους αναφέρεται στην επιστροφή των φοιτητών από την Κρήτη: «Επιστρέψαμε στην Αθήνα, όπου βρήκαμε τον Ρένο Κυριακίδη, που είχε επιστρέψει από την Κύπρο, να μας περιμένει με εντολές του Διγενή: ‘‘Να έρθουν αμέσως κάτω, σας χρειάζομαι, σας έχω ανάγκη’’. Η εντολή ήταν τόσο απότομη και αναπάντεχη και πάνω απ’ όλα μάς βρήκε απροετοίμαστους». Τελικά αποφασίστηκε να συναντηθούν με τον Ιωαννίδη, για να συζητηθούν τα ερωτήματα που εγείρονταν και να ληφθούν οριστικές αποφάσεις. Η συνάντηση έγινε στο σπίτι του Πέτρου Στυλιανού, Ερυθραίας 6, στον Βύρωνα. Σ’ αυτήν, εκτός του Αρχηγού της ΚΑΡΗ, παρέστησαν οι Πέτρος Στυλιανού, Ρένος Κυριακίδης και Θάσος Σοφοκλέους, ο οποίος εξέφρασε τις επιφυλάξεις του και πρότεινε να κατέβουν τον Ιούνιο οι φοιτητές, που θα ήταν διακοπές. Ξεκαθάρισε, όμως, ότι είναι στη διάθεση της Οργάνωσης και έτοιμος να εκτελέσει οποιαδήποτε απόφαση. Ο Γιάννης Ιωαννίδης είπε ότι, από τη στάση και θέση των τριών θα εξαρτηθούν και οι θέσεις και αποφάσεις των άλλων. Μετά τη γνώμη αυτή του Ιωαννίδη, Θάσος, Πέτρος και Ρένος συμφώνησαν να πουν «ναι».

Την άλλη μέρα ξεκαθάρισε το σκηνικό, σε συνάντηση στο σπίτι του Ιωαννίδη, στην οδό Σκουφά 12, στο Κολωνάκι. Οκτώ φοιτητές αποφάσισαν ν’ αποδεχθούν αμέσως την πρόσκληση του Διγενή και να κατέλθουν χωρίς άλλη καθυστέρηση στην Κύπρο. Αυτοί ήταν: Ρένος Κυριακίδης, Πέτρος Στυλιανού, Θάσος Σοφοκλέους, Κύπρος Παπαδόπουλος, Αντρέας Νέστορος, Νίκος Αγγελίδης, Φώτης Παπαφώτης και Αντρέας Λαμπριανίδης, που είχε πάρει ήδη το πτυχίο του της Θεολογίας. Εκείνος που ζητούσε επίμονα να έρθει στην Κύπρο ήταν ο Κώστας Μπαντουβάς, ένας από τους εκπαιδευτές των φοιτητών στον ανταρτοπόλεμο, στην Κρήτη. Όμως, η απόφαση της Οργάνωσης ήταν να μην έρθει κανένας Ελλαδίτης στην Κύπρο.

Η κάθοδος των φοιτητών δημιούργησε δυο προβλήματα, που έπρεπε να διευθετηθούν αμέσως. Το πρώτο ήταν η αξίωση του Αγγελίδη να νυμφευτεί τη μνηστή του, Κλαίρη. «Εγώ δεν φεύγω, αν δεν παντρευτώ την Κλαίρη», είπε, και πρόσθεσε: «Θέλω να είστε όλοι κουμπάροι». Και η επιθυμία του εκπληρώθηκε. Ο Γιάννης Ιωαννίδης έτρεξε και βρήκε παπά για το μυστήριο και οι φοιτητές ελιά κι έπλεξαν τα στέφανα. Έτσι, με άκρα μυστικότητα, το βράδυ της Κυριακής, 31 Απρίλη 1955, στο σπίτι του Γιάννη Ιωαννίδη, Σκουφά12, τελέστηκε ο μυστικός γάμος του Νίκου Αγελλίδη με την Κλαίρη. Ο μυστικός εκείνος γάμος ήταν μια απερίγραπτη μυσταγωγία. Κουμπάροι, φοιτητές που ήταν έτοιμοι ν’ αναχωρήσουν για την Κύπρο και ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος. Κουμπάρα, μία και μοναδική, η φίλη και συμφοιτήτρια της Κλαίρης, στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ρούλα (Ελευθερία Γιαλλουρίδη.

Ο Σπυρίδωνας ενισχύει

Το δεύτερο, αλλά επίσης πολύ σοβαρό πρόβλημα, ήταν η εξεύρεση των χρημάτων για τα ναύλα των φοιτητών. Και σ’ αυτό το πρόβλημα έσπευσε και βρήκε λύση ο ακούραστος Γιάννης Ιωαννίδης. Με τον Ρένο συντροφιά ανέβηκαν στο Ψυχικό, όπου διέμενε ο φλογερός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Σπυρίδωνας Βλάχος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Επιτροπής Αυτοδιαθέσεως Κύπρου. Θυμάται ο Ρένος: «Αρχές Μαΐου 1955, όταν άρχισε ήδη ο αγώνας της ΕΟΚΑ και αποφασίστηκε με υπόδειξη του Διγενή, η κάθοδος Κυπρίων φοιτητών της ΚΑΡΗ, που ήταν εκπαιδευμένοι στη χρήση όπλων και εκρηκτικών υλών και τη διεξαγωγή ανταρτοπολέμου, για να στελεχώσουν την ΕΟΚΑ, είχε τεθεί θέμα χρημάτων. Το ερώτημα ποιος θ’ αναλάμβανε τα έξοδα των εισιτηρίων προέκυψε από την πρώτη στιγμή. Και ο Αρχηγός της ΚΑΡΗ, Γιάννης Ιωαννίδης, αποτάθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα. Του τηλεφώνησε ότι ήθελε να τον συναντήσει για να συζητήσουν ένα σοβαρό εθνικό θέμα. Μαζί του θα ήταν και ο Ρένος Κυριακίδης, αδελφός του φίλου του, μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανού. Τη άλλη μέρα μάς δέχθηκε στο σπίτι του, στο Ψυχικό. Όταν μπήκαμε στο γραφείο, ο Αρχιεπίσκοπος καθόταν σε μια δεσποτική καρέκλα. Η λευκή μακριά γενειάδα του και το σπινθιροβόλο, σοβαρό και ερευνητικό του βλέμμα δημιουργούσαν ένα ιδιαίτερο κλίμα στη σύναξή μας, που θύμιζε συνάξεις της Φιλικής Εταιρείας. Του φιλήσαμε το χέρι και ο κ. Ιωαννίδης μπήκε αμέσως στο θέμα. Του μίλησε για τις προσπάθειες της ΚΑΡΗ και για την επικείμενη αναχώρηση των φοιτητών στην Κύπρο, για να στελεχώσουν την ΕΟΚΑ.Του είπε για το οικονομικό θέμα των εισιτηρίων και ζήτησε τη βοήθειά του. Στη συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος πήρε τον λόγο, υποβάλλοντας μια ερώτηση: Μόνο αυτά;Τι άλλο χρειάζεστε εκτός από το κόστος των εισιτηρίων;».

Ο Ρένος στην ερώτηση αυτή του αείμνηστου Σπυρίδωνα, κατασυγκινημένος είχε μια πρόχειρη κατάσταση με τις τιμές των εισιτηρίων, αεροπορικών και ατμοπλοϊκών, καθώς και το απαραίτητο υλικό, που θα έπρεπε να έχει ένας αντάρτης της ΕΟΚΑ και την έδωσε στον Αρχιεπίσκοπο. Η λίστα εξόδων έγραφε:

- Τέσσερα αεροπορικά εισιτήρια, 1.120 δραχμές το καθένα. Σύνολο 4.480 δραχμές.

- Τέσσερα ατμοπλοϊκά εισιτήρια, 800 δραχμές το καθένα. Σύνολο 3. 320 δραχμές.

- Δυο ζευγάρια κιάλια, αξίας 950 δραχμών το καθένα. Σύνολο 1.900 δραχμές.

- Οκτώ ζώνες στρατιωτικές, 50 δραχμές η καθεμιά. Σύνολο 400 δραχμές.

- Οκτώ σύνθετα σουγιαδάκια, 100 δραχμές το καθένα. Σύνολο 800 δραχμές.

Όλα μαζί 10.900 δραχμές.

Δεν τους ρώτησε τίποτε άλλο ο Σπυρίδωνας. Γνώριζε όσο κανένας άλλος, πόσο ιερός ήταν ο σκοπός που θα έδινε τα λίγα αυτά χρήματα. Ήταν βαθύς γνώστης του προαιώνιου πόθου των Ελλήνων της Κύπρου, για την Ένωσή τους με τη Μητέρα Ελλάδα. Ιωαννίδης και Κυριακίδης τού φίλησαν το χέρι κατασυγκινημένοι για την οικονομική προσφορά του στον ιερό Απελευθερωτικό Αγώνα της φίλτατής του Κύπρου, πήραν την ευλογία του και, αφού καληνύχτισαν τον σεβάσμιο Πρωθιεράρχη, πήραν τον δρόμο για το Κολωνάκι. Όλα πια ήταν έτοιμα για την αναχώρηση των οκτώ φοιτητών της ΚΑΡΗ στην Κύπρο.

Η εθνική δράση του Ιωαννίδη δεν περιορίστηκε στην αποστολή των οκτώ φοιτητών της ΚΑΡΗ στην Κύπρο, για να στελεχώσουν τη ΕΟΚΑ. Με τους άλλους φοιτητές της Οργάνωσης, που έμειναν στην Αθήνα, συνέχισε η συγκέντρωση οπλισμού και σε συνεννόηση πάντοτε με τον Παπασταύρο, μέχρι που εξορίστηκε με τον Αρχιεπίσκοπο, τον Μητροπολίτη Κυρηνείας και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη προωθούσε τον οπλισμό στην Κύπρο. Αργότερα, ήρθε σ’ έπαφή με τον Σάββα Λοϊζίδη και συνέχισε την εθνική προσφορά του μέχρι το τέλος του Αγώνα. Ο Ιωαννίδης είχε ταχθεί εναντίον των συμφωνιών της Ζυρίχης - Λονδίνου και δεν απέκρυβε τη διαφωνία του ούτε στον ίδιο τον Μακάριο, με τον οποίο είχε επαφή. Πολύ πιο στενή, όμως, επαφή είχε με τον Αρχηγό της ΕΟΚΑ, τον οποίο επισκεπτόταν συχνά στο σπίτι του και συζητούσαν για την κατάσταση που επικρατούσε στην Κύπρο. Κι όταν ξέσπασε η διένεξη του Μακαρίου με τον Διγενή, μια εθνικά επικίνδυνη διένεξη, που χώρισε τον Ελληνισμό της Κύπρου σε δυο στρατόπεδα, Μακαριακούς - Ανεξαρτησιακούς και Γριβικούς - Ενωτικούς, ο αείμνηστος Ιωαννίδης είχε πικραθεί, αλλά ταυτόχρονα είχε ανησυχήσει και είχε πρωτοστατήσει στη συμφιλίωση των δύο Αρχηγών του Αγώνα, που επιτεύχθηκε με τη συνάντησή τους στη Ρόδο. Δυστυχώς, παρά τις δεσμεύσεις και των δύο, η συμφιλίωση στάθηκε προσωρινή και η διάσπαση του λαού επικράτησε, χωρίς ποτέ να αρθεί, ούτε και σήμερα, παρά τα δεινά που επισώρευσε η διχόνοια.

Ο αείμνηστος Ιωάννης Ιωαννίδης πέθανε στην Αθήνα, με τον καημό ότι η Ένωση, για την οποία ο ίδιος και ο Ελληνισμός της Κύπρου αγωνίστηκε, δεν επιτεύχθηκε.