Ο Ερντογάν στο Βίλνιους
Μια συνάντηση που ανέδειξε όρια και αντιφάσεις της Δυτικής πολιτικής
Ακόμα δεν σίγησε ο απόηχος από τους πανηγυρισμούς των αξιωματούχων του ΝΑΤΟ για τον λευκό καπνό για την έγκριση της ένταξης της Σουηδίας στη Συμμαχία από την Τουρκία, και ο Ερντογάν άρχισε πάλι τα δικά του: «Μετά τον Οκτώβριο» θα κυρωθεί η έγκριση από την εθνοσυνέλευση -τότε ανοίγει μετά το θέρος-, οπότε, όπως διαμήνυσε και το Κογκρέσο από την πλευρά του, «δεν έχει λόγο να βιάζεται».
Προς τι, λοιπόν, οι πανηγυρισμοί; Η διάσταση ανάμεσα σε πραγματικό και ευκταίο δεν τονίζεται μόνον από τα αλλεπάλληλα επεισόδια που προκύπτουν για την ένταξη της Σουηδίας.
Η Τουρκία αποτελεί τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που κάνουν ότι δεν βλέπουν πως ο Ερντογάν έχει συνδέσει ρητώς και επανειλημμένα την άνοδο της Τουρκίας σε ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης με την πτώση της Δύσης
Υπάρχει και η μεγάλη εικόνα: μια από τις πλέον δημοκρατικές χώρες εξαναγκάστηκε από έναν δικτάτορα να μεταβάλει το Σύνταγμά της, να περιορίσει τα όρια της ελευθερίας της έκφρασης, και να δεχθεί τον διωγμό Κούρδων και «γκιουλενιστών», προκειμένου να εισέλθει σε μια συμμαχία που ως προμετωπίδα της… φέρει την Δημοκρατία, την ισχύ του Κράτους Δικαίου και την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων(!).
Η συνθήκη γίνεται ακόμα πιο σουρεαλιστική αν αναλογιστούμε ότι τα «τρομοκρατικά αιτήματα» των εν λόγω Κούρδων είναι ο εκδημοκρατισμός της Τουρκίας και το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και καλλιέργεια της εθνικής τους ταυτότητας, ενώ οι λοιποί «ύποπτοι» είναι κάτι δημοσιογράφοι που απλώς καταγγέλλουν την δικτατορία του Ερντογάν. Ο ίδιος δε και το καθεστώς του, που απαιτούν την έκδοσή τους, έχουν επί μακρόν συμπράξει και συνεργαστεί με τον ISIS, μια πραγματικά τρομοκρατική οργάνωση που βαρύνεται μάλιστα και με τη διάπραξη γενοκτονίας και εγκλημάτων πολέμου.
Τούτων λεχθέντων, μαζί με τη λειψή επιτυχία της (προσεχώς…) άρσης των εμποδίων για την ένταξη της Σουηδίας είχαμε μια μεγάλη ιδεολογική ήττα. Την οποία ο υπόλοιπος κόσμος (όχι εντός του ΝΑΤΟ), αλλά εκτός, την βλέπει. Αξιολογεί, επίσης, τη σχετικοποίηση αρχών και αξιών, και κρατάει στο πίσω μέρος του μυαλού του την τακτική της Τουρκίας ως «πιλότο» για κάθε συνομιλία με τις ΗΠΑ και την ΕΕ.
Αφού ο Ερντογάν κατάφερε να εγκαθιδρύσει έναν μηχανισμό δούναι και λαβείν μέσα στο ΝΑΤΟ, όπου εκβιάζει και γυρεύει να αποσπάσει ανταλλάγματα κατά το δοκούν, τότε ποιος εγγυάται ότι στο μέλλον δεν θα σπεύσει να κάνει το ίδιο;
Πέραν αυτού, δημιουργείται, βέβαια, και ένα πολύ υπαρκτό αρνητικό προηγούμενο εντός ΝΑΤΟ. Αφού ο Ερντογάν κατάφερε να εγκαθιδρύσει έναν μηχανισμό δούναι και λαβείν μέσα στο ΝΑΤΟ, όπου εκβιάζει και γυρεύει να αποσπάσει ανταλλάγματα κατά το δοκούν, τότε ποιος εγγυάται ότι στο μέλλον δεν θα σπεύσει να κάνει το ίδιο;
Η Τουρκία, βέβαια, δεν κατάφερε να αποσπάσει καμία άμεση ωφέλεια: μένει να δούμε εάν στην απαντητική του τουρκικού αιτήματος, επίσημη επιστολή των ΗΠΑ θα περιλαμβάνεται κάποιος μηχανισμός εγγυήσεων για τη μη χρήση των εξοπλισμών εναντίον της Ελλάδας, όπως επιθυμεί σύσσωμη η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, υπό την ηγεσία του Μπομπ Μενέντεζ. Μια τέτοια εξέλιξη θα εξόργιζε τον Ερντογάν, όμως υπάρχει και η πιο κατευναστική γραμμή του Προέδρου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Τις τελευταίες, βέβαια, ημέρες υπάρχουν ενδείξεις από δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων, ότι αμφότεροι μετατοπίζονται και δίνουν μεγαλύτερη σημασία στις θέσεις της Επιτροπής. Σύντομα, θα μάθουμε εάν αυτό ισχύει.
Πέραν αυτού, όμως, η Τουρκία αποτελεί τον «ελέφαντα στο δωμάτιο» για την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που κάνουν ότι δεν βλέπουν πως ο Ερντογάν έχει συνδέσει ρητώς και επανειλημμένα την άνοδο της Τουρκίας σε ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης με την πτώση της Δύσης.
Όσο για την «επαναπροσέγγιση» με τις ΗΠΑ και την ΕΕ είναι χαρακτηριστικό το αίτημα της τελωνειακής ένωσης: ο Ερντογάν επιθυμεί να καταστήσει την τουρκική οικονομία κέντρο συναρμολόγησης για ολόκληρη την Ευρώπη, που τώρα επιθυμεί να θεραπεύσει την εξάρτηση των εφοδιαστικών της αλυσίδων από την Κίνα. Εάν το πετύχει αυτό, θα προσθέσει ακόμα ένα όπλο εκβιασμού στη φαρέτρα του, μαζί με το μεταναστευτικό, την δυνατότητά του να απευθύνεται και να επηρεάζει τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς στην Ευρώπη (και όχι μόνον τους Τούρκους). Εάν δε προχωρήσουν και τα σενάρια συνεκμετάλλευσης των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου; Τότε θα μεταβληθεί και σε εγγυητή της ευρωπαϊκής αυτοδυναμίας.
Αυτήν ακριβώς τη διάσταση, δεν λαμβάνει υπόψη της η ελληνική διπλωματία, όταν ανοίγεται υπερβολικά για να ανταποκριθεί στη χείρα συνεννόησης που υποκριτικά προτείνει ο Ερντογάν. Η συνέντευξη του Έλληνα πρωθυπουργού στον ΣΚΑΪ, και στους Σία Κοσιώνη και Παύλο Τσίμα, ήταν χαρακτηριστική: σε αυτήν δήλωσε ότι «επιβεβαιώνεται» η Τουρκία, προσεγγίζει εκ νέου Ευρώπη και ΗΠΑ, και ότι η στροφή αυτή δημιουργεί προϋποθέσεις για επίλυση του «πυρήνα της διαφωνίας» όπως την εννοεί προφανώς η Ελλάδα - μόνον σε ό,τι αφορά στις θαλάσσιες ζώνες.
Επειδή ακριβώς όμως η Τουρκία δεν έχει στρίψει, αλλά εκμεταλλεύεται την ανάγκη της Δύσης μέσα στη δίνη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο Κ. Μητσοτάκης θα πρέπει να προσέξει: παντοδύναμη, και για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ήταν και η Μέρκελ όταν προχωρούσε με αποφασιστικότητα στην υποτιθέμενα «αμοιβαίου οφέλους» συνεργασία της με τη Ρωσία. Και ακριβώς γιατί ο σχεδιασμός της διαψεύσθηκε με τόσο τραγικό και δραματικό τρόπο, γι’ αυτό και σήμερα οι Γερμανοί ούτε που θέλουν ν’ ακούσουν γι’ αυτήν…