Ανθρώπινες Ιστορίες

Nικόλας Χατζηκωστής - Ο Αγιομαμίτης ακατάβλητος διά βίου Αγωνιστής - Εθναπόστολος

Σε εκδήλωση για την προσφορά της κοινότητας Αγίου Μάμα στους εθνικούς αγώνες τιμήθηκε ο Εθναπόστολος Αγιομαμίτης δάσκαλος, Νικόλας Χατζηκωστής

Στην εκδήλωση για την προσφορά της κοινότητας Αγίου Μάμα στους εθνικούς αγώνες τιμήθηκε και ο Εθναπόστολος Αγιομαμίτης δάσκαλος, Νικόλας Χατζηκωστής, ο άνθρωπος που είχε μεταφέρει στη γενέτειρά του το μεγάλο μήνυμα της προπαρασκευής του ένοπλου Απελευθερωτικού Αγώνα. Πλέκοντας το εγκώμιο του χαλκέντερου εκείνου Εθναποστόλου, σκαπανέα της εθνικής παιδείας και ακατάβλητου διά βίου αγωνιστή, είχα επισημάνει τα ακόλουθα:

Περιποιεί ιδιαίτερη τιμήν για μένα, να μιλήσω για τον αείμνηστο Νικόλα Χατζηκωστή. Τον άνθρωπο που τίμησε όσο κανένας άλλος τη λατρευτή του γενέτειρα και τους κατοίκους της. Που, αν και έζησε χρόνια μακριά της, ποτέ δεν την ξέχασε. Την είχε πάντοτε στον νου και την καρδιά. Τρανή απόδειξη της αγάπης του αυτής είναι τα πολλά κείμενα που έγραψε, για τους παιδικούς του φίλους, τη ζωή των κατοίκων της, τις ασχολίες τους και την ενάρετη ζωή τους. Τον άνθρωπο που αφιέρωσε κάθε ικμάδα της ζωής του στη μόρφωση και την εθνική διαπαιδαγώγηση των Ελληνόπουλων της Κύπρου, στην πρόοδο και την προκοπή κάθε χωριού όπου υπηρέτησε ως δάσκαλος, ιδιαίτερα την πόλη της Πάφου, όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του.

Ο γιος του Γιώργος, εκλεκτός φιλόλογος, λογοτέχνης και συγγραφέας, σκαπανέας κι αυτός της Παιδείας, σκιαγραφεί περίτεχνα τον αείμνηστο πατέρα του με τ’ ακόλουθα, στο βιβλίο του «Μνήμης Χάριν». Ένα βιβλίο μεγάλου σχήματος πεντακοσίων εβδομήντα μιας σελίδων, που αποτελεί την πνευματική κληρονομιά του πατέρα του: «Ο Νικόλας Χατζηκωστής ανήκει στη γενιά των Δασκάλων της Κύπρου, που πρόσφεραν πολλά και πήραν ελάχιστα. Που είδαν το εκπαιδευτικό τους έργο μόνο ως αποστολή, ως δεδομένη οφειλή στον πολλαπλώς χειμαζόμενο κυπριακό λαό, μέσα σε καιρούς απερίγραπτα χαλεπούς. Είχαν όμως μέσα τους και το πάθος της μάθησης, της αυτομόρφωσης των πνευματικών και αισθητικών απολαύσεων, όπου ελάχιστες ευκαιρίες τους δίνονται.

»Ως άνθρωπος ήταν απλός, ειλικρινής, αυθόρμητος, καταδεκτικός και ευπρόσιτος, ευχάριστος, μετριόφρων και ταπεινός, έντιμος και αξιοπρεπής, αποδεκτός από όλους γύρω του. Διακατείχετο μονίμως από το πνεύμα της προσφοράς, με αγάπη και ανιδιοτέλεια. Και αν δεν είχε να προσφέρει υλικά, πρόσφερε τη γνώμη του, τη συμβουλή του, τη στήριξη, την παραμυθία, την εξυπηρέτηση, την υπεράσπιση των αδικουμένων, ουδέποτε αρνούμενος και πάντοτε αθόρυβος, με ερείσματα της θρησκείας, της φιλοπατρίας, της εντιμότητας, της φιλαλληλίας και τη μετριόφρονα στάση τού ‘‘μη γνώτο η αριστερά σου’’. Πάντοτε με πίστη σε ό,τι στόχευε και ακάματη ενεργητικότητα, πάντοτε οραματιστής και ρηξικέλευθος.

»Ως δάσκαλος, μέσα σε αφάνταστα αντίξοες συνθήκες, μόρφωσε απλόχερα, με τη διδαχή του μέσα στα σχολεία, 36 γενιές παιδιών και με το παράδειγμά του πολύ περισσότερες. Δεν τους μάθαινε μόνο γράμματα. Άνοιγε τους ορίζοντες της σκέψης και του συναισθήματός τους, καλλιεργούσε την ανθρωπιά τους και τους ενίσχυε τα ηθικά ερείσματα της θρησκείας, της φιλοπατρίας, της εντιμότητας και της φιλαλληλίας. Η προσφορά του δεν περιοριζόταν στο σχολείο. Ίδρυση μορφωτικών συλλόγων και συγκρότηση βιβλιοθηκών, για την καλλιέργεια των κατοίκων παντού, όπου υπηρέτησε, ήταν μόνιμη έγνοια του. Ως ευρύτερος εργάτης του πνεύματος, ήταν πάντα ανήσυχος, φιλομαθής, μελετηρός, παράγων πνευματικής και πολιτιστικής δραστηριότητας και δημιουργίας…».

Εγκώμια για τον Νικόλα Χατζηκωστή, εκτός από τον γιο του, έπλεξαν και πολλοί άνθρωποι που είχαν την αγαθή τύχη να τον γνωρίσουν από κοντά, να υπηρετήσουν και να συνεργαστούν μαζί του σε σχολεία, στην πνευματική ανάπτυξη και κοινωνική ανόρθωση της Πάφου και στη βελτίωση των συνθηκών ζωής του αγρότη και του εργάτη. Γιατί ο Νικόλας Χατζηκωστής δεν ήταν μόνο δάσκαλος και πνευματικός παράγοντας στην πόλη της Πάφου. Ήταν εκλεκτός συγγραφέας υπέροχων ιστορικών ηθογραφικών και κοινωνικών θεατρικών έργων, καθώς και πολλών άλλων λογοτεχνικών κειμένων. Το ηθογραφικό του έργο «Ο Παφίτικος Γάμος» και το ιστορικό ακριτικό «Ο γάμος του Κωσταντά» αποτελούν μνημεία λογοτεχνικής αξίας, υποδείγματα στο είδος τους, αλλά δυστυχώς παραμένουν αναξιοποίητα από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας, τον ΘΟΚ και άλλα θεατρικά σχήματα. Ήταν επίσης συνεκδότης φιλολογικής εφημερίδας και δημοσιογράφος, αρθρογράφος και σχολιογράφος, από τους εκλεκτότερους της εποχής του. Από το βήμα των εφημερίδων με τις οποίες συνεργαζόταν, πάντοτε «μούχτιν τζιαι συνέξοδα», υπερασπιζόταν με ζέση τα δικαιώματα του αγρότη, που καταπιεζόταν από το στυγνό αποικιακό καθεστώς και τους παντός είδους τοκογλύφους, που έπιναν τον ιδρώτα και το αίμα του.

Στον επικήδειό του στον Νικόλα Χατζηκωστή, ο αείμνηστος Ανδρέας Καραγιώργης, Διευθυντής Δημοτικής Εκπαίδευσης Υπουργείου Παιδείας, πλέκει το εγκώμιό του, επισημαίνοντας και τα εξής: «‘‘Θρησκεία και Πατρίδα υπήρξαν το δίπτυχο των ιδεωδών από τα οποία άντλησε τους οραματισμούς του και με τα οποία εναρμόνισε την προσωπική, την οικογενειακή και την επαγγελματική και κοινωνική ζωή του. Χωρίς τα ηθικά ερείσματα, που προσφέρει η θρησκεία και η πατρίδα, δεν είναι δυνατό να υπάρξει ηθική προσωπικότητα, που να έχει ειρμό και ευστάθεια στις φουρτούνες της ζωής”, μου ανέφερε επιγραμματικά στη συνέντευξη που του πήρα. Η συνέπεια που είχε μεταξύ λόγων και πράξεων ήταν μοναδική. Ό,τι έλεγε, το πίστευε. Τόνιζε πάντοτε πως, για να είναι κανένας σωστός, πρέπει να ασκείται, να παιδεύει τον εαυτό του ακατάπαυστα, έτσι που να γίνεται συνεχώς και καλύτερος Έλληνας». Και ο Νικόλας Χατζηκωστής κάθε στιγμή της ζωής του συνειδητά ασκείτο στην ελευθερία, στον τολμηρό στοχασμό, στην ανειρήνευτη αναζήτηση, στην εντιμότητα, την αξιοπρέπεια, στην ευθύνη. Κίνδυνοι και τιμήματα από αυτό το πιστεύω και αυτήν την αδιάλειπτη ομολογία της πίστεώς του προς την Ελλάδα, ήξερε πως υπήρχαν πολλά. Δεν έκαμε, όμως, ποτέ πίσω, ούτε και απέκρυψε τις θέσεις του από τον Άγγλο αποικιοκράτη εργοδότη του. Όταν φτάνουν οι Αιγιοπελαγίτες πρόσφυγες στην Κύπρο, στον κόλπο της Χρυσοχούς, το 1941, οργανώνει στο Στρουμπί, όπου υπηρετεί, κέντρο υποδοχής των και εξευρίσκει πόρους για τη στέγαση και τη διατροφή τους. Όταν η Αθήνα απελευθερώνεται από τους Γερμανούς, κατεβάζει στο Κτήμα από τη Μεσόγη τους μαθητές του με γαλανόλευκες και πατριωτικά θούρια και τους περνά εν παρελάσει μπροστά από τα γραφεία του Άγγλου Διοικητή και του Αστυνόμου. Όταν στις 15 Ιανουαρίου 1950 γίνεται το Ενωτικό Δημοψήφισμα, αγέρωχος τίθεται επικεφαλής ομάδας δασκάλων και οδεύει στη Μητρόπολη, για να υπογράψουν το «Αξιούμεν Ένωσιν με την Ελλάδα», πράγμα που μπορούσε να οδηγήσει στην παύση του. Όταν με το ξέσπασμα του Αγώνα της ΕΟΚΑ ο Τούρκος Έπαρχος Μουφτιζατέ τον απειλεί με δυσμενή μετάθεση ή απόλυση από την υπηρεσία του, γιατί δεν συγκρατούσε τους Παλληκαρίδηδες και τους άλλους μαθητές, από του να κατεβαίνουν σε αντικατοχικές διαδηλώσεις, του απάντησε: «Κάμετε το καθήκον σας όπως νομίζετε. Τους Έλληνες μαθητές δεν τους ελέγχει και δεν τους πειθαρχεί πλέον ο δάσκαλος, αλλά το εθνικό χρέος και η Πατρίδα».

Μια άλλη σκαπανέας της Παιδείας, σε άρθρο της στη «Σημερινή» στις 14 Γενάρη 1993, τονίζει και τα ακόλουθα για τον πρώην διευθυντή και συνεργάτη της: «Κάθε ιερό τέμενος των Μουσών, που άκουε να αντηχούν στους τοίχους του τα λόγια-κατήχηση του ακούραστου εργάτη της Παιδείας, δικαιούται να καυχιέται για ένα μεγάλο τίτλο τιμής. Τον τίτλο αυτό, ζωντανότερο και βαθύτερο, θα τον αισθάνονται όλοι οι παλαιοί του μαθητές και όλοι οι συνεργάτες του, που αντάμωσαν στον ευγενέστερο στίβο. Οι πρώτοι, γιατί γνώρισαν από το στόμα του την ελληνική τους καταγωγή, τη χριστιανική τους ιδιότητα, τη δύναμη και την ικανότητα να δημιουργήσουν μιαν ολοκληρωμένη προσωπικότητα με αξίες και ιδανικά.

»Οι δεύτεροι, γιατί δούλεψαν μαζί του στην πνευματική αναγέννηση μιας γενιάς με καθετί το ωραίο και το μεγάλο και είχαν καταλάβει πόσο άσβεστος, τηλαυγής φάρος οδηγός παραμένει για τους σημερινούς δασκάλους το έργο του Νικόλα Χατζηκωστή: Μέσα στη σημερινή κοινωνία, που οι σεμνοί, οι υψηλοί το φρόνημα και ταπεινοί τη καρδία είναι τόσο λίγοι, η φωνή και το έργο του αείμνηστου παλαίμαχου εκπαιδευτικού, θα στέκει πάντα ένας φωτεινός φάρος, που θα φωτίζει τις επερχόμενες γενεές. Γιατί, αν αυτοί οι λίγοι που απομένουν ακόμα ποτισμένοι με της πίστης και της πατρίδας τα νάματα, θα μεταλαμπαδεύσουν στα παιδιά και τα εγγόνια τους τούτες τις άγιες αρχές. Σίγουρα, η ακτινοβολία, η προσφορά και οι θυσίες των φωτισμένων αυτών εκπαιδευτικών, όπως του αείμνηστου Νικόλα Χατζηκωστή, δεν θα πάνε χαμένες».

Εκεί όμως που έλαμψε η μεγάλη φιλοπατρία, η σοβαρότητα, η υπευθυνότητα και η ακάματη μαχητικότητα του Νικόλα Χατζηκωστή, ήταν ο Απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ. Η προσφορά του ήταν ανεκτίμητη και λίγοι την γνωρίζουν, γιατί ο ίδιος ποτέ δε είχε περιαυτολογήσει. Η ταπεινότητα και η μετριοφροσύνη του δεν του επέτρεψαν ποτέ να καυχηθεί, ούτε ακόμα να γράψει ή να πει κάτι για τη μεγάλη προσφορά του, προτού ακόμα αρχίσει ο Απελευθερωτικός Αγώνας. Εκείνος που πρώτος μίλησε για την προσφορά του Νικόλα Χατζηκωστή στον Αγώνα της ΕΟΚΑ ήταν ο Αντρέας Αζίνας, ο πρώτος που άρχισε να στρατολογεί αγωνιστές με εντολή του Διγενή, αρκετούς μήνες προτού ακόμη έρθει ο Αρχηγός στην Κύπρο. Με τον αείμνηστο Αζίνα είχα συναντηθεί αρκετές φορές και μου έδωσε συνεντεύξεις για δυο βιβλία μου σχετικά με τον Αγώνα. Το πρώτο ήταν αφιερωμένο στην προσφορά του χωριού σας, που φέρει τον τίτλο «Λίκνο της Λευτεριάς». Τότε ο Αζίνας μού μίλησε πώς μύησε τον Νικόλα Χτζηκωστή, πρώτον στην Πάφο και πώς ο Νικόλας Χατζηκωστής ήταν εκείνος που έκανε να αναδειχθεί ο Άης Μάμας σε Λίκνο της Λευτεριάς.

Όταν ο Αζίνας πήρε οδηγίες από τον Διγενή να στρατολογήσει άντρες για τον ένοπλο αγώνα που θ’ άρχιζε σε λίγο, πήγε στην Παναγιά, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του, που ήταν δάσκαλος. Εκεί, αφού του αποκάλυψε το μεγάλο μυστικό, του ζήτησε να του συστήσει κάποιον στην Πάφο, που να είναι πατριώτης, εχέμυθος, σοβαρός και υπεύθυνος, για να τον μυήσει στο μεγάλο μυστικό και να του ζητήσει να γίνει στρατολόγος και σύμβουλός του. Ο πατέρας του τού σύστησε ως τον πιο κατάλληλο για να τον βοηθήσει και να τον συμβουλεύει, τον συνάδελφό του δάσκαλο, Νικόλα Χατζηκωστή. Χωρίς να χάσει καιρό, ο Αζίνας κατεβαίνει στην Πάφο και αναζητεί τον Χατζηκωστή. Του είπαν για τη Λέσχη «Πάφος», όπου συχνάζει, τον βρίσκει, τον απομονώνει και, μετά φόβου Θεού, του μιλά για το μεγάλο μυστικό και του ζητά να γίνει σύμβουλός του και στρατολόγος στην Πάφο και το χωριό του, τον Άη Μάμα. Του ζητά να του συστήσει συγχωριανούς του, ανθρώπους νούσιμους και παλληκάρια, που να είναι αποφασισμένοι να πολεμήσουν. Γιατί, όπως του είπε χαρακτηριστικά, «μπορεί να πέσουν και κεφάλια». Ο Νικόλας άκουε με προσοχή τον Αζίνα για αρκετή ώρα και όταν τέλειωσε του είπε: «Τούτα που μου λαλείς εν πολλά σοβαρά πράγματα. Να προσέχετε... Όι να κάμετε πρόχειρες και απρογραμμάτιστες ενέργειες. Ο ένοπλος Αγώνας θέλει σοβαρή προπαρασκευή, συγκεκριμένο σχέδιο δράσης σε όλην την Κύπρο, σε πόλεις και χωριά. Θέλει αρχηγό πεπειραμένο, παλληκαρά και σοβαρούς βοηθούς. Δεν επιτρέπονται πρόχειρα και βιαστικά πράματα. Να μεν πάθομεν όπως τότε στα Οκτωβριανά. Γιατί αν αποτύχομεν και αυτήν τη φοράν, η Κύπρος δεν σώζεται με τίποτε. Κανένας δεν θα ξανατολμήσει να σηκώσει κεφάλι κατά των Βρετανών».

Ο Αζίνας τον άκουε και κρεμόταν από τα χείλη του. Θαύμασε τον Χατζηκωστή για όσα του είπε. Αντιλήφθηκε πόσο βάθος είχαν τα λόγια του σοφού δασκάλου. «Ήταν ούλλον νου, Χαράλαμπε», μου είπε, «οπότε τον διαβεβαίωσα ότι υπάρχει αρχηγός, στρατιωτικός και παλληκάρι, ότι στέλλεται οπλισμός από την Ελλάδα, υπάρχει σχέδιο δράσης και άρχισε ήδη η στρατολόγηση σε πόλεις και χωριά».

Αφού πήρε αυτές τις διαβεβαιώσεις, ο Νικόλας δέχθηκε να μπει στον Αγώνα και να στρατολογήσει παράγοντες στην πόλη της Πάφου και την ύπαιθρο. Του παράγγειλε, επίσης, να αναζητήσει τον Νικόλα Αβραάμ, τον οποίο θα βρει στο χωριό του, τον Άη Μάμα ή στον Αμίαντο, όπου εργάζεται και είναι υπεύθυνος των Νέων Συντεχνιών. Χώρισαν και ο μεν Αζίνας κίνησε για το χωριό του, τη Χλώρακα, για να μυήσει τον θείο του, Νικόλα Αζίνα και τους φίλους και συνεργάτες του στην ΠΕΚ, Κώστα Λεωνίδα και Νικόλα Μαυρονικόλα. Ο δε Χατζηκωστής, αφού φρόντισε να ενημερώσει τον παιδικό του φίλο, Νικόλα Αβραάμ, και τ’ αδέλφια του Σωκράτη και Παπάμελη, ότι θα τους επισκεπτόταν ο Αζίνας και ότι έπρεπε να δεχθούν αυτά που θα τους ζητούσε, άρχισε να στρατολογεί και να ορκίζει, σ’ ένα μικρό Ευαγγέλιο που κρατούσε πάντοτε στον κόρφο του, τον πρώτο πυρήνα της ΕΟΚΑ στην πόλη και επαρχία Πάφου.

Γράφει για τη μύηση του Αβράμη από τον ίδιο ο Νικόλας Χατζηκωστής: «Κυλούσε ήσυχα η ζωή, στα φτωχικά χωριουδάκια του κυπριακού Ολύμπου. Κι ας κουφόβραζε η ορμή εκείνη, που οι κυπριακοί αγώνες την είχαν θρέψει. Ναι, ήσυχα κυλούσε η ζωή εκεί πάνω, όταν ξάφνου αναταράχτηκε το ειρηνικό βουνό. Κι αναρριγήσαν τα φαράγγια του κι ανατριχίλα έζωσε τις κορφές του τις πανύψηλες, τις ρεματιές του τις πανέμορφες, τις ράχες του τις ειδυλλιακές. Και ήταν ένα αυγουστιάτικο δειλινό, όταν για την ιστορία αυτού του τόπου, έφτασε στους κακοτράχαλους εκείνους τόπους το μυστικό, το συνταρακτικό μήνυμα. Το μεγάλο μυστικό. Η επιταγή των περασμένων κυπριακών γενεών. Το έφερε ένας αφανής οδοιπόρος, ένας απόστολος της μυστικής οργάνωσης». Και ο αφανής οδοιπόρος και απόστολος της μυστικής οργάνωσης δεν ήταν άλλος από τον ίδιο. Και συνεχίζει: «Ήταν 15 Αυγούστου 1954, όταν κατέβηκε από τον Αμίαντο ο Νικόλας Αβραάμ στο χωριό, τον Άγιο Μάμα, και συναντήθηκε με τον Νικόλα Χατζηκωστή. Κι ο Αβράμης, σημειώνει στο ιστορικό του Ημερολόγιο: “15 Αυγούστου 1954. Κατέβηκα από τον Αμίαντο, όπου εργαζόμουν, εις το χωριό, όπου μ’ επλησίασε ο φίλος μου “Ν” -δεν αναφέρει το πλήρες όνομα του Νικόλα Χατζηκωστή για λόγους ασφαλείας- και μου εκμυστηρεύτηκε ότι στην Κύπρο καταρτίζεται μυστική οργάνωση -είδος Φιλικής Εταιρείας- και ότι συστήθηκα και εγώ ότι θα δεχόμουν να βοηθήσω. Και αν συμφωνώ, θα έλθει κάποιος να με ζητήσει (ο Αζίνας). Του είπα του κυρίου Νικόλα ευχαρίστως να εργασθώ όσο μπορώ. Και επερίμενα την ημέραν που θα ελάμβανα το ευχάριστο άγγελμα...”».

Εκτός από τον Αζίνα, τη μεγάλη προσφορά του Νικόλα Χατζηκωστή στον Αγώνα καταμαρτυρεί και ο πρώτος τομεάρχης και οργανωτικός της ΕΟΚΑ, στην πόλη και επαρχία Πάφου, αείμνηστος Αντρέας Λαμπριανίδης, σταλμένος από τον Διγενή. Στο βιβλίο του «Μαρτυρίες για τον Αγώνα του 1955» αναφέρεται στους πρώτους που οργάνωσε συστηματικά στην Πάφο και τις ευθύνες, που ανέθεσε στον καθένα. Γράφει ανάμεσα σε άλλα ο Λαμπριανίδης: «Είμαι υποχρεωμένος να μνησθώ και του Νικόλα Χατζηκωστή, Διευθυντή του Δημοτικού Σχολείου της πόλης Πάφου, πολύτιμου συμβούλου και συνεργάτη μου, όχι μόνο για τον εκπαιδευτικό κόσμο της επαρχίας, αλλά και για τα γενικά θέματα, που ανεφύοντο στη διάρκεια του Αγώνα…».

Δεν θα μακρυγορήσω, για να μη σας κουράσω. Τα λίγα που ειπώθηκαν είναι αρκετά για να σχηματίσουν την εικόνα γύρω από την προσωπικότητα του Νικόλα Χατζηκωστή, τον οποίο σήμερα τιμούμε. Του λαμπρού εκπαιδευτικού, του χαλκέντερου πνευματικού και κοινωνικού παράγοντα, του εκλεκτού συγγραφέα και δημοσιογράφου, του ακατάβλητου Αγωνιστή - Εθναποστόλου Νικόλα Χατζηκωστή, που αποτελεί σέμνωμα για τη γενέτειρά του τον Άη Μάμα. Και η σημερινή μας εκδήλωση προς τιμήν του είναι το ελάχιστο που μπορούσαμε να του προσφέρουμε. Αιωνία του η μνήμη.