Περιβάλλον

Πώς αλλάζει ο μετεωρολογικός χάρτης της Κύπρου

Είναι εντονότερα και συχνότερα τα ακραία καιρικά φαινόμενα στη χώρα μας; Και αν ναι, είναι απότοκο της κλιματικής αλλαγής; Πώς θα μοιάζει ο φετινός χειμώνας στην Κύπρο

Περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν φέρεται να απασχολεί τους πολίτες το μετεωρολογικό δελτίο. Οι εναλλαγές της θερμοκρασίας καθώς και η συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων την ώρα που η φράση «κλιματική αλλαγή» μονοπωλεί τις συζητήσεις θέτουν το θέμα του καιρού σε μια διαφορετική διάσταση. Ημερολογιακά μπορεί να βρισκόμαστε στην έναρξη του φθινοπώρου, όμως, εκτός από τις ημερομηνίες, το καιρικό μενού κάθε άλλο παρά φθινόπωρο θυμίζει. Οι προβλέψεις -ακόμα και οι βραχυπρόθεσμες- γίνονται ακόμη δυσκολότερες, ενώ η τάση γύρω από την κλιματική αλλαγή ενισχύεται την ώρα που η Ελλάδα βιώνει μιαν άνευ προηγουμένου καταστροφή από πλημμύρες και ταυτόχρονα γειτονικές χώρες πλήττονται από καύσωνα και υψηλές θερμοκρασίες. 

Τα «μηναλλάγια» δείχνουν… ακόμη λιγότερες βροχές

Μιλώντας στη «Σημερινή» ο ερασιτέχνης μετεωρολόγος, Τάσος Ιεροδιακόνου, επιβεβαίωσε αρχικά τη συχνή εμφάνιση έντονων καιρικών φαινομένων. Γνωστός για την -μη αποδεδειγμένη επιστημονικά- λαϊκή προσπάθεια πρόβλεψης από τα λεγόμενα «μηναλλάγια», ανέφερε πως αναμένει τον φετινό χειμώνα να είναι πιο ξηρός. Συγκεκριμένα, η φετινή υδρολογική χρονιά (ολοκληρώνεται στο τέλος Σεπτεμβρίου) έχει φέρει περίπου το 92% της κανονικής βροχόπτωσης, με τον επερχόμενο χειμώνα ν’ αναμένεται ακόμη χαμηλότερη. «Μέχρι και το πρώτο δεκαπενθήμερο Νοεμβρίου δεν αναμένονται πολλές βροχές στο νησί μας. Από το δεύτερο δεκαπενθήμερο Νοεμβρίου και μέχρι και το πρώτο δεκαπενθήμερο Δεκεμβρίου φαίνεται ένα καλό διάστημα με αρκετές βροχές στο νησί μας, που πιθανόν να συνεχιστεί και το δεύτερο δεκαπενθήμερο Δεκεμβρίου, ίσως με λιγότερη ένταση και ποσότητες.

Ο Ιανουάριος φαίνεται να ‘‘κόβει’’ κάπως από θέμα βροχών. Θα έχει ναι βροχές και χιόνια, αλλά δεν φαίνονται να είναι αρκετά τα φαινόμενα. Συνεχίζει ο Φεβρουάριος στο ίδιο μοτίβο με τον Ιανουάριο, με αλλαγή στις τελευταίες 7-8 ημέρες του Φεβρουαρίου, οπότε πιθανόν να έχουμε καλές βροχές».

Βροχές και χιόνια ακόμη και τέλος Απριλίου, χαλάζι τον Ιούλιο;

Στο οξύμωρο των προβλέψεων το γεγονός ότι η άνοιξη -κυρίως από το τελευταίο δεκαήμερο Φεβρουαρίου μέχρι και τα μέσα Απριλίου- αναμένει να φέρει αρκετές βροχές αλλά και χιονόπτωση, ενώ έντονα θα είναι τα φαινόμενα και στα τέλη του Απρίλη. Μάλιστα κάποια εξ αυτών θα μεταφερθούν και στους καλοκαιρινούς μήνες, ακόμα και στην καρδιά του Ιούλη. Όπως αναφέρουν οι προβλέψεις του κυρίου Ιεροδιακόνου: «Από τον Μάιο και προς Ιούνιο και Ιούλιο σιγά-σιγά τα φαινόμενα θα εντοπίζονται κυρίως σε ορεινά-ημιορεινά και περιοχές εσωτερικού με εκδηλώσεις καταιγίδων και χαλαζοπτώσεων. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο κάποιες μέρες, κυρίως Ιούλιο, θα είναι ισχυρά τα φαινόμενα». Κληθείς να σχολιάσει κατά πόσον ασπάζεται τη «λαϊκή συζήτηση» περί μετατόπισης των εποχών, ανέφερε πως εν μέρει αυτό μπορεί να παρατηρηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις, όμως υπογράμμισε πως είναι διαφορετικό το ημερολογιακό από το μετεωρολογικό έτος. Για παράδειγμα, το φθινόπωρο δεν εκκινεί την 1η Σεπτεμβρίου αλλά την 21η του μήνα, ο χειμώνας δεν μπαίνει για τους μετεωρολόγους την 1η Δεκεμβρίου αλλά την 21η -έναρξη χειμερινού ηλιοστασίου- και ούτω καθ’ εξής. 

Θερμός χειμώνας, καυτό καλοκαίρι

Τη δική του εκδοχή για το μετεωρολογικό έτος που πέρασε έδωσε μιλώντας στη «Σ» και ο Διευθυντής του Τμήματος Μετεωρολογίας, κ. Κλεάνθης Νικολαΐδης. «Εάν εξετάσουμε τον φετινό χειμώνα (φετινό υδρολογικό έτος, αν και δεν έχει κλείσει), θα διαπιστώσουμε ότι το έτος μας ήταν γενικά θερμό. Είχαμε έναν θερμό χειμώνα, ένα πολύ θερμό καλοκαίρι, μετά μία δροσερή μεταβατική περίοδο Μαΐου-Ιουνίου, η οποία χαρακτηριζόταν από κανονικές θερμοκρασίες και επεισόδια βροχής, περίπου είχαμε ένα κυκλωνικό σύστημα να μας επηρεάζει κάθε Σαββατοκύριακο. Συχνές τότε οι λεζάντες στον ημερήσιο Τύπο και τα ηλεκτρονικά μέσα που έλεγαν ‘‘Χάθηκε το καλοκαίρι’’ ή ‘‘Ψάχνει το καλοκαίρι τη διαδρομή του προς την Κύπρο’’, ειδικά όμως ο Ιούλιος ήταν ένας πολύ θερμός μήνας -όπως και ο Αύγουστος- με τον Ιούλιο να χαρακτηρίζεται από ξηρασία γενικά, αφού τόσο οι ελάχιστες όσο και οι μέγιστες θερμοκρασίες που καταγράφηκαν ήταν αρκετά πάνω από τις κανονικές. Σχεδόν καθημερινές προειδοποιήσεις με την πλειοψηφία τους στο κίτρινο επίπεδο, αλλά και κάποιες στο πορτοκαλί. Το τέλος Αυγούστου χαρακτηρίστηκε στην περιοχή του ελλαδικού κυρίως χώρου από ισχυρότατες καταιγίδες με εμμονή τουλάχιστον τεσσάρων ημερών και ύψη βροχής πολύ πάνω από το αναμενόμενο και το κανονικό».

Η κακοκαιρία «Daniel»

Βέβαια πρέπει ν’ αναφερθεί ότι το σύστημα αυτό που επηρέασε την Ελλάδα, τις τελευταίες ημέρες Αυγούστου αλλά και τις πρώτες ημέρες Σεπτεμβρίου, ήταν ένα σύστημα ακραίο και δεν αναμενόταν -βιβλιογραφικά τουλάχιστον- ως προς τη συμπεριφορά του αλλά και την περίοδο που έκανε την εμφάνισή του. Όπως υπογράμμισε ο κ. Νικολαΐδης, «στη διεθνή βιβλιογραφία δεν είναι καταγεγραμμένα τέτοιου είδους συστήματα, ιδιαίτερα τις πρώτες ημέρες Σεπτεμβρίου, δίνοντας πολύ μεγάλα ύψη βροχής, με αποτέλεσμα τα πλημμυρικά φαινόμενα στον ελλαδικό χώρο. Το σύστημα αυτό δεν επηρέασε την περιοχή της Κύπρου. Οι κάποιες ασθενείς καταιγίδες που είχαμε ήταν αποτέλεσμα της γενικότερης λειτουργίας του συστήματος, όχι όμως από το σύστημα ‘‘Daniel’’αυτό καθαυτό».

Αξίζει ν’ αναφερθεί ότι το σύστημα αυτό επηρέασε τη Λιβύη με πολύ υψηλά επίπεδα βροχής και πλημμυρικά φαινόμενα με εκατοντάδες νεκρούς και αγνοουμένους. Σε ό,τι αφορά τους κύριους λόγους απότομης αλλαγής του καιρού -κυρίως στον ελλαδικό χώρο- μπορεί να αναφερθεί η αλλαγή από κατάσταση «Λανίνα» σε κατάσταση «Ελ Νίνιο». Όπως επεξήγησε ο κ. Νικολαΐδης, την κατάσταση «Λανίνα» όπου η μέση θερμοκρασία της ζώνης του Ειρηνικού Ωκεανού είναι χαμηλότερη της κανονικής, την διαδέχθηκε η κατάσταση «Ελ Νίνιο», με τη μέση θερμοκρασία να είναι πάνω από την κανονική για την εποχή στην ίδια περιοχή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τις πιο βροχερές επόμενες εποχές άρα και το χειμώνα, σε αρκετές περιοχές του κόσμου, όχι όμως στην περιοχή της Αν. Μεσογείου, για την οποία δεν υπάρχει ισχυρό σήμα.

Προβλέψεις-εφιάλτης για το 2024

Την εφιαλτική πρόβλεψη να είναι το 2023 η πιο ζεστή χρονιά που έχει καταγραφεί ποτέ και το 2024 να είναι ακόμη χειρότερη, κατέθεσαν Αμερικανοί επιστήμονες, επικεφαλής κυβερνητικών υπηρεσιών.

Επί του παρόντος, το 2023 είναι η τρίτη πιο θερμή χρονιά που έχει καταγραφεί ποτέ, δήλωσε η Σάρα Κάπνικ, επικεφαλής επιστήμονας της Αμερικανικής Υπηρεσίας Παρατήρησης των Ωκεανών και της Ατμόσφαιρας (NOAA). Και η πιθανότητα το 2023 να γίνει η πιο θερμή ανέρχεται σε «σχεδόν 50%», πρόσθεσε. Εκτός από την υπερθέρμανση του πλανήτη, το φαινόμενο «Ελ Νίνιο» συμβάλλει σε αυτήν την τάση θερμαίνοντας την επιφάνεια των ωκεανών. Αναμένεται μάλιστα να διαρκέσει και πέρα από τον προσεχή χειμώνα, όπως προβλέπουν οι ειδικοί.

«Η πιο ισχυρή επίδραση του ‘Ελ Νίνιο’ θα σημειωθεί το 2024», δήλωσε ο Γκέιβιν Σμιντ, κλιματολόγος στη NASA. «Συνεπώς περιμένουμε ότι όχι μόνο το 2023 θα είναι εξαιρετικά θερμό και ίσως μια χρονιά-ρεκόρ, αλλά και ότι το 2024 θα είναι ακόμη πιο θερμό».

Κύματα ζέστης με θερμοκρασίες που θυμίζουν ερήμους της Μέσης Ανατολής θα πλήττουν όλο και συχνότερα τη Μεσόγειο λόγω της κλιματικής αλλαγής, προειδοποιεί μελέτη της βρετανικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας.

 

Ο Δρ Νικόλαος Χριστίδης και οι συνεργάτες του εκτίμησαν πόσο συχνά είναι πιθανό να ξεπερνά ο υδράργυρος τους 50 βαθμούς σε 12 χώρες της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής μέχρι το τέλος του αιώνα. Η Ελλάδα δεν περιλαμβάνεται στη λίστα, σίγουρα όμως επηρεάζεται από τη γενική τάση.

 

Σε πρώτη φάση οι ερευνητές χρησιμοποίησαν υπολογιστικά κλιματικά μοντέλα για να προσομοιώσουν πώς θα εξελισσόταν το κλίμα σε έναν κόσμο χωρίς εκπομπές άνθρακα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες θα ήταν πρακτικά αδύνατο να εκδηλωθούν καύσωνες των 50 βαθμών στη Μεσόγειο, αναφέρουν οι ερευνητές στο npj Climate and Atmospheric Science. Μόνο στη Σαουδική Αραβία και τις ακτές τής Τυνησίας θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, όχι όμως πάνω από μια φορά τον αιώνα κατά μέσο όρο. Στη συνέχεια η ερευνητική ομάδα έκανε ξανά τις ίδιες προσομοιώσεις σύμφωνα με ένα σενάριο στο οποίο οι κυβερνήσεις δεν παίρνουν δραστικά μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής και η συγκέντρωση του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα σταθεροποιείται το 2100 γύρω στα 600 μέρη ανά εκατομμύριο, από 420 μέρη ανά εκατομμύριο σήμερα. Στο σενάριο αυτό, οι πιθανότητες θερμοκρασιών άνω των 50 βαθμών Κελσίου ανεβαίνουν δραματικά.