Τάσος Αναστασίου - Ποιος είναι ο νέος Πρόεδρος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κύπρου;
της Μαρίζας Λαμπίρη, Επικεφαλής Γραφείου Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων
Τι σας έκανε να αποδεχθείτε την πρόταση για την ανάληψη της προεδρίας του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κύπρου;
Ανέκαθεν είχα πολύ θετική άποψη για το Πανεπιστήμιο Κύπρου και μεγάλη εκτίμηση για τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην κυπριακή κοινωνία. Μέσα από μια πολύχρονη και πολυδιάστατη εμπειρία στο πηδάλιο πολύπλοκων οργανισμών, τόσο σε παραδοσιακούς οικονομικούς τομείς όσο και στη «νέα οικονομία», είχα τη δυνατότητα να αναπτύξω εξειδικευμένες δεξιότητες και γνώσεις που μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική αξία στη διακυβέρνηση οργανισμών όπως το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Η πρόταση για την προεδρία του Συμβουλίου ήρθε σε μια καίρια στιγμή στην πορεία μου, αφού έγινε σε μια χρονική περίοδο που μπορώ να αφιερώσω χρόνο και προσπάθεια σε έναν σκοπό που θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό. Έτσι, με υψηλό αίσθημα ευθύνης, αποδέχτηκα την πρόταση, καθώς βλέπω τη θέση αυτή ως μια δυνατότητα να προσφέρω ουσιαστικά.
Πώς αντιλαμβάνεστε τον ρόλο σας στο Συμβούλιο;
Ο ρόλος του Συμβουλίου είναι να δίνει τη Στρατηγική κατεύθυνση, να επιβλέπει τον οικονομικό προγραμματισμό και, μέσω της διακυβέρνησης σε ανώτερο επίπεδο, να διασφαλίζει τα απαραίτητα checksand balances όπως αυτά προβλέπονται από τη νομοθεσία και τους κανονισμούς.
Η σύνθεση του Συμβουλίου είναι ιδιόμορφη όπως ξέρετε, με 4 μέλη να προτείνονται από την Πολιτεία, 3 προτείνονται από τη Σύγκλητο, 3 αποτελούνται από την Πρυτανεία και τα υπόλοιπα από εκπροσώπους του ακαδημαϊκού και διοικητικού προσωπικού και των φοιτητών. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μέσα από τη θέση του έχει καίριο ρόλο να διαδραματίσει συντονίζοντας τις εργασίες του Συμβουλίου, προωθώντας τη σύνθεση μεταξύ των απόψεων των μελών, αξιοποιώντας τις εμπειρίες και εξειδικεύσεις εξωτερικών και εσωτερικών μελών, και ενισχύοντας την πολυφωνία και την παραγωγικότητα του Συμβουλίου και των δομημένων Επιτροπών εργασίας, έχοντας πάντα ως γνώμονα το καλώς νοούμενο συμφέρον του Ιδρύματος ως συνόλου. Προσπαθώ, επίσης, να αξιοποιήσω το ρόλο του Προέδρου παίρνοντας διάφορες πρωτοβουλίες όπως για παράδειγμα την περαιτέρω ενίσχυση της διασύνδεσης με τις επιχειρήσεις, την αύξηση εσόδων από άλλες πηγές κ.λπ.
Ως κάτοχος Διπλώματος Εταιρικής Διακυβέρνησης, πώς αξιολογείτε από την μέχρι σήμερα εμπειρία σας στο Συμβούλιο, τη διακυβέρνηση του Πανεπιστημίου Κύπρου;
Οι ιδιομορφίες στη Σύνθεση του Συμβουλίου που ανέφερα προηγουμένως, οι διακριτές εξουσίες Συμβουλίου/ Συγκλήτου, αλλά βεβαίως και ο Δημόσιος χαρακτήρας του Ιδρύματος κάνουν τη διακυβέρνηση του Πανεπιστημίου Κύπρου πιο «πολύπλοκη» παρά ενός ιδιωτικού οργανισμού. Η απαραίτητη συνεννόηση και ανάλογες εγκρίσεις από την Εκτελεστική και Νομοθετική εξουσία είναι επίσης πτυχές της όλης διαδικασίας διακυβέρνησης. Με αυτά τα δεδομένα, αξιολογώντας τη μέχρι σήμερα εμπειρία μου, θεωρώ ότι έχουμε μια παραγωγική λειτουργία του Συμβουλίου, αλλά και αρκετά στενή συνεργασία με την Πρυτανεία. Προς τους εξωτερικούς μέτοχους εφαρμόζουμε αυστηρά τη δεδηλωμένη μας δέσμευση για διαφάνεια και λογοδοσία. Περιθώρια βελτίωσης πάντοτε υπάρχουν, όπως για παράδειγμα η εξέταση τρόπων αύξησης της αποτελεσματικότητας των σωμάτων λήψης αποφάσεων και η προώθηση προτάσεων ώστε να τεθούν οι βάσεις για πιο μακρόχρονο σχεδιασμό με τα αρμόδια υπουργεία, κάτι που θα υποβοηθήσει τον καλύτερο συντονισμό και τη διακυβέρνηση.
Εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, όπως το ChatGPT, έχουν φέρει επανάσταση στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αξιοποιώντας μοντέλα βαθιάς μάθησης για τη δημιουργία περιεχομένου. Μάλιστα, πολύ πρόσφατα το Πανεπιστήμιο αποδέχθηκε μια σημαντική δωρεά για τη δημιουργία έδρας στην Τεχνητή Νοημοσύνη από τον οργανισμό ΧΜ. Τι αποτελέσματα αναμένετε να έχουμε από αυτήν τη συνεργασία;
Σε ότι αφορά την Τ.Ν. θεωρώ ότι σήμερα βρισκόμαστε σε ανάλογο σημείο με εκείνο που βρισκόταν η ανάπτυξη του διαδικτύου στα μέσα/ τέλη της δεκαετίας του ’90: είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε ή και να χαρτογραφήσουμε το εύρος και βάθος της επίδρασης σε όλες τις πτυχές της οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής, και ακαδημαϊκής δραστηριότητας. Συνεπώς, ως ίδρυμα με σαφή ερευνητικό προσανατολισμό το μόνο βέβαιο είναι ότι θα πρέπει να βρισκόμαστε στο επίκεντρο της παρακολούθησης και μελέτης αυτής της διαδικασίας. Η επιλογή του Πανεπιστημίου Κύπρου από την ΧΜ για τη δημιουργία αυτής της έδρας είναι ψήφος εμπιστοσύνης για το Ίδρυμα, και προσωπικά περιμένω ότι η έδρα θα αποτελεί σημείο αναφοράς σε ότι αφορά την εξέλιξη της εφαρμογής της ΤΝ στο νησί μας αλλά και στην ευρύτερη περιφέρεια.
Στον σημερινό έντονα παγκοσμιοποιημένο κόσμο, η διεθνής συνεργασία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει καταστεί απαραίτητη για τα πανεπιστήμια και τα ιδρύματα που επιδιώκουν να ενισχύσουν την ακαδημαϊκή αριστεία, να προωθήσουν πολιτιστικές ανταλλαγές και να αντιμετωπίσουν παγκόσμιες προκλήσεις. Πού βρίσκεται το Πανεπιστημίου Κύπρου σε αυτό το τοπίο;
Αν και η Κύπρος είναι νησί, στο θέμα που θίγετε ισχύει η φράση “no man is an island", κάτι που εφαρμόζει εδώ και κάποιο διάστημα το Πανεπιστήμιο Κύπρου. Συγκεκριμένα, ανήκει στη συμμαχία 10 Πανεπιστημίων -σχετικά νέων- της Ευρώπης, με κοινή συνισταμένη το ευρωπαϊκό όραμα και αρχές. Σύντομα αναμένεται η προσφορά από τη Συμμαχία ενοποιημένου προγράμματος σπουδών.
Πώς κρίνετε την πρόθεση της Πολιτείας για αδειοδότηση παραρτημάτων ξένων ιδρυμάτων στην Κύπρο;
Αντιλαμβάνομαι ότι η πρόθεση αυτή εδράζεται στη Στρατηγική επιδίωξη να καταστεί η Κύπρος περιφερειακό κέντρο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, κάτι που με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Από εκεί και πέρα προσωπικά θεωρώ ότι πρωταρχικός δείκτης επίτευξης αυτού του στόχου είναι ο αριθμός ποιοτικών φοιτητών (Κύπριων και ξένων) που φοιτούν στην Κύπρο, και όχι κατ’ ανάγκην ο αριθμός των οντοτήτων που δραστηριοποιούνται στον τομέα, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι το ένα αποκλείει το άλλο.
Πρέπει, λοιπόν, το πρωταρχικό μέλημα να είναι η διασφάλιση της ποιότητας της εκπαίδευσης για προσέλκυση και ξένων φοιτητών, κάτι που προϋποθέτει ταυτόχρονα τη δυνατότητα παροχής ξενόγλωσσων προγραμμάτων από όλα τα ακαδημαϊκά ιδρύματα. Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και ελκυστικότητας της Κύπρου σε διεθνές επίπεδο θα οδηγήσει στην μεγέθυνση της «πίτας», εξυπηρετώντας όλους τους εμπλεκόμενους.
Είναι βιώσιμη η λειτουργία ξενόγλωσσων προγραμμάτων στα δημόσια πανεπιστήμια της Κύπρου;
Η προσφορά ξενόγλωσσων προγραμμάτων είναι απαραίτητη αν θέλουμε να επιτευχθούν μια σειρά από θεμελιώδεις στόχους όπως η προσέλκυση ποιοτικών φοιτητών και από το εξωτερικό, η διεθνοποίηση σε ακαδημαϊκό και ερευνητικό επίπεδο, διεθνείς συνεργασίες κ.λπ. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι το «αν» είναι βιώσιμη αλλά το «πώς» θα την καταστήσουμε τέτοια, θεσπίζοντας ευέλικτους κανονισμούς που λαμβάνουν υπόψη τις σημερινές πραγματικότητες και την ευρύτερη στρατηγική επιδίωξη της Πολιτείας, αυξάνοντας την εξωστρέφεια του Ιδρύματος και τις δυνατότητες επικοινωνίας που έχει, αλλά και με μια σειρά από αναγκαία συμπληρωματικά έργα που απαντούν στα ζητήματα της στέγασης και συγκοινωνιών.
Η παγκόσμια τριτοβάθμια εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης αυτής της Ασίας, αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις, κυρίως τη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης και ταυτόχρονα τις αυξημένες επιρροές του νεοφιλελευθερισμού στις προοπτικές, τις φιλοδοξίες, τις πολιτικές και τις πρακτικές της. Πώς μπορεί να κατανοήσει η Πολιτεία τον τρόπο με τον οποίο τα ΑΕΙ εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πολιτών και της κοινωνίας;
Είναι γεγονός ότι παρόλο που η δημιουργία παγκόσμιου πλούτου αυξάνεται με ραγδαίο ρυθμό, δεν παρατηρείται αντίστοιχο αντίκτυπο σε ορισμένους δείκτες ευημερίας, όπως είναι η προσβασιμότητα σε ποιοτική τριτοβάθμια εκπαίδευση, κυρίως λόγω της μεγέθυνσης του εισοδηματικού χάσματος σε συνδυασμό με την προσπάθεια των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων να ισοσκελίσουν τους προϋπολογισμούς τους καταφεύγοντας σε αύξηση του κόστους φοίτησης. Αυτή η πραγματικότητα αναδεικνύει και τη σημασία της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και θα πρέπει να πούμε ότι, τουλάχιστον σε ότι αφορά την Κύπρο, έχει αποδειχτεί η συνεισφορά της στη διατήρηση της συνοχής του κοινωνικού ιστού. Συνεπώς, η χρηματοδότηση πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη και αυτό το έμμεσο αποτύπωμα αξίας που προσφέρει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο στην κοινωνία και την οικονομία.
Γιατί πιστεύετε ότι η χρηματοδότηση της επιστημονικής έρευνας είναι σε τόσο χαμηλά επίπεδα στην Κύπρο και πώς θα μπορούσε να αλλάξει αυτό;
Διαχρονικά από την ίδρυση της ΚΔ, λόγω της φυσιολογικής απουσίας μακροχρόνιων θεσμών και δομών, και απουσίας διαθέσιμων πόρων, και στη συνέχεια λόγω των αρνητικών συνεπακόλουθων από την τουρκική εισβολή και κατοχή, υπήρχε μια αδυναμία και δυστοκία να αξιολογήσουμε τη σημασία μακροπρόθεσμων προσεγγίσεων με μη συγκεκριμένα απτά προσδοκόμενα. Στη σφαίρα αυτή ανήκει νομοτελειακά και η επιστημονική έρευνα, η οποία δυστυχώς είχε και την ανάλογη αντιμετώπιση. Θα πρέπει να πω, όμως, ότι βλέπω να αλλάζει αυτή τη νοοτροπία προς το καλύτερο τα τελευταία χρόνια, κάτι που σε μεγάλο βαθμό το αποδίδω στη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και στους ορατούς πλέον καρπούς από ώριμα ερευνητικά προγράμματα. Για την εδραίωση της Κύπρου ως κέντρου καινοτομίας, ενός ακόμα στρατηγικού στόχου της Πολιτείας, η ενίσχυση της ακαδημαϊκής έρευνας είναι μονόδρομος. Σε αυτήν την πορεία, το Πανεπιστήμιο Κύπρου είναι μπροστάρης.
Ο Τάσος Αναστασίου
Απόφοιτος µε άριστα από το London School ofEconomics and Political Science (LSE) στα Οικονοµικάκαι Χρηµατοοικονοµικά, όπου του απονεµήθηκανβραβεία σε κάθε χρόνο των σπουδών του µε βάση την ακαδημαϊκή του επίδοση. Είναι fellow member τουInstitute of Chartered Accountants in England & Wales, και κάτοχος του Advanced Corporate Finance qualification του Chartered Institute for Securities & Investment.
Για σχεδόν δύο δεκαετίες διετέλεσε Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής (CEO), αρχικά σε ΌµιλοΕταιρειών µε δραστηριότητες στον τομέα ανάπτυξη γης, ξενοδοχείων και οικοδομικής βιομηχανίας, και ακολούθως σε έναν εκ των κορυφαίων οργανισµώνπαγκοσµίως στον τοµέα των διαδικτυακών συναλλαγών παραγώγων µε θυγατρικές σε Κύπρο, Ην. Βασίλειο, ΗΠΑ, ΗΑΕ και αλλού. Από το 2023 ασχολείται µε την παροχή συµβουλών σε θέµατα στρατηγικής.
Εκτός από τους αμιγώς εκτελεστικούς ρόλους, διαθέτει πλούσια εμπειρία σχετική µε την Εταιρική Διακυβέρνηση. Κατέχει το Δίπλωμα Εταιρικής Διακυβέρνησης του Institute of Directors και διετέλεσε µέλος του ΔΣ της ΑΤΗΚ, καθώς και διαφόρων δημοσίων εισηγμένων εταιρειών. Υπήρξε µέλος του Εθνικού Συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας από τη σύστασή του το 2018 μέχρι το 2024.