Αναλύσεις

Η σκληρή πραγματικότητα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών

Η αποτύπωση του προβλήματος με αριθμούς

Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών αποτελεί μιαν από τις σοβαρότερες μορφές εγκληματικότητας παγκοσμίως και η Κύπρος δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό το φαινόμενο.

Για τη διερεύνηση αυτών των περιστατικών, το 2017 ιδρύθηκε ειδική ανακριτική ομάδα από την Αστυνομία. Έκτοτε, μέσα από την εξέταση αυτών των περιστατικών, παρατηρείται μια σταθερή αύξηση στον αριθμό των κακοποιήσεων.

Αναγκαία η σύσταση εθνικής στρατηγικής

Η αυξητική τάση φανερώνει τη διάσταση του προβλήματος, αλλά και την αυξανόμενη ευαισθητοποίηση της κοινωνίας να καταγγέλλει τέτοια περιστατικά.

Η έκταση του φαινομένου

Σύμφωνα με στοιχεία που εξασφάλισε η «Σ», από το 2017 μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περισσότερες από 1.860 αναφορές για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.

Συγκεκριμένα, το 2017 καταγράφηκαν 138 περιπτώσεις, το 2018 είχαν γίνει 167 αναφορές, το 2019 είχαν γίνει 211, το 2020 έφτασαν τις 197, το 2021 τις 278, το 2022 είχαν γίνει 303, ενώ το 2023 οι αναφορές ανήλθαν στις 315.

Τη φετινή χρονιά, μέχρι στιγμής, έχουν καταγραφεί 258 νέες περιπτώσεις που αφορούσαν 263 παιδιά, εκ των οποίων 187 ήταν κορίτσια και 76 αγόρια.

Η σοβαρότητα του ζητήματος έγκειται στις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της σεξουαλικής κακοποίησης στα παιδιά, αφού οι συνέπειες είναι καταστροφικές για την ψυχική και σωματική τους υγεία, ενώ επηρεάζουν την κοινωνική τους ανάπτυξη και ευημερία.

Αρκετά παιδιά διστάζουν να μιλήσουν, είτε λόγω φόβου είτε λόγω σχέσης με τον δράστη είτε ακόμα και λόγω του αισθήματος ενοχής που συχνά βιώνουν.

Εθνική στρατηγική και δομές στήριξης

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η Κύπρος καλείται να υιοθετήσει πολυεπίπεδη στρατηγική. Η νομοθεσία για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης, εκμετάλλευσης και της παιδικής πορνογραφίας αποτελεί σημαντικό βήμα, ωστόσο, αυτή από μόνη της δεν αρκεί.

Τα Υπουργεία Παιδείας και Υγείας θα πρέπει να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, αφού η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση αποτελούν σημαντικά όπλα για πρόληψη του φαινομένου, μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα και ψυχοκοινωνική υποστήριξη.

Αναγκαία είναι και η σύσταση εθνικής στρατηγικής, η οποία θα συγκεντρώνει τους φορείς του κράτους, καθώς και την υποστήριξη του Συμβουλίου «Φωνή» και του Hope for Children, για να προσφέρεται ολοκληρωμένη φροντίδα στα θύματα και τις οικογένειές τους, με επαγγελματική και πολυθεματική προσέγγιση.

Ο ρόλος της διερεύνησης

Η Αστυνομία Κύπρου έχει προχωρήσει στη σύσταση του ενός κλάδου για διερεύνηση αδικημάτων που αφορούν σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, ο οποίος υπάγεται στην υποδιεύθυνση διαχείρισης υποθέσεων ευάλωτων προσώπων. Ο κλάδος αυτός στελεχώνεται από 13 ειδικά εκπαιδευμένα μέλη, που ασχολούνται με τη διερεύνηση και διαχείριση υποθέσεων κακοποίησης.

Σημειώνεται πως από το 2015 λειτουργεί η Αρχή Εποπτείας Καταδικασθέντων για Αδικήματα Σεξουαλικής Φύσης κατά Ανηλίκων. Η Αρχή αυτή διατηρεί μητρώο καταδικασθέντων, αξιολογεί τον βαθμό επικινδυνότητάς τους και εφαρμόζει προγράμματα εποπτείας και επανένταξης. Σήμερα, περίπου 70 άτομα βρίσκονται υπό την επιτήρηση της Αρχής.

Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της Αρχής, έχει υποβληθεί τροποποιητικό νομοσχέδιο, το οποίο προβλέπει τη διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της. Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο παρέχει τη δυνατότητα επιβολής επιπρόσθετων μέτρων και ενίσχυσης της επιτήρησης όσων έχουν καταδικαστεί για τέτοιου είδους αδικήματα.

Η πρόκληση της σιωπής

Μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών είναι η σιωπή των θυμάτων. Όπως έχουν διαπιστώσει οι Αρχές, πολλά παιδιά δεν μιλούν λόγω του αισθήματος ενοχής, του φόβου για τις συνέπειες της αποκάλυψης ή της σχέσης τους με τον δράστη.

Οι Αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης, όπου τα παιδιά θα αισθάνονται ασφάλεια να μιλήσουν. Παράλληλα, διαβεβαιώνουν ότι θα παρέχουν την απαραίτητη στήριξη και προστασία τόσο στα παιδιά όσο και στις οικογένειές τους.

Κρούει τον κώδωνα κινδύνου η Επίτροπος

Η Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσποινα Μιχαηλίδου, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με την κακοποίηση παιδιών στο διαδίκτυο, αναφερόμενη σε στοιχεία που αποκαλύπτουν τη σοβαρότητα του προβλήματος.

Όπως επισημαίνει, το 2023 καταγράφηκαν περίπου 785.000 παγκόσμιες αναφορές για πιθανές περιπτώσεις διαδικτυακής κακοποίησης παιδιών.

Η Κύπρος καλείται ν’ αντιμετωπίσει τη σιωπή των θυμάτων

Από τα παιδιά που απεικονίζονται σε τέτοιου είδους υλικό, το 83% είναι ηλικίας 3 έως 13 ετών. Τα δεδομένα αυτά αναδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη συλλογικών δράσεων για την προστασία των παιδιών.

Στο επίκεντρο βρίσκονται τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η εικονική πραγματικότητα, που αν και καινοτόμες, συχνά χρησιμοποιούνται για παράνομες δραστηριότητες, όπως η σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και διαδικτυακά παιχνίδια.

Η Επίτροπος τονίζει ότι οι κίνδυνοι αυτοί αυξάνονται λόγω της έκθεσης των παιδιών σε επιβλαβές περιεχόμενο και της πιθανότητας χρήσης των τεχνολογιών για τη διακίνηση παράνομου υλικού. Παράλληλα, σημειώνει ότι η υφιστάμενη νομοθεσία στην Ευρώπη δεν επαρκεί για την πλήρη αντιμετώπιση αυτών των ζητημάτων, ενώ η κοινή γνώμη παραμένει ανεπαρκώς ευαισθητοποιημένη στους κινδύνους που απορρέουν από τη σύγχρονη τεχνολογία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, εκτός από το 83% των θυμάτων που είναι ηλικίας 3-13 ετών, το 16% αφορά παιδιά 14-17 ετών, σημειώνοντας αύξηση από το 11% το 2022. Επίσης, το 95% των θυμάτων είναι κορίτσια.

Η κ. Μιχαηλίδου υπογραμμίζει ότι οι αριθμοί αυτοί πρέπει να ενεργοποιήσουν την κοινωνία για την ανάληψη δράσεων που θα εξασφαλίζουν την ασφαλή χρήση της τεχνολογίας, προωθώντας παράλληλα καινοτόμες λύσεις για την αξιοποίησή της προς όφελος των παιδιών.

Η επόμενη μέρα

Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που απαιτεί διαρκή εγρήγορση και συλλογική δράση. Η Κύπρος, μέσω της νομοθεσίας, των δομών στήριξης, της αστυνομικής επιτήρησης και της ευαισθητοποίησης του κοινού, προσπαθεί να περιορίσει το φαινόμενο και να προστατεύσει τα θύματα.

Ωστόσο, η πρόκληση παραμένει. Η κοινωνία πρέπει να ενισχύσει την προσπάθεια και να δημιουργήσει ένα περιβάλλον που να ενθαρρύνει την καταγγελία και την πρόληψη. Μέσα από τη συνεργασία υπάρχει η ελπίδα να μειωθούν σταδιακά οι περιπτώσεις αυτού του ειδεχθούς φαινομένου και να διασφαλιστεί το δικαίωμα κάθε παιδιού να μεγαλώνει με ασφάλεια, αξιοπρέπεια και αγάπη.