Συνεντεύξεις

Γιατί ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης είναι υπόλογος των επιλογών του

Συνέντευξη με τον Πρόεδρο της ΕΔΕΚ, Μαρίνο Σιζόπουλο, για σειρά ζητημάτων, μεταξύ άλλων Κυπριακό και εσωτερική διακυβέρνηση

Σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη προχώρησε ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος, όπου τοποθετήθηκε επί σειράς φλεγόντων ζητημάτων, όπως η εξωτερική πολιτική και η εσωτερική διακυβέρνηση. Μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι ο κάθε ΠτΔ πρέπει να αναλαμβάνει τις συνέπειες των επιλογών του και ότι απαιτείται μια νέα ανάληψη στρατηγικής για το Κυπριακό. Διαβάστε στη συνέχεια αναλυτικά όσα αναφέρει ο κ. Σιζόπουλος, σε μια αποκλειστική συνέντευξη στη «Σημερινή».

  1. Οι εξελίξεις τρέχουν και ειδικότερα στο Κυπριακό. Σας ενημερώνει ο Πρόεδρος ως συγκυβέρνηση πού είστε; Συναποφασίζετε ή λαμβάνει τις αποφάσεις ο ίδιος;

Το Κυπριακό, όπως είναι γνωστό, το διαχειρίζεται ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τα κόμματα, είτε συμμετέχουν είτε στηρίζουν την Κυβέρνηση είτε βρίσκονται στην αντιπολίτευση, ενημερώνονται στο Εθνικό Συμβούλιο, όπου έχουν και την ευκαιρία να καταθέσουν τις απόψεις, τις εισηγήσεις και τους προβληματισμούς τους.

Στον Πρόεδρο επαφίεται να τις αξιολογήσει και να καθορίσει την τακτική, την οποία θα ακολουθήσει και φυσικά να είναι και υπόλογος των επιλογών του, δεδομένου ότι το Εθνικό Συμβούλιο δεν είναι Σώμα, το οποίο λαμβάνει αποφάσεις. Είναι καθαρά συμβουλευτικό Σώμα. Ο Πρόεδρος ενημερώνει τα μέλη τού Εθνικού Συμβουλίου σε τακτά χρονικά διαστήματα για τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται. Κατ’ ιδίαν συναντήσεις για το Κυπριακό, τουλάχιστον με την ΕΔΕΚ, δεν έγιναν. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει συναπόφαση.

  1. Τι άλλαξε από το 2017 προς το θετικότερο για να μπορεί να δικαιολογηθεί η επιστροφή στο Κραν Μοντανά; Βλέπετε την Τουρκία να έχει γίνει διαλλακτικότερη;

Για την ΕΔΕΚ δεν υπήρξαν οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις της τουρκικής πλευράς προς θετική κατεύθυνση, ώστε να δικαιολογείται όχι μόνο η επιστροφή στο Κραν Μοντανά, αλλά και η συνέχιση των συνομιλιών από εκεί που έμειναν στο Κραν Μοντανά. Αντίθετα, εάν υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις της τουρκικής πλευράς, αυτές είναι προς αρνητική κατεύθυνση, όπως π.χ. ο εποικισμός της Αμμοχώστου, η απαίτηση για αναγνώριση κυριαρχίας στο κατοχικό καθεστώς, η άρνηση διάνοιξης των διόδων Πυροΐου και Κοκκίνων.

Όπως είναι γνωστό, η ΕΔΕΚ ήταν το μόνο κόμμα που είχε διαφωνήσει με την πενταμερή στο Κραν Μοντανά το 2017, αλλά και με αυτήν του Απριλίου του 2021 στη Γενεύη. Πολλές φορές μέχρι σήμερα, τόσο στο Εθνικό Συμβούλιο όσο και δημόσια προκαλέσαμε τους υποστηρικτές αυτής της διαδικασίας να μας πουν πού μείναμε στο Κραν Μοντανά και ποιες υποχωρήσεις έκανε η τουρκική πλευρά. Όμως, απάντηση δεν έχουμε. Ενώ η πλευρά μας έκανε σοβαρές και επικίνδυνες παραχωρήσεις στα θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης, με στόχο την εξεύρεση λύσης, η μόνη παραχώρηση που έγινε από την τουρκική πλευρά ήταν η κατάθεση χάρτη για το εδαφικό, τον οποίο στη συνέχεια απέσυρε και κακώς τα ΗΕ τής τον επέστρεψαν.

Τελικά στο Κραν Μοντανά μείναμε στην προκλητική δήλωση του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών στο δείπνο της 7ης Ιουλίου, «οι Ε/Κύπριοι να ξεχάσουν το μηδέν στρατεύματα και μηδέν εγγυήσεις». Επιπρόσθετα, πρέπει να αναφέρουμε ότι και το πλαίσιο του Γ.Γ. του ΟΗΕ βρίσκεται στα πέντε από τα έξι σημεία, εκτός των αποφάσεων του Διεθνούς Οργανισμού, αλλά και της Διεθνούς Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αυτός είναι και ο λόγος, κατά την άποψή μου, που δεν το κατάθεσε γραπτώς, αλλά προφορικά και μάλιστα κατά τη διάρκεια ενός δείπνου.

  1. Σήμερα, μετά από 7 χρόνια αναστολής οποιασδήποτε διαδικασίας επίλυσης του Κυπριακού, βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας αμφιλεγόμενης προσπάθειας για επανέναρξη των συνομιλιών. Σε ποια βάση και με ποια διαδικασία;

Είναι λογικό, όταν μια διαδικασία έχει ακολουθηθεί πολλές φορές μέχρι σήμερα και απέτυχε, μια διαδικασία που όχι μόνο δεν έφερε τη λύση ένα βήμα πιο κοντά, αλλά έφερε την Τουρκία ένα βήμα πιο κοντά στην υλοποίηση του στόχου της, ως ΕΔΕΚ να την προσεγγίζουμε με προβληματισμό και επιφυλακτικότητα.

Θα αποδεχθούμε τις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς για τα τρία (3) Α, (Απευθείας εμπόριο, Απευθείας επαφές, Απευθείας πτήσεις) και τα δύο κράτη ή θα επαναλάβουμε τη διαδικασία που από το 1976 επιχειρήσαμε 7 φορές και απέτυχε; Εάν αποτύχει και πάλι, ποια θα είναι η κατάληξη;

Αλλαγή στρατηγικής

Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που η ΕΔΕΚ επιμένει ότι πρέπει να αλλάξουμε στρατηγική και τακτική. Τόσο η στρατηγική όσο και η τακτική μας πρέπει να επικεντρωθούν στη βάση απάντησης συγκεκριμένων ερωτημάτων. Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί αφορά την υφή του Κυπριακού. Είναι θέμα εισβολής, κατοχής και παράνομου εποικισμού ή πρόβλημα ανάμεσα σε Ε/Κύπριους και Τ/Κύπριους;

Είναι προφανές ότι το Κυπριακό είναι διεθνές πρόβλημα εισβολής, κατοχής και παράνομου εποικισμού και πρέπει να επανέλθει στην ορθή του βάση. Αντίπαλο μέρος είναι η κατοχική Τουρκία και όχι οι Τ/Κύπριοι. Ως διαδικασία επίλυσης πρέπει να είναι η σύγκληση Διεθνούς Διάσκεψης, όπως προνοεί η σχετική απόφαση της Γ.Σ. του ΟΗΕ, στην οποία να τεθεί ως προτεραιότητα συζήτησης η κατάργηση των εγγυήσεων, η αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων πριν από την εφαρμογή της όποιας συμφωνημένης λύσης και ο επαναπατρισμός των εποίκων, όσων δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

  1. Υπάρχει εναλλακτική επιλογή, πέραν της ομοσπονδίας, με την οποία διαφωνείτε και ποια μπορεί να είναι αυτή; Την έχετε συζητήσει με τον Πρόεδρο;

Όσον αφορά το πολιτειακό σύστημα διακυβέρνησης, αυτό πρέπει να συζητηθεί εφόσον η συζήτηση της διεθνούς πτυχής καταλήξει σε συμφωνία. Πυρήνας του πολιτειακού συστήματος διακυβέρνησης πρέπει να είναι η κατοχύρωση και εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια, χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις και πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο, καθώς και η κατοχύρωση των 4 βασικών ελευθεριών της Ε.Ε. σε όλους τους νόμιμους κατοίκους. Να είναι, δηλαδή, μια ευρωπαϊκή λύση.

Κυπριακό – ΕΕ – Τουρκία

Ένα βασικό ζήτημα που πρέπει να αναλυθεί προσεκτικά και να απαντηθεί είναι η πρόταση για διασύνδεση της επίλυσης του Κυπριακού με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Αυτή η πρόταση κατά την άποψή μας δεν είναι ρεαλιστική, είναι μια δεύτερη ψευδαίσθηση, δεδομένου ότι ούτε η τουρκική άρχουσα τάξη ενδιαφέρεται, αλλά ούτε και οι ηγέτιδες χώρες της Ε.Ε. επιθυμούν η Τουρκία να γίνει πλήρες μέρος της Ε.Ε..

Αυτό που ενδιαφέρει και τις δύο πλευρές είναι η αναβάθμιση των εμπορικών και των οικονομικών σχέσεων της Ε.Ε. με την Τουρκία. Μια εξέλιξη, η οποία θ’ αποβεί προς όφελος και των δύο. Γι’ αυτό και η Κύπρος πρέπει να καταστήσει σαφές ότι θα επικυρώσει οποιαδήποτε μορφή αναβάθμισης αυτών των σχέσεων, μόνο στην περίπτωση που προηγουμένως η Τουρκία θα αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, θα υλοποιήσει τις κυπρογενείς υποχρεώσεις που ανέλαβε το 2005 έναντι της Ε.Ε. και άρει το βέτο για τη συμμετοχή του Υπουργού Άμυνας της Κύπρου στις κοινές συνεδριάσεις των Υπουργών Άμυνας της Ε.Ε. με το ΝΑΤΟ.

  1. Κατανοεί κάποιος ότι στα εσωτερικά ζητήματα είναι δυνατό να έχετε συγκλίσεις με τον Πρόεδρο. Όμως, υπάρχει διαφωνία ως προς το Κυπριακό και την τελική μορφή της λύσης, δηλαδή της ομοσπονδίας. Γιατί μένετε στη συγκυβέρνηση; Δεν φοβάστε πως θα κατηγορηθείτε ότι η έγνοια σας είναι η εξουσία;

Είναι προφανές ότι η στήριξη της υποψηφιότητας ενός Προέδρου δεν μπορεί να στηριχθεί σε ομοφωνία επί όλων των θεμάτων της κυβερνητικής πολιτικής. Εάν αυτό ήταν προαπαιτούμενο, δεν θα υπήρχε πιθανότητα συνεργασίας με κανέναν Πρόεδρο. Γι’ αυτό και γίνεται αξιολόγηση σε ποια θέματα προτεραιότητας υπάρχουν συγκλίσεις και αποκλίσεις.

Εάν η ανάλυση των δεδομένων καταλήγει σε περισσότερες συγκλίσεις παρά σε αποκλίσεις, τότε υπάρχει δυνατότητα στήριξης ενός υποψήφιου Προέδρου. Όσον αφορά την περίπτωση του κ. Χριστοδουλίδη, σε θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης υπήρχαν πολλές συγκλίσεις και επιβεβαιώνεται όταν ένας σημαντικός αριθμός προτάσεων της ΕΔΕΚ υλοποιούνται στο πλαίσιο του κυβερνητικού έργου. Η συμμετοχή αλλά και η παραμονή μας στην Κυβέρνηση στοχεύει στην προώθηση προτάσεων κοινωνικής και οικονομικής φύσης, που να προστατεύουν και να στηρίζουν τους πολίτες που προέρχονται από τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις και οι οποίοι βιώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό τις επιπτώσεις από την αύξηση του κόστους διαβίωσης. Όσον αφορά το Κυπριακό, οι διαφωνίες ήταν και είναι γνωστές, γι’ αυτό και ζητήσαμε από τον Πρόεδρο να υιοθετήσει, και το έπραξε, 4 συγκεκριμένες προτάσεις που αφορούν το περιεχόμενο της λύσης.

- Την πλήρη και άμεση κατάργηση των εγγυήσεων.

- Την αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων πριν από την εφαρμογή της όποιας συμφωνημένης λύσης.

- Την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια, χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις και πρωτογενές δίκαιο, και

- την κατοχύρωση σε όλους τους νόμιμους κατοίκους της Κυπριακής Δημοκρατίας του δικαιώματος ελεύθερης διακίνησης, εγκατάστασης, απόκτησης περιουσίας και εργασίας.

  1. Απασχολεί την κοινή γνώμη, εάν ήσασταν εμπλεκόμενος είτε στον διορισμό του πρώην ΥΠΑΜ Μάκη Γιωργάλλα είτε στην αποπομπή του. Ήσασταν, ρωτηθήκατε; Δεν πρέπει να γνωρίζει ο κόσμος;

Το συγκεκριμένο θέμα το απάντησα αρκετές φορές δημόσια, τόσο κατά την ανακοίνωση της σύνθεσης του πρώτου Υπουργικού Συμβουλίου τον Φεβρουάριο του 2023, όσο και αμέσως μετά τον ανασχηματισμό του Ιανουαρίου του 2024. Όσον αφορά την υπουργοποίηση του Μιχ. Γιωργάλλα ερωτήθηκα από τον Πρόεδρο εάν έχω ένσταση και η απάντησή μου ήταν σαφής, δεν έχω. Όπως δεν είχα ένσταση για την υπουργοποίηση αυτών που επέλεξε ο Πρόεδρος.

Για την δε αντικατάστασή του ενημερώθηκα μισή ώρα πριν από την ανακοίνωση του ανασχηματισμού. Γι’ ακόμα μια φορά θα ήθελα να τονίσω ότι από την πλευρά της ΕΔΕΚ υποστηρίζουμε έναν Πρόεδρο και μια Κυβέρνηση όχι για να τους ποδηγετούμε, αλλά μέσα από εποικοδομητική συνέργεια, με κατάθεση συγκεκριμένων ρεαλιστικών και υλοποιήσιμων προτάσεων, μακριά από λαϊκισμούς και ανέξοδες ρητορικές, να συμβάλουμε στην υλοποίηση ενός κυβερνητικού προγράμματος που θα είναι προς όφελος της πατρίδας και του λαού μας.

Είμαστε ένα κόμμα υπεύθυνο, με ήθος, αξιοπρέπεια και επίπεδο υψηλής ευθύνης έναντι της πατρίδας μας. Σε καμιά όμως περίπτωση δεν πρόκειται να αποστασιοποιηθούμε από θέσεις αρχής ή να νερώσουμε το κρασί μας για να είμαστε αρεστοί ή να κεφαλαιοποιήσουμε κομματικά ή προσωπικά οφέλη.

Εξάλλου το αποδείξαμε πολλές φορές, έστω και αν στο τέλος καταβάλαμε τίμημα, σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις ιδιαίτερα βαρύ. Εάν σε οποιαδήποτε φάση διαπιστώσουμε ότι ο Πρόεδρος και η Κυβέρνηση δεν ανταποκρίνονται στις ελάχιστες προσδοκίες-μας, τότε τα συλλογικά όργανα θα αποφασίσουν εάν η ΕΔΕΚ θα συνεχίσει να στηρίζει ή όχι την Κυβέρνηση.

  1. Πώς βλέπετε τον ρόλο της Κυβέρνησης Μητσοτάκη και τις κατά καιρούς τοποθετήσεις του Υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη για γενναία βήματα και ότι δεν τον ενοχλεί ακόμη και αν κατηγορηθεί για μειοδοσία για τη συνέχιση της πολιτικής των ήρεμων νερών; Πιστεύετε ότι αποδίδει ή θα αποδώσει αυτή η πολιτική; Βοηθά ή βοήθησε το Κυπριακό;

Χωρίς να γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες των συνομιλιών και σε ποια βάση στηρίζεται η προσδοκία για «ήρεμα νερά», μέσα από τις δημόσιες δηλώσεις, κυρίως Τούρκων αξιωματούχων, διαπιστώνουμε κάποια ανησυχητικά δεδομένα σε σχέση με το Κυπριακό. Οι προκλητικές δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου στη Γ.Σ. του ΟΗΕ, καθώς και του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, άλλοτε έμμεσα και άλλοτε άμεσα σε σχέση με τις τουρκικές επιδιώξεις στο Κυπριακό, με αποκορύφωμα την τελευταία ότι η Τουρκία δεν βρίσκεται μακριά από την Κύπρο, θα πρέπει να μας κρατούν σε επαγρύπνηση. Είναι προφανές ότι η συγκεκριμένη τακτική της τουρκικής κυβέρνησης, αυτήν τη χρονική στιγμή, αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση συγκεκριμένων στόχων και κυρίως στην αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.

Με την τακτική της επιχειρεί να διασπάσει το κοινό μέτωπο Ελλάδας – Κύπρου, ώστε να μην τεθεί βέτο στην Ε.Ε. σε μια τέτοια προοπτική. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο, όπως ήδη ανέφερα, που στην Ε.Ε. η Κύπρος δεν πρέπει να διασυνδέσει τη λύση του Κυπριακού με την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, γιατί αυτό το ενδεχόμενο είναι ουτοπικό, αλλά με την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων.

Αναγνώριση Κυπριακής Δημοκρατίας

Η Κύπρος θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι, για να δώσει τη συγκατάθεσή της σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, πρέπει προηγουμένως η Τουρκία να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία, να υλοποιήσει τις κυπρογενείς υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της Ε.Ε. το 2005 και να αποσύρει το βέτο για τη συμμετοχή του Κύπριου Υπουργού Άμυνας στις κοινές συνεδριάσεις των Υπουργών Άμυνας της Ε.Ε. με το ΝΑΤΟ.

Επιπρόσθετα και ανεξάρτητα από τις επιμέρους συναντήσεις και συζητήσεις, για τη βελτίωση των ελλαδο-τουρκικών σχέσεων, τόσο η πολιτική όσο και η στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας πρέπει να αντιληφθούν ότι στη σημερινή περιφερειακή και παγκόσμια πραγματικότητα ο γεωστρατηγικός ρόλος της κάθε χώρας είναι σημαντικό στοιχείο για την αναβάθμιση της διαπραγματευτικής της θέσης, σε ποικιλία θεμάτων ευρύτερου ενδιαφέροντος.

Ο ρόλος αυτός για την Ελλάδα θα αναβαθμιστεί σημαντικά εάν αξιοποιήσει την Κύπρο. Η αξιοποίηση θα γίνει με δύο τρόπους. Ο πρώτος αφορά την αυξημένη αριθμητικά και οπλικά στρατιωτική δύναμη της Ελλάδας στην Κύπρο, ως εγγυήτριας χώρας, και ο δεύτερος την άμεση οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου.

Τον ρόλο αυτό, που μπορεί να διαδραματίσει η Ελλάδα σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη περιοχή του πλανήτη, η Τουρκία επιχειρεί από τη δεκαετία του 1950 να τον αποδυναμώσει, γι’ αυτό προσπάθησε να ματαιώσει την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, για να αποτρέψει τον πλήρη ελληνικό θαλάσσιο αποκλεισμό της και να ενσωματώσει την Κύπρο στην τουρκική επικράτεια στη βάση του σχεδίου «Επανάκτησης της Κύπρου», που εκπόνησε ο τουρκικός στρατός, ώστε αυτή να ελέγχει την Ανατολική Μεσόγειο και να ενισχύσει τον δικό της γεωστρατηγικό ρόλο.