Από τους Αδέσμευτους στο ΝΑΤΟ
ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΕΝΤΑΞΗΣ ΜΙΚΡΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟΑΤΛΑΝΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ – TOΥΡΚΙΚΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΑ ΣΕΝΑΡΙΑ
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης επιβεβαίωσε αυτήν την Πέμπτη το ενδιαφέρον της Κύπρου για ένταξη στο ΝΑΤΟ, μέσα από στρατηγικά βήματα που θα ακολουθηθούν το επόμενο διάστημα. Οι αντιδράσεις από πλευράς ΑΚΕΛ ήταν αναμενόμενες, με ρητορική που παραπέμπει σε ψυχροπολεμικές περιόδους. Έχει ενδιαφέρουν να δούμε τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσουν τα κόμματα της συγκυβέρνησης ΔΗΚΟ-ΕΔΕΚ και τον βαθμό στήριξης ή υπονόμευσης της προσπάθειας για περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεων με τη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Αντιδράσεις υπήρξαν από πλευράς Τουρκίας, ενώ ρωσικά δημοσιεύματα άρχισαν την κινδυνολογία περί «αποσταθεροποίησης της Ανατολικής Μεσογείου». Σε κάθε περίπτωση, παρά τα όποια διαδικαστικά εμπόδια (veto Τουρκίας), τα οφέλη από την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας θα είναι περισσότερα από τους κινδύνους, ειδικά για ένα ημικατεχόμενο μικρό νησί.
Τα οφέλη για μικρά κράτη
Σε γενικό πλαίσιο, η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ βοηθά τα μικρά κράτη να ενισχύσουν την εθνική τους ασφάλεια και να αποκτήσουν ένα πλέγμα προστασίας, που δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν μόνα τους. Τα μικρά κράτη, όπως η Κύπρος, μπορεί να επωφεληθούν από τη στρατιωτική εκπαίδευση, τη συνεργασία και την κοινή χρήση πόρων με μεγαλύτερες και πιο ανεπτυγμένες στρατιωτικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ.
Επιπλέον παρέχεται πρόσβαση σε σύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία και πληροφορίες μέσω των κοινών επιχειρήσεων και ασκήσεων. Η ανάγκη αντικατάστασης του παλιού ρωσικού οπλισμού στην Κύπρο και η αδυναμία εξεύρεσης ανταλλακτικών επιτάσσει τη στροφή σε νέε αγορές και βιομηχανίες όπλων. Τα μικρά κράτη απολαμβάνουν προστασία από σύγχρονες απειλές, όπως οι κυβερνοεπιθέσεις, μέσω της συλλογικής τεχνογνωσίας και των μηχανισμών του ΝΑΤΟ για την κυβερνοασφάλεια.
Η συνεργασία εντός του ΝΑΤΟ επεκτείνεται και σε μη στρατιωτικές κρίσεις, όπως φυσικές καταστροφές και τρομοκρατικές απειλές.
Σε περιόδους κρίσης ή διπλωματικών εντάσεων, το ΝΑΤΟ λειτουργεί ως πλαίσιο υποστήριξης, προσφέροντας διπλωματικά κανάλια για την επίλυση προβλημάτων.
Επίσης, η ασφάλεια και η σταθερότητα που παρέχει το ΝΑΤΟ μπορούν να ενισχύσουν την οικονομική ανάπτυξη, καθώς οι επενδυτές αισθάνονται πιο σίγουροι σε σταθερά κράτη.
Παρά την υποχρέωση συνεισφοράς στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ, τα οικονομικά οφέλη από τη συμμετοχή συχνά υπερκαλύπτουν το κόστος.
Η συμφωνία του 1959
Υπενθυμίζεται πως η μυστική συμφωνία Καραμανλή - Μεντερές, που υπογράφτηκε στη Ζυρίχη (5-11 Φεβρουαρίου 1959), προνοούσε πως Ελλάδα και Τουρκία θα υποστηρίξουν την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η εγκατάσταση Βάσεων του ΝΑΤΟ στην Κύπρο θα απαιτεί τη συμφωνία των δύο κυβερνήσεων. Όπως σημειώνει ο καθηγητής Νομικής, Αχιλλέας Αιμιλιανίδης: «Σε συνάντηση των Αβέρωφ και Ζορλού με τον Σέλγουιν Λόιντ αμέσως μετά την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου στις 12.2.1959, ο Αβέρωφ ανέφερε πως προέκρινε έντονα την ένταξη της ΚΔ στο ΝΑΤΟ, ώστε να αποθαρρύνει τους ακραίους στην Κύπρο, οι οποίοι ενδεχομένως να ενθαρρύνονταν να στραφούν κατά της διατήρησης των Συμφωνιών της Ζυρίχης και ότι η ένταξη θα συνέβαλλε στη δέσμευση της ΚΔ στη Δύση. Ο Ζορλού παρέμενε λιγότερο ενθουσιώδης συγκριτικά με τον Αβέρωφ. Η ΚΔ τελικά δεν εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, κατόπιν απόφασης του Μακαρίου, ο οποίος έκρινε ότι ήταν προτιμότερο η ΚΔ να ακολουθήσει αδέσμευτη εξωτερική πολιτική και να ενταχθεί στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Ο Κουτσιούκ, αν και σκέφθηκε να ασκήσει βέτο στην απόφαση, έτυχε συμβουλής από την Τουρκία να μην το πράξει».
Για την Ιστορία, υπενθυμίζεται πως το 2011, η Βουλή αποφάσισε να αιτηθεί συμμετοχή στο πρόγραμμα "Συνεργασία για την Ειρήνη" του ΝΑΤΟ, αλλά ο τότε Πρόεδρος Χριστόφιας άσκησε βέτο, θεωρώντας ότι θα επηρέαζε τις προσπάθειές του για διευθέτηση της σύγκρουσης. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Κύπρος βασίζεται στην ΚΕΠΠΑ για θέματα ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής.
Τουρκικές αντιδράσεις
Η πιθανή αίτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ έχει χαρακτηριστεί ως απαράδεκτη εξέλιξη από πηγές του τουρκικού Υπουργείου Άμυνας.
Απαντώντας σε ερωτήματα σχετικά με την υπό συζήτηση ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ, εκπρόσωπος του τουρκικού Υπουργείου Άμυνας τόνισε ότι οι αποφάσεις για τη διεύρυνση της Συμμαχίας λαμβάνονται ομόφωνα.
Επιπλέον, υπογράμμισε ότι αυτές οι διαδικασίες πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ανησυχίες εθνικής ασφάλειας όλων των κρατών-μελών και υποστήριξε ότι αυτή η πρωτοβουλία «θα διαταράξει την εύθραυστη ισορροπία γύρω από το κυπριακό ζήτημα και θα επηρεάσει αρνητικά τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για την επίλυσή του».
Παράλληλα, ο πιθανός μελλοντικός ηγέτης των Τ/κ, ο Ερχουρμάν, μιλώντας στο Haber Kıbrıs Web TV, τόνισε ότι η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΝΑΤΟ είναι ανέφικτη χωρίς την επίλυση του Κυπριακού, καθώς η Τουρκία διαθέτει δικαίωμα βέτο. Ωστόσο, επισήμανε ότι το κύριο ζήτημα είναι η αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση της περιοχής.
Θέλουν ως αντάλλαγμα αναγνώριση ψευδοκράτους;
Τούρκοι αναλυτές εκτιμούν, πάντως, πως η πρόσφατη επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε στην Άγκυρα μπορεί να συνδεόταν με συζητήσεις για την υποψηφιότητα ένταξης της Κύπρου. Ορισμένοι Τούρκοι ακαδημαϊκοί ισχυρίζονται πως η Τουρκία ίσως εξετάσει να δώσει «πράσινο φως» στην ΚΔ για ένταξη στο ΝΑΤΟ, με αντάλλαγμα τη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους. Ο ακροδεξιός πολιτικός και πρόεδρος του Κόμματος της Νίκης (Zafer Partisi), Ουμίτ Οζντάγ, υποστήριξε τις πιο πάνω απόψεις, προτείνοντας ότι οι συζητήσεις του ΝΑΤΟ θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πλατφόρμα για την προώθηση των απαιτήσεων της Τουρκίας.
Τι θα συμβεί με εγγυήσεις
Εν κατακλείδι, η επιδίωξη της Κύπρου να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ αποτελεί μια φιλόδοξη στρατηγική, αλλά παραμένει γεμάτη προκλήσεις που θα πρέπει να τύχουν κατάλληλης διαχείρισης από την Κυβέρνηση. Οι διαφωνίες μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας αποτελούν σημαντικό εμπόδιο, αλλά πρώτα η Κυβέρνηση οφείλει να καθησυχάσει τις όποιες αντιδράσεις στο εσωτερικό μέτωπο. Ο μύθος περί υποστήριξης του ΝΑΤΟ στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 μπορεί πλέον να υποδομηθεί μέσα από επίσημα έγγραφα και ντοκουμέντα.
Το ΝΑΤΟ, ως Οργανισμός, δεν συμμετείχε ενεργά ή δεν υποστήριξε την τουρκική εισβολή. Ωστόσο, δύο χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα και η Τουρκία, ενεπλάκησαν άμεσα στην κρίση, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο, επίσης μέλη του ΝΑΤΟ, επικρίθηκαν για την αδράνειά τους και την αποτυχία αποτροπής της εισβολής.
Το μεγάλο ερώτημα και ζήτημα για το σήμερα είναι το πώς η πιθανή ένταξη της ΚΔ στο ΝΑΤΟ μπορεί να επηρεάσει τη συζήτηση περί κατάργησης των τουρκικών εγγυήσεων στην Κύπρο και την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων.