Προεκλογική εξαγγελία για σύσταση «Εκπαιδευτικού Συµβουλίου»: Αποτίμηση και εισηγήσεις
Παραμένει στο πλάνο της Κυβέρνησης, «κόλλησε» στη γραφειοκρατία
Η Κυβέρνηση ανέλαβε την εξουσία με συγκεκριμένες προεκλογικές δεσμεύσεις στον τομέα της Παιδείας, με στόχο να βελτιώσει το επίπεδο εκπαίδευσης στην Κύπρο, να εκσυγχρονίσει το εκπαιδευτικό σύστημα και να δώσει έμφαση στην τεχνολογική και ψηφιακή αναβάθμιση των σχολείων. Μεταξύ αυτών ήταν και η σύσταση «Εκπαιδευτικού Συµβουλίου», που θα υποστήριζε το Υπουργείο Παιδείας στον σχεδιασµό και στη συνεχή αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δοµών και µεταρρυθµίσεων. Σ’ αυτό το άρθρο θα σχολιάσουμε αυτήν την εξαγγελία, θα προβούμε σε αποτίμηση του βαθμού υλοποίησής της και θα παραθέσουμε εποικοδομητικές εισηγήσεις.
Με αυτήν την προεκλογική εξαγγελία αντιλαμβανόμαστε ότι πρόθεση είναι, με τη σύσταση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, να δημιουργηθεί ένα συμβουλευτικό όργανο που θα προβαίνει σε συγκεκριμένες προτάσεις και εισηγήσεις, αφού συγκεντρώσει και λάβει υπόψη απόψεις και θέσεις από εμπλεκόμενα μέρη και φορείς στον τομέα της Παιδείας. Το Συμβούλιο αυτό θα μπορέσει ν’ αποτελέσει χώρο διαλόγου, με συμμετοχή εκπαιδευτικών, ακαδημαϊκών, μαθητών, φοιτητών, εκπροσώπων γονέων και άλλων ειδικών, ώστε να συζητούνται, να σχεδιάζονται και να προτείνονται οι αναγκαίες πολιτικές και στρατηγικές που αφορούν την εκπαιδευτική πολιτική, μεταρρύθμιση και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος.
Δεδομένου ότι η Παιδεία αποτελεί εθνικό κεφάλαιο και αντικείμενο κοινωνικής συναίνεσης, πρωταρχικός στόχος αυτού του Συμβουλίου αναμένεται να είναι η εξασφάλιση διαφάνειας, συμμετοχικότητας και ευρύτερης συναίνεσης στις εκπαιδευτικές πολιτικές και μεταρρυθμίσεις, παρέχοντας ένα πλαίσιο για την ενσωμάτωση απόψεων απ’ όλο το φάσμα της κοινωνίας. Με αυτόν τον τρόπο, η Κυβέρνηση θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει διαχρονικές προκλήσεις στην Παιδεία, προωθώντας μια περισσότερο ολιστική και κοινώς αποδεκτή προσέγγιση στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Αναφορικά με την υλοποίηση αυτής της εξαγγελίας, το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο δεν έχει ακόμη συσταθεί. Εξ όσων γνωρίζουμε, αν και η δέσμευση αυτή παραμένει στο πλάνο της Κυβέρνησης, φαίνεται ότι η σύσταση του Συμβουλίου καθυστερεί λόγω γραφειοκρατικών διαδικασιών και της ανάγκης καθορισμού του θεσμικού πλαισίου και των αρμοδιοτήτων του. Σε πρόσφατες δηλώσεις, εκπρόσωποι του Υπουργείου Παιδείας επιβεβαίωσαν πως η σύσταση του Συμβουλίου παραμένει στις προτεραιότητες της Κυβέρνησης και αναμένεται να ολοκληρωθεί στο άμεσο μέλλον, δεδομένου ότι το Υπουργείο έχει ξεκινήσει σχετικές διαβουλεύσεις. Εντούτοις, η καθυστέρηση στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου αποτελεί ένα σημείο που έχει σχολιαστεί από την εκπαιδευτική κοινότητα, με ορισμένους να ανησυχούν ότι η μη άμεση σύστασή του μπορεί να επηρεάσει τον ρυθμό και το εύρος των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Ωστόσο, η Κυβέρνηση αφήνει να νοηθεί πως οι διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και πως το Συμβούλιο θα λειτουργήσει σύντομα ως ένας συμβουλευτικός φορέας για τις εκπαιδευτικές πολιτικές της χώρας.
Η σύσταση του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου στην Κύπρο αποτελεί σημαντική πρωτοβουλία για την αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού συστήματος και πρέπει να επιταχυνθεί. Σκοπός του Συμβουλίου θα πρέπει να είναι η στρατηγική ανάπτυξη και βελτίωση της εκπαίδευσης, με βασικούς στόχους τη διαμόρφωση εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, που ν’ ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας, την παροχή τεκμηριωμένων εισηγήσεων προς την Κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας, την αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων εκπαιδευτικών πολιτικών, και την προώθηση της καινοτομίας, με έμφαση στη χρήση σύγχρονων παιδαγωγικών μεθόδων και τεχνολογιών.
Η δομή του Συμβουλίου προτείνεται να περιλαμβάνει έναν Πρόεδρο με εμπειρία στη διοίκηση και εκπαίδευση, και μέλη, όπως εκπροσώπους του Υπουργείου Παιδείας, πανεπιστημιακούς, εκπροσώπους εκπαιδευτικών οργανώσεων, φοιτητές, μαθητές και γονείς, καθώς και ειδικούς από τον ιδιωτικό τομέα και την κοινωνία των πολιτών. Επιπλέον, είναι σημαντική η συμμετοχή ειδικών σε θέματα συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, ανώτερης εκπαίδευσης, επαγγελματικής εκπαίδευσης και διά βίου μάθησης, ενώ η συμβολή ενός νομικού συμβούλου θα διασφαλίζει τη νομιμότητα των αποφάσεων.
Το Συμβούλιο θα μπορούσε να συστήσει θεματικές υποεπιτροπές και ομάδες εργασίας, ώστε να διασφαλιστεί η εξειδικευμένη και στοχευμένη προσέγγιση στα διάφορα πεδία, όπως, για παράδειγμα, «Δομή και Λειτουργία του Εκπαιδευτικού Συστήματος», «Αναλυτικά Προγράμματα, Αξιολόγηση και Διασφάλιση της Ποιότητας», «Εκπαιδευτική Καινοτομία και Τεχνολογία», «Εκπαίδευση και Απασχόληση», «Διασύνδεση Ανώτερης Εκπαίδευσης με Έρευνα, Βιομηχανία και Αγορά Εργασίας», «Κοινωνική Συνοχή και Συμπερίληψη» και άλλα.
Η λειτουργία του Συμβουλίου θα βασίζεται σε τακτικές συνεδριάσεις, ενώ έκτακτες συνεδριάσεις θα οργανώνονται σε περιπτώσεις έκτακτων θεμάτων. Παράλληλα, η διοργάνωση δημόσιων συζητήσεων και διαβουλεύσεων θα ενισχύει τον ανοιχτό διάλογο με την κοινωνία, ενώ η συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, όπως η UNESCO και ο ΟΟΣΑ, θα εμπλουτίζει τις γνώσεις και τις πρακτικές του Συμβουλίου. Για την υποστήριξη του έργου του, θα δημιουργηθεί Γραμματεία, η οποία θα αξιοποιεί σύγχρονα εργαλεία διαχείρισης δεδομένων. Η διαφάνεια και η λογοδοσία θα διασφαλίζονται μέσω της δημοσιοποίησης ετήσιων εκθέσεων και εισηγήσεων, ενώ ανεξάρτητοι φορείς θα αξιολογούν το έργο του. Η χρηματοδότηση του Συμβουλίου μπορεί να προέρχεται από τον κρατικό προϋπολογισμό, ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως το Erasmus+, και συνεργασίες με ιδιωτικούς φορείς και ΜΚΟ.
Εν κατακλείδι, τα αναμενόμενα οφέλη από τη σύσταση και λειτουργία Εκπαιδευτικού Συμβουλίου περιλαμβάνουν τον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση της ποιότητας της εκπαίδευσης, την προώθηση ανάπτυξης κριτικής σκέψης και δεξιοτήτων των μαθητών που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες, τη βελτίωση της κοινωνικής συνοχής μέσω εκπαιδευτικών πολιτικών που προάγουν την ισότητα, τη συμπερίληψη, την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας, και τη διασύνδεση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της κοινωνίας και της αγοράς εργασίας. Με αυτόν τον τρόπο, το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο μπορεί ν’ αποτελέσει θεμέλιο για μια ουσιαστική και μακροπρόθεσμη εκπαιδευτική πολιτική και μεταρρύθμιση στην Κύπρο.