Συνεντεύξεις

Βαρά καμπανάκι συναγερμού ο Νουρής για τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Ο τέως Υπουργός Εσωτερικών στη "Σ": Τι έπρεπε να γίνει και δεν έγινε και η σύγκριση με το ΓεΣΥ

Τέσσερεις μόλις μήνες πριν από την υιοθέτηση της μεταρρύθμισης του παρόντος μοντέλου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι αναφορές περί στρεβλώσεων και… χρεοκοπημένου μοντέλου δίνουν και παίρνουν. Ο τέως ΥΠΕΣ, Νίκος Νουρής, κλήθηκε μέσω συνέντευξης που παραχώρησε στη «Σημερινή» να δώσει μια ξεκάθαρη εικόνα αλλά και ν’ απαντήσει στις ερωτήσεις μας, όντας ο αρχιτέκτονας, θα μπορούσαμε να πούμε, της κολοσσιαίας αυτής προσπάθειας.

Ο ίδιος δεν κρύφτηκε πίσω από το δάχτυλό του, δίνοντας μια εικόνα από τα ενδότερα του χρονικού. Πώς ξεκίνησε, ποια ήταν η αρχική του μορφή και πώς κατέληξε η μεταρρύθμιση. Γιατί άνοιξε εκ νέου η συζήτηση ξαφνικά και ποιους εξυπηρετεί; Υπάρχουν και θα υπάρξουν στρεβλώσεις και προβλήματα. Ποια και πόσα από αυτά προλαβαίνουμε να διορθώσουμε μέχρι την 1η Ιουλίου και ποιους βαραίνουν οι ευθύνες; Μέσα σε όλα αυτά ο Νίκος Νουρής στάθηκε και στην πραγματική πεμπτουσία της μεταρρύθμισης καθώς και πώς σε βάθος χρόνου θα αλλάξει τη ζωή του πολίτη/δημότη.

Η «άκαμπτη» Βουλή και οι τροπολογίες που… μεταμόρφωσαν τη μεταρρύθμιση

Κύριε Νουρή, όντας ο Υπουργός που ηγήθηκε της προσπάθειας και ετοίμασε την μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στο πλαίσιο της δημόσιας σφαίρας δεν θα ήταν υπερβολή να υποδείξουμε ότι παρατηρείται μια έντεχνη προσπάθεια αποδόμησης και υποβάθμισής της μόλις τέσσερεις μήνες πριν από τις εκλογές και κατ’ επέκτασιν την πρακτική εφαρμογή της. Γιατί θεωρείτε ότι άνοιξε τώρα αυτή η συζήτηση; Ποιους και γιατί εξυπηρετεί η καρατόμησή της και μήπως τελικά δεν έγιναν όσα έπρεπε να γίνουν για να πάρει σάρκα και οστά;

Κατ’ αρχήν θεωρώ ότι δεν ήταν η ενδεδειγμένη στιγμή να υπάρξει συγκεκριμένη παρέμβαση εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας και δη του ΥΠΕΣ με τον τρόπο που έγινε και κυρίως το να χαρακτηριστεί το μοντέλο της μεταρρύθμισης ως χρεοκοπημένο. Προσωπικά, αυτός είναι και ο λόγος που θεώρησα υποχρέωσή μου να παρέμβω γιατί πολύ απλά, παρά τα όποια προβλήματα διακρίνουν σήμερα τη μεταρρύθμιση, εντούτοις κατηγορηματικά θεωρώ ότι είναι 100% ένα πολύ καλύτερο αυτοδιοικητικό μοντέλο σε σχέση με το υφιστάμενο παρωχημένο και ξεπερασμένο μοντέλο που βρίσκεται σήμερα σε λειτουργία. Παρά ταύτα, το συγκεκριμένο μοντέλο που θα εφαρμοστεί από την 1η Ιουλίου θέλω να θυμίσω ότι δεν είναι η πρόταση της Κυβέρνησης, όπως αυτή κατατέθηκε τον Μάρτιο του ’20 στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Το συγκεκριμένο μοντέλο διελάμβανε 17 καινούριες οντότητες, Προέδρους των Επαρχιακών Οργανισμών ως τους Δημάρχους των εκάστοτε Μητροπολιτικών Δήμων και σαφώς λιγότερους αντιδημάρχους, για τους οποίους γίνεται πάρα πολύς λόγος. Παρά ταύτα η Βουλή των Αντιπροσώπων, δημοκρατικά ψήφισε αυτό που ψήφισε με πάρα πολλές τροπολογίες, οι οποίες κατατέθηκαν τις τελευταίες 48 ώρες στη Βουλή. Αυτές οι τροπολογίες διαμόρφωσαν το νομοσχέδιο όπως το έχουμε μπροστά μας σήμερα. Εντούτοις η δημοκρατία επιτάσσει ότι η εκτελεστική εξουσία είναι υποχρεωμένη να υπακούσει και να εφαρμόσει το συγκεκριμένο μοντέλο. Όταν ψηφίστηκε το νομοσχέδιο, η Κυβέρνηση εκδήλωσε την αντίθεσή της σε συγκεκριμένες πρόνοιες με τον πλέον εμφαντικό τρόπο, αναπέμποντας τον νόμο πίσω στη Βουλή, ζητώντας από τη Βουλή να επανεξετάσει την απόφασή της για κατάργηση του συμπλέγματος του Ακάμα, να θυμίσω. Αυτό ήταν κάτι το οποίο έστελνε ένα «μήνυμα» στη Βουλή των Αντιπροσώπων, παρά ταύτα η Βουλή επέμεινε στη θέση της, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να έχει πλέον δύο επιλογές. Ή να αναφέρει τον νόμο στο Ανώτατο Δικαστήριο -κάτι που σημαίνει ότι θα παρέπεμπε τη μεταρρύθμιση στις ελληνικές καλένδες- ή να υπογράψει τον νόμο για να προχωρήσει η μεταρρύθμιση, να δούμε τη μεγάλη εικόνα ουσιαστικά ευελπιστώντας ότι στην πορεία η Βουλή θα έκανε δεύτερες σκέψεις για να επανεξετάσει τις διάφορες στρεβλώσεις. Δεν έγινε καμιά διόρθωση, όμως, επιπρόσθετα η Κυβέρνηση ζήτησε τότε τη μετάθεση των εκλογών από τον Δεκέμβριο του ’21 στον Ιούλιο του ’24, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο γύρω στον ενάμιση χρόνο διορία, τόσο στην εκτελεστική εξουσία και το ΥΠΕΣ όσο και στους αιρετούς για να προετοιμαστούν κατάλληλα, ώστε την 1η Ιουλίου του ’24 να έχουμε εφαρμοσμένη τη νέα μεταρρυθμιστική προσπάθεια.

Στρεβλώσεις και προβλήματα με πυλώνες το ΥΠΕΣ και τη Βουλή

Έχοντας μπει ουσιαστικά στην τελική ευθεία, ποιες είναι, κατά τη γνώμη σας, οι εκκρεμότητες που απομένουν και δημιουργούν στρεβλώσεις;

Από τις δηλώσεις του ΥΠΕΣ -που επαναλήφθηκαν και σήμερα (σ.σ. Τετάρτη, 14/2)- φαίνεται ότι δεν έγιναν σε αυτό το μεταβατικό στάδιο όλα όσα έπρεπε να γίνουν, τόσο από την πλευρά των διαφόρων υπηρεσιών όσο βεβαίως και από την πλευρά των αιρετών. Άρα, λοιπόν, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικά σωστοί, αυτό που πρέπει να πούμε είναι ότι υπάρχουν ουσιαστικά δύο κατηγορίες προβλημάτων. Υπάρχουν τα προβλήματα τα οποία είναι καθαρά αρμοδιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών και των αιρετών και αφορούν τα θέματα της συστέγασης των υπηρεσιών, θέματα μετακίνησης προσωπικού, θέματα ενοποίησης των μηχανογραφικών συστημάτων. Προβλήματα τα οποία οφείλουν να τα λύσουν πριν από την 1η Ιουλίου, για να μην αποτελούν τροχοπέδη στη μεταρρύθμιση. Υπάρχουν και μια σειρά από προβλήματα θεσμικά, τα οποία απαιτούν την εμπλοκή της Βουλής και τα οποία, βεβαίως, είναι αδύνατο να διορθωθούν μέχρι την 1η Ιουλίου ή να εξεταστούν καν. Και αναφέρομαι στα θέματα του Προέδρου του Επαρχιακού Οργανισμού -του εκλελεγμένου-, τα θέματα των Αντιδημάρχων κ.ο.κ. Αυτά τα προβλήματα θα πρέπει να συζητηθούν και να εξεταστούν ταυτόχρονα και μετά την 1η Ιουλίου, και θα υπάρχει ο χρόνος για να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Θέλω, προλαβαίνοντας κάποιους που ενδεχομένως να αμφισβητήσουν αυτές τις τοποθετήσεις, να πω ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει σήμερα με το Εθνικό Σύστημα Υγείας, που είναι επίσης μια άλλη τεράστια μεταρρύθμιση. Τέσσερα ολόκληρα χρόνια μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ ακόμα συζητούμε και προβαίνουμε σε νομοθετικές τροποποιήσεις υπέρ των ασθενών, όταν εντοπίζονται προβλήματα. Άρα, λοιπόν, υπάρχει πεδίον δόξης λαμπρόν για όλους τους διοικούντες, εντοπίζοντας τα διάφορα προβλήματα που έχουν αναδειχθεί ή άλλα που μπορεί να αναδειχθούν, να τα διορθώσουν μετά την 1η Ιουλίου.

«Στο σενάριο κατάρρευσης, ευθύνες θα έχουμε όλοι»

Στο απευκταίο σενάριο τού να μην τελεσφορήσει ή ακόμη και να καταρρεύσει η μεταρρύθμιση, ποιος θα φέρει το βάρος της ευθύνης; Η προηγούμενη Κυβέρνηση, που επιμελήθηκε τον σχεδιασμό της; Η Βουλή των Αντιπροσώπων, με τις αλλαγές που ψήφισε; Ή η τωρινή Κυβέρνηση;

Δεν υπάρχει τέτοιο σενάριο -εννοώ κατάρρευσης του συγκεκριμένου μηχανισμού- διότι έχουν ήδη τεθεί οι ασφαλιστικές δικλίδες, αλλά θέλω ν’ απαντήσω και να πω το εξής: Όταν παίρνεις αποφάσεις, από όποια θέση και αν υπηρετείς, προφανώς και έχεις ευθύνες στο μερίδιο που σου αναλογεί. Επομένως, η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Εάν στην απευκταία εκείνη περίπτωση επισυμβεί εκείνο το οποίο με ερωτάτε, ευθύνες θα έχουμε όλοι. Τόσο όσοι μελετήσαμε και ετοιμάσαμε τα νομοσχέδια, όσο βεβαίως και οι σημερινοί διοικούντες, για τις ενέργειες στις οποίες έχουν προβεί. Όλοι όσοι έχουμε πάρει την οποιαδήποτε απόφαση σαφώς και θα έχουμε ευθύνη, αλλά, επαναλαμβάνω, θεωρώ ότι αυτή η ερώτηση ενδεχομένως να προκύπτει με αφορμή την ατυχή συζήτηση που γίνεται αυτές τις μέρες εξαιτίας του γεγονότος ότι έγιναν κάποιες άστοχες δηλώσεις εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας, σε μια λανθασμένη χρονική στιγμή. Είμαστε στην περίοδο που πρέπει να είμαστε εξαιρετικά εποικοδομητικοί και εργατικοί και βεβαίως να πιεστούν και οι υπηρεσιακοί αλλά και οι αιρετοί της Τ.Α. για να λύσουν τα διάφορα προβλήματα και όχι να αναλωνόμαστε σε έναν δημόσιο διάλογο αναδεικνύοντας τα προβλήματα. Δεν είναι η ώρα της ανάδειξης, όσοι ασχοληθήκαμε με την περίπτωση, τα ξέρουμε. Είναι η ώρα της επίλυσής τους.

Η τρίτη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση από ιδρύσεως της ΚΔ

Είναι ευρέως αποδεκτό ότι, σε μία τέτοιας κλίμακας μεταρρύθμιση, που επιτυγχάνεται μόνο μέσω ριζικών αλλαγών τόσο τεχνοτροπίας όσο και νοοτροπίας και επηρεάζει τεράστιο φάσμα του πληθυσμού, μαγικό ραβδί δεν υπάρχει. Ποια είναι όμως τα βασικά συστατικά για μια πετυχημένη -έστω και σε πρώτη φάση- συνταγή; Τι πρέπει κατ’ ανάγκην ν’ αλλάξει και τι χρειάζεται για να εφαρμοστεί το μοντέλο; Υπάρχουν πρόνοιες που μπορούν να διαφοροποιηθούν σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα;

Κατ’ αρχήν να πω ότι η μεταρρύθμιση της Τ.Α. είναι ενδεχομένως η τρίτη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που επιτυγχάνεται, από ιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας, θεωρώντας τις δύο άλλες, την κατάρτιση του θεσμού των Κοινωνικών Ασφαλίσεων και το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Επομένως, μιλώντας για μια κολοσσιαία μεταρρύθμιση, προφανώς θα έχουμε προβλήματα και έχουμε προβλήματα. Κατά δεύτερον να πω ότι γίνεται πάρα πολύς λόγος και πολλή κουβέντα για τις συνενώσεις των Δήμων ωσάν και η ουσία της μεταρρύθμισης είναι οι συνενώσεις των Δήμων. Θα πω ότι ως άνθρωπος που εργάστηκα πάρα πολλά χρόνια, κατ’ αρχήν υπηρέτησα την Τ.Α. για 17 ολόκληρα χρόνια αλλά μεταγενέστερα και στη Βουλή και τελευταία ως Υπουργός, θεωρώ ότι έχω μιαν αξιοσημείωτη παρουσία στα δρώμενα της Τ.Α. -το αν ήταν επιτυχής θα κριθεί από τον κόσμο και την ιστορία- αυτό το οποίο λοιπόν θέλω να πω είναι ότι η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, η πεμπτουσία ή η ουσία αυτής της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας που κάνουμε, δεν είναι οι συνενώσεις. Οι συνενώσεις δεν ήταν ούτε για την Κυβέρνησή μας αυτοσκοπός, ήταν όμως το εργαλείο για να πάμε σε εξοικονομήσεις και σε βελτιώσεις των υπηρεσιών. Αυτό το οποίο είναι το σπουδαιότερο κομμάτι αυτής της μεταρρύθμισης, το οποίο θα το αισθανθεί σταδιακά στο πετσί του ο πολίτης, ο δημότης, είναι η λειτουργία των επαρχιακών οργανισμών. Αναγνωρίζοντας ότι στην Κυπριακή Δημοκρατία είχαμε έναν τεράστιο κατακερματισμό υπηρεσιών -και αναφέρω χαρακτηριστικό παράδειγμα το νερό και την αποχέτευση- στην Κύπρο σήμερα έχουμε πάρα πολλές διαφορετικές τιμές νερού γιατί δυστυχώς η χώρα μας υδρεύεται είτε από μονάδες αφαλάτωσης -με μια διαφορετική τιμή- είτε από μονάδες τριτοβάθμιου νερού με άλλη διαφορετική τιμή είτε από ιδιωτικές πηγές με άλλη τιμή είτε από κρατικές πηγές και ούτω καθ’ εξής. Ως αποτέλεσμα υπάρχει ανισότητα στην αντιμετώπιση των πολιτών αυτής της χώρας όσον αφορά τους λογαριασμούς ύδρευσης. Θεωρώντας λοιπόν το νερό ως εθνικό πλούτο και όχι ως ιδιοκτησία της Α ή της Β κοινότητας, έχουμε θέσει τις Αρχές ύδρευσης κάτω από τους επαρχιακούς οργανισμούς, για να υπάρξει ακριβώς ενοποίηση μεταξύ της συγκεκριμένης τιμολόγησης, μεταξύ άλλων, για να απολαμβάνουν οι πολίτες ίση αντιμετώπιση. Το ίδιο περίπου θα συμβεί και στο θέμα της αποχέτευσης, που σήμερα υπάρχουν αποχετευτικά συστήματα σε μιαν επαρχία και κάποια άλλα σε μια άλλη, οι οποίες έχουν διαφορετικές χρεώσεις. Όλα αυτά λοιπόν πρέπει να εξορθολογιστούν.

Το τρίτο και πιο δύσκολο κομμάτι που θα έχουν να διαχειριστούν οι επαρχιακοί οργανισμοί αφορά την αδειοδότηση. Σήμερα, εάν υποβάλετε εσείς την αίτηση για την ανοικοδόμηση του σπιτιού σας σε μία Α’ πολεοδομική Αρχή, μπορεί να σας εκδώσει την πολεοδομική ή την οικοδομική άδεια μέσα σε 30 μέρες, ενώ αν εγώ υποβάλω την αίτησή μου σε μία άλλη πολεοδομική Αρχή, μπορεί να μου την εκδώσει σε 1 ή 2 χρόνια. Αυτά πρέπει να σταματήσουν. Και για να σταματήσουν, ενοποιήσαμε τις υπηρεσίες, μεγαλώσαμε τους οργανισμούς και τους φορείς τους θέσαμε κάτω από το επαρχιακό επίπεδο για να περιορίσουμε τα προβλήματα, να μην υπάρχει διάχυση των συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων σε πέραν της μιας επαρχίας, σκοπεύοντας και στοχεύοντας στο να εξορθολογήσουμε αυτές τις βασικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης και της τέταρτης υπηρεσίας -που είναι η διαχείριση στερεών αποβλήτων- ούτως ώστε να δώσουμε στους πολίτες πραγματικά ποιοτικότερες υπηρεσίες και προϊόντος του χρόνου σε χαμηλότερο κόστος. Αυτή είναι η μεταρρύθμιση την οποία θα νιώσει ουσιαστικά ο δημότης.

Κατά τ’ άλλα, τα υπόλοιπα των προβλημάτων, που είτε κάποια είναι γνωστά είτε κάποια θα προκύψουν από την εφαρμογή αυτής της τεράστιας μεταρρύθμισης, θα πρέπει να ρυθμιστούν ακριβώς από τους αρμοδίους στην εξέλιξη του χρόνου. Δεν υπάρχουν ανυπέρβλητα εμπόδια στη Δημοκρατία, υπάρχουν μεγαλύτερα και μικρότερα προβλήματα και έτσι θα πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν.