Αναλύσεις

Ο μαύρος Φλεβάρης της ΕΟΚΑ

Πώς οι βρετανοί έστησαν την ενέδρα στους ήρωες Δημητράκη Χριστοδούλου και Σωτήρη Τσαγκάρη

Την ημέρα που ο ήρωας Στυλιανός Λένας τραυματιζόταν κρίσιμα από ενεδρεύοντες Βρετανούς στρατιώτες, σε μια βουνοπλαγιά της Ποταμίτισσας, άλλοι δυο συναγωνιστές του έδιναν τη ζωή τους για τη λευτεριά και την Ένωση της Κύπρου με τη μάνα Ελλάδα. Ο καταζητούμενος αντάρτης της ομάδας του Δημητράκης Χριστοδούλου από τη Δερύνεια και ο Σωτήρης Τσαγκάρης, στενός συνεργάτης του από το Πελέντρι. Είχαν κι αυτοί την ίδια τύχη με τον υποτομεάρχη τους. Έπεσαν και οι δυο σε νυκτερινές ενέδρες των Βρετανών καταδρομέων και αλεξιπτωτιστών. Ο πρώτος έξω από την Ποταμίτισσα και ο δεύτερος έξω από τη γενέτειρά του Πελέντρι.

Όπως μου ανέφερε ο αείμνηστος αγωνιστής Σωκράτης Οικονόμου, από τον Άη Μάμα, ήταν αυτός που τους είχε οδηγήσει από το χωριό του στην Ποταμίτισσα, αφού είχε πρώτα συνεννοηθεί με τον κουμπάρο του Σωκράτη Τσαγκάρη, που ήταν ξάδερφός του. Καταγόταν από το Πελέντρι, ήταν αδελφός του Σωτήρη, αλλά κάτοικος Ποταμίτισσας. Τους είχε αφήσει έξω από το χωριό και η υποδοχή τους θα γινόταν το βράδυ από τον Αντρέα Καμέρη, στέλεχος της ΕΟΚΑ στην Ποταμίτισσα. Θα γράψει αργότερα για το περιστατικό ο Καμέρης: «Ήταν απόγευμα όταν ήρθε ο Σωκράτης Τσαγκάρη και μου είπε κατά τις οκτώ το βράδυ να πάω έξω από τα Αλώνια, μαζί με τον Χριστόφορο Κυπριανού, για να παραλάβουμε μια ομάδα ανταρτών, που θα ερχόταν στην Ποταμίτισσα. Γύρεψα τον Χριστόφορο, αλλά δεν τον βρήκα. Έλειπε στη Λευκωσία. Εγώ πριν νυχτώσει παρακολουθούσα τον δρόμο και είδα ότι, μετά που έφευγαν οι Άγγλοι με τον τραυματισμένο Λένα, δεν φάνηκαν να κυκλοφορούν καθόλου στρατιώτες. Πήγα στο μέρος που μου είπε ο Σωκράτης και κάθισα κάτω από το μονοπάτι και περίμενα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα πέρασε, αλλά αγωνιούσα. Θα ήταν περίπου η ώρα εννέα, όταν άκουσα πυροβολισμούς στο Αργάκι του Πυρού. Κατάλαβα αμέσως ότι η ομάδα έπεσε σε ενέδρα των Άγγλων. Έφυγα τρέχοντας και πήγα σπίτι μου. Ανέβηκα στην ταράτσα και περίμενα να δω τι έγινε. Πέρασε λίγη ώρα και άκουσα να έρχονται στο σπίτι του Καπετάνιου στρατιώτες. Δεν τους είδα, αλλά το κατάλαβα που φώναζαν. Πήραν τον γάιδαρό του, στράφηκαν πίσω και σε λίγη ώρα επέστρεψαν και έφεραν πάνω στο γάιδαρο κάποιον σκοτωμένο, που, όπως μάθαμε αργότερα , ήταν ο Δημητράκης Χριστοδούλου. Επίσης μάθαμε ότι κατά τη συμπλοκή των στρατιωτών με τους αντάρτες σκοτώθηκε κι ένας στρατιώτης…».

Πώς έπεσε ο Δ. Χριστοδούλου

Συναγωνιστές του ήρωα, με τους οποίους μίλησα, θα μου αφηγηθούν αργότερα πώς συνέβη το κακό: Μήνυμα του Λένα στους συντρόφους του να μην προχωρήσουν από τον Άη Μάμα στην Ποταμίτισσα, διότι θα πήγαινε εκεί και ο ίδιος, δεν έφθασε ποτέ στα χέρια τους. Διότι ο στρατός είχε «κόψει», στο μεταξύ, όλους τους δρόμους και τα μονοπάτια της περιοχής. Όταν τους οδήγησε έξω από τον Άη Μάμα ο Σωκράτης Οικονόμου, περίμεναν στο προκαθορισμένο σημείο, που είχαν συνεννοηθεί με τον Σωκράτη Τσαγκάρη, να τους παραλάβει το βράδυ αγωνιστής από την Ποταμίτισσα. Αυτός ήταν ο Αντρέας Καμέρης, ο οποίος, όπως είδαμε στο προηγούμενο σημείωμά μας, τους περίμενε, αλλά καθυστέρησαν αρκετά κι έφυγε. Η καθυστέρηση στάθηκε μοιραία. Οι αντάρτες, ανυποψίαστοι, αλλά με μεγάλη προσοχή, παίρνουν τον κατήφορο. Μπροστά πηγαίνει ο Δημητράκης, πίσω ο Κυριάκος Χριστοφόρου, πιο πίσω ο Ευαγόρας Παπαχριστοφόρου και τελευταίος ο μετέπειτα στυγνός δολοφόνος των συναγωνιστών του Ευαγόρα Παπαχριστοφόρου και Χρύσανθου Μυλωνά, κατάπτυστος προδότης Μιχαήλ Ασσιώτης. Προχωρούν και πλησιάζουν αθέατοι, όπως νόμιζαν, στα πρόθυρα της Ποταμίτισσας… Εκεί που προχωρούσαν, με χίλιες δυο προφυλάξεις, άκουσαν ξαφνικά μια στριγκλιά φωνή «αλτ», που τάραξε τη σιγαλιά της παγερής νύχτας. Ταυτόχρονα οι ριπές των αυτομάτων και οι κλαγγές των τυφεκίων προκάλεσαν πανδαιμόνιο. Ο προπορευόμενος Δημητράκης δέχεται τις εχθρικές σφαίρες στο κεφάλι και το στήθος. Προτού πέσει νεκρός, σπρώχνει τον Κυριάκο και τον ρίχνει στο χαντάκι, γλυτώνοντάς τον από θανάσιμο τραυματισμό. Το πρωί θα βρουν των ήρωα οι δολοφόνοι του σε λίμνη αίματος, διάτρητο από τις σφαίρες τους…

Τρίτωσε το κακό…

Το βαρύ πλήγμα για την ΕΟΚΑ έμελλε να τριτώσει το βράδυ της ίδιας νύχτας, 17ης Φλεβάρη 1957. Ο Παναγιώτης Αριστείδου, που ακολουθούσε απόμακρα τον Λένα και τον Παμπακά, όταν έπεσαν στην ενέδρα των στρατιωτών κατόρθωσε να διαφύγει, παίρνοντας μαζί του και το όπλο του Λένα, που το είχαν στο λαγούμι όπου διέμεναν. Κατόρθωσε να διαφύγει στο Πελέντρι, όπου βρήκε καταφύγιο στο σπίτι του τοπικού υπευθύνου της ΕΟΚΑ, Σωτήρη Τσαγκάρη, και τον παρακάλεσε να τον συνοδεύσει για να διαφύγει από τον στρατιωτικό κλοιό, με τελικό προορισμό τον Άη Μάμα. Ο μεγαλόψυχος Σωτήρης, αν και ήταν κρυολογημένος και κλινήρης, σηκώθηκε πρόθυμα για να τον συνοδεύσει, διότι ήξερε τα κατατόπια. Τα όσα ακολούθησαν τα αναφέρει ο Αριστείδου σε αναφορά του στον ίδιο τον Διγενή: «Μόλις απεμακρύνθημεν του χωρίου 500 μέτρα, ένας στρατιώτης, αφού ανεφώναξεν ''αλτ'', ήρχισε να πυροβολή εναντίον μας... Ο Τσαγκάρης ήτο άοπλος, εγώ έφερα ''Τόμσον''. Εκ των πυροβολισμών του στρατιώτου που φώναξε ''αλτ'', καθώς και άλλων στρατιωτών, ο Τσαγκάρης εφονεύθη. Εγώ ερρίφθην κατά γης και ήρχισα να πυροβολώ κατά των. Κατά την ανταλλαγήν πυρών μετά των Άγγλων εβλήθην διά επτά σφαιρών, το όπλον μου εβλήθη διά βλήματος… Μετά το πέρας της μάχης εσύρθην εις απόστασιν 100 μέτρων και κατέπεσα αναίσθητος. Επανεύρον τας αισθήσεις μου την 3ην πρωινήν και αφού έκρυψα εντός θάμνων το όπλον και τας σφαιροθήκας μου, περιεπλανώμην εις το βουνόν με τις σοβαρές πληγές επί τρεις ημέρας. Τελικώς έφθασα εις Κυπερούνταν εις αθλίαν κατάστατσιν. Η μαία Ελένη Γιαννακκαρά μού παρέσχεν τις πρώτες βοήθειες…».

Με τον Λένα κρίσιμα τραυματισμένο και τους Δημητράκη Χριστοδούλου και Σωτήρη Τσαγκάρη πεσόντες στο πεδίο της τιμής, για τη λευτεριά της Κύπρου μας και την Ένωση με τη Μάνα Ελλάδα, γράφτηκε ο αιματηρός επίλογος των συγκρούσεων αγωνιστών της ΕΟΚΑ με Βρετανούς στις 17 του μαύρου εκείνου για τον Απελευθερωτικό μας Αγώνα, Φλεβάρη του 1957.

Το επίσημο ανακοινωθέν

Στις 18 Φλεβάρη έληξαν οι επιχειρήσεις και εκδόθηκε από τους Βρετανούς η ακόλουθη επίσημη ανακοίνωση: «Κατά τας τελευταίας ημέρας εις την περιοχήν Τροόδους εσημειώθησαν μερικαί συγκρούσεις μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας και τρομοκρατών. Κατά την διάρκειαν των συγκρούσεων αυτών συνελήφθη σοβαρώς τραυματισμένος ο Στυλιανός Χριστοφή Λένας, αρχηγός ορεινής ομάδος. Ο Δημητράκης Χριστοδούλου, συλληφθείς και αποπειραθείς να δραπετεύση, επυροβολήθη θανασίμως. Τόσον ο πρώτος, όσον και ο δεύτερος ήσαν επικηρυγμένοι αντί του ποσού των πέντε χιλιάδων λιρών. Εφονεύθη επίσης ο Σωτήρης Τσαγκάρης εκ Πελενδρίου. Ανευρέθησαν ένα όπλον ιταλικής κατασκευής και ένα πιστόλι. Ανεκαλύφθησαν επίσης τρεις κρύπται. Ένα μέλος των δυνάμεων ασφαλείας εφονεύθη». Επρόκειτο για ανθυπολοχαγό των κακόφημων κοκκινοσκούφηδων-αλεξιπτωτιστών, που ενέδρευαν μόνιμα με πρασινοσκούφηδες (καταδρομείς) στις Πλάτρες, όπου ήταν το αρχηγείο τους.

Έχουν περάσει 67 ολόκληρα χρόνια από την ημέρα της θυσίας των τριών ηρώων της θρυλικής ΕΟΚΑ, η μνήμη τους, όμως, παραμένει άσβεστη στην καρδιά και το νουν του μαρτυρικού λαού μας. Και τα ονόματά τους αποτελούν φάρους ολόφωτους, που οδηγούν στον δρόμο της τιμής και του καθήκοντος. Τον δρόμο του αγώνα για την απελευθέρωσή της. Μόνον όταν φιλήσει στοργικά την πολυβασανισμένη μας πατρίδα η λευτεριά, θα βρουν δικαίωση οι θυσίες των ηρώων μας.