Για μια συμμετοχική Τοπική Αυτοδιοίκηση
Οι Δημοτικές και Κοινοτικές Εκλογές του Ιουνίου προσφέρουν την ευκαιρία για έναν ουσιαστικό δημόσιο διάλογο γύρω από το παρόν και το μέλλον της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην Κύπρο.
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο, δυστυχώς, κατά γενική σχεδόν παραδοχή, πάσχει. Με κυρίαρχο στοιχείο τις συναλλαγές που υπήρξαν από κόμματα αλλά και την εκτελεστική εξουσία για διασφάλιση κεκτημένων ή απόκτηση νέων. Η ακολουθήσασα αλληλοεπίρριψη ευθυνών υπήρξε άνευ νοήματος. Μια γενναία στάση θα ήταν η ολιγόμηνη αναβολή των εκλογών και η τροποποίηση του νομοθετικού πλαισίου, προκειμένου να συμβαδίζει με τις ανάγκες μιας πραγματικής μεταρρύθμισης. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν έγινε και συνεπώς οι εκλογές θα γίνουν με μια νομοθεσία, η οποία θα φέρει, δυστυχώς, το στίγμα της αμφισβήτησης.
Παρ’ όλα αυτά, ο διάλογος για τον αυτοδιοικητικό θεσμό στην Κύπρο πρέπει να γίνει.
Σε μια εποχή κατά την οποία η πολιτική διαδικασία πλήττεται από μια ολόπλευρη κρίση, που μειώνεται δραματικά η αξιοπιστία της ως συμμετοχικής διαδικασίας δημοκρατικής και αποτελεσματικής, η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως θεσμός, λειτουργία και διαδικασία μπορεί αναδειχθεί κρίσιμης σημασίας για την αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος και της ίδιας της δημοκρατίας. Αυτό όμως προϋποθέτει μια παραδοχή και ταυτόχρονα μια συλλογική ανάληψη ευθύνης. Η παραδοχή πρέπει να εστιάζεται στο αναντίλεκτο γεγονός ότι οι κεντρικές εκτελεστικές εξουσίες, οι συγκεντρωτικές διοικήσεις και οι πολυδαίδαλες γραφειοκρατικές τους διαδικασίες μοιάζουν απόμακρες και πολλές φορές απεχθείς για τους πολίτες. Η συλλογική ανάληψη ευθύνης πρέπει να επικεντρώνεται σε μια προσπάθεια διασφάλισης της θεσμικής συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση κρίσιμων αποφάσεων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Μια προοδευτική αντίληψη και πρακτική είναι η ενίσχυση και ο «εξοπλισμός» των τοπικών Αρχών με περισσότερες αρμοδιότητες και εξουσίες, με παράλληλη αποδυνάμωση κάθε είδους συγκεντρωτικών εξουσιών. Μια τέτοια εξέλιξη οδηγεί αναπόδραστα σε σφριγηλούς και αποτελεσματικούς αυτοδιοικητικούς φορείς, που λειτουργούν στη βάση της αρχής της αυτοδιαχείρισης και της επικουρικότητας, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε αντιστοιχία με τη συλλογική έκφραση και δράση των τοπικών κοινωνιών. Η εξήγηση είναι απλή. Οι τοπικές αυτοδιοικητικές Αρχές διαφοροποιούνται και διακρίνονται από μια παγερή και απόμακρη κεντρική εξουσία, κυρίως γιατί συνδέονται με την καθημερινή ζωή και τη συμβίωση των πολιτών.
Το καθοριστικό στοιχείο που θα ανατρέψει την άκρα επιφυλακτικότητα των πολιτών προς την εξουσία και τη συνακόλουθη έλλειψη εμπιστοσύνης προς την πολιτική διαδικασία είναι η συμφιλίωση των τοπικών κοινωνιών με τις τοπικές εξουσίες. Και αυτό θα γίνει πράξη αν οι πολίτες θεωρούν δικές τους τις τοπικές Αρχές και αν έχουν την πεποίθηση ότι τις εξουσίες θα τις διαμορφώνουν, θα τις βελτιώνουν καθημερινά οι ίδιοι. Αν αισθάνονται ότι η εξουσία τους θα είναι αυτενεργός, ότι δεν θα είναι προέκταση της κεντρικής εξουσίας ή ένας από τους μηχανισμούς του κράτους που ασκεί δημόσια διοίκηση κατά κρατική παραχώρηση.
Με δεδομένο ότι οι κοινωνίες του μέλλοντος δεν θα έχουν τη δομή του υπερτροφικού συγκεντρωτικού κράτους του παρελθόντος, η εξέλιξη των κοινωνιών και η προαγωγή πραγματικών συστημάτων δημοκρατικής οργάνωσης θα επιφέρουν αποφασιστικό χτύπημα και θα αποδυναμώσουν καίρια το ισχυρό και παντοδύναμο κράτος της συγκεντρωτικής εξουσίας.
Νέες μορφές οργάνωσης αυτοδιαχειριζόμενων τοπικών κοινωνιών θα αναδειχθούν ως η νομοτελειακή εξέλιξη ενίσχυσης του ρόλου των ίδιων των πολιτών. Παιδεία, πολιτισμός, κοινωνικές υπηρεσίες πρέπει να αποδοθούν σε μεγάλο βαθμό στις τοπικές Αρχές.
Αξίζει μιας ιδιαίτερης αναφοράς η προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Σε μια εποχή που το κοινωνικό κράτος δέχεται επιθέσεις, που οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι υπό κατηγορία με το επιχείρημα ότι δεν είναι κερδοφόρες (!), η ανάδειξη σε νομικό και κοινωνικό επίπεδο των αρχών της αλληλεγγύης και της συνοχής είναι ένα παρήγορο γεγονός.
Εξαιρετικής σημασίας είναι ότι κατά κανόνα στις χώρες μέλη της Ε.Ε. οι κοινωνικές υπηρεσίες κοινού συμφέροντος προσφέρονται κατά το πλείστον σε επίπεδο τοπικών Αρχών. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση διαδραματίζει έναν κομβικό ρόλο κρίσιμης και καθοριστικής σημασίας τόσο στον προγραμματισμό όσο και στη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχομένων κοινωνικών υπηρεσιών. Μέσα στις αρμοδιότητες της Τ.Α. έχει προβλεφθεί με νομικό – θεσμικό πλαίσιο η δυνατότητα των τοπικών Αρχών να προσφέρουν πολλές κοινωφελείς υπηρεσίες καταπολεμώντας την απομόνωση, την αποξένωση και τον μαρασμό, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για να σμικρύνονται τα χάσματα όχι μόνο σε κοινωνικό αλλά και σε γεωγραφικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει απλώς, ότι οι διάφορες περιφέρειες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει σταδιακά μέσω προγραμμάτων που θα υλοποιούνται από τις τοπικές Αρχές να διαθέτουν το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών και κοινωνικής στήριξης. Με κατοχύρωση ίσων ευκαιριών και δυνατοτήτων και με καταπολέμηση των διακρίσεων οποιασδήποτε μορφής. Κοινωνικά αγαθά όπως είναι η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και η στέγη μπορούν ευκολότερα, στο πλαίσιο εθνικών σχεδιασμών, να παρέχονται πολύ αποτελεσματικά, χωρίς γραφειοκρατίες και κρατικίστικες αγκυλώσεις από τις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Είναι λοιπόν αναγκαίο και στην Κύπρο να εγκαταλειφθούν συντηρητικές αντιλήψεις και νοοτροπίες. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να πάψει να λειτουργεί και να αναπαράγεται σαν ένα απλό διοικητικό σύστημα, με συρρικνωμένες αρμοδιότητες και με αδυναμία εξόδου από έναν ασφυκτικό κλοιό συγκεντρωτικής εξουσίας.
Ιδού, λοιπόν, «στάδιον δόξης λαμπρόν». Πρώτον, να υπάρξει ένας ουσιαστικός διάλογος τους επόμενους μήνες για το παρόν και το μέλλον της Τ.Α. στην Κύπρο.
Δεύτερον, να προταχθούν και να προταθούν δεσμευτικά οι αλλαγές που θα έπρεπε να γίνουν και δεν έγιναν και οι οποίες θα πρέπει μετά τις εκλογές του Ιουνίου να προχωρήσουν τάχιστα.
*Πρώην Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων