Διεθνή

Πώς θα επηρεάσει το μεταναστευτικό τις Eυρωεκλογές

Η μετακίνηση προς τα δεξιά θεωρείται ότι είναι «παγίδα» για τα συστημικά κόμματα

Παραμονές κάθε εκλογικής αναμέτρησης για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επανέρχεται ο «μπαμπούλας» της ακροδεξιάς από τα συστημικά κόμματα. Παρά το ότι οι δημοσκοπήσεις δεν δείχνουν ότι παραδοσιακά κόμματα του δημοκρατικού τόξου θα χάσουν τα ηνία τους στην Ευρωβουλή, θεωρείται βέβαιο ότι θα υπάρξει σημαντική άνοδος της ακροδεξιάς. Η αύξηση των ποσοστών των κομμάτων αυτών είναι άμεσα συνδεδεμένη όχι μόνο με την κρίση του κόστους ζωής αλλά και το μεταναστευτικό πρόβλημα, ειδικά στον ευρωπαϊκό νότο, ο οποίος δέχεται ασφυκτικές πιέσεις από τις μεταναστευτικές ροές. Την ίδια ώρα, οι Βρυξέλλες μοιάζουν ανήμπορες να συγκροτήσουν μιαν αποτελεσματική απάντηση για το πρόβλημα, με τους πολίτες της ΕΕ να δηλώνουν δυσαρεστημένοι με τους χειρισμούς του ζητήματος. Η πίεση από την άνοδο της ακροδεξιάς οδηγεί πολλά συστημικά κόμματα να πέσουν στην παγίδα του μιμητισμού μιας πιο σκληρής στάσης πάνω στο μεταναστευτικό, δημιουργώντας την εικόνα μιας φθηνής απομίμησης, χωρίς καμιάν αξιοπιστία.

Ξανά στο επίκεντρο το μεταναστευτικό

Τα αυξανόμενα επίπεδα μετανάστευσης, καθώς και οι επιπτώσεις της κρίσης του κόστους ζωής έχουν προσφέρει την ευκαιρία στα ακροδεξιά και λαϊκίστικα κόμματα σε πολλές χώρες της ΕΕ να ανεβάσουν τα εκλογικά τους ποσοστά και να ετοιμάζουν βαλίτσες για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Πολιτικοί αναλυτές σημειώνουν ότι η προσήλωση αυτών των κομμάτων στη συγκεκριμένη ατζέντα διαχρονικά έχει αποδειχθεί επιτυχημένη, παρέχοντας μια ισχυρή βάση στήριξης στον απόηχο της «προσφυγικής κρίσης» του 2015 και ένα κύμα εκλογικής δυναμικής για την ακροδεξιά, σε χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο και η Σουηδία. Στην Ολλανδία, το Κόμμα για την Ελευθερία (PVV), με επικεφαλής τον Γκερτ Βίλντερς, πέτυχε σημαντικό θρίαμβο στις εκλογές του Νοεμβρίου 2023, προκαλώντας διεθνή ανησυχία, αφού το κόμμα του επιθυμεί την αποχώρηση της Ολλανδίας από τις συνθήκες του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες και το κλίμα, ενώ τάσσεται υπέρ της εξόδου από την ΕΕ μέσω δεσμευτικού δημοψηφίσματος. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση Ρούτε κατέρρευσε λόγω της αδυναμίας να συνάψει συμφωνία για το μεταναστευτικό, έφερε το θέμα στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου ή αλλιώς στο «γήπεδο» του PVV.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Euronews/Ipsos, τα κόμματα της ριζοσπαστικής και ευρωσκεπτικιστικής δεξιάς θα μπορούσαν να σημειώσουν σημαντικά κέρδη στις Ευρωεκλογές του Ιούνη, καθώς βρίσκονται στην κορυφή των δημοσκοπήσεων σε τέσσερα από τα έξι ιδρυτικά μέλη της ΕΕ. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι ID και ECR θα πάρουν επιπλέον 30 έδρες, με τον Εθνικό Συναγερμό, το γαλλικό κόμμα του οποίου ηγείται η Μαρίν Λεπέν, να εκτιμάται ότι θα κερδίσει δέκα επιπλέον έδρες και θα γίνει το μεγαλύτερο κόμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μαζί με το CDU/CSU της Γερμανίας.

Το κόμμα «Αδελφοί της Ιταλίας» της Τζόρτζια Μελόνι υπολογίζεται ότι θα καταλάβει 24 από τις 76 έδρες της Ιταλίας, ενώ στο Βέλγιο, δύο δεξιά κόμματα, το Vlaams Belang (Φλαμανδικό Συμφέρον) και το NVA, θα καταλάβουν από τρεις έδρες. Το κόμμα AfD της Γερμανίας προβλέπεται να έχει 15 ευρωβουλευτές, καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση σε εθνικό επίπεδο.

Πάντως, τον Δεκέμβριο, το μπλοκ κατέληξε σε συμφωνία για τη μεταρρύθμιση του ασύλου και της μετανάστευσης μετά από χρόνια διαπραγματεύσεων. Η συμφωνία επιδιώκει να εξισορροπήσει τις ευθύνες των κρατών της πρώτης γραμμής του νότου, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία και η Κύπρος, οι οποίες δέχονται τους περισσότερους αιτητές ασύλου και μετανάστες μέσω της θαλάσσιας οδού της Μεσογείου. Αν και το σύμφωνο δεν αλλάζει τον κανονισμό του Δουβλίνου, ο οποίος ορίζει ότι η χώρα άφιξης φέρει το βάρος της διεκπεραίωσης των αιτημάτων ασύλου, παρέχει σημαντικούς πόρους για τις χώρες που δέχονται δυσανάλογο αριθμό μεταναστών στα σύνορά τους.

Η απογοήτευση των Ευρωπαίων

Πολιτικοί αναλυτές όμως σημειώνουν ότι η άνοδος στα ποσοστά των ακροδεξιών κομμάτων καταδεικνύει ότι η διαχείριση του ζητήματος σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι αρκετή για τους πολίτες πολλών χωρών της ΕΕ. Δημοσκόπηση αποκαλύπτει ότι οι Ευρωπαίοι αποδοκιμάζουν τις προσπάθειες των Βρυξελλών για τον έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης και απαιτούν ισχυρότερους συνοριακούς ελέγχους.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Ipsos σε 18 κράτη μέλη ενόψει των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το 51% των Ευρωπαίων αξιολογούν αρνητικά τον αντίκτυπο της ΕΕ στη μεταναστευτική πολιτική, ενώ μόνο το 16% έχουν θετική άποψη. Η Γαλλία (62%), η Αυστρία (60%) και η Ουγγαρία (58%) είναι οι πιο επικριτικές χώρες, ενώ η Δανία (26%), η Ρουμανία (27%) και η Φινλανδία (32%) είναι οι λιγότερο επικριτικές.

Αυτή η απογοήτευση μεταφράζεται σε πρόθεση ψήφους στις Ευρωεκλογές. Πιο σκληρή στάση υιοθετούν από τους υποστηρικτές της ευρωομάδας Ταυτότητα και Δημοκρατία (78%) και τους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές (65%), ακολουθούμενες από την Αριστερά (55%).

Από την άλλη, οι ψηφοφόροι του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), το οποίο έχει κατηγορηθεί ότι υιοθετεί ακροδεξιά ατζέντα για εκλογικούς σκοπούς, εκφράζονται σε ποσοστό 46% αρνητικά για τον τρόπο αντιμετώπισης του μεταναστευτικού από την ΕΕ.

Ο μιμητισμός των συστημικών κομμάτων

Η αναφορά στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα δεν είναι τυχαία. Ειδικοί τονίζουν ότι στην προσπάθεια να αντιμετωπίσουν την άνοδο των ποσοστών των ακροδεξιών και λαϊκίστικων κομμάτων, τα συστημικά κόμματα επιδιώκουν να διαχειριστούν το μεταναστευτικό πρόβλημα αντιγράφοντας πιο σκληρές πολιτικές από την ατζέντα των αντιπάλων τους τόσο στο εσωτερικό όσο και σε επίπεδο ΕΕ.

Εντούτοις, αυτή η μετακίνηση προς τα δεξιά θεωρείται ότι είναι «παγίδα» για τα συστημικά κόμματα. Αναλυτές σημειώνουν αρχικά ότι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δεν θεωρούν τη μετανάστευση ως τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η ΕΕ. Τα τελευταία 15 χρόνια, η ΕΕ έχει περάσει πέντε μεγάλες κρίσεις, το μεταναστευτικό του 2015, τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, την κλιματική κρίση και την πανδημία του Covid-19. Όλες αυτές οι «περιπέτειες» έχουν αφήσει το στίγμα τους στον πληθυσμό της Γηραιάς Ηπείρου και δημιούργησαν νέα δεδομένα στο πολιτικό γίγνεσθαι. Εντούτοις, το μεταναστευτικό κατέχει κεντρική θέση όχι γιατί είναι η πιο οξεία κρίση της Ευρώπης στα μάτια των πολιτών της, αλλά λόγω της επιτυχίας των δεξιών κομμάτων να αναδείξουν το μεταναστευτικό ως σύμβολο των αποτυχιών της ΕΕ. Αυτό επιβεβαιώνουν τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης που έχουν παρατεθεί πιο πάνω.

Ωστόσο, ακόμη και εκείνοι που ανησυχούν περισσότερο για τη μετανάστευση, είναι απίθανο να πιστέψουν τα συστηματικά κόμματα που υιοθετούν ακροδεξιές πολιτικές. Σύμφωνα με έρευνα του European Council on Foreign Relations, παρά τα όσα λένε ή κάνουν οι ηγέτες, οι ψηφοφόροι τους υποπτεύονται ότι έχουν απώτερα κίνητρα . Όταν πρόκειται δηλαδή για ηγέτες φιλοευρωπαϊκών κομμάτων, ένας μεγάλος αριθμός ψηφοφόρων υποψιάζονται ότι, παρά το τι μπορεί να πουν ή να κάνουν δημόσια, στην πραγματικότητα θέλουν να ανοίξουν τη χώρα τους σε μετανάστες και πρόσφυγες. Επομένως, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι οι ψηφοφόροι του ακροδεξιού κόμματος θα μπορούσαν να προσελκυστούν από συστηματικά κόμματα μόνο και μόνο επειδή προσπαθούν να μιμηθούν την ακροδεξιά όσον αφορά τη μετανάστευση.

Σε κάθε περίπτωση, η υιοθέτηση πολιτικών της ακροδεξιάς για τη μετανάστευση εγκυμονεί πολλούς κινδύνους και δεν παρέχει καμία εγγύηση για την προσέλκυση ή τη διατήρηση των ψηφοφόρων που ενδιαφέρονται περισσότερο για τη μετανάστευση. Ίσως το μόνο παράδειγμα νίκης συστημικού κόμματος επί της ακροδεξιάς στο θέμα της μετανάστευσης ήταν οι Δανοί Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι βρήκαν μια πτυχή του προβλήματος, στην οποία μπορούσαν να έχουν αξιοπιστία. Με σύνθημα την υπεράσπιση του δανικού κοινωνικού μοντέλου, έπεισαν τους ψηφοφόρους για τα κίνητρά τους, χωρίς να κινδυνέψουν να εμφανιστούν ως μια «απομίμηση» της ακροδεξιάς που δανείστηκε απλώς την ατζέντα της στο μεταναστευτικό με στόχο μόνο την επανεκλογή τους.