Διεθνή

Πώς επηρεάζει η διάλυση του πολεμικού συμβουλίου τον πόλεμο στη Γάζα

Οι διαφωνίες μεταξύ της τριανδρίας είχαν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης του πολέμου στη Γάζα

Η προαναγγελθείσα διάλυση του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου επήλθε, αφήνοντας την ευθύνη για τη λήψη αποφάσεων για τον πόλεμο στη Γάζα αποκλειστικά στον Βενιαμίν Νετανιάχου και τους στενούς του συμβούλους. Η εξέλιξη αυτή δεν προκάλεσε καμιά έκπληξη, εάν αναλογιστούμε τις σχέσεις μεταξύ της τριανδρίας που αποτελούσε την κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Από την αρχή οι σχέσεις του Μπίμπι με τον «αιώνιο αντίπαλό» του Μπένι Γκαντζ ήταν τεταμένες, με τον τελευταίο να ασκεί δριμεία κριτική στον πρωθυπουργό της χώρας για πολιτικές σκοπιμότητες με φόντο τον πόλεμο στη Γάζα. Εύλογα δημιουργούνται ερωτήματα για τους ανθρώπους του πρωθυπουργού και πώς θα επηρεάσει η αλλαγή αυτή τις πολεμικές επιχειρήσεις. Σε διπλωματικό επίπεδο, υπάρχει η αίσθηση ότι οι διαπραγματεύσεις έχουν βαλτώσει, παρά τις συχνές τυμπανοκρουσίες για επίτευξη συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός.

Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν

Τη διάλυση του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου, το οποίο είχε συσταθεί εκτάκτως τον περασμένο Οκτώβριο, μετά την επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, αποφάσισε ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, μετά τις παραιτήσεις των Μπένι Γκαντζ και Γκάντι Άιζενκοτ από την κυβέρνηση.

Φυσικά, έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν θα υπάρξει νέο έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, μια κίνηση που στόχο είχε να αποφύγει το δίλημμα της ένταξης σε αυτό των ηγετών των κομμάτων του συνασπισμού – κάτι που είχε προταθεί προηγουμένως από τους υπουργούς Μπεζαλέλ Σμότριτς και Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε είτε να οδηγήσει σε επιδείνωση των σχέσεων του Ισραήλ με τις ΗΠΑ είτε να αναγκαστεί να αρνηθεί τις προτάσεις τους για πιο ακραία δράση στον πόλεμο, εξοργίζοντας έτσι την πιο συντηρητική πτέρυγα του συνασπισμού του. Όπως μετέδωσαν ισραηλινά Μέσα Ενημέρωσης, ο Νετανιάχου θα λαμβάνει ευαίσθητες αποφάσεις για τον πόλεμο στη Γάζα «σε περιορισμένες ομάδες».

Για όσους παρακολουθούσαν στενά τις εξελίξεις στο εσωτερικό του Ισραήλ, το τέλος του πολεμικού υπουργικού συμβουλίου ήταν προδιαγεγραμμένο. Οι διαφωνίες μεταξύ της τριανδρίας είχαν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης του πολέμου στη Γάζα και της κρίσης ομήρων. Ο Γκαντζ είχε παραδεχθεί δημόσια ότι η επιρροή του στις αποφάσεις για τον πόλεμο είχε μειωθεί από πολύ νωρίς.

Γι' αυτό δεν αποτέλεσε έκπληξη η ανακοίνωσή του ότι «έλαβε την πολύπλοκη και οδυνηρή απόφαση να αποχωρήσει από το πολεμικό υπουργικό συμβούλιο», πυροβολώντας τον Νετανιάχου και την ανεπάρκειά του να βρει μια λύση για τον πόλεμο στη Γάζα και τη μελλοντική διακυβέρνηση στον παλαιστινιακό θύλακα. Ο «αιώνιος αντίπαλος» του Μπίμπι, ακόμα και όταν ήταν μέσα στο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο, τον κατηγορούσε ότι έθετε τις δικές του προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες πάνω από μια συνολική μεταπολεμική στρατηγική για τη Λωρίδα της Γάζας, υποστηρίζοντας ότι «οι μοιραίες στρατηγικές αποφάσεις αντιμετωπίζονται με δισταγμό και αναβλητικότητα λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων», προτρέποντας τον πρωθυπουργό να προκηρύξει εκλογές τους επόμενους μήνες. Μεταξύ άλλων είχε δηλώσει ότι «ο Νετανιάχου στέκεται εμπόδιο στην πραγματική μας νίκη στη Γάζα».

Τον Απρίλιο, ο Γκαντζ ζήτησε να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές τον Σεπτέμβριο, λέγοντας ότι «η ισραηλινή κοινωνία πρέπει να ανανεώσει το συμβόλαιό της με την ηγεσία της». Τον προηγούμενο μήνα είχε ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον, για να συναντηθεί με την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Καμάλα Χάρις, σε ένα ταξίδι που δεν είχε εγκριθεί από την ισραηλινή κυβέρνηση. Σύμφωνα δε με δημοσκοπήσεις, ο Γκαντζ συχνά ξεπερνά σε δημοτικότητα τον Νετανιάχου. Έρευνα που δημοσιεύθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα από την ισραηλινή εφημερίδα Maariv έδειξε ότι η υποστήριξη για τον Gantz ήταν 42%, έναντι 34% για τον Νετανιάχου.

Οι άνθρωποι του πρωθυπουργού

Με τη διάλυση του πολεμικού υπουργικού συμβούλιο, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ θα βασίζεται πλέον σε μιαν άτυπη ομάδα αποτελούμενη από τους στενότερους συμβούλους του για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων για τον πόλεμο στη Γάζα, αναφέρουν αναλυτές. Με αυτήν την εξέλιξη, εξηγούν ότι η ομάδα των στενών συμβούλων του στερείται το πολιτικό εκτόπισμα και τη στρατιωτική εμπειρία που είχε το πολεμικό υπουργικό συμβούλιο.

Πρώτος τη τάξει μεταξύ των στενών συμβούλων είναι ο Υπουργός Άμυνας της χώρας, Γιοάβ Γκάλαντ. Είναι μέλος του κόμματος Λικούντ του Νετανιάχου, αλλά κατά καιρούς έχει έρθει σε ρήξη με τον Πρωθυπουργό. Πέρυσι, εν μέσω μαζικών διαμαρτυριών εναντίον του κυβερνητικού νομοσχεδίου για μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος, ο Γκάλαντ είπε ότι το σχέδιο απειλεί την εθνική ασφάλεια. Ο Νετανιάχου τότε τον απέλυσε αλλά τον επανέφερε δύο εβδομάδες αργότερα. Τελευταίο του «έργο» ήταν ένα σχέδιο για τη διακυβέρνηση της μεταπολεμικής Γάζας, το οποίο ο Ισραηλινός ηγέτης δεν το είχε αποδεχθεί.

Ακολουθεί ο κορυφαίος Ισραηλινός αξιωματούχος και στενότερος σύμβουλος του Νετανιάχου, Ρον Ντέρμερ. Ο Ντέρμερ ήταν πρεσβευτής του Ισραήλ στην Ουάσιγκτον και συμμετείχε στο πολεμικό συμβούλιο χωρίς δικαίωμα ψήφου. Επί του παρόντος υπηρετεί ως υπουργός στρατηγικών υποθέσεων του Ισραήλ και εργάστηκε στις προσπάθειες του Ισραήλ να εξομαλύνει τους δεσμούς με τη Σαουδική Αραβία και να περιορίσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.

Στον στενό κύκλο του Νετανιάχου εντάσσεται και ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ, Τζάτσι Χανέγκμπι. Σύμφωνα με τα ισραηλινά ΜΜΕ, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν μέρος μιας ελίτ ομάδας αξιωματούχων που ελάμβαναν ευαίσθητες αποφάσεις για τον πόλεμο. Τον περασμένο μήνα, ο Χανέγκμπι δήλωσε ότι αναμένει οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα να συνεχιστούν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους.

Το παζλ συμπληρώνει ο επικεφαλής του θρησκευτικού κόμματος Shas, Αριέ Ντέρι. Πρόκειται για στενό σύμμαχο του Μπίμπι, για τον οποίο το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ πριν από την έναρξη του πολέμου είχε αποφασίσει ότι δεν μπορούσε να υπηρετήσει ως ανώτερος υπουργός στην κυβέρνηση του Νετανιάχου, επειδή είχε καταδικαστεί για φορολογική απάτη.

Τι συμβαίνει με την εκεχειρία;

Από την αρχή του πολέμου υπάρχει η αίσθηση μιας αέναης διαπραγμάτευσης με τα εμπλεκόμενα μέρη, τα οποία μόνο σε μία περίπτωση κατάφεραν να έρθουν σε συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα. Στην τελευταία πρόταση που είχε υποβληθεί, ο Νετανιάχου υποστήριξε ότι η απάντηση της Χαμάς ήταν αρνητική. Από την πλευρά της η παλαιστινιακή οργάνωση επέμενε ότι απάντησε θετικά.

Την ίδια ώρα, ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, είπε ότι η Χαμάς είχε ζητήσει αλλαγές στη συμφωνία, κάποιες από τις οποίες ήταν ρεαλιστικές και κάποιες όχι. Αξιωματούχος της Χαμάς, από την άλλη, υποστήριξε ότι δεν είχαν βάλει στο τραπέζι καινούργιες ιδέες και ότι ο Μπλίνκεν έβλεπε τα πράγματα μόνο από την ισραηλινή σκοπιά.

Με αυτά τα δεδομένα, οι προσπάθειες για επίτευξη μιας διπλωματικής διεξόδου μοιάζουν να έχουν βαλτώσει, αφού Ισραήλ και Χαμάς φαίνεται ότι παραμένουν προσκολλημένοι στις μαξιμαλιστικές τους θέσεις, οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από καμιά πλευρά. Σύμφωνα με ειδικούς, στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης για τη συμφωνία τριών φάσεων βρίσκεται ο στόχος της Χαμάς να εξασφαλίσει από την αρχή μόνιμη κατάπαυση του πυρός και απόσυρση όλων των ισραηλινών στρατευμάτων από τη Γάζα, πριν παραδώσει τους περισσότερους από τους ομήρους. Το Ισραήλ από την πλευρά του λέει ότι είναι πρόθυμο να διαπραγματευτεί οριστικό τερματισμό του πολέμου, αλλά μόνο αφού διαλύσει τις στρατιωτικές και κυβερνητικές ικανότητες της Χαμάς. Αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τους στόχους της Χαμάς να επιβιώσει από τον πόλεμο και να διατηρήσει τον έλεγχο του παλαιστινιακού θύλακα.

Σύμφωνα με αναλυτές, «οι όμηροι είναι το μόνο χαρτί που έχει στα χέρια της η Χαμάς ως μοχλός πίεσης προς το Ισραήλ, επομένως το βασικό της αίτημα είναι μαξιμαλιστικό. Αυτό που θέλει είναι να αποσυρθεί το Ισραήλ, να τερματιστεί ο πόλεμος και να συνεχίσει να κυβερνά τη Γάζα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, χωρίς βέβαια να ξεκαθαρίζει η μοίρα των ομήρων».

Όμως, ακόμα και εάν το Ισραήλ θεωρεί ότι «πλησιάζει» περισσότερο στο τέλος του πολέμου τώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η χερσαία του επιχείρηση στη Ράφα, η Χαμάς δείχνει ανθεκτικότητα, καθώς επανεμφανίστηκε σε περιοχές στην κεντρική Γάζα, στις οποίες το Ισραήλ νόμιζε ότι είχε «καθαρίσει» από τους μαχητές. Η Χαμάς έχει λίγα κίνητρα να συμβιβαστεί και να εγκαταλείψει οποιονδήποτε μελλοντικό ρόλο μετά τον πόλεμο, δήλωσε ο Zakaria Al-Qaq, Παλαιστίνιος ειδικός σε θέματα Εθνικής Ασφάλειας, ειδικά εάν λάβουμε υπόψη ότι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι είναι η πιο δημοφιλής οργάνωση μεταξύ των Παλαιστινίων. Ο ειδικός καταλήγει λέγοντας ότι «η Χαμάς δεν θέλει να χάσει πολιτικά όσο παραμένει ζωντανή στρατιωτικά. Η ικανότητά της να αντιστέκεται είναι η πραγματική της νίκη».

Την πραγματικότητα αυτή φαίνεται ότι άρχισε να παραδέχεται και το ίδιο το Ισραήλ. Μιλώντας σε τηλεοπτική συνέντευξη, ο Εκπρόσωπος των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, Ντάνιελ Χαγκάρι, ανέφερε ότι η Χαμάς είναι ιδεολογία ριζωμένη στις καρδιές ανθρώπων και πλανάται όποιος νομίζει ότι το Ισραήλ μπορεί να την εξαλείψει. Γι' αυτό τονίζει ότι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί ο στόχος της απελευθέρωσης των ομήρων που κρατούνται στη Γάζα, είναι μέσω συμφωνίας ανταλλαγής αιχμαλώτων.