50 χρόνια μετά: Ιδού η αλήθεια για το ατιμώρητο έγκλημα

Όταν μετά την πτώση της χούντας, μέσα από τις στάχτες της κυπριακής τραγωδίας καταχωρήθηκαν ποινικές διώξεις κατά των πρωταιτίων του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974 εναντίον του Προέδρου Μακαρίου, η Κυβέρνηση Καραμανλή της μεταπολιτευτικής περιόδου ανέστειλε τις διώξεις με επίκληση νομοθεσίας, που προέβλεπε ότι μπορεί να υπάρξει μια τέτοια αναστολή «όταν απειλούνται οι σχέσεις της Ελλάδος μετά τρίτης τινός χώρας». Η χώρα βέβαια δεν ανεφέρθη, αλλά ήταν προφανές ότι επρόκειτο για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Δηλαδή δεν υπήρξε ποινική δίωξη των χουντικών, οι οποίοι διέταξαν και εκτέλεσαν την προδοσία του πραξικοπήματος που οδήγησε στην τουρκική εισβολή και, ως εκ τούτου, δεν υπήρξε τιμωρία για να μην αποκαλυφθεί ο ρόλος και οι κραυγάζουσες ευθύνες των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ.

Έτσι, η χούντα διώχθηκε και τιμωρήθηκε μόνο για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967 και για την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973.

Φοβούμαι ότι, διακατεχόμενοι από τους ίδιους αδικαιολόγητους φόβους, οι επόμενοι Πρωθυπουργοί, μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αρνήθηκαν ν’ ανταποκριθούν στο επανειλημμένο αίτημα της κυπριακής Βουλής για να παραδοθεί το υλικό που συνέλεξε «η Εξεταστική των πραγμάτων Επιτροπή» της Βουλής των Ελλήνων για την προδοσία της Κύπρου τη διετία 1986 -1988, παρά τις επανειλημμένες και έντονες οχλήσεις της Βουλής των Αντιπροσώπων. Μάλιστα, επί Προεδρίας της Βουλής από τον αείμνηστο Σπύρο Κυπριανού είχε δημιουργηθεί κλίμα σοβαρής έντασης και δημόσιων αντεγκλήσεων και λογομαχιών με την Αθήνα για το θέμα του «Φακέλου της Κύπρου».

Ευρισκόμενος στην Αθήνα το 2015, όταν στην Προεδρία της Βουλής βρισκόταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου, έθεσα ως στόχο να πείσω για την ανάγκη να δοθεί τέρμα σε αυτήν την ιστορική εκκρεμότητα. Πολύ διακριτικά, και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, συμφωνήσαμε ότι το θέμα θα έπρεπε να λήξει.

Δεδομένου ότι σε κοινοβουλευτικά συστήματα τον καθοριστικό λόγο για τις σημαντικές αποφάσεις της Βουλής έχει ο Πρωθυπουργός, επιδίωξα και είχα συνάντηση με τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Εξήγησα ότι ήταν αδιανόητο να υπάρχουν οποιεσδήποτε αναστολές και δισταγμοί στο να δοθεί στην Κύπρο το υλικό του «Φακέλου της Κύπρου», δεδομένου μάλιστα ότι οι όποιοι φόβοι για διασάλευση των σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ είχαν ξεπεραστεί από δημόσιες τοποθετήσεις - ομολογίες Αμερικανών αξιωματούχων. Ο Πρωθυπουργός συμφώνησε και προχωρήσαμε στις 21 Ιανουαρίου 2016 στην Αθήνα, με τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Νίκο Βούτση, στη συνομολόγηση Πρωτοκόλλου συνεργασίας για την ψηφιοποίηση και παράδοση στον Κύπριο Πρόεδρο της Βουλής ολόκληρου του συλλεγέντος υλικού από την «Εξεταστική των πραγμάτων Επιτροπή», για τον «Φάκελο της Κύπρου».

Με αυτόν τον τρόπο τερματίστηκε μια ιστορική εκκρεμότητα, δεκαετίες μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Το υλικό που παραδόθηκε στην κυπριακή Βουλή αναμένεται να χρησιμοποιηθεί για «κοινοβουλευτικούς, επιστημονικούς και ιστορικούς σκοπούς», σύμφωνα με το Πρωτόκολλο Συνεργασίας του Ιανουαρίου του 2016.

Ωστόσο θα πρέπει να υπομνησθεί, με την ευκαιρία, μια άλλη ιστορική εκκρεμότητα, που συνιστά κολοσσιαίο εθνικό όνειδος, όπως αναφέρεται πιο πάνω. Η μη ποινική δίωξη των πρωταιτίων που διενήργησαν το πραξικόπημα εναντίον του Προέδρου Μακαρίου.

Στις 3 Δεκεμβρίου 1975, οι βουλευτές Γ. Φαράκος, Α. Γιάννου και Κ. Κάππος κατέθεσαν επερώτηση στη Βουλή των Ελλήνων, και το ίδιο έπραξε και ο Λεωνίδας Κύρκος στις 22 Ιανουαρίου του 1976, «σχετικά με την καθυστέρηση της διώξεως κατά των υπευθύνων της κυπριακής τραγωδίας».

Μετά από συζήτηση της επερώτησης, ο τότε Υπουργός Δικαιοσύνης, Κ. Στεφανάκης, απάντησε με δήλωση του Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή ημερ. 16 Οκτωβρίου 1975: «Θα παραμείνει βέβαια ακόμα εκκρεμής η δίωξις των υπευθύνων διά το πραξικόπημα της Κύπρου και τούτο, διότι η Κυβέρνησις νομίζει ότι, κατά την παρούσα φάσιν του Κυπριακού, δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί η δίκη αυτή, αζημίως, διά την υπόθεσιν της Κύπρου».

Έτσι η χούντα διώχθηκε και τιμωρήθηκε μόνο για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1976 και για τη αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973. Όχι για την εθνική προδοσία της Κύπρου.

Και όμως. Ενώ η Κυβέρνηση Καραμανλή φρόντισε να «προστατεύσει» τους Αμερικανούς και ΝΑΤΟϊκούς και να επιβάλει συσκότιση για τις ευθύνες τους στην κυπριακή τραγωδία, ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1999, ζήτησε συγγνώμη για τη στήριξη που πρόσφεραν οι ΗΠΑ προς την ελλαδική χούντα. Αλλά και ο ανώτατος Αμερικανός διπλωμάτης, Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, σε στιγμές ειλικρίνειας, αναφώνησε το ΜΕΑ CULPA, για τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι Αμερικανοί στη στήριξη της δικτατορίας αλλά και στην κυπριακή τραγωδία.

Συνεπώς μπορεί να τερματίστηκε μια ιστορική εκκρεμότητα που αφορούσε το μαρτυρικό υλικό της «Εξεταστικής των Πραγμάτων Επιτροπής» της Βουλής των Ελλήνων, με την παράδοσή του στην Κύπρο.

Παραμένει ωστόσο ως στίγμα και εσαεί εθνικό όνειδος, το γεγονός ότι οι πρωταίτιοι της μεγαλύτερης προδοσίας στη νεότερη ιστορία του Ελληνισμού παρέμειναν ατιμώρητοι. Και γι’ αυτό εγκαλούνται όλες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις.

*Πρώην Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων