Διεθνή

«Δημοκρατικές» πλεκτάνες ξύπνησαν τον «κοιμισμένο» Τζο από το όνειρο της επανεκλογής

Αν και στην αρχή στήριζαν τον Μπάιντεν, όταν έγειρε η πλάστιγγα υπέρ του Τραμπ, συνωμότησαν για να τον εκδιώξουν

Μετά από οργιώδες παρασκήνιο, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, «λύγισε», αποχωρώντας από την κούρσα των προεδρικών εκλογών. Σε μια σπάνια κίνηση για την αμερικανική πολιτική σκηνή ένας εν ενεργεία Πρόεδρος δεν θα επιδιώξει την επανεκλογή του, επικαλούμενος τη «διάσωση της Δημοκρατίας». Αν και υπάρχει προσπάθεια να χρυσωθεί το χάπι για τον «κοιμισμένο» Τζο, κανείς δεν αμφισβητεί ότι είχε λίγες πιθανότητες ν’ αντεπεξέλθει στα καθήκοντά του για άλλα τέσσερα χρόνια. «Διά μαγείας», μάλιστα, η αντικαταστάτριά του όχι μόνο ήταν έτοιμη, αλλά κατάφερε μέσα σε λίγα 24ωρα να πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις εκλογές του Νοεμβρίου. Παρά τη δυναμική όμως που δημιούργησε με την είσοδό της στην προεκλογική, υπάρχουν εμφανείς αδυναμίες, τις οποίες ο Ρεπουμπλικάνος αντίπαλός της ήδη άρχισε να εκμεταλλεύεται.

Το αναπόφευκτο τέλος του Μπάιντεν

Ο Μπάιντεν «υπέκυψε στο μοιραίο» την περασμένη Κυριακή, δίνοντας τέλος στην προεκλογική του εκστρατεία, αποδίδοντας την απόφασή του στο καλώς νοούμενο συμφέρον της πατρίδας του. Η κίνηση αυτή δεν προκάλεσε καμιά έκπληξη, δεν χρειάζονται πολιτικοί αναλυτές για να εξηγήσουν ότι ο 81χρονος Μπάιντεν δεν ήταν ικανός ν’ αντεπεξέλθει στα προεδρικά καθήκοντα για άλλα τέσσερα χρόνια.

Την ίδια ώρα, τα μέχρι στιγμής δεδομένα έδειχναν ότι βάδιζε προς μια καταστροφική ήττα έναντι του πρόσφατα ενισχυμένου Ντόναλντ Τραμπ. Αν και οι Ρεπουμπλικάνοι εξέφρασαν τη συμπάθειά τους για τους αδικημένους ψηφοφόρους που υποστήριζαν τον Μπάιντεν από την αρχή, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ίδιο του το κόμμα τον ήθελε εκτός κούρσας. Ειδικοί αναφέρουν ότι επιφανή στελέχη των Δημοκρατικών, όπως η Νάνσι Πελόζι και ο Μπάρακ Ομπάμα, ήταν οι ενορχηστρωτές ενός εσωκομματικού πραξικοπήματος. Αν και στην αρχή στήριζαν τον Μπάιντεν, όταν έγειρε η πλάστιγγα υπέρ του Τραμπ, συνωμότησαν για να τον εκδιώξουν.

Κάποιοι πολιτικοί αναλυτές προσπαθούν να ωραιοποιήσουν αυτήν τη σκευωρία, αποδίδοντάς της δημοκρατικό τόνο. Το επιχείρημα είναι ότι, κατά κάποιον τρόπο, οι ίδιοι οι ψηφοφόροι έδειξαν την πόρτα στον Αμερικανό Πρόεδρο. Φυσικά, είναι βέβαιο ότι στις κάλπες θα πληρώσουν το ανάλογο εκλογικό τίμημα για τη συγκάλυψη στην αυξανόμενη ανικανότητα του Μπάιντεν να εκτελέσει τα καθήκοντά του. Η απόφασή του να θέσει ξανά υποψηφιότητα ήταν μια εγωιστική πράξη, που αρχικά όχι μόνο ελάχιστοι βγήκαν να αμφισβητήσουν, αλλά στη συνέχεια δέχθηκαν επιπλήξεις από το «κατεστημένο».

Το μόνο βέβαιο είναι ότι τώρα οι Δημοκρατικοί θα προσπαθήσουν να κάνουν τους ψηφοφόρους να ξεχάσουν το δράμα με τον Μπάιντεν και να επικεντρωθούν στο νέο τους «άτι», που θα τρέξει για την προεδρία. Φυσικά, αυτές τις ημέρες είμαστε στην περίοδο εξύμνησης του «αδικοχαμένου» πλέον Μπάιντεν, με τους ενορχηστρωτές του «πραξικοπήματος» να τον κοσμούν με «ομηρικά επίθετα» για την τόλμη και το θάρρος του να εγκαταλείψει την προεκλογική προς όφελος της πατρίδας τους.

Για να είμαστε δίκαιοι, υπάρχουν κάποια επιτεύγματα για να εντάξει στο βιογραφικό του όταν αποχωρήσει από το οβάλ γραφείο. Για παράδειγμα, η συμφωνία Aukus με τη Βρετανία και την Αυστραλία αλλά και η ενίσχυση της συνεργασίας με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα ήταν σημαντικοί σταθμοί για την εξωτερική πολιτική της χώρας. Αν και η στήριξή του στην Ουκρανία χαρακτηρίζεται μνημειώδης, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι απέτυχε να αποτρέψει τον Πούτιν από το να προχωρήσει με τους σχεδιασμούς του. Στον τομέα της οικονομίας και του περιβάλλοντος, θεωρείται ότι σε μεγάλο βαθμό έχει αποτύχει.

Πώς πήρε το χρίσμα σε μόλις 48 ώρες

Η Καμάλα Χάρις, χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερη αντίσταση, κατέλαβε το «φρούριο» των Δημοκρατικών σε λιγότερο από 48 ώρες από την παραίτηση του Τζο Μπάιντεν. Υπό τον φόβο της συντριπτικής ήττας από τον Ντόναλντ Τραμπ, έτρεξαν άμεσα πίσω από τη Χάρις, με τους πιθανούς αντιπάλους της να τη στηρίζουν και τους ηγέτες του κόμματος να επιλέγουν τελικά να μη σταθούν εμπόδιο.

Σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, η αντιπρόεδρος άρπαξε τάχιστα την ευκαιρία, με τα τηλέφωνα προς τους Δημοκρατικούς να παίρνουν φωτιά εντός μισή ώρας από την αποχώρηση του Μπάιντεν. Παρασκηνιακά, συσπειρώθηκαν γύρω της βουλευτές και ομάδες ακτιβιστών. Η γρήγορη άνοδος της Χάρις θυμίζει κατά κάποιον τρόπο την πορεία του Μπάιντεν όταν «ξαναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του» για ν’ ανταποκριθεί στις ανησυχίες που είχε το κόμμα του για επανάληψη της ήττας από τον Τραμπ.

Σε κάθε περίπτωση, δεν έχασε χρόνο για ν’ αρχίσει να κτίζει το νέο της προφίλ ως η υποψήφια των Δημοκρατικών, με την ελπίδα ότι θα μπορέσει να νικήσει τον Ρεπουμπλικάνο αντίπαλό της. Στους τρεισήμισι μήνες που απομένουν μέχρι την ημέρα των εκλογών, η Χάρις θα πρέπει να αυτοπροσδιοριστεί στον αμερικανικό λαό, προτού την προσδιορίσουν ο Τραμπ και το κόμμα του. Πρέπει επίσης να πάρει τον έλεγχο του μηχανισμού εκστρατείας που ο Μπάιντεν αφιέρωσε περισσότερο από ένα χρόνο για να κτίσει.

Η ομάδα της πάντως παραμένει αισιόδοξη, εξηγώντας ότι η υποψηφιότητα Χάρις δίνει την ευκαιρία για μια επανεκκίνηση. Εξηγούν ότι η προηγούμενη θητεία είναι συνήθως πλεονέκτημα για έναν Πρόεδρο που επιδιώκει να επανεκλεγεί. Για τον Μπάιντεν, όμως, ήταν βάρος. Στις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων δηλώνουν βαθιά δυσαρεστημένοι με την κατάσταση της χώρας, θεωρώντας ότι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα της χώρας είναι προβληματικό, επιδιώκοντας ουσιαστικά την αλλαγή.

Ενώ ο Τραμπ είναι υποψήφιος «αλλαγής», ο Μπάιντεν δεν ήταν. Όχι μόνο αντιπροσώπευε το status quo, αλλά δυσκολεύτηκε επίσης να προωθήσει το όραμά του για τη δεύτερη θητεία του. Η εκστρατεία του για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων των αμβλώσεων ήταν, ουσιαστικά, μια προσπάθεια υπεράσπισης του συστήματος και της Αμερικής όπως ήταν πριν από τον Τραμπ. Ακόμη και η εκστρατεία του Μπάιντεν το 2020 να «αποκαταστήσει την ψυχή του έθνους» ή να φέρει μια «επιστροφή στην κανονικότητα» ήταν μια υπόσχεση για επιστροφή στην πολιτική πριν από τον Τραμπ. Αυτό μπορεί να φαινόταν αναζωογονητικό στους ψηφοφόρους εν μέσω του χάους της προεδρίας Τραμπ, αλλά δεν φαίνεται να είναι αρκετό για τους ψηφοφόρους σήμερα.

Γι’ αυτό θεωρούν ότι, με την Καμάλα Χάρις, οι Δημοκρατικοί θα έχουν άλλη μια ευκαιρία να υποστηρίξουν ότι μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση στη χώρα για δύο λόγους: Πρώτον, η νέα υποψήφιός τους δεν είναι ούτε ο Μπάιντεν αλλά ούτε ο Τραμπ, δύο πρόσωπα που είναι στην πολιτική ζωή για δεκαετίες. Κατά δεύτερον, δεν είναι Πρόεδρος, οπότε μπορεί μεν να επιβαρύνεται από τις αντιλήψεις των ψηφοφόρων για το ιστορικό του Μπάιντεν, αλλά θα έχει χώρο να διαφοροποιηθεί, επιχειρηματολογώντας για μια νέα πολιτική κατεύθυνση.

Μπορεί να νικήσει τον Τραμπ;

Η εξασφάλιση του χρίσματος των Δημοκρατικών μπορεί να αποδειχθεί το εύκολο κομμάτι για τη Χάρις, αφού προβλέπεται ότι η πιο δύσκολή της μάχη για τη νίκη επί του Τραμπ τώρα αρχίζει. Η υποψηφιότητά της μπορεί να δίνει νέα δυναμική, εντούτοις προκύπτουν σημαντικές αδυναμίες, που δεν ήταν ορατές με τον Τζο Μπάιντεν.

Προς το παρόν, η Χάρις εξασφαλίζει προβάδισμα δύο ποσοστιαίων μονάδων έναντι του Ρεπουμπλικανού αντιπάλου της στην πρώτη δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos μετά την ανακοίνωση Μπάιντεν ότι αποσύρεται από την κούρσα. Όμως, αυτά τα νούμερα μπορούν να αλλάξουν όσο προχωράμε προς τον Νοέμβριο.

Παρά τη δυναμική που εμφανίζει η Χάρις, υπάρχει ένας λόγος για τον οποίο ορισμένοι Δημοκρατικοί ήταν αρνητικοί με την αποχώρηση του Μπάιντεν, γνωρίζοντας ότι τη θέση του κατά πάσα πιθανότητα θα έπαιρνε η αντιπρόεδρος. Πολιτικοί αναλυτές εξηγούν ότι το ιστορικό της στη θέση του αντιπροέδρου ήταν αρκετά αμφιλεγόμενο. Στις αρχές της θητείας της ανέλαβε την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Ορισμένα λάθη και κάποιες ανεπίτρεπτες δηλώσεις της προκάλεσαν πολιτικό κόστος και την άφησαν εκτεθειμένη στις επιθέσεις των Συντηρητικών.

Οι Ρεπουμπλικάνοι την αποκαλούν ως τον «τσάρο των συνόρων» του Προέδρου, προσπαθώντας να την κάνουν το πρόσωπο των αποτυχημένων, για πολλούς, πολιτικών της κυβέρνησης Μπάιντεν. Το μεταναστευτικό έτσι κι αλλιώς είναι ευαίσθητο θέμα για τους Δημοκρατικούς στις επηρεαζόμενες περιοχές, η πλειονότητα των οποίων πιστεύουν ότι δεν γίνεται αρκετή δουλειά.

Επίσης, ο αντίπαλός της ήδη επανέφερε το θέμα των αμβλώσεων, κατηγορώντας ότι τάσσεται υπέρ της «εκτέλεσης μωρών» με το πρόγραμμά της για την άμβλωση. «Θέλει αμβλώσεις ώς τον όγδοο και τον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης, ώς τη γέννα, ακόμα και μετά τη γέννα, εκτελέσεις μωρών». Η αλήθεια είναι ότι ενώ ο Μπάιντεν προσπαθούσε καιρό να μιλήσει για τις αμβλώσεις, δεν είχε υποστηρίξει ανοιχτά το ζήτημα, ενώ δεν έδωσε ικανοποιητικές απαντήσεις και στο ντιμπέιτ με τον Τραμπ. Αντίθετα, η Χάρις έχει μιλήσει ανοιχτά και θερμά για το δικαίωμα στις αμβλώσεις και είχε έρθει σε αντιπαράθεση με τους Ρεπουμπλικάνους για το θέμα αυτό.

Ανησυχητικό είναι και το ιστορικό της ως υποψήφιας. Κανείς δεν λησμονεί ότι το 2020 η προσπάθειά της για να πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών κατάληξε σε παταγώδη αποτυχία. Ενώ έκανε ένα καλό ξεκίνημα, ένας συνδυασμός λανθασμένων συνεντεύξεων, έλλειψης σαφώς καθορισμένου οράματος και κακής διαχείρισης της καμπάνιας την οδήγησαν να εγκαταλείψει νωρίς την προσπάθειά της.