Μια ρεαλιστική αποτίμηση του Κυπριακού
Η άτυπη Σύνοδος των Υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε. με την παρουσία Φιντάν δεν απέφερε οποιοδήποτε χειροπιαστό αποτέλεσμα για το Κυπριακό. Προφανώς ευνοήθηκε η Τουρκία, αφού αναθερμαίνει τις σχέσεις της με την Ε.Ε.. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών μίλησε για δύο κυρίαρχες οντότητες στην Κύπρο, ενώ απέρριψε τη διασύνδεση των Ευρωτουρκικών με το Κυπριακό.
Θετική η προσπάθεια των Υπουργών Εξωτερικών Κύπρου και Ελλάδας, να αναδείξουν τη σύνδεση του Κυπριακού με την όποια ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Παρ’ όλο που σε επίσημο και όχι άτυπο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το 2005 υιοθετήθηκαν από τους αρχηγούς των κρατών - μελών της Ε.Ε. οι αποκαλούμενες κυπρογενείς υποχρεώσεις της Τουρκίας, που, δυστυχώς, παραμένουν αναξιοποίητες εδώ και 19 χρόνια.
Το κατά πόσον θα υπάρξει οποιαδήποτε μετακίνηση της Τουρκίας στο Κυπριακό θα διαπιστωθεί τον Σεπτέμβριο στα Ηνωμένα Έθνη. Αν θα αποδεχθεί πραγματοποίηση των συνομιλιών.
Γεγονός παραμένει ότι στη μακρά πορεία του Κυπριακού μετά την τουρκική εισβολή του 1974, είναι ίσως η πρώτη φορά που η Κυπριακή Δημοκρατία και η ελληνική κυπριακή πλευρά βρίσκεται σε ρόλο παράκλητου για πραγματοποίηση συνομιλιών. Με προβολή μιας άτεγκτης και εμμονικής θέσης, Τουρκίας-τουρκοκυπριακής πλευράς, ότι προϋπόθεση συμμετοχής σε συνομιλίες είναι η αναγνώριση χωριστής κυριαρχικής ισότητας, η άρση του λεγόμενου εμπάργκο και η λύση δύο κρατών.
Το γεγονός είναι αποκαρδιωτικό και κυρίως άκρως επικίνδυνο. Το ιστορικό των διακοινοτικών συνομιλίων, άκαρπων και ατελέσφορων, παγίωσε μια εικόνα εσωτερικής σύγκρουσης και στρέβλωσης του πραγματικού χαρακτήρα του Κυπριακού. Η Τουρκία στο απυρόβλητο. Σε θέση τρίτου και εν πολλοίς καλόπιστου παρατηρητή.
Η παγίωση αυτής της εικόνας ήταν φυσικό να επηρεάσει και την οπτική του ΟΗΕ ως του βασικού παράγοντα προσπαθειών για λύση του Κυπριακού. Βαθμιαία τα Ηνωμένα Έθνη αφαίρεσαν την Τουρκία από το κάδρο του Κυπριακού. Χαρακτηριστικές οι κατά καιρούς εκθέσεις των Γενικών Γραμματέων του Διεθνούς Οργανισμού, από τις οποίες μονίμως απουσιάζει η Τουρκία, η κατοχή, ο εποικισμός και οι έκνομες τουρκικές ενέργειες. Το Κυπριακό είναι πλέον για τον ΟΗΕ μια δικοινοτική διαφορά, ζήτημα μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και δημιουργίας κλίμακας ομαλότητας.
Πρόκειται για το πλέον τραγικό και άκρως επικίνδυνο αποτέλεσμα της εκ μέρους μας διαχείρισης των προσπαθειών λύσης του Κυπριακού.
Αντί μιας σταθερής στρατηγικής για συνομιλίες με την Τουρκία, ως της αντίπαλης πλευράς, ως εισβολέα και παραβάτη του Διεθνούς Δικαίου, διολισθήσαμε στην παγίδα των διακοινοτικών συνομιλιών, αφήνοντας στο απυρόβλητο την Τουρκία. Στην πραγματικότητα την απενοχοποιήσαμε και αποδεχθήκαμε ότι η τουρκική επέμβαση του 1974 ήταν συνέπεια της σύγκρουσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Τραγικό μεν αλλά πραγματικό.
Είναι λογικό να προβάλλεται η άποψη ότι υπήρξε δικοινοτικό πρόβλημα και ότι προϋπήρχε του 1974. Ορθόν. Η λεγόμενη εσωτερική πτυχή του Κυπριακού, η δομή του κυπριακού κράτους, η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, μπορούν και πρέπει να συζητηθούν μεταξύ των δυο κοινοτήτων, όμως η διεθνής πτυχή του Κυπριακού, η εισβολή, η κατοχή, τα στρατεύματα, οι εγγυήσεις, το μονομερές δικαίωμα επέμβασης, είναι θέμα των δύο κοινοτήτων; Ασφαλώς όχι. Άλλωστε είναι γι’ αυτό που νομιμοποιούνται τα Ηνωμένα Έθνη να έχουν ενεργό και πρωταγωνιστικό ρόλο στις προσπάθειες επίλυσης της κυπριακής κρίσης. Και οφείλαμε αμετακίνητα να επιμένουμε σε μια διαδικασία με παρούσα την Τουρκία. Σε μια διεθνή διάσκεψη, στην οποία οι διεθνείς πτυχές του Κυπριακού θα αποτελούσαν την ημερησία διάταξη. Με ταυτόχρονη πραγματοποίηση διακοινοτικών συνομιλίων για το συνταγματικό μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας, δηλαδή τη μετεξέλιξή της σε ομοσπονδιακό πολίτευμα και σε καμία περίπτωση την κατάργησή της.
Είναι πιθανόν να αντιταχθεί το επιχείρημα ότι τώρα είναι αργά για να επιχειρηθεί μια διαφοροποίηση της στρατηγικής μας. Και, όμως, στην πραγματικότητα είναι η μόνη ρεαλιστική διέξοδος ενώπιον των αδιεξόδων που έχουν συσσωρευθεί από την μέχρι τώρα διαχείριση. Ενώπιόν μας έχουμε πλέον την τουρκική αξίωση των δύο κρατών, της κυριαρχικής ισότητας, της νομιμοποίησης των παράνομων οντοτήτων της λεγόμενης Τ.Δ.Β.Κ. (λειτουργία αεροδρομίου, λιμένα Αμμοχώστου, απευθείας εμπορίου).
Συνεπώς ή θα αποδεχθούμε, χάριν επανάληψης των συνομιλιών, τους όρους που θέτει η τουρκική πλευρά, κάτι που θα σημαίνει ντε γιούρε αποδοχή των τετελεσμένων της τουρκικής εισβολής και κατοχής, ή θα επανέλθουμε στην πηγή της κακοδαιμονίας της κυπριακής κρίσης, επιδιώκοντας ρεαλιστικά μιαν αναμόρφωση της στρατηγικής μας. Εγκαταλείποντας ευσεβοποθικές και ουτοπικές προσεγγίσεις και ενέργειες, όπως η πρόσφατη μη άσκηση βέτο για τη συμμετοχή του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών σε συνοδό Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Την ίδια στιγμή που η Ε.Ε. πραγματοποιεί τη σύνοδο των Ευρωπαίων Υπουργών Εξωτερικών στις Βρυξέλλες και όχι στη Βουδαπέστη γιατί ο Πρωθυπουργός Όρμπαν, της προεδρεύουσας Ουγγαρίας, επισκέφτηκε τη Ρωσία που είναι χώρα εισβολέας. Κι εμείς δεν έχουμε ένσταση για την παρουσία του δικού μας εισβολέα!
Λέγεται συχνά ότι «η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Στην περίπτωσή μας είναι φανερό ότι το μόνο εφικτό είναι μια εκ βάθρων αναδιαμόρφωση της στρατηγικής μας. Κάθε άλλη πρακτική είναι ουτοπία, χίμαιρα και, το χειρότερο, παράδοση άνευ όρων στους τουρκικούς σχεδιασμούς.
*Πρώην Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων