Ο κύβος ερρίφθη… Μικρή ανάσα στους δανειολήπτες, σημαντικό σήμα για τις αγορές οι μειώσεις επιτοκίων
Τι σημαίνει η μείωση των επιτοκίων; Αποτελεί την αρχή μιας σταδιακής επιστροφής σε χαμηλότερα επίπεδα;
Ο κύβος ερρίφθη και η δεύτερη μείωση επιτοκίων είναι γεγονός, κάτι που θα δώσει μια μικρή ανάσα στους δανειολήπτες, αλλά αποτελεί και ένα θετικό σημάδι προς τις αγορές, ώστε η οικονομία να μπορέσει να «στροφάρει».
Μετά από 10 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων από το 2022, ώστε να μειωθεί ο πληθωρισμός, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχώρησε σε πρώτη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης τον Ιούνιο του 2024. Το καλοκαίρι η ΕΚΤ τήρησε «σιγήν ιχθύος», ακολουθώντας μια πιο συντηρητική πολιτική και βάζοντας φρένο στις αναμενόμενες μειώσεις.
Στη συνεδρίασή της την Πέμπτη, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε τη μείωση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, καθώς, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, τα στοιχεία του πληθωρισμού επέτρεψαν τη μικρή χαλάρωση στη νομισματική πολιτική. Επίσης, το ΔΣ της ΕΚΤ δηλώνει ότι είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο τού 2%.
«Ο μεγάλος στόχος του ελέγχου του πληθωρισμού έχει επιτευχθεί»
Αν και η μείωση δεν είναι θεαματική, αποτελεί ωστόσο μια θετική εξέλιξη, σύμφωνα με τον οικονομικό αναλυτή, Γιάγκο Χατζηγιάννη, αφού το γεγονός αποτελεί σημάδι ότι ο μεγάλος στόχος ελέγχου του πληθωρισμού έχει επιτευχθεί. Μιλώντας στη «Σημερινή», ο κ. Χατζηγιάννης χαρακτήρισε το γεγονός ως «σημάδι» από την ΕΚΤ προς τις αγορές, για να πάρει μπρος η οικονομία.
«Για ένα διάστημα είχαν σταθεροποιηθεί τα επιτόκια και βλέπουμε, επιτέλους, μια μείωση. Δεν είναι θεαματική, αλλά το θετικό είναι το σημάδι που στέλνουν στις αγορές οι ιθύνοντες της ΕΚΤ, ότι είναι ικανοποιημένοι με την πορεία της οικονομίας και ότι χρειάζεται μία χαλάρωση στα επιτόκια, για να μπορέσει να στροφάρει καλύτερα η οικονομία», ανέφερε συγκεκριμένα.
Αν και επέρχεται μείωση μετά την απόφαση της ΕΚΤ, ωστόσο, ο δρόμος για χαμηλά επιτόκια είναι ακόμη μακρύς.
«Μετά από μία αύξηση της τάξης των 4%, που υπήρχε από το 2022 στο 2024, είναι ένα σημάδι ανακούφισης. Όμως, έχουμε να διανύσουμε δρόμο ακόμη για να δούμε χαμηλά επιτόκια και φθηνό χρήμα, όπως υπήρχε πριν από το 2022», τόνισε ο Γιάγκος Χατζηγιάννης.
Εν αναμονή για περαιτέρω μειώσεις
Όσον αφορά το αν θα ακολουθήσουν περαιτέρω μειώσεις στα επιτόκια, η ΕΚΤ διευκρίνισε ότι το ΔΣ δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για συγκεκριμένη πορεία των επιτοκίων. Παρόλα αυτά, μερίδα επενδυτών αναμένουν επιπλέον μειώσεις στις επόμενες συνεδρίες, τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο. Αν επαληθευτεί αυτό, ενδεχομένως μέχρι το τέλος του 2024 να σημειωθεί συνολική μείωση 1%.
«Ενώ τέλη του 2023 αρχές του 2024 υπήρχαν προβλέψεις για πιο σημαντική μείωση, τελικά ήταν αρκετά συντηρητική η προσέγγιση της ΕΚΤ. Τώρα έχουμε τη δεύτερη μείωση, 0,5% στο σύνολο. Οι προβλέψεις είναι ότι θα έχουμε ακόμη 0,5% μέχρι το τέλος του χρόνου. Άρα το 2024 θα κλείσει με μία μείωση 1%, που θα είναι αρκετά σημαντική», προβλέπει από πλευράς του ο οικονομικός αναλυτής Γιάγκος Χατζηγιάννης.
Οι αυξήσεις επιτοκίων από τις κυπριακές τράπεζες
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αρχές του Σεπτέμβρη, οι τράπεζες στην Κύπρο προχώρησαν σε αύξηση δανειστικών επιτοκίων και μείωση των καταθετικών (σύγκριση Ιούλιο με τον Αύγουστο). Ειδικότερα, το επιτόκιο που αφορά καταναλωτικά δάνεια σημείωσε αύξηση στο 6,67% από 6,18%. Το επιτόκιο που αφορά δάνεια για αγορά κατοικίας αυξήθηκε στο 4,59%, από 4,52%. Από την άλλη, το επιτόκιο για καταθέσεις προθεσμίας έως ενός έτους από νοικοκυριά σημείωσε μείωση στο 1,96%, σε σύγκριση με 2,17% τον προηγούμενο μήνα και το επιτόκιο για καταθέσεις από μη χρηματοδοτικές εταιρείες παρουσίασε μείωση στο 2,28%, σε σύγκριση με 2,35% τον προηγούμενο μήνα.
Οι συγκεκριμένες αυξήσεις προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις των πολιτικών κομμάτων ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ. Από πλευράς του ο ΔΗΣΥ, σε ανακοίνωση χαρακτήρισε το γεγονός ως προκλητικό και κάλεσε τις τράπεζες να σταματήσουν να προκαλούν άλλο την κοινωνία, καθώς θα υπάρξει αντίδραση. Το ΑΚΕΛ έκανε λόγο για ακραία εκμετάλλευση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από τις τράπεζες, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην πολιτική ανοχής που ακολουθεί η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη.
Κληθείς από τη «Σ» να σχολιάσει τις αυξήσεις επιτοκίων από τις κυπριακές τράπεζες, ο Γιάγκος Χατζηγιάννης ανέφερε ότι, με βάση την κατάσταση της οικονομίας, δεν είναι δικαιολογημένες.
«Υπήρξαν κάποιες μικρές αυξήσεις των επιτοκίων, όχι απ’ όλες τις τράπεζες, από κάποιες, που σίγουρα είναι παράδοξο. Δεν δικαιολογείται με βάση την κατάσταση της οικονομίας ούτε με βάση το κόστος των τραπεζών, δηλαδή πώς δανείζονται οι ίδιες από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έχει δημιουργηθεί μία έντονη συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα», είπε συγκεκριμένα.
Φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών των τραπεζών επιδιώκει το ΑΚΕΛ
Το ΑΚΕΛ επιδιώκει τη φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών των τραπεζών, καθώς, όπως αναφέρει σε ανακοίνωση, «οι τράπεζες δεν καταλαβαίνουν από παρακάλια».
«Ακόμα και τώρα που η ΕΚΤ άρχισε να μειώνει τα επιτόκια, οι κυπριακές τράπεζες τα αυξάνουν κάνοντας νέα ρεκόρ υπερκερδών», αναφέρει το κόμμα της Αριστεράς σε πρόσφατη ανακοίνωση.
Με τους συγκεκριμένους πόρους, που θα έρθουν από τη φορολόγηση, το ΑΚΕΛ προτείνει όπως επιδοτηθεί το επιτόκιο για τα στεγαστικά δάνεια της πλειοψηφίας των πολιτών.
Ο οικονομικός αναλυτής Γιάγκος Χατζηγιάννης υποστηρίζει ότι οι παρεμβάσεις από το κράτος σε μια ελεύθερη αγορά δεν είναι σωστές, τονίζοντας ότι οι κυπριακές τράπεζες στηρίζονται σε ξένους επενδυτές και μία φορολόγησή τους θα στείλει λάθος μηνύματα.
«Βεβαίως να υπάρχει έλεγχος όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας των τραπεζών. Υπάρχουν αρκετοί φορείς που μπορεί να απευθυνθεί κάποιος όσον αφορά την κακή διαχείριση. Αλλά το να έρθεις να επιβάλεις τέλος επειδή για μια περίοδο υπήρξε αύξηση των κερδών των τραπεζών, δεν είναι σωστό. Επίσης οι τράπεζες στην Κύπρο εξαρτώνται από ξένους επενδυτές και δεν θέλουμε να τους στέλνουμε λάθος μηνύματα, ότι με κρατικές παρεμβάσεις αλλάζεις τους όρους του παιχνιδιού», υπέδειξε συγκεκριμένα.
Ο κ. Χατζηγιάννης κατέληξε στο ότι η κυπριακή οικονομία είναι αντιμέτωπη με διάφορες προκλήσεις, ωστόσο κινείται με θετικό πρόσημο. Όσον αφορά τα μέσα επίπεδα της Ευρωζώνης σε σχέση με τον πληθωρισμό, η Κύπρος είναι πιο κάτω, και πιο πάνω όσον αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης.