Απομάκρυνση ανθρακούχων εκπομπών από την Ε.Ε. και πιστοποίηση ανθρακοδεσμευτικής γεωργίας
Η τελευταία έκθεση[1] της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) επισημαίνει τη μείωση της πιθανότητας περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε 1,5°C, εκτός εάν σημειωθούν ταχείες μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. H έκθεση αναφέρει σαφώς ότι «η ανάπτυξη της απορρόφησης του διοξειδίου του άνθρακα για την αντιστάθμιση των υπολειμματικών εκπομπών που είναι δύσκολο να μειωθούν είναι αναπόφευκτη για την επίτευξη μηδενικών καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου». Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται η ανάπτυξη βιώσιμων δραστηριοτήτων σε ευρεία κλίματα για τη δέσμευση του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και τη μόνιμη αποθήκευσή του σε γεωλογικούς ταμιευτήρες, χερσαία και θαλάσσια οικοσυστήματα ή προϊόντα.
Το Ευρωπαϊκό Νομοθέτημα για το Κλίμα[2] προβλέπει ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να καταστεί κλιματικά ουδέτερη έως το 2050. Αυτό απαιτεί τη σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την εξισορρόπηση των αναπόφευκτων εκπομπών (αλλιώς υπολειμματικών) και απορροφήσεων εντός της Ε.Ε. το αργότερο έως το 2050. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, τόσο τα φυσικά οικοσυστήματα όσο και οι βιομηχανικές δραστηριότητες θα πρέπει να συμβάλλουν στην απορρόφηση αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων τόνων αερίων του θερμοκηπίου ετησίως από την ατμόσφαιρα. Σήμερα και με τις τρέχουσες πολιτικές, η Ε.Ε. δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη αυτών των στόχων: τα τελευταία χρόνια οι απορροφήσεις άνθρακα στα φυσικά οικοσυστήματα μειώνονται και επί του παρόντος δεν πραγματοποιούνται σημαντικές βιομηχανικές απορροφήσεις άνθρακα.
Η έννοια της "κλιματικής ουδετερότητας" βασίζεται στην εξισορρόπηση των υπολειμματικών εκπομπών με τις απορροφήσεις εκπομπών. Αυτό σημαίνει ότι αφού επιτευχθούν όλες οι εφικτές μειώσεις εκπομπών, οι εναπομένουσες εκπομπές απομακρύνονται από την ατμόσφαιρα μέσω φυσικών ή τεχνιτών διαδικασιών. Ενώ η προσέγγιση αυτή είναι θεμελιώδης για την πολιτική της Ε.Ε. για το κλίμα, οι όροι «υπολειμματικές εκπομπές» και «απομάκρυνση εκπομπών» συνοδεύονται από τις δικές τους προκλήσεις.
Οι υπολειμματικές εκπομπές δεν είναι συνήθως καλά καθορισμένες, ούτε εννοιολογικά ούτε ποσοτικά. Ο όρος δεν έχει συνεπή ορισμό ή εφαρμογή στη βιβλιογραφία. Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι υπολειμματικές εκπομπές περιγράφονται αόριστα ως εκπομπές που «δεν μπορούν» να εξαλειφθούν, ενώ σε άλλες γίνονται αναφορές σε οικονομικές και τεχνικές εκτιμήσεις. Οι εκτιμήσεις αυτές, ωστόσο, συχνά δεν ορίζονται αυστηρά ή επιστημονικά, με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτες σε κοινωνικοοικονομικές επιρροές.
Στην ανακοίνωση της Επιτροπής του 2021 σχετικά με τους βιώσιμους κύκλους άνθρακα[3] τονίζεται η σημασία της δημιουργίας ενός επιχειρηματικού μοντέλου που ανταμείβει τους διαχειριστές γης για την παγίδευση άνθρακα με πλήρη σεβασμό των οικολογικών αρχών (δηλαδή «Ανθρακοδεσμευτική Γεωργία»), καθώς και της δημιουργίας μιας εσωτερικής αγοράς της ΕΕ για τη δέσμευση, τη χρήση, την αποθήκευση και τη μεταφορά διοξειδίου του άνθρακα μέσω καινοτόμων τεχνολογιών.
Σε αυτό το πλαίσιο, και λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία των Απομακρύνσεων Άνθρακα καθώς και της Ανθρακοδεσμευτικής Γεωργίας στη διαχείριση των υπολειμματικών εκπομπών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τον Απρίλιο νέο Κανονισμό για την Πιστοποίηση της Απομάκρυνσης Άνθρακα και της Ανθρακοδεσμευτικής Γεωργίας (Carbon Removals and Carbon Farming Certification (CRCF) Regulation). Αυτό το κανονιστικό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί για να ενισχύσει τη δέσμευση άνθρακα και να προωθήσει βιώσιμες γεωργικές πρακτικές για τον μετριασμό των υπολειμματικών εκπομπών. Η τελική έγκριση από το Συμβούλιο αναμένεται σύντομα.
Η Απομάκρυνση Άνθρακα αναφέρεται σε διεργασίες που δεσμεύουν και αποθηκεύουν διοξείδιο του άνθρακα. Αυτές μπορούν να επιτευχθούν μέσω φυσικών διεργασιών όπως η αναδάσωση και η δέσμευση άνθρακα στο έδαφος ή μέσω τεχνολογικών μεθόδων όπως η άμεση δέσμευση και αποθήκευση στον αέρα. Η Ανθρακοδεσμευτική Γεωργία περιλαμβάνει γεωργικές πρακτικές που αποσκοπούν στην αύξηση της ποσότητας άνθρακα που αποθηκεύεται στο έδαφος. Οι τεχνικές περιλαμβάνουν την καλλιέργεια με φυτοκάλυψη, τη γεωργία χωρίς άροση και την αγροδασοπονία. Οι μέθοδοι αυτές όχι μόνο δεσμεύουν άνθρακα αλλά και ενισχύουν την υγεία του εδάφους και τη βιοποικιλότητα, καθιστώντας τη γεωργία πιο ανθεκτική στην κλιματική αλλαγή.
Αν και κρίνεται πολύ χρήσιμη η διαμόρφωση ενός νομοθετικού πλαισίου για τους μηχανισμούς της Απομάκρυνσης Άνθρακα και της Ανθρακοδεσμευτικής Γεωργίας, ο νέος Κανονισμός παρουσιάζει κάποια αδύναμα σημεία. Αρχικά, δεν θέτει σαφείς όρους για τις απομακρύνσεις σε σχέση με τις μειώσεις των εκπομπών. Οι μειώσεις των εκπομπών και οι απομακρύνσεις άνθρακα είναι θεμελιωδώς διαφορετικές διαδικασίες. Οι απομακρύνσεις άνθρακα αφαιρούν μόνιμα ποσότητες άνθρακα από την ατμόσφαιρα, ενώ οι μειώσεις εκπομπών εμποδίζουν την είσοδο νέων εκπομπών στην ατμόσφαιρα.
Επιπλέον, ο Κανονισμός αφήνει ανοιχτή την πόρτα για αντισταθμίσεις άνθρακα, επιτρέποντας στους ρυπαίνοντες να χρησιμοποιούν πιστοποιητικά ως μονάδες άνθρακα, γεγονός που μπορεί να καθυστερήσει τις αναγκαίες μειώσεις εκπομπών. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αρχή ότι η απομάκρυνση άνθρακα πρέπει να προστίθεται στις άμεσες προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών και όχι να τις αντικαθιστά. Ως συνέπεια, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος "πράσινου ξεπλύματος" εάν η διαδικασία πιστοποίησης δεν είναι αρκετά αυστηρή. Δεν υπάρχουν σαφή όρια για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα πιστοποιητικά απομάκρυνσης άνθρακα, γεγονός που ανοίγει την πόρτα για εταιρική κατάχρηση.
Επιπρόσθετα, η μονιμότητα της απομάκρυνσης εκπομπών δεν αποτελεί βασικό κριτήριο στον ορισμό της ανθρακοδεσμευτικής γεωργίας. Μέσω της μονιμότητας διασφαλίζεται ότι ο άνθρακας που απομακρύνεται δεν επανέρχεται στην ατμόσφαιρα. Παράγοντες όπως οι αλλαγές στη χρήση γης και οι γεωργικές πρακτικές μπορούν να οδηγήσουν στην απελευθέρωση διοξειδίου του άνθρακα πίσω στην ατμόσφαιρα.
Σύμφωνα με τελευταία Έκθεση αξιολόγησης της IPCC, οι παγκόσμιες υπολειμματικές εκπομπές ανέρχονται περίπου στο 5-10% των σημερινών εκπομπών, πράγμα που σημαίνει ότι το υπόλοιπο 90-95% των σημερινών εκπομπών μπορεί και πρέπει να εξαλειφθεί. Η δράση για το κλίμα δεν μπορεί να καθυστερήσει μέσω περιττών αντισταθμίσεων. Η αφαίρεση άνθρακα πρέπει να προστίθεται στις άμεσες προσπάθειες για τη μείωση των εκπομπών και όχι να τις αντικαθιστά. Η οικονομία πρέπει να μειώσει άμεσα και δραστικά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, δίνοντας προτεραιότητα σε αυτήν την κατεύθυνση.
- Ανώτερη εμπειρογνώμονας ενεργειακής πολιτικής και κλιματικής αλλαγής, ideopsis ltd
[1] Ομάδα εργασίας III της IPCC (2022), Τεχνική σύνοψη. Στο: Climate Change 2022: Mitigation of Climate Change. Sixth Assessment Report (Κλιματική αλλαγή 2022: μετριασμός της κλιματικής αλλαγής. Έκτη έκθεση αξιολόγησης).
[2] Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 2021, για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 401/2009 και (ΕΕ) 2018/1999 (ΕΕ L 243 της 9.7.2021, σ. 1).
[3] COM(2021) 800 final.