Πέντε ηλικιωμένοι συλλαμβάνονται
Ώρα για αντεπίθεση απέναντι στην αυθαιρεσία του κατακτητή.

Η σύλληψη των πέντε ηλικιωμένων στις 19 Ιουλίου 2025 στο Τρίκωμο δεν ήταν τυχαίο επεισόδιο. Ήταν μήνυμα. Στα κατεχόμενα, όπου 51 χρόνια ακόμα παραμένει ο κατοχικός στρατός και παρά το ότι το αποσχιστικό μόρφωμα δεν έχει διεθνή αναγνώριση, η εργαλειοποίηση της «δικαιοσύνης» λειτουργεί ως μέθοδος εκφοβισμού: μην επισκέπτεστε, μην ελέγχετε, μην θυμάστε. Οι κατηγορίες που αποδόθηκαν στους πέντε σωστά θεωρήθηκαν προσχηματικές. Αυτό που μετρά, όμως, δεν είναι η ρητορική. Είναι το πώς απαντά ένα κράτος δικαίου όταν πολίτες του γίνονται μοχλός πίεσης.
Το πλαίσιο είναι ξεκάθαρο. Η μονομερής ανακήρυξη του αποσχιστικού καθεστώτος δεν παράγει νομιμότητα. Τα όργανα που διορίζει και οι διαδικασίες που διεξάγει στερούνται διεθνούς ισχύος. Το γεγονός ότι κατά καιρούς οι ίδιες οι κατοχικές αρχές αναστέλλουν προφυλακίσεις ή μεταβάλλουν διαδικασίες, δεν είναι απόδειξη δημιουργίας θεσμών . Είναι απόδειξη αυθαιρεσίας. Η προδικασία μετατρέπεται σε ποινή, η αβεβαιότητα γίνεται εργαλείο αποτροπής. Όταν εκτοπισμένοι ή απόγονοί τους επιχειρούν να παρακολουθήσουν την κατάσταση των περιουσιών τους ή απλώς να διασχίσουν μια γραμμή που η διεθνής κοινότητα ουδέποτε νομιμοποίησε, η «παραβατικότητα» εφευρίσκεται με ευκολία.
Το πολιτικό υπόστρωμα δεν κρύβεται. Την τελευταία περίοδο εντάθηκαν στις ελεύθερες περιοχές οι ποινικές διώξεις κατά μεσαζόντων που εμπλέκονται στην παράνομη εκμετάλλευση των περιουσιών μας στα κατεχόμενα. Η σχεδόν ταυτόχρονη εμφάνιση υποθέσεων εναντίον Ελληνοκυπρίων στον Βορρά λειτουργεί αποθαρρυντικά: όποιος υπερασπίζεται ενεργά το δικαίωμα επιστροφής και ιδιοκτησίας θα ταλαιπωρηθεί. Ας μην ωραιοποιούμε: πρόκειται για κλασική τακτική κόστους, που επενδύει στον φόβο και στη φθορά.
Η δική μας πλευρά όφειλε και οφείλει να απαντήσει συστηματικά, χωρίς υπερβολές και χωρίς ευσεβείς πόθους. Πρώτον, με νομική στρατηγική πλήρως ευθυγραμμισμένη με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Η Τουρκία, ως δύναμη κατοχής που ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο στο βόρειο τμήμα της Κύπρου, φέρει ευθύνη για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκεί. Δεν αρκεί να το επαναλαμβάνει επικοινωνιακά η κυβέρνηση. Χρειάζονται καλά δομημένοι φάκελοι υποθέσεων, με ιατρικά δεδομένα, πρακτικά, χρονικές αλληλουχίες, ώστε κάθε περιστατικό να τεκμηριώνει ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο αυθαιρεσίας. Η τεκμηρίωση είναι η γλώσσα που καταλαβαίνουν τα ευρωπαϊκά όργανα και τα διεθνή δικαιοδοτικά φόρα.
Δεύτερον, με ένα ενιαίο Μητρώο Περιστατικών Παρενόχλησης Εκτοπισμένων. Όχι αποσπασματικές καταγγελίες, αλλά πλήρες, διαλειτουργικό αρχείο: τόπος, χρόνος, κατηγορίες, δικονομικές παρατυπίες, κατάσταση υγείας, αποτέλεσμα. Ένα τέτοιο εργαλείο δεν είναι γραφειοκρατία. Είναι διπλωματικό πολλαπλασιαστικό: τροφοδοτεί ερωτήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενημερώνει αποστολές διαπίστωσης, στηρίζει αιτήματα παρεμβάσεων προς θεσμούς που δεν συγκινούνται από συνθήματα.
Τρίτον, με επιθετική, αλλά απολύτως θεσμική, αντιμετώπιση της παράνομης εκμετάλλευσης περιουσιών. Οι διώξεις που ξεκίνησαν πρέπει να συνεχιστούν με συνέπεια και να αγγίξουν όλη την αλυσίδα: διαφημιστές, μεσίτες, συμβουλευτικές εταιρείες, «νομικούς» που διευκολύνουν μεταβιβάσεις χωρίς συναίνεση των νομίμων ιδιοκτητών. Το μήνυμα πρέπει να είναι σαφές: όποιος χτίζει πάνω στην αδικία, πληρώνει κόστος και στις ελεύθερες περιοχές και διεθνώς.
Τέταρτον, με στοχευμένη διπλωματική πίεση εκεί που πραγματικά πονά ο αντίπαλος: φήμη, κύρος, οφέλη. Κάθε πλαίσιο στο οποίο η Τουρκία επιδιώκει αναβάθμιση ρόλου ή διευκολύνσεις πρέπει να συνδέεται με συγκεκριμένες προϋποθέσεις: τερματισμός παρενόχλησης εκτοπισμένων, διαφανείς διαδικασίες, πρόσβαση παρατηρητών σε δίκες πολιτών της ΕΕ στα κατεχόμενα, σαφείς εγγυήσεις δικονομικών δικαιωμάτων. Δεν πρόκειται για «όρους εκβιασμού». Πρόκειται για στοιχειώδη μέτρα κράτους δικαίου που συνοδεύουν οποιαδήποτε επιδίωξη αναβάθμισης του ψευδοκράτους.
Πέμπτον, με πρακτική προστασία πολιτών σήμερα. Η πολιτεία οφείλει να δημοσιεύσει απλό πρωτόκολλο για όσους διασχίζουν τα οδοφράγματα: ποια σημεία αποφεύγουμε, ποιες συμπεριφορές μπορούν να παρερμηνευθούν, πώς χειριζόμαστε ελέγχους, πώς επικοινωνούμε άμεσα με τις αρμόδιες αρχές σε περίπτωση προβλήματος. Αυτά δεν αναιρούν κανένα δικαίωμα. Ελαχιστοποιούν κινδύνους μέχρι να υπάρξει συνολική αποκατάσταση της νομιμότητας.
Έκτον, με σταμάτημα της ψευδο-«εξομάλυνσης». Κάθε φορά που αντιμετωπίζουν οι κυβερνώντες τις αυθαιρεσίες ως «τοπικές ιδιαιτερότητες», ροκανίζεται το κεντρικό μας επιχείρημα: ότι έχουμε να κάνουμε με συνεχιζόμενη κατοχή ευρωπαϊκού εδάφους. Η στασιμότητα δεν είναι ουδέτερη. Παράγει τετελεσμένα, νομιμοποιεί πρακτικές, μετατρέπει το έκτακτο σε κανονικότητα.
Ας προλάβουμε και τους προβλέψιμους αντιλόγους. Θα ειπωθεί ότι «υπάρχουν κανόνες εισόδου» και ότι όποιος «παραβιάζει ιδιωτικότητα» υφίσταται συνέπειες. Η απάντηση είναι διπλή. Πρώτον, οι δομές που απονέμουν αυτές τις «συνέπειες» στερούνται διεθνούς νομιμοποίησης. Δεύτερον, η μεταχείριση εκτοπισμένων είναι συστηματικά δυσανάλογη σε σχέση με ανάλογες πράξεις «επισκεπτών» που δεν αγγίζουν το περιουσιακό. Η επιλεκτικότητα προδίδει τον πραγματικό σκοπό: αποθάρρυνση της διεκδίκησης της περιουσίας των προσφύγων.
Το διακύβευμα υπερβαίνει την υπόθεση των πέντε. Αγγίζει το εάν η Κυπριακή Δημοκρατία θα επιμείνει στο μόνο πεδίο όπου έχει στρατηγικό πλεονέκτημα: το κράτος δικαίου. Όχι με γενικόλογες αναφορές, αλλά με επιμονή, τεκμήρια και συνεκτική πολιτική. Κάθε περιστατικό αυθαιρεσίας πρέπει να μετατρέπεται σε υπόθεση-πιλότο. Κάθε επιχείρημα να δένεται με έγγραφα, ημερομηνίες, ιατρικά πορίσματα, πρακτικά. Κάθε διπλωματική πρωτοβουλία να συνδέεται με μετρήσιμα αποτελέσματα.
Οι πέντε ηλικιωμένοι δεν είναι σύμβολα για συναισθηματική κατανάλωση. Είναι άνθρωποι με ονόματα, οικογένειες, και μια ζωή που τσακίστηκε το 1974 και εξακολουθεί να ταπεινώνεται από μια καθημερινότητα αυθαιρεσίας. Δεν ζητούμε τίποτε υπερβολικό. Ζητούμε τα αυτονόητα: ασφάλεια, δικαιοσύνη, επιστροφή. Και μέχρι να τα πετύχουμε, απαιτούμε από το κράτος μας να λειτουργήσει με σοβαρότητα, επιμονή και σχέδιο. Αν κάτι απέδειξε η υπόθεση του Ιουλίου, είναι ότι όπου λείπει το σχέδιο, περισσεύει η αυθαιρεσία. Αντίστροφα, όπου περισσεύει η τεκμηρίωση και η επιμονή, η αυθαιρεσία υποχωρεί.
Αυτό είναι το καθήκον μας. Όχι άλλη διαχείριση εντυπώσεων. Όχι άλλη κόπωση χωρίς κατεύθυνση. Μια πειθαρχημένη αντεπίθεση, νομική, διπλωματική και επικοινωνιακή, που θα αυξάνει σταθερά το κόστος της κατοχής και θα προστατεύει έμπρακτα τους ανθρώπους μας.
*Απόφοιτος Πολιτικών Επιστημών, Ψυχολογίας και Κοινωνιολογίας από τη Γερμανία.
Φωτό: ΚΥΠΕ