Μπορεί η άμεση Δημοκρατία να λειτουργήσει στον 21ο αιώνα;

Από την αρχαία Αθήνα και το πρώτο ιστορικά μοντέλο άμεσης δημοκρατίας (μόνο άντρες, μόνιμοι κάτοικοι Αθήνας), έως τον 21ο αιώνα και τις σύγχρονες μορφές αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, μεσολάβησαν κάποιες χιλιετίες που κάνουν αυτό το μοντέλο, της άμεσης δημοκρατίας μη σχετικό πλέον. Με αφορμή την εξαγγελία νέου κόμματος του ευρωβουλευτή Φειδία Παναγιώτου είναι ενδιαφέρον να εξεταστεί γιατί δεν θα εξυπηρετούσε την Κυπριακή Δημοκρατία ένα μοντέλο άμεσης δημοκρατίας.
Καταρχάς ορίζουμε την άμεση δημοκρατία, ως το μοντέλο στο οποίο ο καθένας μπορεί να ψηφίσει και επικρατεί η άποψη της πλειοψηφίας. Άρα ξεκινούμε με την ήδη προβληματική άποψη πως ο κάθε πολίτης είναι γνώστης θεμάτων που είναι πιο τεχνοκρατικά. Κατά συνέπεια ένας άνθρωπος που εργάζεται ως υδραυλικός ή αρχιτέκτονας ή ηθοποιός θα θεωρείται ικανός να εκφέρει άποψη σε θέματα υγείας ή περί κάποιου νομοσχεδίου όπου χρειάζεται νομική ανάλυση. Φυσικά δεν αποκλείεται κάποιος να έχει περισσότερες γνώσεις από το επάγγελμα με το οποίο σχετίζεται, όμως το να μπορεί να καθορίσει ένα σημαντικό νομοσχέδιο ένας άνθρωπος που δεν είναι σχετικός με τον χώρο είναι τουλάχιστον επικίνδυνο.
Αδιαμφισβήτητα κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τα πάντα, όμως σε ένα κόμμα υπάρχουν σχετικοί άνθρωποι από διάφορους χώρους που μπορούν να συμβουλέψουν τον εκάστοτε βουλευτή.
Επιπλέον, συνεχίζουμε με την ιδέα πως ο μέσος ψηφοφόρος είναι ορθολογικό ων, πως δηλαδή ο κάθε άνθρωπος σκέφτεται λογικά και όχι πώς να εξυπηρετήσει το ατομικό του συμφέρον. Αυτό δεν αποδεικνύεται και δημιουργεί διάφορα ερωτηματικά. Για παράδειγμα αν τεθεί στο τραπέζι νομοσχέδιο που θα οδηγήσει στη μείωση του φόρου εισοδήματος στο 5% του μισθού, είναι σχεδόν βέβαιο πως η τεράστια πλειοψηφία του Κυπριακού λαού θα το ψηφίσει λόγω του ότι λειτουργεί με γνώμονα τον ατομικό ωφελιμισμό. Όμως τα αποτελέσματα θα ήταν τουλάχιστον ολέθρια με σίγουρες περικοπές σε υγεία, εκπαίδευση, επιδόματα κλπ.
Επομένως ο κάθε πολίτης είτε επώνυμα είτε ανώνυμα θα νιώθει ως ένας από τους πολλούς και δεν θα τον διακατέχει το οποιοδήποτε αίσθημα ευθύνης, παρά μόνο να εξυπηρετήσει τους δικούς του ατομικούς σκοπούς, εξαιρουμένης μιας μικρής ορθολογικής μειοψηφίας.
Ένα τελευταίο επιχείρημα είναι πως οι ψηφοφόροι μπορεί να χειραγωγηθούν είτε από λαϊκιστικές προσεγγίσεις είτε από ψευδείς πληροφορίες. Για παράδειγμα μια ακραία ιδεολογία ή ένα κόμμα μπορεί να παρουσιάσει μια εθνότητα ανθρώπων ως προβληματική για την ευημερία της κοινωνίας, παρουσιάζοντας ψευδή στοιχεία που δημιουργούν αισθήματα φόβου και ανασφάλειας. Ο μέσος ψηφοφόρος είναι πιθανό λόγω των διάφορων προβλημάτων και συνθηκών που επικρατούν στη ζωή του, να μην είναι σε θέση να ψάξει αν όντως ισχύουν τα δεδομένα που παρουσιάζει το ακραίο κόμμα, οπότε πιθανό η ψήφος του να επηρεαστεί περισσότερο από λάθος στοιχεία ή από πλήρη άγνοια επί του ζητήματος. Ακόμη, μια μεγάλη επιχείρηση μπορεί να χρηματοδοτήσει μια ιστοσελίδα ή ένα κανάλι για να παρουσιάσει μια απόφαση που θα βοηθήσει μόνο τη συγκεκριμένη επιχείρηση, ως κάτι που θα βελτίωνε ολόκληρη την κοινωνία. Οι πολίτες και πάλι είτε λόγω προπαγάνδας, είτε λόγω άγνοιας ίσως κατέληγαν σε απόφαση που δεν θα ήταν εποικοδομητική για το κράτος.
Συμπερασματικά, ασφαλώς και ακούγεται ωραίο να μπορούν να ψηφίσουν όλοι για μια απόφαση, να υπάρχει περισσότερη διαφάνεια και κοινωνική ευθύνη. Όμως δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να μπορούν να υποστηρίξουν πως ο μέσος ψηφοφόρος θα δει το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας και όχι το ατομικό του κέρδος. Αντίθετα τα μέλη των κομμάτων έχουν σαν βασικό στόχο να επανεκλεγούν οπότε είναι πιο πιθανό να ψηφίσουν νομοσχέδιο που αφορά το καλό του συνόλου της κοινωνίας, παρά συγκεκριμένων ατόμων καθώς έτσι θα εξασφαλίσουν περισσότερους ψήφους. Αναμφίβολα δεν μπορούμε να πάρουμε το παράδειγμα της Ελβετίας ή κάποιου άλλου κράτους γιατί εκεί μιλάμε για μια τελείως διαφορετική πολιτική κουλτούρα με τις δικές της ιδιομορφίες πουωριμάζει εδώ και πάνω από 100 χρόνια.
* Μεταπτυχιακός φοιτητής διεθνών σχέσεων.