Απόψεις Πολιτικής

Τρίτη Διακυβερνητική και γεωπολιτικό ρίσκο

Κάθε Έλληνας, που νιώθει και δρα με ελληνικό τρόπο, ακούγοντας από τα δελτία ειδήσεων ότι λαμβάνει χώρα η Τρίτη διακυβερνητική Ελλάδας και Κύπρου, δεν μπορεί παρά να την επικροτεί και να αισθάνεται ικανοποίηση για επίτευξη μιας έμμεσης ένωσης των δύο ελληνικών κρατών. Και όντως, βλέποντας κανείς, σε αυτήν, να συμμετέχει ένας μεγάλος αριθμός Υπουργείων, και από τις δύο χώρες, αρμόδιων σε τομείς όπως της εξωτερικής πολιτικής, υγείας, παιδείας, δικαιοσύνης, κλιματικής αλλαγής, τεχνητής νοημοσύνης, ψηφιακής πολιτικής, μεταφορών, και στεγαστικής πολιτικής, σίγουρα αντιλαμβάνεται ότι η σύσφιξη των σχέσεων Ελλάδας και Κύπρου δεν μένει μόνο στα λόγια.

‘Όμως, στον γεωπολιτικό τομέα, τα πράγματα δεν είναι αυτά που θα ανέμενε κανείς. Δήλωσαν ο ελλαδίτης Πρωθυπουργός και ο κύπριος Πρόεδρος δύο κύρια πράγματα αναφορικά με το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας: (α) ότι θα επικαιροποιηθούν οι τεχνικοί και οικονομικοί όροι του έργου, και (β) ότι αναμένεται ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές, πιθανόν αμερικανικών συμφερόντων, που ενδεχομένως θα καλύψουν και το γεωπολιτικό ρίσκο. Και τα δύο κατ’ εμέ είναι ανησυχητικά. Αφενός, επικαιροποίηση σημαίνει πάγωμα του έργου μέχρι νεωτέρας. Δηλαδή οι μέχρι σήμερα τεχνικοί και οικονομικοί όροι του έργου φαίνεται ότι μπορεί να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, και έτσι πρέπει να ξανά-υπολογιστούν, με ότι αυτό συνεπάγεται από πλευράς παράτασης ή παγώματος του έργου.

Αφετέρου, για άλλη μια φορά ο ελληνισμός προτιμά να μην στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις τόσο από οικονομικής άποψης όσο και γεωπολιτικής. Η δήλωση ‘αναμένουμε τους ξένους επενδυτές, που εκτός από το οικονομικό ρίσκο, θα καλύψουν σε μεγάλο βαθμό και το γεωπολιτικό ρίσκο’, είναι κατά την άποψή μου η μεγάλη κατάντια του ελληνισμού των ημερών μας. Θυμίζει τις ‘μανούβρες’ των εκάστοτε κυπριακών κυβερνήσεων εδώ και σχεδόν δύο δεκαετιών, όπου το γεωπολιτικό ρίσκο του εξ’ ανατολών δύσκολου γείτονα, αναμένεται στην κυπριακή ΑΟΖ και στην προσπάθεια εξόρυξης και εκμετάλλευσης φυσικού αερίου, να αναλάβουν οι Ισραηλινοί (NewMed Energy, προηγουμένως Delek Drilling), οι Αμερικανοί (Chevron, προηγουμένως Noble Energy, και ExxonMobil), ή οι Γάλλοι (Total). Από το 2011 που ανακαλύφθηκε το κοίτασμα ‘Αφροδίτη’ στην κυπριακή ΑΟΖ, ακολούθησαν κι άλλες αξιόλογες ανακαλύψεις κοιτασμάτων φυσικού αερίου, χωρίς ωστόσο, 14 χρόνια μετά την πρώτη ανακάλυψη, να έχει γίνει εξόρυξη και εκμετάλλευση. Γιατί άραγε; Οι στατιστικές παγκοσμίως μιλάνε για εκμετάλλευση φυσικού αερίου κατά μέσο όρο στα 4-7 χρόνια από τότε που ανακαλύφθηκε ένα κοίτασμα. Το Ισραήλ για παράδειγμα ανακάλυψε το κοίτασμα ‘Ταμάρ’ το 2009, και το 2013 το εξόρυξε. Η Αίγυπτος ανακάλυψε το ‘Ζορ’ τον Αύγουστο του 2015, και σε 2,5 χρόνια το εξόρυξε! Εμείς τι;

Επιστρέφοντας στη διακυβερνητική και στο γεωπολιτικό ρίσκο, είναι ενοχλητικό και λυπηρό να ακούμε για πολλοστή φορά από τους επικεφαλής των κυβερνήσεων των δύο ελληνικών κρατών μας, ότι αναμένεται τη λύση σε όλα τα θέματα να δώσουν οι ξένοι. Μα δεν έχουμε όραμα, κάτι βαθύτερο που να σχεδιάσουμε βήμα-βήμα σε βραχύ-μέσο-μακρύ διάστημα, ώστε και οικονομικά να ωφεληθεί ο ελληνισμός και γεωπολιτικά να σταθεί στις δικές του δυνάμεις; Ως πότε όλα θα τα περιμένουμε από τους ξένους και με τί όρους; Γιατί δεν αποφασίζει ο ελληνισμός ενιαίος να αναλάβει και το οικονομικό και το γεωπολιτικό ρίσκο;

Εν τέλει, ο ελληνισμός δεν στερείται δυνατοτήτων, αλλά στερείται βούλησης, στρατηγικού σχεδιασμού και αποφασιστικότητας. Κι αν στο καθαρά επιχειρησιακό μέρος του ηλεκτρικής διασύνδεσης μπορεί σήμερα Ελλάδα και Κύπρος μόνες, κακώς, να μην έχουν την απαιτούμενη εμπειρία και τα μέσα για να κατασκευάσουν και να τοποθετήσουν το καλώδιο στο βυθό της θάλασσας, στο επίπεδο των ναυτικών μέσων και ναυτικής εμπειρίας τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Ελλάδα ως η πιο ισχυρή χώρα σε συμβατικά όπλα στην Ευρώπη (θαλάσσια μέσα, τανκς, αεροπλάνα) έχει τη δυνατότητα σε απόλυτη συνεργασία με την Κύπρο να καλύψει το γεωπολιτικό ρίσκο της ηλεκτρικής διασύνδεσης σε ότι αφορά τα κυπριακά και ελλαδικά νερά. Χρειάζεται απλά ηγεσία που σταθερά και αποφασιστικά θα το πράξει. Όπως ακριβώς κάνουν στις θαλάσσιες ζώνες που ελέγχουν οι γείτονες μας, Τούρκοι, Ισραηλίτες, Αιγύπτιοι και άλλοι.

*Πανεπιστήμιο Εδιμβούργου