Αναλύσεις

Οι προϋποθέσεις και οι δέκα προτάσεις Έρχιουρμαν: Γέφυρα προς ΔΔΟ ή διολίσθηση σε δύο κράτη;

Η πρώτη επίσημη συνάντηση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Χριστοδουλίδη, με τον νέο Τουρκοκύπριο ηγέτη Τουφάν Έρχιουρμαν, έδωσε το έναυσμα για μια περίοδο έντονης συζήτησης γύρω από την προοπτική επανεκκίνησης των συνομιλιών. Από τη μια πλευρά, δημιουργήθηκε η αίσθηση ενός ήπιου «παραθύρου ευκαιρίας». Από την άλλη, οι τέσσερεις προϋποθέσεις και οι δέκα προτάσεις που κατέθεσε ο κ. Έρχιουρμαν έφεραν στην επιφάνεια βαθύτερα διλήμματα για την πραγματική κατεύθυνση της τ/κ πλευράς. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν οι θέσεις Έρχιουρμαν λειτουργούν ως γέφυρα επιστροφής στο πλαίσιο της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) ή αποτελούν έναν καλοσχεδιασμένο διάδρομο προς τη νομιμοποίηση του ψευδοκράτους και, τελικά, προς λύση δύο κρατών.

Οι προϋποθέσεις και το νέο πλαίσιο της τ/κ πλευράς

Κατά τη συνάντηση, ο Τ/κ ηγέτης παρουσίασε τέσσερεις προϋποθέσεις πριν από την έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων. Οι προϋποθέσεις αυτές, όπως παρουσιάστηκαν στον τουρκοκυπριακό και τουρκικό Τύπο, καθώς και σε διεθνείς αναλύσεις, δείχνουν μια σαφώς «δομημένη» προσέγγιση, με πολιτικά και μεθοδολογικά χαρακτηριστικά που δεν είναι ουδέτερα.

Αποδοχή της πολιτικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων ως αφετηρία: Ο κ. Έρχιουρμαν την έθεσε ως απόλυτο προαπαιτούμενο. Δεν πρόκειται απλώς για μια αναφορά στις ήδη υπάρχουσες συμφωνίες του ΟΗΕ. Η επιμονή στην «πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή» καταδεικνύει ερμηνεία που συχνά ταυτίζεται με την αντίληψη περί «δύο ισοκυρίαρχων οντοτήτων».

Για αρκετούς αναλυτές, η προσέγγιση αυτή εμπεριέχει εν δυνάμει ρωγμή στον ομοσπονδιακό χαρακτήρα της λύσης, εφόσον απομακρύνει τη συζήτηση από την κοινή κυριαρχία και επαναφέρει, έμμεσα, τη λογική της πολιτικής ισοτιμίας μεταξύ δύο κρατών.

Καθορισμός δεσμευτικού χρονοδιαγράμματος: Η τουρκοκυπριακή πλευρά ζητά αυστηρά χρονοδιαγράμματα, όχι μόνο για να αποφευχθούν παρατεταμένες διαδικασίες, αλλά και για να διασφαλιστεί, όπως τονίζεται, ότι η αποτυχία δεν θα νομιμοποιεί το «status quo». Το μήνυμα είναι σαφές. Οι Τ/κ θέλουν ένα πλαίσιο που, αν οι συνομιλίες δεν αποδώσουν, θα τεθεί επί τάπητος νέα πολιτική πραγματικότητα. Εμ τούτοις, αυτή η «νέα πραγματικότητα» δεν μπορεί να αφορά de facto ή de jure αναβάθμιση του ψευδοκράτους.

Μη επαναφορά ζητημάτων που ήδη συμφωνήθηκαν: Η επίκληση των συγκλίσεων του Κραν Μοντανά δεν είναι νέα. Ωστόσο, όταν η τ/κ ηγεσία αποδέχεται μόνο τις συγκλίσεις που συμφέρουν την ίδια, όπως για παράδειγμα την αποτελεσματική συμμετοχή στα ομοσπονδιακά όργανα, και ταυτόχρονα απορρίπτει πτυχές όπως η κατάργηση εγγυήσεων, τότε η θέση δεν είναι απλή αναφορά στη συνέχεια των συνομιλιών· είναι αναδιατύπωση του πλαισίου από θέση ισχύος.

Εγγύηση ότι η παρούσα κατάσταση δεν θα παγιωθεί σε περίπτωση αποτυχίας των συνομιλιών: Η προϋπόθεση αυτή, αν και παρουσιάζεται ως «ασφαλιστική δικλείδα» για να ενθαρρυνθούν οι Τ/κ, υποκρύπτει μια κρίσιμη πτυχή. Η άρνηση επιστροφής στο status quo ante σημαίνει ουσιαστικά απαίτηση αναγνώρισης νέας πολιτικής ισότητας σε περίπτωση ναυαγίου. Άρα, εάν οι συνομιλίες δεν καταλήξουν, οι Τ/κ θα απαιτήσουν να θεωρηθεί το σημερινό καθεστώς «βάση» και όχι «πρόβλημα». Αυτή η λογική βρίσκεται επικίνδυνα κοντά στην προσέγγιση της λύσης δύο κρατών.

Οι δέκα προτάσεις: ΜΟΕ ή μονοπάτι αναγνώρισης του ψευδοκράτους;

Το πακέτο των δέκα προτάσεων του κ. Έρχιουρμαν περιλαμβάνει μια σειρά από δράσεις, δηλαδή διευκολύνσεις σε μεικτούς γάμους και παιδιά μεικτών οικογενειών, διεύρυνση σημείων διέλευσης, τεχνικές υποδομές στη νεκρή ζώνη, συνεργασίες ασφάλειας και αστυνόμευσης, προώθηση εμπορίου μέσω Πράσινης Γραμμής, επανενεργοποίηση της Επιτροπής για την εναρμόνιση των κατεχομένων με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και άλλα. Η αιτιολόγηση είναι ότι τα μέτρα αυτά δημιουργούν θετικότερο κλίμα και υπηρετούν πρακτικές ανάγκες των πολιτών και των δύο κοινοτήτων. Ωστόσο, το ζήτημα δεν περιορίζεται στις προθέσεις. Σημασία έχει η πολιτική επίδραση αυτών των μέτρων στη διαδικασία.

Αν τα ΜΟΕ λειτουργήσουν ως «διαχειριστικός μηχανισμός» χωρίς να επηρεάζουν το πολιτικό πλαίσιο, τότε η συμβολή τους είναι θετική. Αν όμως ενσωματωθούν σε μια ευρύτερη στρατηγική που ουσιαστικά ενισχύει τη λειτουργική αυτονομία των κατεχομένων, τότε οι προτάσεις γίνονται οδοστρωτήρας για την έμμεση αναγνώριση. Η εξίσωση είναι λεπτή. Κάθε υποδομή, κάθε συνεργασία, κάθε διεύρυνση αρμοδιοτήτων κινδυνεύει να ερμηνευθεί διεθνώς ως βήμα προς ένα «σχήμα δύο διοικήσεων» που λειτουργούν ισότιμα και διακριτά.

Η θέση της Λευκωσίας και ο παράγοντας Τουρκία

Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης, εκτιμάται ότι προσέγγισε τις προτάσεις Έρχιουρμαν με προσοχή, δηλαδή θετική διάθεση για τεχνικά μέτρα, αλλά επιφυλακτικότητα απέναντι σε προϋποθέσεις που θα μπορούσαν να εκληφθούν ως μετατόπιση του πλαισίου λύσης. Η Λευκωσία κατανοεί ότι η «πολιτική ισότητα», όπως την εννοεί η τ/κ πλευρά, μπορεί να φτάσει κοντά στην έννοια της συνιστώσας κρατικής οντότητας. Εξίσου, αντιλαμβάνεται ότι η Τουρκία παραμένει ο καθοριστικός παίκτης. Παρά το ήπιο ύφος Έρχιουρμαν, η Άγκυρα εξακολουθεί να προωθεί την ατζέντα της «κυριαρχικής ισότητας» και των «δύο κρατών». Οποιοσδήποτε Τ/κ ηγέτης επιδιώξει λύση εκτός των τουρκικών γραμμών θα βρεθεί σε πολιτικό κενό. Αυτό σημαίνει ότι η στάση Έρχιουρμαν πρέπει να αναλύεται μέσα από το πρίσμα της τουρκικής στρατηγικής, όχι απομονωμένα. Και η τουρκική στρατηγική των τελευταίων ετών κλίνει σταθερά προς δύο κράτη, με ή χωρίς διεθνή αναγνώριση.

Προς ποια κατεύθυνση κινείται η διαδικασία;

Αξιολογώντας ψύχραιμα το σύνολο των προτάσεων και των προϋποθέσεων, το συμπέρασμα δεν είναι μονοσήμαντο. Ωστόσο, ορισμένες τάσεις είναι σαφείς:

  • Η επιμονή στην πολιτική ισότητα με διευρυμένο περιεχόμενο μεταφέρει το βάρος από την κοινή κυριαρχία σε δύο ισότιμες οντότητες.
  • Η εισαγωγή χρονοδιαγράμματος με «ρήτρα αποτυχίας» μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για de facto νομιμοποίηση της διχοτόμησης.
  • Τα ΜΟΕ, ενώ φαίνονται τεχνικά, επηρεάζουν βαθιά τη λειτουργικότητα και αυτονομία του ψευδοκράτους.
  • Η τουρκική σκιά παραμένει πανίσχυρη και καθοριστική.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν στοιχεία που εμποδίζουν την αυτόματη μετάβαση σε δύο κράτη:

  • Η τουρκοκυπριακή ηγεσία, σε αντίθεση με την περίοδο Τατάρ, δεν απορρίπτει τη διαδικασία των ΗΕ.
  • Ο Έρχιουρμαν αποδέχεται ως βάση προόδου τις συγκλίσεις Κραν Μοντανά.
  • Τα μέτρα που προτείνει δεν ζητούν επίσημη αναγνώριση ούτε αποδέσμευση της τ/κ πλευράς από την ομοσπονδιακή προοπτική.

Με βάση, λοιπόν, όλες τις ενδείξεις, οι προτάσεις και οι προϋποθέσεις Έρχιουρμαν δεν αποτελούν σαφή και ευθεία πορεία προς λύση δύο κρατών, ούτε συνιστούν άμεση αναγνώριση του ψευδοκράτους. Αντίθετα, αφήνοντας έμμεσα παραθυράκια προς αυτή την κατεύθυνση, εντάσσονται σε μια προσπάθεια «επανακανονικοποίησης» της διαδικασίας των ΗΕ και δημιουργίας στοιχειωδώς θετικού κλίματος.

Παρά ταύτα, η παρουσία τριών σοβαρών κινδύνων είναι αναμφισβήτητη:

  1. Ο κίνδυνος ερμηνείας της πολιτικής ισότητας ως «κυριαρχικής ισότητας».Αν η έννοια γίνει αποδεκτή χωρίς σαφή καθορισμό, μπορεί να μετατρέψει την ομοσπονδία σε συνομοσπονδία.
  2. Ο κίνδυνος παγίωσης δύο λειτουργικών πολιτειακών συστημάτων μέσω ΜΟΕ που ενισχύουν την κυριαρχική αυτονομία των κατεχομένων. Αυτό θα δημιουργήσει στην πράξη δύο πολιτειακές πραγματικότητες που δύσκολα θα ενώνονται αργότερα σε ομοσπονδία.
  3. Ο κίνδυνος του «χρονικού εκβιασμού». Ένα χρονοδιάγραμμα με ρήτρα αποτυχίας ενδέχεται να καταλήξει σε νέες επιδιώξεις της τ/κ πλευράς για «νέα βάση» συνομιλιών, δηλαδή δύο κράτη.

Αν η Λευκωσία δεν τοποθετήσει ισχυρές κόκκινες γραμμές, ο μηχανισμός που σήμερα παρουσιάζεται ως προπαρασκευαστικός για ΔΔΟ μπορεί να μετατραπεί σε εργαλείο παράκαμψης της ομοσπονδίας.

Η οδός που διαγράφεται

Η μόνη ασφαλής προσέγγιση είναι μια σταθερή, νηφάλια αλλά αποφασιστική στρατηγική:

  • Απολύτως σαφής ορισμός της πολιτικής ισότητας βάσει ψηφισμάτων ΟΗΕ και όχι τουρκικών προσεγγίσεων.
  • Ένταξη των ΜΟΕ σε ομοσπονδιακή προοπτική, χωρίς παραχωρήσεις που δημιουργούν χωριστή οντότητα.
  • Διασφάλιση ότι χρονοδιάγραμμα δεν συνεπάγεται εναλλακτικό καθεστώς σε περίπτωση αποτυχίας.

Η συνάντηση Χριστοδουλίδη-Έρχιουρμαν άνοιξε ένα παράθυρο διαλόγου. Αλλά είναι καθαρό ότι το παράθυρο αυτό δεν οδηγεί σε ένα διάδρομο, αλλά σε δύο διαφορετικές διαδρομές. Η μία προς μια δύσκολη αλλά ρεαλιστική ΔΔΟ, η άλλη προς μια βελούδινη, σταδιακή διχοτόμηση. Το ποια από τις δύο θα ακολουθήσει η Κυπριακή Δημοκρατία θα εξαρτηθεί από τη στρατηγική της Λευκωσίας τους επόμενους μήνες, και από την ικανότητά της να αποτρέψει μια επικίνδυνη παγίωση τετελεσμένων πίσω από τον μανδύα των «μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης» και των «προϋποθέσεων» για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.

*Πανεπιστημιακός-ανθρωπολόγος, πρώην Πρύτανης.