Η «μάχη» για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών - Οι κρίσιμες διαφωνίες, ο ρόλος της Βουλής και η ελπίδα για συμφωνία
Η Επιτροπή Παιδείας αναλαμβάνει τον ρόλο του άτυπου διαμεσολαβητή, για να βρεθεί κοινό έδαφος
Η συζήτηση γύρω από το νέο σχέδιο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών στην Κύπρο έχει μετατραπεί την τελευταία εβδομάδα σε ένα από τα πιο έντονα πολιτικοκοινωνικά ζητήματα, με αντιπαραθέσεις, κινητοποιήσεις, διαβουλεύσεις και ένα συνεχές παζλ ισορροπιών μεταξύ Υπουργείου Παιδείας, εκπαιδευτικών οργανώσεων και Βουλής.
Το ζήτημα, αν και τεχνικό στη βάση του, έχει αποκτήσει βαθιά πολιτική διάσταση, καθώς αγγίζει όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο αξιολογείται ο εκπαιδευτικός, αλλά και τη συνολική κατεύθυνση του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας.
Οι επιδιώξεις της μεταρρύθμισης
Το βασικό πρόβλημα που επιχειρεί να επιλύσει το νομοσχέδιο είναι η απαρχαιωμένη και ανεπαρκής λειτουργία του υφιστάμενου συστήματος αξιολόγησης, το οποίο δεν έχει υποστεί ουσιαστική αναθεώρηση εδώ και δεκαετίες.
Το Υπουργείο Παιδείας υποστηρίζει ότι ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να στηρίζεται σε ασαφή κριτήρια, αποσπασματική εποπτεία και ένα μοντέλο που δεν καταφέρνει ν’ αναδείξει, ούτε να υποστηρίξει τον εκπαιδευτικό.
Η νέα πρόταση περιλαμβάνει πολλαπλά επίπεδα αξιολόγησης, συμμετοχή τόσο επιθεωρητών όσο και διευθυντών σχολικών μονάδων, καθώς και δημιουργία μιας νέας βαθμίδας «ανώτερου εκπαιδευτικού», που θα επιτρέπει την εξέλιξη χωρίς την ανάγκη μετάβασης στη διοίκηση.
Σύμφωνα με την Υπουργό Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, η μεταρρύθμιση δεν στοχεύει τιμωρητικά αλλά υποστηρικτικά, δίνοντας κίνητρα, δομές ανάπτυξης και ένα σύστημα πιο δίκαιο για όσους εργάζονται με συνέπεια και προσφορά.
Σκληραίνει η αντιπαράθεση
Οι εκπαιδευτικές οργανώσεις, ωστόσο, βλέπουν τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Η ΟΕΛΜΕΚ και η ΠΟΕΔ υποστηρίζουν ότι είναι υπέρ της αξιολόγησης κατ’ αρχήν, αλλά όχι με τη συγκεκριμένη μορφή που προωθείται. Όπως ανέφεραν στη «Σ», εστιάζουν στις ασάφειες του σχεδίου, στα διφορούμενα κριτήρια και κυρίως στον ρόλο των διευθυντών στη διαδικασία αξιολόγησης, τον οποίο θεωρούν προβληματικό και δυνητικά επικίνδυνο για τις εργασιακές σχέσεις.
Σημειώνουν, επίσης, ότι η μετάβαση σε κλίμακα 100 μονάδων ενισχύει τον γραφειοκρατικό χαρακτήρα, ενώ εκφράζουν ανησυχίες για τον όγκο της δουλειάς που θα χρειαστεί, το εύρος της υποκειμενικότητας και πόσο εφαρμόσιμο θα είναι ένα τόσο εκτενές σύστημα στην καθημερινότητα των σχολείων. Για εκείνους, το νέο μοντέλο δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει, αφήνοντας κενά και αντιφάσεις που θα επιβαρύνουν εκπαιδευτικούς και σχολικές μονάδες.
Η ένταση κορυφώθηκε μέσα στην εβδομάδα, με την απεργία των καθηγητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ν’ αποτελεί το πιο ηχηρό μήνυμα προς την Κυβέρνηση. Την Τετάρτη, οι εκπαιδευτικοί προχώρησαν σε στάση εργασίας από τις 7:30 μέχρι τις 11:00 το πρωί, ενώ παράλληλα πραγματοποίησαν συγκέντρωση έξω από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η συγκυρία δεν ήταν τυχαία, καθώς η Επιτροπή Παιδείας της Βουλής ξεκινούσε την ίδια ώρα τη συζήτηση του νομοσχεδίου, βάζοντας στο τραπέζι τις λεπτομέρειες που μπορούν να καθορίσουν την τελική μορφή του. Οι εκπαιδευτικοί ένωσαν τις φωνές τους μπροστά από το Κοινοβούλιο, κρατώντας πανό και υποστηρίζοντας ότι ζητούν ένα δίκαιο και εφαρμόσιμο σύστημα κι όχι μια μεταρρύθμιση που θα τους αποδυναμώσει.
Αναλαμβάνει ρόλο διαμεσολαβητή η Επιτροπή Παιδείας
Στο εσωτερικό της Βουλής, η συζήτηση ήταν έντονη. Η Επιτροπή Παιδείας αναλαμβάνει πλέον ρόλο διαμεσολαβητή, καθώς, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Επιτροπής, Παύλος Μυλωνάς, ανέλαβε πρωτοβουλία για άτυπο διάλογο μεταξύ Υπουργείου, εκπαιδευτικών και βουλευτών, με στόχο να υπάρξουν συγκλίσεις πέρα από κομματικές γραμμές.
Η Yπουργός Παιδείας, παρότι συμμετείχε μέσω τηλεδιάσκεψης λόγω ανάρρωσης από ατύχημα, εμφανίστηκε πρόθυμη να συζητήσει βελτιώσεις, επιμένοντας, όμως, ότι η φιλοσοφία του σχεδίου δεν μπορεί ν’ αλλοιωθεί.
Οι εκπαιδευτικές οργανώσεις, με τη σειρά τους, επανέλαβαν ότι το νομοσχέδιο έχει κενά και ότι δεν διασφαλίζει τον ρόλο του εκπαιδευτικού, ζητώντας πιο σαφείς, δίκαιες και λειτουργικές ρυθμίσεις. Συνεπώς, παρά τα όσα διαδραματίστηκαν, παραμένει αβέβαιο ποια στάση θα υιοθετήσουν οι εκπαιδευτικές οργανώσεις το αμέσως επόμενο διάστημα.
Τα συλλογικά όργανα της ΟΕΛΜΕΚ και της ΠΟΕΔ αναμένεται να συνεδριάσουν μέσα στις επόμενες ημέρες, προκειμένου να καθορίσουν τα επόμενα βήματά τους. Υπενθυμίζεται ότι οι δύο οργανώσεις είχαν αφήσει ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων, σε περίπτωση που προχωρούσε η κατ’ άρθρον συζήτηση του νομοσχεδίου.
Το διακύβευμα και η πίεση των προθεσμιών
Η Υπουργός Παιδείας, πάντως, φαίνεται να βλέπει την κατάσταση με αισιόδοξη ματιά. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Σ», η Αθηνά Μιχαηλίδου βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με την Επιτροπή Παιδείας, παρακολουθώντας από κοντά όλες τις διαμορφώσεις και επισημαίνοντας πως στόχος είναι να υπάρξει τελικό κείμενο που να συγκεντρώνει όσο το δυνατόν περισσότερη συναίνεση. Η ίδια, ωστόσο, δεν αναμένει ομοφωνία, κάτι άλλωστε δύσκολο να συμβεί σε μια τόσο πολυδιάστατη μεταρρύθμιση, αλλά θεωρεί εφικτή μια ευρεία συμφωνία εντός του Δεκεμβρίου, όταν το νομοσχέδιο αναμένεται να οδηγηθεί στην Ολομέλεια.
Παράλληλα, υπογραμμίζει την κρισιμότητα της μεταρρύθμισης για τη χώρα, καθώς η μη ψήφισή της θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια 60 εκατομμυρίων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το επιχείρημα αυτό φαίνεται να ασκεί σημαντική πίεση στη Βουλή, καθώς αφορά όχι μόνο την Παιδεία αλλά και τη δημοσιονομική πορεία της Κύπρου. Η Υπουργός υποστηρίζει ότι το Υπουργείο έχει ήδη ενσωματώσει ορισμένες εισηγήσεις των εκπαιδευτικών και δηλώνει έτοιμη να στηρίξει περαιτέρω τεχνικές βελτιώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα αλλοιωθεί η ουσία της μεταρρύθμισης.
Ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για την Παιδεία
Η επόμενη μέρα της συζήτησης φαίνεται να κινείται πλέον γύρω από δύο άξονες: από τη μια, την αναζήτηση μιας πολιτικής συμφωνίας που θα επιτρέψει την εφαρμογή ενός σύγχρονου συστήματος αξιολόγησης· από την άλλη, την προσπάθεια αποφυγής μιας παρατεταμένης κρίσης στο εκπαιδευτικό σύστημα.
Η εικόνα που διαμορφώνεται, δείχνει ότι οι εκπαιδευτικές οργανώσεις παραμένουν επιφυλακτικές, αλλά όχι τελείως αρνητικές, ενώ η Κυβέρνηση διατηρεί σταθερή τη θέση ότι η αξιολόγηση πρέπει να γίνει και μάλιστα σύντομα. Η Βουλή βρίσκεται στη μέση, καλούμενη να εξισορροπήσει ανάγκες, αντιδράσεις, τεχνικές λεπτομέρειες και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι επόμενες εβδομάδες θα είναι καθοριστικές. Αν επιτευχθεί συμφωνία, η Κύπρος θα προχωρήσει σε μιαν από τις σημαντικότερες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών. Αν όχι, η αντιπαράθεση κινδυνεύει να βαθύνει, με άγνωστες συνέπειες για το σχολείο, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές.
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση για την αξιολόγηση έχει πλέον ξεπεράσει τα στενά πλαίσια ενός τεχνικού νομοσχεδίου. Έχει γίνει πεδίο διεκδίκησης και πολιτικής ευθύνης, καθορίζοντας την πορεία της Παιδείας για τα επόμενα χρόνια.