Επιπτώσεις ενδεχόμενης κατάρρευσης της συμφωνίας για τη Γάζα
Η Κύπρος καλείται να κινηθεί με διπλωματική ευφυΐα, να ενισχύσει την παρουσία της στα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα και να αξιοποιήσει την εμπιστοσύνη που απολαμβάνει ως κράτος με προβλέψιμη και υπεύθυνη στάση.
Μετά την επανάληψη των ισραηλινών βομβαρδισμών στη Γάζα, η πιθανότητα κατάρρευσης της συμφωνίας για τη Γάζα δεν αποτελεί απλώς ένα τοπικό ενδεχόμενο στη Μέση Ανατολή, αλλά μια εξέλιξη με ευρύτερες γεωπολιτικές συνέπειες, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ισορροπία ολόκληρης της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας και της Κύπρου. Παρά τις διαβεβαιώσεις του Προέδρου Τραμπ ότι η εκεχειρία «δεν κινδυνεύει» και τις απειλές προς τη Χαμάς ότι θα αφανιστεί αν δεν συμμορφωθεί, η διεθνής κοινότητα παραμένει επιφυλακτική. Η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη, καθώς πίσω από τη φαινομενική ηρεμία συντηρούνται όλες οι προϋποθέσεις για νέα ευρείας έκτασης έκρηξη βίας, είτε από μεμονωμένα περιστατικά είτε από αδυναμία εκπλήρωσης δεσμεύσεων και υποχρεώσεων είτε από την αποτυχία των διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκομένων πλευρών.
Η συμφωνία για τη Γάζα, που είχε προβληθεί ως το πρώτο μεγάλο επίτευγμα της κυβέρνησης Τραμπ στη Μέση Ανατολή, στηρίχθηκε περισσότερο στην ανάγκη των δύο πλευρών για προσωρινή ανακούφιση, παρά σε ουσιαστική πολιτική συναίνεση. Σύμφωνα με την International Crisis Group, η εκεχειρία αποτέλεσε περισσότερο «σημείο εκκίνησης» παρά λύση, ενώ οι συνθήκες επί του εδάφους δεν άλλαξαν. Η Χαμάς διατηρεί πλήρη στρατιωτική οργάνωση, το Ισραήλ συνεχίζει να ελέγχει τις ροές ενέργειας και εμπορευμάτων, και οι κάτοικοι της Λωρίδας της Γάζας παραμένουν εγκλωβισμένοι σε μια ασφυκτική πραγματικότητα. Κάθε νέα παραβίαση ή απόπειρα διεύρυνσης του ελέγχου από οποιαδήποτε πλευρά θα μπορούσε να προκαλέσει γενικευμένη ανάφλεξη, μετατρέποντας τη Γάζα σε πεδίο δοκιμής των νέων ισορροπιών υπό την αμερικανική επιρροή.
Για την Τουρκία, μια ενδεχόμενη κατάρρευση της εκεχειρίας θα είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια, θα της δώσει την ευκαιρία ν’ αναδείξει εκ νέου τον ρόλο της ως προστάτιδας των Παλαιστινίων, ενισχύοντας το αφήγημά της περί «περιφερειακής δύναμης με ηθικό προσανατολισμό». Από την άλλη, θα την εκθέσει σε νέα μέτωπα αντιπαράθεσης με το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει επενδύσει πολιτικά στη ρητορική στήριξης της Χαμάς, ωστόσο μια νέα πολεμική έκρηξη θα μπορούσε να στρέψει εναντίον της την καχυποψία της Δύσης, ιδίως αν η Άγκυρα επιχειρήσει να διαδραματίσει ρόλο στρατιωτικού μεσολαβητή. Το Ισραήλ έχει ήδη δηλώσει ότι δεν προτίθεται να δεχθεί τουρκική συμμετοχή σε οποιαδήποτε διεθνή δύναμη επιτήρησης στη Γάζα, ενώ διπλωμάτες στην Ουάσιγκτον εκτιμούν ότι η Άγκυρα επιδιώκει να εκμεταλλευτεί την αναταραχή για να αναβαθμίσει τη θέση της στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν το σενάριο της αποτυχίας της εκεχειρίας επιβεβαιωθεί στην πράξη, η Τουρκία θα επιχειρήσει να διασυνδέσει τη μεσανατολική αστάθεια με τα ανοικτά ζητήματα στη Μεσόγειο, από τις γεωτρήσεις και τις θαλάσσιες ζώνες έως το Κυπριακό, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως «αναγκαίο διαμεσολαβητή» σε μια εύφλεκτη περιοχή.
Η Κύπρος, από την πλευρά της, δεν θα μείνει ανεπηρέαστη. Η γεωγραφική της εγγύτητα στη Μέση Ανατολή και ο ρόλος της ως κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης την καθιστούν κρίσιμο κρίκο σε κάθε εξέλιξη που αφορά την ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής. Μια νέα σύγκρουση στη Γάζα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των μεταναστευτικών ροών, σε ενίσχυση των κυκλωμάτων παράνομης διακίνησης, ακόμη και σε πιθανές επιπτώσεις στην ενεργειακή ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου. Σε πρακτικό επίπεδο, η Κύπρος θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα δυσκολότερο περιβάλλον ασφάλειας. Οι ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις της περιοχής θα αυξήσουν την παρουσία τους, οι μεγάλες δυνάμεις θα ενισχύσουν τη στρατιωτική επιτήρηση και οι ροές ανθρώπων και εμπορευμάτων θα περάσουν από εντατικότερους ελέγχους. Η Λευκωσία, ως το πλησιέστερο ευρωπαϊκό έδαφος στη Μέση Ανατολή, θα κληθεί να συντονίσει ανθρωπιστικές επιχειρήσεις, να ενισχύσει τη συνεργασία της με άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να αναβαθμίσει τη στρατηγική της συνεργασία με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Ιορδανία. Παράλληλα, η πιθανότητα αναταράξεων στις τουριστικές και ενεργειακές ροές θα απαιτήσει ευελιξία στη διαχείριση της οικονομίας, καθώς κάθε νέο κύμα αστάθειας στην περιοχή έχει αποδειχθεί ικανό να επηρεάσει άμεσα τον κυπριακό οικονομικό κύκλο.
Παρά ταύτα, η κρίση ενδέχεται να προσφέρει στην Κύπρο και μια ευκαιρία. Να αναδειχθεί ως πυλώνας σταθερότητας και να προωθήσει ρόλο διαμεσολαβητή στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Λευκωσία, διαθέτοντας σχέσεις εμπιστοσύνης τόσο με το Ισραήλ όσο και με την Παλαιστινιακή Αρχή, μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής προσέγγισης που θα συνδυάζει ανθρωπιστική βοήθεια και ασφάλεια. Εξίσου, μπορεί να αξιοποιήσει τη συγκυρία για να ενισχύσει τη συνεργασία της με τις περιφερειακές δυνάμεις και να καταστήσει σαφές ότι η σταθερότητα της Κύπρου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ευρύτερης ειρηνευτικής αρχιτεκτονικής της περιοχής.
Για την Τουρκία, αντίθετα, η αποτυχία της εκεχειρίας μπορεί να αποδειχθεί επιβαρυντική. Η αναζωπύρωση της βίας θα εντείνει τις εσωτερικές κοινωνικές πιέσεις, θα περιορίσει την οικονομική της ανάκαμψη και θα εκθέσει περαιτέρω τη νομισματική της πολιτική. Η Άγκυρα, εγκλωβισμένη ανάμεσα στην επιθυμία της να ηγηθεί του μουσουλμανικού κόσμου και στην ανάγκη να διατηρήσει σχέσεις με τη Δύση, κινδυνεύει να χάσει και στα δύο μέτωπα. Η γεωπολιτική «πολλαπλή εμπλοκή» της, από τη Συρία ώς τον Καύκασο και τη Μεσόγειο, την καθιστά ευάλωτη σ’ ένα νέο κύκλο διεθνών πιέσεων και εσωτερικών αδυναμιών.
Συμπερασματικά, η επόμενη περίοδος θα είναι καθοριστική. Η Κύπρος καλείται να κινηθεί με διπλωματική ευφυΐα, να ενισχύσει την παρουσία της στα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα και να αξιοποιήσει την εμπιστοσύνη που απολαμβάνει ως κράτος με προβλέψιμη και υπεύθυνη στάση. Η Τουρκία, αντίθετα, θα πρέπει να επιλέξει αν θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ταραξίας ή αν θα αναζητήσει συναινετικό ρόλο, κάτι που προϋποθέτει εγκατάλειψη της επιθετικής ρητορικής. Σε κάθε περίπτωση, η τύχη της εκεχειρίας στη Γάζα θα αποτελέσει βαρόμετρο για το μέλλον της περιοχής. Αν αντέξει, θα διασώσει την ελπίδα για μια σταδιακή εξομάλυνση. Αν καταρρεύσει, θα ανοίξει ένα νέο κύκλο αστάθειας, που θα φτάσει αναπόφευκτα μέχρι τις ακτές της Κύπρου και τα σύνορα της Τουρκίας.
*Πανεπιστημιακός-Ανθρωπολόγος, πρώην Πρύτανης