Διεθνή

Ουκρανικό: Η ρωσική «προσγείωση» των προσδοκιών και τ’ αγκάθια των διαπραγματεύσεων

Κάθε παραχώρηση ανοίγει νέες πληγές και κάθε «εγγύηση» γεννά νέα ερωτήματα

Η πρώτη δημόσια αντίδραση του Βλαντιμίρ Πούτιν στο αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία προσγειώνει τις προσδοκίες για μιαν άμεση και «καθαρή» διπλωματική λύση στο Ουκρανικό. Το σχέδιο των 28 σελίδων, που παρουσιάστηκε ως μια προσπάθεια να χαραχθεί ένας οδικός χάρτης προς την αποκλιμάκωση, αντιμετωπίζεται από το Κρεμλίνο ως κείμενο μεν «διαπραγματεύσιμο», αλλά γεμάτο κενά, ασάφειες και ακανθώδη ζητήματα. Την ώρα που ο ρωσικός στρατός εντείνει την πίεση στο μέτωπο και το Κίεβο επιμένει ότι η όποια συμφωνία πρέπει να περιλαμβάνει σταθερές εγγυήσεις ασφαλείας, οι συνομιλίες αποκτούν χαρακτήρα παρτίδας υψηλού ρίσκου. Με τις επιμέρους θέσεις των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Ουκρανίας αλλά και των Ευρωπαίων να μεταβάλλονται υπό το βάρος στρατιωτικών εξελίξεων και πολιτικών υπολογισμών, η πιθανότητα μιας πραγματικής σύγκλισης παραμένει μακρινή, ενώ το παρασκήνιο γύρω από την τύχη των εδαφικών και θεσμικών παραχωρήσεων κρατά τους πάντες σε επιφυλακή.

Πώς βλέπει ο Πούτιν το σχέδιο

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν σχολίασε για πρώτη φορά την αμερικανική ειρηνευτική πρόταση για τον πόλεμο στην Ουκρανία, χαρακτηρίζοντας το 28σέλιδο σχέδιο του Λευκού Οίκου ως κείμενο που «λαμβάνει υπόψη τη ρωσική οπτική» και μπορεί ν’ αποτελέσει αφετηρία για περαιτέρω διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, ο Ρώσος Πρόεδρος υπογράμμισε πως το σχέδιο περισσότερο μοιάζει με «κατάλογο ερωτημάτων» που απαιτούν σκληρή δουλειά και λεπτομερή επεξεργασία, απορρίπτοντας ταυτόχρονα την ιδέα πως υπάρχει βιασύνη για άμεση συμφωνία. «Ορισμένοι από τους εταίρους μας προσπαθούν να επισπεύσουν αυτήν την υπόθεση», σχολίασε, επισημαίνοντας ότι η Μόσχα δεν πρόκειται να κινηθεί κάτω από πίεση.

Ο Ρώσος Πρόεδρος εμφανίστηκε αδιάλλακτος στο ενδεχόμενο άμεσης κατάπαυσης του πυρός, υποστηρίζοντας πως ο ρωσικός στρατός προελαύνει πλέον με αυξανόμενη ταχύτητα στο ουκρανικό μέτωπο και ότι η ουκρανική άμυνα ενδέχεται να καταρρεύσει πλήρως, εάν συνεχιστεί ο ίδιος ρυθμός επιχειρήσεων. «Όταν οι ουκρανικές δυνάμεις εγκαταλείψουν τα εδάφη που κατέχουν, τότε οι συγκρούσεις θα σταματήσουν. Αν δεν το κάνουν, θα το επιτύχουμε με στρατιωτικά μέσα», δήλωσε, στέλνοντας μήνυμα πως για το Κίεβο θα ήταν προτιμότερο να συναινέσει τώρα στους όρους της Μόσχας παρά αργότερα, «όταν θα έχει χάσει ακόμη περισσότερα».

Η Ουκρανία, από την πλευρά της, έχει επανειλημμένα δηλώσει πως είναι έτοιμη για κατάπαυση του πυρός υπό την προϋπόθεση ότι θα σταματήσουν οι ρωσικές επιθέσεις. Παρ’ όλα αυτά, το αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο που δημοσιοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα προβλέπει μεταξύ άλλων περιορισμό των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, απαγόρευση ένταξης της χώρας στο ΝΑΤΟ και παραχώρηση εδαφών στην ανατολική Ουκρανία, που η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να καταλάβει από το 2022. Ένα σχέδιο που, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλούνται τα αμερικανικά ΜΜΕ, συντάχθηκε με τη συμβολή τουλάχιστον ενός Ρώσου αξιωματούχου και θεωρήθηκε εξαρχής ευνοϊκό προς το Κρεμλίνο. Παρ’ όλα αυτά, ο Πούτιν δήλωσε πως το αρχικό σχέδιο, πριν από τις τροποποιήσεις που υπέστη μετά τις ουκρανικές και ευρωπαϊκές παρεμβάσεις, «μπορεί συνολικά ν’ αποτελέσει βάση για μελλοντική συμφωνία», αν και κάθε σημείο του «απαιτεί εντατική δουλειά».

Η προοπτική όμως μιας συμφωνίας συναντά, σύμφωνα με τον Πούτιν, ένα θεμελιώδες εμπόδιο, που δεν είναι άλλο από την αμφισβήτηση της νομιμότητας του Ζελένσκι να υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο. Ο Ρώσος Πρόεδρος υποστήριξε πως η Μόσχα «επιθυμεί να καταλήξει σε συμφωνία με τις ουκρανικές Αρχές», αλλά «προς το παρόν αυτό είναι πρακτικά και νομικά αδύνατο». Ο Ζελένσκι έχει εκλεγεί το 2019 και βάσει του ουκρανικού Συντάγματος δεν μπορεί να προκηρύξει εκλογές όσο ισχύει ο στρατιωτικός νόμος, αν και ο ίδιος έχει δεσμευτεί να οδηγήσει τη χώρα σε κάλπες μετά τη λήξη του πολέμου.

Το αγκάθι του εδαφικού

Παρά την πρόοδο σε επιμέρους ζητήματα, οι πιο κρίσιμες αποφάσεις , ιδίως εκείνες που αφορούν τα εδάφη της ανατολικής Ουκρανίας τα οποία διεκδικεί το Κρεμλίνο, παραμένουν ανοιχτές και, σύμφωνα με Ευρωπαίους αξιωματούχους, μεταφέρονται πλέον στο επίπεδο των Προέδρων.

Αμερικανοί αξιωματούχοι αποχώρησαν από τις συνομιλίες το προηγούμενο Σαββατοκύριακο μιλώντας για «εποικοδομητικές συζητήσεις» και εκφράζοντας αισιοδοξία για τις τροποποιήσεις του σχεδίου. Όμως, το ακανθώδες ζήτημα τού τι θα γίνει με τα ουκρανικά εδάφη που η Ρωσία επιδιώκει αλλά δεν έχει καταφέρει να καταλάβει σχεδόν τέσσερα χρόνια, εξακολουθεί ν’ αποτελεί σημείο εμπλοκής. Όπως δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, «υπάρχουν μόλις δύο-τρία σημεία διαφωνίας, στα οποία οι ομάδες συνεχίζουν να εργάζονται».

Το Κίεβο προειδοποιεί ότι μια πιθανή παραχώρηση των υπολοίπων περιοχών του Ντονμπάς θα άφηνε τη χώρα εκτεθειμένη σε μελλοντικές ρωσικές επιθέσεις. Παρά τις ανησυχίες αυτές, οι διαπραγματευτές κατόρθωσαν να βρουν κοινό έδαφος σε σειρά ζητημάτων και να μειώσουν τα σημεία του σχεδίου από 28 σε 19, σύμφωνα με Ευρωπαίους διπλωμάτες που έχουν λάβει ενημέρωση. Καμία από τις δύο πλευρές δεν έχει συμφωνήσει ακόμη στην τελική μορφή.

Στις αλλαγές που συζητήθηκαν, περιλαμβάνεται νέο ανώτατο όριο για τον ουκρανικό στρατό, στα 800.000 στελέχη αντί των αρχικών 600.000, καθώς και πιο ήπια διατύπωση σχετικά με την απαγόρευση μελλοντικής επέκτασης του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, όλα τα θέματα που αφορούν τα σύνορα και τις εδαφικές διευθετήσεις φαίνεται πως μετακινούνται τώρα στη σφαίρα των προεδρικών συνομιλιών.

Οι επίσημες τοποθετήσεις των δύο πλευρών για τα αποτελέσματα της συνάντησης διαφοροποιήθηκαν αισθητά. Ο Λευκός Οίκος υποστήριξε ότι το αναθεωρημένο σχέδιο «αντιμετωπίζει ουσιαστικά τις βασικές στρατηγικές ανάγκες της Ουκρανίας», ενώ η ουκρανική περίληψη ήταν πιο μετριοπαθής, σημειώνοντας απλώς ότι οι δύο πλευρές είναι έτοιμες να συνεχίσουν τις εργασίες για μια ειρήνη που θα εγγυάται «ασφάλεια, σταθερότητα και ανοικοδόμηση».

Σύμφωνα με αναλυτές, οι ίδιες οι προοπτικές του σχεδίου περιπλέκονται επιπλέον από έναν ακόμη παράγοντα, αφού όσο περισσότερο οι Αμερικανοί προσαρμόζουν τις προτάσεις, ώστε να καθησυχάσουν τις ανησυχίες του Κιέβου, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να τις αποδεχθεί η Μόσχα.

Οι αμερικανικές προτάσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία δείχνουν να κινούνται πάνω σε ένα ιδιαίτερα λεπτό και αμφιλεγόμενο πεδίο, όπου κάθε παραχώρηση ανοίγει νέες πληγές και κάθε «εγγύηση» γεννά νέα ερωτήματα. Το πιο αμφιλεγόμενο σημείο του σχεδίου αφορά την παράδοση εδαφών. Η Ουάσιγκτον ζητά από το Κίεβο να εγκαταλείψει τις βαριά οχυρωμένες περιοχές του Ντονμπάς που ακόμη ελέγχει, περίπου το 11% της περιφέρειας, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών στρατηγικών πόλεων που η Μόσχα δεν κατάφερε να καταλάβει σε τέσσερα χρόνια πολέμου. Για την ουκρανική ηγεσία, μια τέτοια παραχώρηση ισοδυναμεί με πρόσκληση σε νέα ρωσική επίθεση στο μέλλον.

Σύμφωνα με το σχέδιο, οι ΗΠΑ θα αναγνώριζαν την παραχωρημένη περιοχή ως ρωσική, αν και θα παρέμενε αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη από την οποία θα αποκλείονταν ρωσικές δυνάμεις. Το υπόλοιπο Ντονμπάς, το οποίο βρίσκεται ήδη υπό ρωσική κατοχή, θα αναγνωριζόταν «de facto» ως ρωσικό. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ωστόσο, επιμένουν ότι οποιαδήποτε ουσιαστική διαπραγμάτευση πρέπει να ξεκινήσει με κατάπαυση του πυρός πάνω στη σημερινή γραμμή του μετώπου, χωρίς προαπαιτούμενα που θα προκαταβάλουν το αποτέλεσμα.

Το ασαφές σύστημα ασφαλείας

Πέρα από τα εδαφικά ζητήματα, η ουσία του αμερικανικού σχεδίου στηρίζεται στα σαθρά θεμέλια ενός ασαφούς συστήματος ασφαλείας, που θα προσπαθήσει να καθησυχάσει τις ανησυχίες Ουκρανίας και Ευρώπης για το ενδεχόμενο νέας ρωσικής εισβολής. Σε περίπτωση που η Μόσχα επιτεθεί ξανά, οι ΗΠΑ και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες θα συμμετείχαν σε μια «αποφασιστική συντονισμένη στρατιωτική αντίδραση». Ποιες όμως θα ήταν οι διαστάσεις αυτής της αντίδρασης, ποια ακριβώς η εμπλοκή των ΗΠΑ και με ποιον τρόπο θα εξασφαλιζόταν η αποτροπή; Το σχέδιο δεν απαντά καθαρά. Η Ουάσιγκτον μιλά για «ενισχυμένη αρχιτεκτονική ασφαλείας», αλλά δεν ανοίγει τα χαρτιά της, ενώ η Ουκρανία φοβάται ότι οι Δυτικοί σύμμαχοι θα διστάσουν να εμπλακούν άμεσα σε μελλοντική σύγκρουση.

Η συζήτηση γύρω από τις φιλοδοξίες της Ουκρανίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ παραμένει επίσης ανοιχτή. Το αρχικό σχέδιο απέκλειε κατηγορηματικά την ένταξη και περιόριζε τη μελλοντική επέκταση της Συμμαχίας, ενώ απαγόρευε και την παρουσία ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο ουκρανικό έδαφος. Η αναθεωρημένη εκδοχή είναι ηπιότερη, αλλά ακόμη υπάρχουν διαπραγματεύσεις για το αν και πώς θα αναφέρεται η προοπτική διεύρυνσης του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι πιέζουν να υπάρξει διατύπωση που θα επιτρέπει την αποστολή «δύναμης διαβεβαίωσης» στην Ουκρανία μετά την ειρήνη, μια δύναμη που δεν θα είναι υπό διοίκηση ΝΑΤΟ, ούτε θα επιτρέπεται να επιχειρεί σε καιρό ειρήνης στο ουκρανικό έδαφος. Όπως σημείωσε και ο Πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, πρόκειται για ζήτημα που θα συζητηθεί αποκλειστικά σε ευρωπαϊκά και ΝΑΤΟϊκά fora.

Ένα ακόμη κρίσιμο σημείο του σχεδίου αφορά το μέγεθος του ουκρανικού στρατού. Η αρχική αμερικανική πρόταση προέβλεπε όριο 600.000 στρατιωτών, αλλά οι Ευρωπαίοι πέτυχαν αύξηση στα 800.000, ένας αριθμός πιο κοντινός στα σημερινά δεδομένα, καθώς ο Ζελένσκι έχει υπολογίσει τη δύναμη των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων στις 880.000. Αν και μια τόσο μεγάλη ειρηνική δύναμη θα επιβαρύνει τον ουκρανικό προϋπολογισμό, το Κίεβο ξεκαθαρίζει ότι δεν θα δεχθεί κανέναν περιορισμό χωρίς ισχυρές δυτικές εγγυήσεις ασφαλείας. Ενδιαφέρον έχει ότι το σχέδιο δεν επιβάλλει κανένα ανώτατο όριο στον ρωσικό στρατό, ο οποίος ξεκίνησε την πλήρους κλίμακας εισβολή το 2022.

Παράλληλα, το μέλλον των περίπου 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν παγώσει από τις αρχές του 2022 αποτελεί σημείο σύγκρουσης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Η Ουάσιγκτον θέλει τα χρήματα να χρησιμοποιηθούν τόσο για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας όσο και για κοινά επενδυτικά σχήματα ΗΠΑ–Ρωσίας μετά τη σύναψη της ειρήνης. Οι Ευρωπαίοι, όμως, ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος των πόρων και δηλώνουν πως τα κεφάλαια μπορούν ν’ αξιοποιηθούν μόνο με τη δική τους άμεση συμμετοχή. Στις Βρυξέλλες προωθείται ήδη σχέδιο δανεισμού προς το Κίεβο, με εγγύηση τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Ο Ζελένσκι δεν άφησε περιθώρια παρερμηνειών: «Χρησιμοποιήστε τα ρωσικά χρήματα για να πληρώσει ο επιτιθέμενος για τον πόλεμο. Η Ρωσία συνεχίζει να σκοτώνει ανθρώπους».

Ειδικοί εξηγούν ότι το σύνολο του αμερικανικού σχεδίου δείχνει να κινείται ανάμεσα σε δύο αντιφατικούς πόλους. Από τη μια, γίνεται προσπάθεια να δοθούν στο Κίεβο επαρκείς εγγυήσεις ώστε ν’ αποδεχθεί επώδυνους συμβιβασμούς, και από την άλλη πρέπει να κρατήσουν ζωντανή την προοπτική συμφωνίας με μια Ρωσία που απορρίπτει οτιδήποτε ξεφεύγει από τη δική της ατζέντα. Μέσα σε αυτήν την πολιτική και γεωστρατηγική δίνη, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται, αλλά η απόσταση από μια πραγματική ειρηνευτική συμφωνία παραμένει μεγάλη.