Αναλύσεις

Τα αρπακτικά κοράκια που έφεραν οι τράπεζες ξεσπιτώνουν οικογένειες από τα ίδιά τους τα σπίτια

Τα τελευταία χρόνια, η κυπριακή κοινωνία παρακολουθεί με ολοένα και μεγαλύτερη οργή ένα φαινόμενο που, δυστυχώς, τείνει πλέον να κανονικοποιηθεί: τα «αρπαχτικά κοράκια» που έφεραν οι τράπεζες και οι εταιρείες που αγόρασαν τα προβληματικά δάνεια να ξεσπιτώνουν οικογένειες από τα ίδιά τους τα σπίτια. Δεν πρόκειται απλώς για μια αυστηρή οικονομική διαδικασία· πρόκειται για μια μαύρη σελίδα στα κοινωνικά μας πράγματα, η οποία αποκαλύπτει την πλήρη απανθρωπιά ενός συστήματος που ενδιαφέρεται μόνο για αριθμούς και ισολογισμούς, αδιαφορώντας για τις ζωές πίσω από αυτούς.

Είναι πλέον καταφανές ότι η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη απ’ ό,τι πολλοί πίστευαν. Οι τράπεζες, αυτές οι «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσες», αντί να αναλάβουν το μέρος της ευθύνης που τους αναλογεί για την οικονομική κρίση και την κατάρρευση της κυπριακής οικονομίας, έχουν το θράσος όχι μόνο να μην απολογούνται, αλλά και να απαιτούν και τα ρέστα. Με μια καταιγίδα επιστολών προς δανειολήπτες, χρησιμοποιούν απειλές, εκβιάζουν, οδηγούν ανθρώπους στα δικαστήρια και ενεργοποιούν τις πιο ακραίες διαδικασίες εκποίησης, λες και έχουν απέναντί τους εγκληματίες και όχι πολίτες που για χρόνια στήριζαν το τραπεζικό σύστημα με συνέπεια.

Και σαν να μην ήταν αρκετά αυτά, η Κυβέρνηση –αντί να λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας των πολιτών– εμφανίζεται συχνά πρόθυμη να διευκολύνει τις τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης δανείων. Με μια σειρά από πολιτικές αποφάσεις, με νομοθετικές διευκολύνσεις και με έλλειψη ουσιαστικών κοινωνικών δικλείδων, κατέληξε, θέλοντας και μη, να αποτελεί σύμμαχο μιας βιομηχανίας που βασίζεται στην αρπαγή της κατοικίας του αδύναμου.

Ο κόσμος, όμως, δεν αντέχει άλλο. Πολλές οικογένειες έχουν ήδη χάσει τα σπίτια τους, πολλοί άλλοι ζουν με τον φόβο ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθούν στον δρόμο. Κι όλα αυτά όχι επειδή είναι «στρατηγικοί κακοπληρωτές», αλλά επειδή η οικονομική κρίση που οι ίδιες οι τράπεζες και οι πολιτικές αποφάσεις δημιούργησαν, τους γονάτισε οικονομικά. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια πλήρωναν κανονικά, με συνέπεια και αξιοπρέπεια. Σήμερα, όμως, η πραγματικότητα τούς συνθλίβει. Η επιβίωση μπαίνει πάνω από κάθε τι άλλο. Είναι τόσο απλό και τόσο ανθρώπινο. Πώς γίνεται να μην το αντιλαμβάνονται ούτε οι τραπεζίτες ούτε οι αρμόδιες αρχές;

Ήρθε ο καιρός να συνέλθουν όλοι, και προπαντός αυτοί που διοικούν και κατευθύνουν τις τράπεζες. Η λύση δεν βρίσκεται στις μαζικές εκποιήσεις ούτε στην απειλή της έξωσης. Χρειάζεται ευελιξία, αναδιάρθρωση δανείων, πραγματική διάθεση συνεργασίας και κατανόηση των κοινωνικών συνθηκών. Αντί να εκβιάζουν και να τρομοκρατούν, οι τράπεζες οφείλουν να λειτουργήσουν ως μέρος της λύσης και όχι ως μέρος του προβλήματος. Οι εκποιήσεις δεν συμφέρουν κανέναν, ούτε καν τις ίδιες τις τράπεζες, που στο τέλος καταλήγουν με ακίνητα αποτιμημένα πολύ πιο κάτω από την πραγματική αξία τους, ενώ διαλύεται ολοκληρωτικά η εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς το τραπεζικό σύστημα.

Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι ήταν η σκανδαλώδης πολιτική των τραπεζών –να χορηγούν δάνεια απερίσκεπτα, χωρίς αξιολόγηση κινδύνου, ακόμη και σε άτομα χωρίς ουσιαστικό εισόδημα– που οδήγησε χιλιάδες νοικοκυριά και την ίδια τη χώρα στο σημερινό αδιέξοδο. Κι όμως, αντί να λογοδοτήσουν, απαιτούν πλήρη συμμόρφωση από εκείνους που πλήγηκαν περισσότερο.

Αλλά και η Πολιτεία, η Βουλή, οι αρμόδιοι θεσμοί και οι πολιτικές δυνάμεις έχουν τεράστια ευθύνη. Οφείλουν επιτέλους να ορθώσουν ανάστημα, να βάλουν φραγμό σε αυτήν την επιδρομή εις βάρος ανθρώπων που δεν έφταιξαν. Είναι απαράδεκτο σε μια ευρωπαϊκή χώρα να μην υπάρχουν επαρκείς δικλείδες για την προστασία της πρώτης κατοικίας, ειδικά όταν μιλάμε για ευάλωτες ομάδες, οικογένειες με παιδιά, ηλικιωμένους ή άτομα που προσπαθούν με κάθε τρόπο να σταθούν στα πόδια τους.

Τα δράματα που εκτυλίσσονται πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών που κινδυνεύουν με εκποίηση είναι ανείπωτα. Οικογένειες αναγκάζονται να κόψουν από το φαγητό για να πληρώσουν μια δόση. Άλλοι στερούνται θεραπείες, άλλοι δεν μπορούν να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Αυτά τα πράγματα μέχρι πρόσφατα τα θεωρούσαμε αυτονόητα. Τώρα, όμως, για πολλούς είναι πολυτέλεια. Και απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης δανείων προτιμούν τον δρόμο της επιθετικότητας, αντί της ανθρωπιάς.

Αν θέλουν να εισπράξουν χρήματα, ας στραφούν στους μεγαλοοφειλέτες. Σε αυτούς που χρωστούν εκατομμύρια και δισεκατομμύρια. Σε αυτούς που φυγάδευσαν κεφάλαια στο εξωτερικό με ύποπτες ή αδιαφανείς διαδικασίες. Σε αυτούς που πραγματικά έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν. Αλλά όχι. Αυτοί παραμένουν στο απυρόβλητο, ενώ η πίεση πέφτει στους μικροδανειολήπτες, στους χαμηλοσυνταξιούχους, στους εργαζόμενους που παλεύουν καθημερινά.

Χαρακτηριστική ήταν και η πρόσφατη εκπομπή «Αιχμές» με τον Σωτήρη Μπαρούτη, όπου φιλοξενήθηκε η πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών που αγόρασαν τα προβληματικά δάνεια. Προσπάθησε να μας πείσει ότι οι εταιρείες αυτές τάχα λειτουργούν ανθρωπιστικά. Όμως η πραγματικότητα τη διαψεύδει. Ακροάτρια που παρενέβη ζωντανά στην εκπομπή μίλησε για την απάνθρωπη πίεση που δέχθηκε, για τις απειλές και τη σκληρότητα με την οποία επιχειρούν να της πάρουν το σπίτι. «Νεκρή θα με βγάλετε από το σπίτι μου», είπε με απόγνωση. Αυτή η πρόταση δεν είναι απλώς μια συναισθηματική αντίδραση· είναι το σύμβολο της τραγωδίας που ζει μεγάλο μέρος της κοινωνίας.

Πού βρίσκεται η Πολιτεία όταν μια γυναίκα αναγκάζεται να πει τέτοια λόγια; Πού βρίσκονται οι θεσμοί όταν η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ποδοπατείται έτσι; Δεν φτάνει πια να κρύβονται πίσω από νόμους που οι ίδιοι ψήφισαν. Οφείλουν να διασφαλίσουν ότι κανένα σπίτι δεν θα χαθεί χωρίς εξάντληση κάθε δυνατής λύσης. Οφείλουν να θέσουν όρια σε εκείνους που λειτουργούν με απανθρωπία και κερδοσκοπική μανία.

Η Κύπρος δεν αντέχει άλλη κοινωνική αιμορραγία. Η πρώτη κατοικία δεν είναι προϊόν. Είναι ριζωμένη βαθιά στη συνείδηση του Κύπριου, είναι το καταφύγιο της οικογένειας, η συνέχεια των γενεών, το κέντρο της ζωής. Όταν την παίρνεις από κάποιον, δεν του στερείς απλώς ένα ακίνητο. Του διαλύεις τον κόσμο.

Ήρθε η ώρα να μπει ένα τέλος στην ασυδοσία. Να σταματήσει η κοινωνία να πληρώνει τα εγκλήματα των τραπεζών. Να λογοδοτήσουν όσοι οδήγησαν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση. Και πάνω απ’ όλα, να προστατευτεί επιτέλους ο άνθρωπος. Γιατί χωρίς άνθρωπο, δεν υπάρχει ούτε οικονομία, ούτε ανάπτυξη, ούτε μέλλον.