Εκπέμπουν SOS οι Έλληνες της Κύπρου
Πώς μέσα σε μισό αιώνα αλλάζει ο πληθυσμός, αλλάζει ο χάρτης, αλλάζει ο «Κύπριος»
Πενήντα ένα χρόνια μετά την εισβολή, η Κύπρος δεν αλλάζει μόνο σύνορα και καθεστώτα. Αλλάζει πληθυσμό. Στο κατεχόμενο τμήμα, ο ιστορικός τουρκοκυπριακός πληθυσμός έχει περιοριστεί απέναντι σε δεκάδες χιλιάδες εποίκους από την Τουρκία, ενώ το ελληνοκυπριακό στοιχείο έχει πρακτικά εξαφανιστεί. Στις ελεύθερες περιοχές, η χώρα που στις αρχές της δεκαετίας του ’90 είχε 4–5% αλλοδαπούς, καταγράφει σήμερα πάνω από έναν στους τέσσερεις κατοίκους ως ξένο ή γεννημένο στο εξωτερικό, με περίπου 4 στα 10 παιδιά να έχουν μητέρα ξένης καταγωγής. Την ίδια ώρα, ο πληθυσμός γερνά, οι γεννήσεις των Κυπρίων μειώνονται και η οικονομία στέκεται όλο και περισσότερο σε εισαγόμενο ανθρώπινο δυναμικό. Αν δεν αλλάξει πορεία, η Κύπρος του 2040 θα είναι μια χώρα όπου ο «μέσος Κύπριος» θα έχει πολύ διαφορετικό πρόσωπο, γλώσσα, καταγωγή και αναφορές από εκείνον του 1974.
Η μεγαλύτερη αλλοίωση: Πλημμύρα εποίκων στα κατεχόμενα
Η πιο οξεία και πολιτικά φορτισμένη δημογραφική αλλοίωση καταγράφεται στο κατεχόμενο τμήμα. Εκεί, η αλλαγή δεν είναι «φυσική». Είναι σχεδιασμένη.
Μετά το 1974, η Άγκυρα άνοιξε τη στρόφιγγα του εποικισμού. Χιλιάδες οικογένειες από την Ανατολία μεταφέρθηκαν οργανωμένα στον βορρά: πρώτα αγρότες και εργάτες, για να «ζωντανέψουν» τα κατεχόμενα χωριά, στη συνέχεια επαγγελματίες, επιχειρηματίες, άνθρωποι που αναζητούσαν ένα νέο ξεκίνημα σε γη που μέχρι χθες ανήκε σε Ελληνοκυπρίους. Οι απογραφές της λεγόμενης «ΤΔΒΚ» δείχνουν ένα σταθερό μοτίβο: από τους κατοίκους που καταγράφονται, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό είναι υπήκοοι Τουρκίας ή παιδιά/εγγόνια εποίκων.
Την ίδια ώρα, οι αριθμοί των αυτόχθονων Τουρκοκυπρίων πιέζονται. Χαμηλή γονιμότητα, φυγή προς Βρετανία, Τουρκία και Ευρώπη, απογοήτευση για το πολιτικό αδιέξοδο. Σήμερα, μια σοβαρή μερίδα μελετητών εκτιμά ότι οι γηγενείς Τουρκοκύπριοι είναι πιθανότατα μειοψηφία στο ίδιο το κατεχόμενο τμήμα, μπροστά σε έναν πληθυσμό εποίκων και απογόνων τους που μεγαλώνει, εγκαθίσταται, αποκτά «ιθαγένεια» και δικαιώματα.
Αν το συνδυάσει κανείς αυτό με την πλήρη σχεδόν εξαφάνιση του ελληνοκυπριακού στοιχείου από τον βορρά -λίγες εκατοντάδες εγκλωβισμένοι ηλικιωμένοι και οι οικογένειές τους, εκεί όπου ζούσαν δεκάδες χιλιάδες- η εικόνα είναι ξεκάθαρη: στο ένα τρίτο του νησιού, ο πληθυσμός δεν είναι πια αυτός που ήταν.
Πρόκειται για κλασική περίπτωση δημογραφικής αλλοίωσης υπό κατοχή:
- εισαγωγή πληθυσμού,
- εκδίωξη ή συρρίκνωση ντόπιου,
- δημιουργία νέου εκλογικού σώματος, που αύριο θα κληθεί ν’ αποφασίσει για λύση, συνταγματική αρχιτεκτονική, περιουσίες, καθεστώς.
Κάθε χρόνος που περνά χωρίς λύση, αυτή η αλλοίωση παγιώνεται. Και όσο παγιώνεται, τόσο απομακρυνόμαστε από τις αναλογίες και τις ισορροπίες πάνω στις οποίες στηρίχθηκε κάποτε το Σύνταγμα του 1960.
Ο χάρτης στις ελεύθερες περιοχές αλλάζει: από μονοεθνικός σε πολυεθνικό κράμα
Στον νότο, η εικόνα είναι διαφορετική, αλλά εξίσου ανατρεπτική. Εδώ δεν είχαμε εποικισμό. Είχαμε οικονομία, ΕΕ και μετανάστευση.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, οι αλλοδαποί στις ελεύθερες περιοχές μετά βίας ξεπερνούσαν το 4–5% του πληθυσμού. Η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν ουσιαστικά μια μονοεθνική κοινωνία, με μικρές αναγνωρισμένες θρησκευτικές μειονότητες. Μέσα σε μια γενιά, αυτό ανατράπηκε.
Κατά τη δεκαετία του 2000, οι ανάγκες σε εργατικά χέρια -τουρισμός, κατασκευές, υπηρεσίες, οικιακή βοήθεια- άνοιξαν την πόρτα σε χιλιάδες εργαζομένους από την ΕΕ και τρίτες χώρες. Μετά το 2004, η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε την Κύπρο μέρος της ελεύθερης διακίνησης προσώπων. Παράλληλα, οι πόλεμοι στη Συρία και στη Μέση Ανατολή, η οικονομική αστάθεια σε Ανατολική Ευρώπη και Ασία, έφεραν νέα κύματα μεταναστών και αιτητών ασύλου.
Οι απογραφές αποτυπώνουν αυτήν την πορεία με μαθηματική ακρίβεια:
- από 4–5% αλλοδαπούς στις αρχές ’90,
- σε περίπου 10% στις αρχές του 2000,
- πάνω από 20% το 2011,
- και γύρω στο 22% το 2021.
Σήμερα, με βάση τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις, μπορούμε να μιλάμε για μια κοινωνία όπου ένας στους τέσσερεις κατοίκους στις ελεύθερες περιοχές είναι ξένος υπήκοος ή γεννημένος εκτός Κύπρου.
Ο χάρτης το επιβεβαιώνει:
- Στην Πάφο, περίπου 4 στους 10 κατοίκους είναι αλλοδαποί.
- Στην Αμμόχωστο, η αναλογία ξεπερνά το 1/5.
- Ακόμη και στη Λευκωσία, την καρδιά του κράτους, το ποσοστό των ξένων αυξάνεται σταθερά, με ολόκληρες συνοικίες να αλλάζουν πρόσωπο.
Δημιουργούνται έτσι νέες «νησίδες» πληθυσμού μέσα στο ελεύθερο τμήμα: βρετανικές και ρωσικές παροικίες, κοινότητες από Ρουμανία, Βουλγαρία, Γεωργία, ισχυρή παρουσία Ασιατών εργαζομένων, αυξανόμενη παρουσία Αφρικανών, δίπλα στην παραδοσιακή ελληνοκυπριακή πλειοψηφία.
Και, ίσως πιο σημαντικό, αυτό δεν φαίνεται μόνο στα διαβατήρια. Φαίνεται στις γεννήσεις: σε πολλές χρονιές, μέχρι και 4 στα 10 παιδιά που γεννιούνται στην Κύπρο έχουν μητέρα που γεννήθηκε στο εξωτερικό. Στα δημόσια σχολεία, σε αρκετές τάξεις των μεγάλων πόλεων, τα παιδιά με τουλάχιστον έναν γονιό ξένης καταγωγής δεν είναι πια εξαίρεση. Είναι η νέα κανονικότητα.
Πώς αλλάζει ο χάρτης και ο πληθυσμός της Κύπρου
Αν δει κανείς το νησί συνολικά, η δημογραφική εικόνα είναι σχεδόν αντεστραμμένη σε σχέση με πριν από μισό αιώνα.
Γεωγραφικά:
- Στον βορρά, η παρουσία Ελληνοκυπρίων και Μαρωνιτών συρρικνώνεται σε λίγες κουκκίδες στον χάρτη. Τα παλιά μεικτά χωριά είναι σήμερα μονοεθνικά, με ελληνοκυπριακά τοπωνύμια σβησμένα ή αλλοιωμένα. Ο πληθυσμός αποτελείται κυρίως από Τουρκοκυπρίους και Τούρκους εποίκους, με μικρές κοινότητες ξένων φοιτητών και εργατών.
- Στις ελεύθερες περιοχές, η εικόνα είναι πιο σύνθετη. Τα μεγάλα αστικά κέντρα -Λευκωσία, Λεμεσός, Λάρνακα, Πάφος- συγκεντρώνουν την πλειονότητα των αλλοδαπών. Ουσιαστικά, υπάρχει ένα εσωτερικό «τρίγωνο» πολυεθνικότητας, που ξεκινά από τις παράκτιες πόλεις και επεκτείνεται προς την ενδοχώρα μέσω των προαστίων. Στα ορεινά και σε πολλά χωριά, το δημογραφικό αποτύπωμα παραμένει ελληνοκυπριακό, αλλά με γηράσκοντες πληθυσμούς και έντονα σημάδια εγκατάλειψης.
Δημογραφικά:
- Ο πληθυσμός της Κυπριακής Δημοκρατίας αυξάνεται αριθμητικά, αλλά γηράσκει. Τα άτομα άνω των 65 ετών αυξάνονται, τα παιδιά μειώνονται, η μέση ηλικία ανεβαίνει. Ο δείκτης γονιμότητας των Κυπρίων βρίσκεται σταθερά κάτω από το όριο αναπλήρωσης.
- Αντίθετα, οι νεότερες ηλικίες «γεμίζουν» αναλογικά από παιδιά οικογενειών με μεταναστευτικό υπόβαθρο, που τείνουν να έχουν ελαφρώς υψηλότερη γονιμότητα, ειδικά στις πρώτες γενιές.
- Στον βορρά, ενώ δεν υπάρχουν τόσο αξιόπιστα στοιχεία, η ίδια τάση χαμηλής γονιμότητας των Τουρκοκυπρίων συνδυάζεται με δυναμικές, νεότερες ηλικίες στους πληθυσμούς εποίκων, που συχνά έχουν περισσότερα παιδιά και εισέρχονται σε παραγωγικές ηλικίες.
Το αποτέλεσμα; Ένας χάρτης όπου:
- στην κατοχική γραμμή, η δημογραφία λειτουργεί σαν σιωπηλό τείχος,
- στις ελεύθερες περιοχές, ο Κύπριος μέσης ηλικίας ζει σε μια πόλη ή προάστιο πολύ πιο πολυεθνικό απ’ ό,τι ήταν πριν από 20 ή 30 χρόνια,
- και στα χωριά, η λέξη «πληθυσμός» σημαίνει συχνά «ηλικιωμένοι και μετανάστες εργάτες».
Κύπρος 2040: Πού πάει η καμπύλη της αλλοίωσης
Μπορεί να γίνει ασφαλής πρόβλεψη; Όχι. Μπορεί όμως να χαραχθεί μια τροχιά, αν υποθέσουμε ότι οι βασικές τάσεις συνεχίζονται.
Στον βορρά, χωρίς δραματική πολιτική αλλαγή:
- Ο ρόλος των εποίκων και των απογόνων τους θα ενισχυθεί ακόμη περισσότερο.
- Οι αυτόχθονες Τουρκοκύπριοι θα συνεχίσουν να συρρικνώνονται αναλογικά, ίσως και αριθμητικά, εφόσον η μετανάστευση και η χαμηλή γονιμότητα διατηρηθούν.
- Μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού το 2030 ή το 2040 θα έχει να διαχειριστεί ένα εκλογικό σώμα στον βορρά, που δεν θα μοιάζει σε τίποτα με αυτό του 1960 – και πολύ λιγότερο με το 1974.
Στον νότο, αν δεν αλλάξει κάτι σε οικογενειακή πολιτική και μεταναστευτική διαχείριση:
- Το ποσοστό αλλοδαπών και γεννημένων στο εξωτερικό ενδέχεται να κινηθεί προς ή και πάνω από το 30% μέχρι το 2040.
- Σε πολλές σχολικές τάξεις των μεγάλων αστικών κέντρων, τα παιδιά με έναν ή δύο γονείς ξένης καταγωγής θ’ αποτελούν καθαρή πλειοψηφία.
- Το ασφαλιστικό σύστημα, η αγορά εργασίας, το σύστημα υγείας θα στηρίζονται όλο και πιο αποφασιστικά σε ανθρώπους που οι γονείς τους δεν είχαν καμία σχέση με την Κύπρο πριν από 20–30 χρόνια.
- Η γήρανση του γηγενούς πληθυσμού θα επιταχυνθεί. Χωρίς σοβαρές πολιτικές στήριξης των γεννήσεων και προσέλκυσης -όχι μόνο φθηνών εργατών, αλλά και νέων επιστημόνων με προοπτική ένταξης- η δημογραφική «πλάστιγγα» θα γέρνει όλο και πιο πολύ προς την εισαγόμενη εργατική δύναμη.
Με άλλα λόγια, η Κύπρος του 2040 δεν θα διαφέρει μόνο στο πόσοι θα κατοικούν στο νησί, αλλά και στο ποιοι θα είναι αυτοί:
- Στον βορρά, ένας πληθυσμός με πλειοψηφία εποίκων και απογόνων τους,
- στον νότο, ένα μωσαϊκό όπου ο παραδοσιακός Ελληνοκύπριος μέσης ηλικίας θα συνυπάρχει με μια μεγάλη δεύτερη και τρίτη γενιά νέων Κυπρίων διαφορετικής καταγωγής,
και ανάμεσα τους, η εκκρεμότητα του Κυπριακού να λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής αβεβαιότητας.
Η «δημογραφική αλλοίωση» δεν είναι πια σύνθημα. Είναι στατιστικό γεγονός. Το ερώτημα για την Πολιτεία και την κοινωνία δεν είναι αν θα την «αποδεχθούν» ή αν θα την «καταγγείλουν». Είναι αν θα την κατανοήσουν και θα την διαχειριστούν - ή αν θα αφήσουν το νησί να συνεχίσει ν’ αλλάζει πληθυσμό «στον αυτόματο», μέχρι να διαπιστώσουμε, κάποια στιγμή κοντά στο 2040, ότι η Κύπρος που ξέραμε υπάρχει μόνο στα αρχεία των απογραφών.