Αναλύσεις

Οι δασμοί ως οικονομικό ή πολιτικό εργαλείο

Ο τρόπος σκέψης του Αμερικανού Προέδρου έχει μια λογική, αλλά η άμεση επιβολή δασμών, χωρίς προηγούμενη προεργασία, ενδεχομένως να οδηγήσει στα αντίθετα αποτελέσματα

Η επιβολή δασμών, ή τουλάχιστον η πρόθεση για επιβολή δασμών, από τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ κυριάρχησε στα διεθνή και τοπικά μέσα τη βδομάδα που πέρασε. Iδιαίτερο ενδιαφέρον είχαν και οι δηλώσεις Τραμπ για το μέλλον του Μεσανατολικού, αλλά και η επιβολή κυρώσεων στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.

Υπενθυμίζεται ότι, στις 17 Ιουνίου 1930, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ, Χέρμπερτ Χούβερ, προχώρησε στην υπογραφή του «Smoot-Hawley Tariff Act», που προνοούσε την επιβολή δασμών μέχρι 45% σε προϊόντα που εισάγονταν στη χώρα.

Ως αποτέλεσμα, οι χρηματιστηριακοί δείκτες καταρρέουν, οι ΗΠΑ απομονώνονται εμπορικά με τις εξαγωγές τους να μειώνονται κάτω του μισού, τις τιμές σιτηρών να μειώνονται και εκατομμύρια αγρότες να πτωχεύουν. Οι ΗΠΑ οδηγήθηκαν, σε συνδυασμό και με άλλα γεγονότα, σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης, με τις επιχειρήσεις να παλεύουν να παραμείνουν βιώσιμες και την καθημερινότητα των πολιτών να γίνεται δυσκολότερη.

Τα πράγματα είναι πλέον ακόμη πιο σύνθετα, εφόσον πολλές φορές υπάρχει γεωγραφική διασύνδεση στην παραγωγή του τελικού προϊόντος, δηλαδή ένα μέρος του παράγεται στη μια χώρα, ένα μέρος του στην άλλη και το τελικό προϊόν συναρμολογείται σε μια τρίτη. Οπότε, η επιβολή δασμών θα οδηγήσει σε σύνθετες συνέπειες, που πολύ δύσκολα κανείς μπορεί να εκτιμήσει.

Ο τρόπος σκέψης Τραμπ

Ο τρόπος σκέψης του Αμερικανού Προέδρου έχει μια λογική, αλλά η άμεση επιβολή δασμών, χωρίς προηγούμενη προεργασία, ενδεχομένως να οδηγήσει στα αντίθετα αποτελέσματα. Ο κος Τραμπ καλεί όσες επιχειρήσεις θέλουν να πωλούν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ να εγκαταστήσουν παραγωγικές γραμμές εκεί, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, τάζοντάς τους σημαντικά φορολογικά κίνητρα και ελαφρύνσεις.

Με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας (αποτελεί φυσικά ερωτηματικό αν θα υπάρχει διαθέσιμο εργατικό δυναμικό) και μεγαλύτερο μέρος από τα άμεσα και έμμεσα οφέλη της όλης επιχειρηματικής δραστηριότητας θα μένουν στις ΗΠΑ.

Την ίδια στιγμή θέλει ενδεχομένως να περιορίσει τις πρακτικές όπου βιομηχανίες εγκαθίστανται στο Μεξικό λόγω κόστους και εξάγουν τα έτοιμα προϊόντα τους μέσω των συνόρων με τις ΗΠΑ.

Φυσικά για την επιτυχία των πιο πάνω σκέψεων θα πρέπει να δημιουργηθεί τέτοια παραγωγική δυναμική εντός των ΗΠΑ, που να μπορεί να αντικαταστήσει μεγάλο μέρος των εισαγωγών και διασφάλιση των πρώτων υλών σε λογικές τιμές. Την ίδια στιγμή όμως εκτιμάται ότι θα υπάρξει μείωση στις εξαγωγές των ΗΠΑ, οπότε θα έπρεπε να διασφαλιστούν οι εμπορικές σχέσεις με τους εξαγωγικούς εταίρους. Όπως γίνεται αντιληπτό, αυτά δεν είναι ζητήματα που μπορούν να λυθούν με ένα διάταγμα επιβολής δασμών.

Βραχυπρόθεσμα, τουλάχιστον, η επιβολή δασμών θα έχει αρνητικές συνέπειες για την οικονομία των ΗΠΑ. Οι τιμές των προϊόντων και το κόστος παραγωγής θα αυξηθούν, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό, ο οποίος ενδεχομένως να επηρεάσει τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών σε σχέση με τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και οι ρυθμοί ανάπτυξης θα μειωθούν σημαντικά.

Τις ίδιες εκτιμήσεις φαίνεται να έχουν και οι επενδυτές με τους χρηματιστηριακούς δείκτες να παρουσιάζουν σημαντική πτώση, μέχρι ο κος Τραμπ να ανακοινώσει την αναβολή της επιβολής των δασμών σε Καναδά και Μεξικό. Η αγορά των κρυπτονομισμάτων κατακρημνίστηκε, το δολάριο ενισχύθηκε (θεωρώντας ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο από τη FED) και η τιμή του χρυσού, που θεωρείται ως το «ασφαλές καταφύγιο» από τους επενδυτές, αυξήθηκε.

Είναι ξεκάθαρο ότι ο κος Τραμπ θα χρησιμοποιήσει τους δασμούς και σύντομα τη δύναμη που του δίνει η θέση της χώρας όσον αφορά την παραγωγή πετρελαίου, αλλά και την οικονομική δύναμη, για να «κυριαρχήσει» στο διεθνές εμπόριο και να διασφαλίσει την πρωτοκαθεδρία του δολαρίου.

Σε αυτήν την προσπάθεια, να ελέγξει δηλαδή το διεθνές εμπόριο, εντάσσεται και η προσπάθεια ελέγχου της Διώρυγας του Παναμά, η οποία κτίστηκε μετά από αμερικανική πρωτοβουλία και παραχωρήθηκε στον Παναμά το 1977, επί προεδρίας Κάρτερ.

Η ξηρασία των τελευταίων χρόνων μείωσε τον αριθμό διελεύσεων, με αποτέλεσμα τα τέλη να έχουν αυξηθεί σημαντικά. Την ίδια στιγμή φαίνεται ότι η διαχειριστική εταιρεία έχει έδρα το Χονγκ Κονγκ, κάτι που προκαλεί αντιδράσεις από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, της οποίας κύριος στόχος είναι η προνομιακή μεταχείριση των αμερικανικών προϊόντων και πλοίων.

Αντίδραση Κίνας

Η Κίνα ανακοίνωσε αντίμετρα σε σχέση με τις προθέσεις του νέου Αμερικανού Προέδρου, μια χώρα με μεγάλη αγοραστική και εξαγωγική δύναμη. Ένα κοινό χαρακτηριστικό των δύο είναι η «άρνησή» τους να εφαρμόσουν ουσιαστικές πολιτικές διασφάλισης του περιβάλλοντος, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με την Ευρώπη.

Αυτό έχει οδηγήσει σε έναν νέο κύκλο συζητήσεων σε σχέση με την πράσινη μετάβαση. Μπορεί, στην τελική, η καθαρή ενέργεια να μειώνει το κόστος, όμως η μετατροπή των βιομηχανιών και των πλοίων, ώστε να εναρμονιστούν με τις οδηγίες, προϋποθέτει τέτοιο μεγάλο κόστος, που βραχυπροθέσμα τα προϊόντα που παράγονται δεν θα είναι ανταγωνιστικά.

Η Ευρώπη παρουσιάζεται αδύναμη στο να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στα όσα συμβαίνουν. Παρακολουθεί ως θεατής τις διαδικασίες για την ενδεχόμενη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν και τις συζητήσεις για το Ουκρανικό, καθώς και τις εξελίξεις όσον αφορά τις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας, που μπορεί να την επηρεάσουν (π.χ. στην περίπτωση που οι ΗΠΑ ζητήσουν από την Ευρώπη να επιβάλει δασμούς σε κινεζικά προϊόντα ή αντίστροφα στο ενδεχόμενο που η Κίνα χάσει μέρος των εξαγωγών στις ΗΠΑ και προσπαθήσει να τις αντικαταστήσει με περισσότερες στην Ευρώπη).

Φυσικά αναμένεται να υπάρξουν συζητήσεις μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ, λαμβάνοντας υπόψη τις προθέσεις για επιβολή δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα. Ο Τραμπ αναφέρεται συχνά στο εμπορικό έλλειμμα, σε σχέση με την Ευρώπη. Αυτό «διορθώνεται» είτε με τη μείωση των εισαγωγών από τις ΗΠΑ είτε με την αύξηση των εξαγωγών.

Οπότε είναι πολύ πιθανόν να δούμε αύξηση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη, καθώς και στρατιωτικού εξοπλισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις του νέου Αμερικανού Προέδρου για την αναγκαιότητα οι χώρες μέλη του Νάτο να αυξήσουν τον αμυντικό τους προϋπολογισμό στο 5% επί του συνόλου.