Παιδεία

Ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών στα κρατικά πανεπιστήμια

Η εισαγωγή αλλοδαπών φοιτητών στα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών των κυπριακών κρατικών πανεπιστημίων πρέπει να γίνεται με ένα ξεχωριστό και διακριτό σύστημα, ώστε να μην επηρεάζονται οι θέσεις και η εισδοχή των Κυπρίων υποψηφίων

Τα νομοσχέδια για την εισαγωγή ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών στα κρατικά πανεπιστήμια της Κύπρου αποτελούν ένα κρίσιμο ζήτημα για την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, εγείροντας, ωστόσο, τόσο προοπτικές όσο και ανησυχίες. Η διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης θα ενισχύσει την ακαδημαϊκή ανταγωνιστικότητα και την οικονομική βιωσιμότητα των κυπριακών πανεπιστημίων, καθώς και την ακαδημαϊκή και οικονομική θέση της χώρας στον διεθνή εκπαιδευτικό χάρτη, ώστε να συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της Κύπρου σε διεθνές κέντρο παροχής ανώτερης εκπαίδευσης. Παράλληλα, όμως, εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς που αφορούν την ισότητα στην πρόσβαση και τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας. Με κατάλληλες ρυθμίσεις, η Κύπρος μπορεί να πετύχει έναν ισορροπημένο σχεδιασμό, όπου η διεθνοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης θα συμβαδίζει με τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και την κοινωνική ισότητα.

Για την αξιολόγηση των εν λόγω νομοσχεδίων, θα πρέπει πρωταρχικά να ληφθεί υπόψη ότι για πραγμάτωση του στρατηγικού πυλώνα η Κύπρος να καταστεί διεθνές κέντρο παροχής ανώτερης εκπαίδευσης, πρωταρχικός παράγοντας είναι η προσφορά τόσο ξενόγλωσσων προγραμμάτων σπουδών (κυρίως στα Αγγλικά), όσο και προγραμμάτων εξ αποστάσεως. Ένα από τα κύρια πλεονεκτήματα της εισαγωγής αγγλόφωνων προγραμμάτων είναι η δυνατότητα των κυπριακών δημόσιων πανεπιστημίων να προσελκύσουν διεθνείς φοιτητές, ενισχύοντας έτσι την παγκόσμια αναγνωρισιμότητά τους, αλλά και την οικονομία της Κύπρου. Πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια έχουν ήδη υιοθετήσει παρόμοιες στρατηγικές, βελτιώνοντας τη θέση τους στον διεθνή ακαδημαϊκό χώρο. Επιπλέον, η παρουσία φοιτητών από διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα μπορεί να εμπλουτίσει το ακαδημαϊκό περιβάλλον και να προσφέρει ευκαιρίες διαπολιτισμικής μάθησης. Παράλληλα, η ύπαρξη ξενόγλωσσων προγραμμάτων μπορεί να αποτρέψει τη φυγή ταλαντούχων Κυπρίων φοιτητών προς πανεπιστήμια του εξωτερικού. Πολλοί νέοι, κυρίως απόφοιτοι ιδιωτικών σχολείων, επιλέγουν να σπουδάσουν σε άλλες χώρες λόγω της έλλειψης ξενόγλωσσων επιλογών στην Κύπρο. Με το νέο νομοσχέδιο, τα κρατικά πανεπιστήμια θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν μιαν ανταγωνιστική επιλογή γι’ αυτούς τους φοιτητές, διατηρώντας το ανθρώπινο κεφάλαιο εντός της χώρας. Ακόμη, η εισαγωγή προγραμμάτων στα Αγγλικά μπορεί να ενισχύσει την ποιότητα της εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σε επιστημονικά πεδία, όπου η Αγγλική κυριαρχεί ως η γλώσσα της έρευνας και της καινοτομίας. Έτσι, οι απόφοιτοι θα είναι καλύτερα προετοιμασμένοι για διεθνείς ακαδημαϊκές και επαγγελματικές προοπτικές.

Ωστόσο, το νομοσχέδιο συνοδεύεται από σημαντικές προκλήσεις. Ένας βασικός προβληματισμός αφορά την πιθανή περιθωριοποίηση της ελληνικής γλώσσας στην ανώτατη εκπαίδευση. Αν και το νομοσχέδιο δεν καταργεί τα ελληνόφωνα προγράμματα, υπάρχει ο φόβος ότι, σταδιακά, η ζήτηση γι’ αυτά θα μειωθεί. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στη συρρίκνωση της ελληνόγλωσσης επιστημονικής παραγωγής και στην εξασθένηση της Ελληνικής ως γλώσσας ακαδημαϊκής διδασκαλίας. Ένα δεύτερο ζήτημα, αφορά την ισότητα στην πρόσβαση. Οι μαθητές που προέρχονται από ιδιωτικά σχολεία, όπου η Αγγλική διδάσκεται σε ανώτερο επίπεδο, πιθανώς να έχουν πλεονέκτημα έναντι των μαθητών από κρατικά σχολεία, που ενδέχεται να δυσκολευτούν περισσότερο στα αγγλόφωνα προγράμματα. Αυτό θα μπορούσε να διευρύνει το χάσμα μεταξύ φοιτητών διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων. Επιπλέον, η πιθανή εμπορευματοποίηση της κρατικής ανώτατης εκπαίδευσης αποτελεί έναν ακόμα σημαντικό κίνδυνο. Αν τα αγγλόφωνα προγράμματα κοστίζουν περισσότερο, μπορεί να αλλάξουν τον χαρακτήρα των δημόσιων πανεπιστημίων, καθιστώντας την πρόσβαση σε αυτά πιο δύσκολη για οικονομικά ασθενέστερες ομάδες. Η Κύπρος πρέπει να αποφύγει τη μετατροπή των κρατικών πανεπιστημίων σε ιδρύματα, όπου η εκπαίδευση δεν θα είναι προσιτή για όλους.

Για ν’ αξιοποιηθούν τα οφέλη του νομοσχεδίου και να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι, προτείνεται η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων. Αρχικά, πρέπει να θεσπιστούν εγγυήσεις ότι τα ελληνόφωνα προγράμματα δεν θα υποβαθμιστούν. Παράλληλα, θα μπορούσαν τα προγράμματα να είναι δίγλωσσα (στην Ελληνική και στην ξένη γλώσσα), ώστε να διασφαλιστεί η ισότιμη ανάπτυξη και των δύο γλωσσών, όπου οι φοιτητές θα έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν μαθήματα τόσο στα Ελληνικά, όσο και στην ξένη γλώσσα. Η διδασκαλία της ελληνικής επιστημονικής ορολογίας πρέπει να ενσωματωθεί στα προγράμματα σπουδών, ενώ τα πανεπιστήμια να προσφέρουν γλωσσικά μαθήματα στήριξης. Είναι, επίσης, απαραίτητη η ενίσχυση της διδασκαλίας τόσο των Ελληνικών όσο και των Αγγλικών στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε όλοι οι μαθητές να έχουν ίσες ευκαιρίες επιτυχίας. Θα μπορούσαν να προσφερθούν προπαρασκευαστικά προγράμματα αγγλικής γλώσσας για τους ενδιαφερόμενους φοιτητές πριν από την εισαγωγή τους σε αγγλόφωνα προγράμματα. Επιπλέον, απαιτείται συνεχής συστηματική αξιολόγηση των επιπτώσεων του νομοσχεδίου, ώστε να διαπιστωθεί αν δημιουργούνται ανισότητες ή αν υποβαθμίζεται η ελληνική γλώσσα. Η διαχείριση των νέων προγραμμάτων πρέπει να γίνεται με διαφάνεια, ώστε να αποφευχθεί η εμπορευματοποίηση της κρατικής εκπαίδευσης.

Η εισαγωγή αλλοδαπών φοιτητών στα ξενόγλωσσα προγράμματα σπουδών των κυπριακών κρατικών πανεπιστημίων πρέπει να γίνεται με ένα ξεχωριστό και διακριτό σύστημα, ώστε να μην επηρεάζονται οι θέσεις και η εισδοχή των Κυπρίων υποψηφίων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της δημιουργίας μιας ανεξάρτητης διαδικασίας εισαγωγής, που θα λαμβάνει υπόψη τις ακαδημαϊκές επιδόσεις των υποψηφίων, όπως οι βαθμολογίες σε διεθνώς αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των A-Levels, του International Baccalaureate (IB), του απολυτηρίου των χωρών προέλευσής τους, καθώς και των εξετάσεων SAT ή ACT, και άλλα. Για να μην επηρεαστεί η πρόσβαση των Κυπρίων φοιτητών στα κρατικά πανεπιστήμια, τα ξενόγλωσσα προγράμματα θα πρέπει να έχουν καθορισμένες και ανεξάρτητες θέσεις για τους αλλοδαπούς υποψηφίους, οι οποίες δεν θα μειώνουν τον αριθμό των διαθέσιμων θέσεων για τους Κύπριους που εισάγονται μέσω των Παγκύπριων Εξετάσεων ή άλλων εθνικών διαδικασιών.

Επιπλέον, για τη βιωσιμότητα των ξενόγλωσσων προγραμμάτων, τα κρατικά πανεπιστήμια θα πρέπει να διαμορφώσουν ένα σύστημα διδάκτρων για τους αλλοδαπούς φοιτητές, που θα συμβάλλει στην οικονομική ενίσχυση των πανεπιστημίων χωρίς να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό ή να επιφέρει αλλαγές στο υφιστάμενο καθεστώς δωρεάν φοίτησης για τους Κύπριους φοιτητές. Με αυτόν τον τρόπο, τα ξενόγλωσσα προγράμματα θα μπορούν να λειτουργούν ως αυτοχρηματοδοτούμενες δομές, προσφέροντας διεθνή αναγνωρισιμότητα στα κυπριακά πανεπιστήμια, προσελκύοντας υψηλού επιπέδου φοιτητές από το εξωτερικό, χωρίς να μειώνεται η διαθεσιμότητα θέσεων για τους Κύπριους υποψηφίους.

*Καθηγητής-ανθρωπολόγος στο Philips University, πρώην πρύτανης, και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ιδρυμάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης (EURASHE).