Πολιτισμός

Ο πόθος των Ελλήνων Κυπρίων για ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα συνδυάζεται με τις Απόκριες, σε ένα σατιρικό ποίημα του Ιωάννη Περδίου (1928)

Στις 3 Μαρτίου 1928 ο δημοσιογράφος, νομικός, εκδότης, σατιρικός ποιητής και φλογερός πατριώτης Ιωάννης Περδίος (1881-1930), δημοσίευσε στη σατιρική εφημερίδα, την οποία εξέδιδε, το ΜΑΣΤΙΓΙΟΝ, το ποίημα «Μακρυά κι’ από τους Ίππους τους Δουρείους, ας γιορτάσουμε κι’ εμείς τους Παγκυπρίους». Σε αυτό, η εορτή των Αποκριών συνδυάζεται ευρηματικά με τον πόθο των Κυπρίων για απελευθέρωση από τη βρετανική «δουλεία» και ένωση με τη Μάνα Ελλάδα.

Δηλαδή, ο Περδίος τονίζει πως, ούσα υπόδουλη, η Κύπρος δεν μπορεί να γιορτάσει μαζί με τους δυνάστες της τα Καρναβάλια. Η Κύπρος θα γιορτάσει μαζί με τους Βρετανούς την Ανάσταση, όταν, απελευθερωμένη από την ψυχρή, ξένη αγκαλιά βρεθεί στην «ολόχρυση» μητρική αγκαλιά της Ελλάδας.

Υπενθυμίζεται πως το 1928 η Κύπρος μετρούσε ήδη μισό αιώνα βρετανικής διακυβέρνησης ενώ διένυε το τέταρτο έτος της ως αποικία, επισήμως, του Στέμματος.

Μακρυά κι’ από τους Ίππους τους Δουρείους, ας γιορτάσουμε κι’ εμείς τους Παγκυπρίους

Με την Εθνική στολή της ας τη δουν την Κύπρο όλη

Καθώς Θάλασσα γαλάζια στους Αγώνας να χυθή

Και δυο θάλασσες να βλέπουν μες στου Ζήνωνος την πόλι

Κι’ Ουρανός από Σημαίες πέρα πέρα ν’ απλωθή!

***

Ας αφίσουν τους Εγγλέζους να γιορτάσουνε μονάχοι

Που Πενήντα χρόνια σκλάβα την πατρίδα μας κρατούν

Κι’ άς σκιρτήσουν στην Γιορτή μας τ’ ακρογιάλια μας κι’ οι βράχοι

Που θα βλέπουν τες ψυχές μας σ’ άλλες σφαίρες να πετούν!

***

Ας το καταλάβουν όλοι που γι’ ανδράποδα μας παίρνουν

Πως οι Κύπριοι παγώνουν μες την ξένην αγκαλιά

Και δεν στέργουν όπου θέλουν καθώς κτήνη να τους σέρνουν

Κι ας τους έχουν στον λαιμό τους τυλιγμένη την θηλειά!

***

Ας το νοιώση κι’ ένας άλλος που προβάλλει με την μάσκα

Κι’ εις Γκαζέττες πουλημένες ό,τι θέλει φλυαρεί

Κι’ απαιτεί και την Θανή μας να την πάρουμε για Πάσκα

Και στα Πάθη τα φρικτά μας να γιορτάζουμε Λαμπρή!

***

Πέρασαν τα Καρναβάλια και την μάσκαν ας την βγάλη

Και με δίχως προσωπείον ας θελήση να μας πη

Αν αυτός θα προτιμούσεν απ’ της Μάνας την αγκάλη

Μες στην αγκαλιά την ξένη –και σ’ ολόχρυση– να μπη!

***

Δίχως προσωπείο πρέπει να φανερωθή με θάρρος

Και την γνώμην του να γράψη μ’ ευτολμίαν ανδρική

Για να μην φορτώνουν σ’ άλλους της ευθύνης του το βάρος

Κι’ άλλα πρόσωπα για δράστας να νομίζουν μερικοί!

***

Απ’ την κρύπτη του δεν πρέπει ’στην Γκαζέττα να συρίζη

Και γι’ αχάριστο να δείχνη το φιλότιμο Νησί

Που την ίδια του Δουλεία μ’ ύμνους δεν πανηγυρίζει

Και ποθεί την Λευθεριά του και με σίδερα μισεί!

***

Δεν μισούμε των Βυρώνων και των Κόνδριγκτων την Μάνα

Που βαθειάν ευγνωμοσύνη πάντα νοιώθουμε γι’ Αυτή,

Μα δεν στέργομε σαν παίζουν Νεκρική για μας Καμπάνα

Να τραβούμε το σχοινί μας σαν σε Πασχαλιάς Γιορτή!

***

Δεν μισούμε, δεν μισούμε των Γλαδστώνων την Αγγλία

Που και στην Επτάνησό μας έδωσε την Λευθεριά,

Μα μισούμε τους αλύσσους, μα μισούμε την Δουλεία

Και ποθούμε να μας βγάλουν δούλων σίδερα βαρειά!

***

Γι’ ατσίγκανους θα μας παίρναν και κτηνών αγέλην μόνο

Αν μας σέρναν όπου θέλαν με σαγήνες που κρατούν

Και γιορτάζαμε μαζί τους της Δουλείας μας τον Χρόνο

Και θωρούσανε τους δούλους με δεσπότας να γλεντούν!

***

Ας αφήσωμεν εκείνους μοναχοί τους να γιορτάσουν

Που Πενήντα τώρα χρόνια μας κρατούν δούλους σκυφτούς

Κι’ όταν δουν τα δίκαιά μας και τα σίδερά μας σπάσουν

Τότε την Ανάστασί μας θα γιορτάσωμε μ’ αυτούς!

  • Επιστ. Λειτουργός Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄