Παιδεία

Ανώτερη Εκπαίδευση στην Κύπρο: Γενική αποτίμηση και στρατηγικές κατευθύνσεις

Ο σκεπτικισμός από κάποιους, για τους τίτλους σπουδών από ιδιωτικά κολέγια, παραμένει σημείο τριβής, καθώς δημιουργούνται ασάφειες και ανισότητες στην αγορά εργασίας

Η ανώτερη εκπαίδευση στην Κύπρο αποτελεί έναν κρίσιμο πυλώνα για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας. Με την ύπαρξη κρατικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων (όπου θα περιλαμβάνονται και δύο ελληνικά ΑΕΙ που προτίθενται να κατέλθουν στην Κύπρο), καθώς και κολεγίων ανώτερης εκπαίδευσης (ΙΣΤΕ) και δημοσίων σχολών μεταλυκειακής εκπαίδευσης, η Κύπρος έχει δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που στοχεύει τόσο στην κάλυψη των αναγκών της εγχώριας αγοράς όσο και στην προσέλκυση διεθνών φοιτητών, καθιστώντας την Κύπρο διεθνές κέντρο παροχής ανώτερης εκπαίδευσης. Παρά τις μέχρι τώρα επιτυχίες, το σύστημα εξακολουθεί ν’ αντιμετωπίζει προκλήσεις που απαιτούν καλοσχεδιασμένο, αναλυτικό και αποτελεσματικό στρατηγικό σχεδιασμό, και συντονισμένες παρεμβάσεις.

Η ποικιλομορφία των προγραμμάτων σπουδών αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά σημεία της ανώτερης εκπαίδευσης στην Κύπρο. Τα πανεπιστήμια και τα κολέγια προσφέρουν μια ευρεία γκάμα επιλογών, καλύπτοντας παραδοσιακούς τομείς όπως οι ανθρωπιστικές επιστήμες και η νομική, καθώς και αναδυόμενους κλάδους όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η βιώσιμη ανάπτυξη και η υγεία. Αυτή η ποικιλία προγραμμάτων, σε συνδυασμό με την ποιότητα που προσφέρουν τα περισσότερα ιδρύματα, έχει κάνει την Κύπρο πόλο έλξης για ξένους φοιτητές. Η διεθνοποίηση του κυπριακού εκπαιδευτικού συστήματος είναι εμφανής μέσα από την προσφορά αγγλόφωνων προγραμμάτων και τη σύναψη συνεργασιών με διεθνή πανεπιστήμια. Αυτό όχι μόνο ενισχύει την εικόνα της Κύπρου ως εκπαιδευτικού κέντρου ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά προάγει και την πολιτισμική ανταλλαγή και την ετερογένεια στα πανεπιστημιακά περιβάλλοντα. Παράλληλα, η συμβολή της ανώτερης εκπαίδευσης στην έρευνα και στην καινοτομία είναι ιδιαίτερα σημαντική. Τα κρατικά πανεπιστήμια διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην υλοποίηση ερευνητικών προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ πολλές από τις ερευνητικές τους δραστηριότητες έχουν πρακτικές εφαρμογές που ενισχύουν την τοπική οικονομία. Στον τομέα αυτό, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και κολέγια έχουν κάνει σημαντικά βήματα, αν και η έμφασή τους παραμένει περισσότερο στην εκπαίδευση παρά στην έρευνα.

Ωστόσο, το σύστημα της ανώτερης εκπαίδευσης στην Κύπρο δεν είναι απαλλαγμένο από αδυναμίες. Μια από τις κυριότερες προκλήσεις είναι η έλλειψη συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ κρατικών και ιδιωτικών ιδρυμάτων. Αυτός ο κατακερματισμός οδηγεί σε ανισομέρεια στην κατανομή των πόρων και στη δημιουργία περιττών ανταγωνισμών, παρά στην αξιοποίηση συνεργειών. Επίσης, ο σκεπτικισμός από κάποιους, για τους τίτλους σπουδών από ιδιωτικά κολέγια, παραμένει σημείο τριβής, καθώς δημιουργούνται ασάφειες και ανισότητες στην αγορά εργασίας.

Μια ακόμα σοβαρή αδυναμία είναι η περιορισμένη διασύνδεση της ανώτερης εκπαίδευσης με τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, με τον ευρύτερο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, και ιδιαίτερα με την αγορά εργασίας. Παρότι υπάρχουν εξαιρετικά προγράμματα σπουδών, το χάσμα ανάμεσα στις δεξιότητες που αποκτούν οι φοιτητές και στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας παραμένει μεγάλο, οδηγώντας σε υψηλά ποσοστά ανεργίας μεταξύ των αποφοίτων. Επιπλέον, η ποιότητα των παρεχόμενων σπουδών δεν είναι ομοιογενής σε όλα τα ιδρύματα, ενώ οι υποδομές σε κάποιες περιπτώσεις είναι ελλιπείς και συχνά δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες, λόγω περιορισμένης χρηματοδότησης.

Για να ξεπεραστούν αυτές οι αδυναμίες, απαιτείται η ανάπτυξη και υλοποίηση ενός στρατηγικού σχεδιασμού που θα ενισχύσει τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό και προς τη σωστή κατεύθυνση το «Στρατηγικό Σχέδιο για Βελτίωση και Αναβάθμιση της Ανώτερης Εκπαίδευσης στην Κύπρο», που αναπτύχθηκε από το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας. Εντούτοις, απαιτείται πρωτίστως η περαιτέρω συστηματική ανάπτυξη, βελτίωση και ενίσχυση του στρατηγικού αυτού σχεδίου, ώστε να διαμορφωθεί ένας καλοσχεδιασμένος, αναλυτικός και αποτελεσματικός στρατηγικός σχεδιασμός, που δεν θα περιορίζεται στην παράθεση στρατηγικών στόχων και επιδιώξεων, αλλά θα εμπεριέχει πέραν αυτών λεπτομερείς και αναλυτικές τακτικές και επιμέρους δράσεις, με δυνατότητα και με μηχανισμούς μετρήσιμων αποτελεσμάτων.

Είναι αναγκαία η αναδιοργάνωση, αναβάθμιση και πλήρης οικονομική και διοικητική ανεξαρτησία του Φορέα ΔΙΠΑΕ ως κεντρικού συντονιστικού και ρυθμιστικού φορέα που θα διασφαλίζει πέραν της ποιότητας, τη συνεργασία και την ισόρροπη ανάπτυξη όλων των ιδρυμάτων ανώτερης εκπαίδευσης. Παράλληλα, επιβάλλεται η θεσμοθέτηση και λειτουργία το συντομότερο δυνατό του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου, ώστε να εξασφαλίσθεί διαφάνεια, συμμετοχικότητα και ευρύτερη συναίνεση στις εκπαιδευτικές πολιτικές και μεταρυθμίσεις, παρέχοντας ένα πλαίσιο για ενσωμάτωση απόψεων και προτάσεων απ’ όλο το φάσμα της κοινωνίας. Επιπλέον, είναι κρίσιμο να ενισχυθεί η διασύνδεση της ανώτερης εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την εισαγωγή υποχρεωτικών πρακτικών σχετικών ασκήσεων σε όλα τα προγράμματα σπουδών, τη σύναψη συνεργασιών με επιχειρήσεις και την ανάπτυξη προγραμμάτων που επικεντρώνονται στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, στις αναδυόμενες τεχνολογίες και στις ανάγκες της παγκόσμιας οικονομίας. Παράλληλα, η έρευνα και η καινοτομία πρέπει να υποστηριχθούν περαιτέρω με αυξημένη χρηματοδότηση, η οποία θα στοχεύει στη συνεργασία πανεπιστημίων με τη βιομηχανία για την ανάπτυξη πρακτικών λύσεων σε υπαρκτά προβλήματα στην τοπική αλλά και παγκόσμια κοινωνία.

Η διεθνής παρουσία της Κύπρου στον τομέα της ανώτερης εκπαίδευσης μπορεί να ενισχυθεί μέσω της περαιτέρω προώθησης των αγγλόφωνων και εξ αποστάσεως προγραμμάτων, και της ανάπτυξης στρατηγικών συνεργασιών με κορυφαία ακαδημαϊκά ιδρύματα και ερευνητικούς οργανισμούς του εξωτερικού, καθώς και με μεγαλύτερη και πιο συστηματική επικέντρωση στην ποιότητα και ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, επένδυση στις υποδομές και ενίσχυση της ψηφιακής εκπαίδευσης μπορούν να δημιουργήσουν ένα πιο ελκυστικό και αποτελεσματικό περιβάλλον μάθησης. Προς αυτήν την κατεύθυνση είναι και η ανάγκη παροχής από την Πολιτεία ανταγωνιστικών κινήτρων για προσέλκυση ξένων φοιτητών.

Η ανώτερη εκπαίδευση στην Κύπρο έχει τη δυναμική να εξελιχθεί σ’ ένα διεθνώς αναγνωρισμένο κόμβο γνώσης και καινοτομίας. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, απαιτείται όραμα, υψηλή ποιότητα, συστηματική συνεργασία και αποφασιστική δράση απ’ όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Μέσω ενός καλοσχεδιασμένου, αναλυτικού και αποτελεσματικού στρατηγικού σχεδιασμού, που δεν θα περιορίζεται στη παράθεση στρατηγικών στόχων και επιδιώξεων, αλλά θα εμπεριέχει πέραν αυτών λεπτομερείς και αναλυτικές τακτικές και δράσεις, η Κύπρος μπορεί να διασφαλίσει ότι το εκπαιδευτικό της σύστημα όχι μόνο θα ανταποκρίνεται στις σύγχρονες προκλήσεις, αλλά και θα συμβάλλει ουσιαστικά στις εξελίξεις στον παγκόσμιο εκπαιδευτικό και ακαδημαϊκό χάρτη.

*Καθηγητής-Aνθρωπολόγος στο Philips University, πρώην Πρύτανης και πρώην Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ιδρυμάτων Ανώτερης Εκπαίδευσης (EURASHE) και του European Quality Assurance Register for Higher Education (EQAR)