Αναλύσεις

Ιωάννης Καποδίστριας

Εκατόν ενενήντα οκτώ χρόνια από την εκλογή του μαρτυρικού Κυβερνήτη της Νεότερης Ελλάδας

Συμπληρώθηκαν 198 χρόνια από τότε που η αγωνιζόμενη για την ελευθερία της Ελλάδα εξέλεξε πρώτο της Κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια, προτού ακόμα αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο κράτος. Ήταν 15 Μαρτίου 1827, όταν η Τρίτη Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας πήρε την ιστορική αυτή απόφαση, που αποτέλεσε καμπή στην Επανάσταση του Εικοσιένα. Γιατί από εκείνη τη στιγμή ένας Έλληνας, από τους μεγαλύτερους, αν όχι ο μέγιστος, κατά πολλούς ιστορικούς, εκλέγηκε να κυβερνήσει την αναγεννώμενη από την τέφρα της σκλαβιάς, Ελλάδα. Ήταν ο Καποδίστριας διπλωμάτης διεθνούς περιωπής και πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και μυστικοσύμβουλος του Τσάρου. Ήταν επίσης γνωστός για τη φιλοπατρία του, ιδιαίτερα στους μορφωμένους και οικονομικούς ομογενείς της διασποράς. Διότι αυτοί ήταν σε θέση να γνωρίζουν τους αγώνες του στα διάφορα ευρωπαϊκά συνέδρια, όπου έδινε σκληρές διπλωματικές μάχες, όντας Υπουργός Εξωτερικών και μυστικοσύμβουλος του Τσάρου της Ρωσίας, για να δοθεί δικαιοσύνη στην Ελλάδα, που αγωνιζόταν για ν’ αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο εκλεκτός της Τρίτης Εθνοσυνέλευσης των επαναστατημένων Ελλήνων, επέπρωτο να δολοφονηθεί από ελληνικά χέρια, ενώ προσπαθούσε να δημιουργήσει από τις στάχτες και τα χαλάσματα, που άφησε πίσω της η μακραίωνη οθωμανική σκλαβιά, ένα σύγχρονο ευνομούμενο κράτος. Ο Καποδίστριας γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1776 και ήταν το έκτο παιδί του Κερκυραίου Αντώνη Μαρία Καποδίστρια, δικηγόρου με ηγετική παρουσία ανάμεσα στις οικογένειες όχι μόνο της Κέρκυρας, αλλά ολόκληρης της Επτανήσου. Η μητέρα του ήταν κυπριακής καταγωγής, γόνος της επιφανούς οικογένειας Γονέμη, που ήταν γραμμένη στη Χρυσή Βίβλο της Κέρκυρας από το 1606. Ήταν μεταξύ των λίγων μελών της οικογένειας, που γλύτωσαν από τις σφαγές των Τούρκων στη Λεμεσό και κατόρθωσαν να καταφύγουν στην Κέρκυρα. Εκεί όπου μέλη της διακρίθηκαν για τις δραστηριότητές τους και ήταν γραμμένα στη Χρυσή Βίβλο από το 1606.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ένας από τους μορφωμένους και ευφυείς άντρες της εποχής του. Από παιδί έμαθε Λατινικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Το 1795 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβα, όπου σπούδασε ταυτόχρονα Ιατρική και Φιλοσοφία, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε σαν ακροατής μαθήματα νομικής επιστήμης. Ήταν τόσο καλός φοιτητής, που μέσα σε δυο χρόνια αποφοίτησε και γύρισε στην Κέρκυρα, όπου άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του γιατρού και πολλές φορές να προσφέρει δωρεάν τις υπηρεσίες του στους φτωχότερους συμπολίτες του.

Δεν τον χάρηκε, όμως, η ιατρική επιστήμη. Τον «έκλεψε» η πολιτική, όπου διακρίθηκε στον διπλωματικό στίβο της Ευρώπης. Πρώτη του πολιτική, αλλά και πατριωτική ενέργεια ήταν η έντονη διαφωνία του με τον Ρώσο πληρεξούσιο, όταν κατήρτιζαν νέο Σύνταγμα για την Κέρκυρα. Τα τσούγκρισαν, διότι ο Ρώσος δεν συμφώνησε με τις δικές του φιλελεύθερες εισηγήσεις. Τελικά, μετά από διαβουλεύσεις, πέρασαν οι φιλελεύθερες θέσεις του Καποδίστρια. Στα Επτάνησα ο Καποδίστριας αναδείχθηκε σημαίνον πολιτικό κεφάλαιο. Και η φήμη του απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη. Τον Μάιο κλήθηκε από τον Τσάρο στην Αγία Πετρούπολη, όπου του ανατέθηκαν σημαντικές θέσεις στο Υπουργείο Εξωτερικών και του απονεμήθηκαν διάφορα παράσημα. Η άνοδός του επιβεβαιώθηκε με τον διορισμό του ως μυστικού συμβούλου του Τσάρου στις συνομιλίες για το μέλλον της Ελβετίας. Εκεί έλαμψε η διπλωματική ικανότητα του Καποδίστρια. Έφτιαξε το Σύνταγμα της χώρας, που προέβλεπε αυτόνομα κρατίδια ως μέλη της Ελβετικής Ομοσπονδίας και το Σύνταγμα αυτό ισχύει ακόμη και σήμερα, θεωρείται δε το πιο δημοκρατικό στην Ευρώπη. Οι Ελβετοί τιμούν ακόμη και σήμερα τον ιδρυτή του πολιτεύματός τους.

Ο Καποδίστριας έφθασε στο Ναύπλιο, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση της Ελλάδας, μιας χώρας που ένα μόνο τμήμα της έβγαινε από σκλαβιά τεσσάρων περίπου αιώνων, μετά από πολύχρονους αιματηρούς αγώνες. Μιας Ελλάδας κράτους χωρίς ακόμη σύνορα, σε μιαν άθλια κατάσταση. Όχι μόνο οι κάτοικοί της, αλλά και πολλές χιλιάδες πρόσφυγες από άλλα σκλαβωμένα ελληνικά εδάφη ήταν εξαθλιωμένοι. Το έργο που ανελάμβανε αμισθί ήταν βαρύτατο. Είχε την ανάγκη της βοήθειας όλων των πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών, για να ξεπεράσει όσα από τα πολλά και σοβαρά προβλήματα ορθώνονταν μπροστά του. Αλλά, δυστυχώς, πολλοί από τους παράγοντες αυτούς όχι μόνο δεν τον βοήθησαν στο έργο του, αλλά και προέβαλλαν εμπόδια στην πραγματοποίησή του. Εμπόδια παρενέβαλλαν και οι μεγάλες δυνάμεις, η καθεμιά για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, οικονομικών και γεωπολιτικών.

Φθάνοντας στην Ελλάδα, ο Καποδίστριας δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος με το Πρωτόκολλο της 18ης Νοέμβρη 1828, που έθετε τον Μοριά και τις Κυκλάδες όχι ελεύθερες αλλά υπό την εγγύηση των Συμμάχων. Με τον φόβο ότι οι πονηροί και δολοπλόκοι Άγγλοι θα περιόριζαν την Ελλάδα σ’ αυτά τα στενά σύνορα, άρχισε να οργανώνει τακτικό στρατό, συνεχίζοντας τον πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Στερεά Ελλάδα, με στρατηγούς τον αδελφό του Αυγουστίνο, τον Δημήτριο Υψηλάντη και τον Άγγλο Ρίτσαρντ Τσορτς. Οι Άγγλοι, που διέβλεπαν πού αποσκοπούσε η ενέργεια αυτή του Καποδίστρια, τον κάλεσαν ν’ αποσύρει από τη Ρούμελη τις δυνάμεις αυτές στην Πελοπόννησο, αλλά ο Καποδίστριας αρνήθηκε. Και με τη μάχη της Πέτρας τον Σεπτέμβρη του 1829 εξασφαλίστηκε η ελληνική κυριαρχία στη Στερεά Ελλάδα. Παράλληλα, με τη συνδρομή γαλλικών στρατευμάτων υπό τον στρατάρχη Μεζόν, εκκαθαρίστηκε και η Πελοπόννησος από τα στρατεύματα του διαβόητου Αιγύπτιου στρατάρχη Ιμπραήμ.

Η πονηρή Αλβιόνα ανησύχησε από τις ελληνικές επιτυχίες και έσπευσε να συμφωνήσει στη συνοριακή γραμμή Άρτας- Βόλου. Και μετά από διαπραγματεύσεις υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο αναγνωριζόταν η ανεξαρτησία της Ελλάδας, η οποία θα εκτεινόταν νότια της συνοριακής γραμμής, που όριζαν οι ποταμοί Αχελώος και Σπερχειός. Και εδώ ξεπροβάλλει η φιλοπατρία και η ακαταμάχητη διπλωματική ικανότητα του Καποδίστρια. Συμφωνεί με την ανεξαρτησία, αλλά διαφωνεί και αντιδρά έντονα στα ζητήματα εκκένωσης περιοχών από τον Ελληνικό Στρατό. Και τον Σεπτέμβρη του 1831, δεκατρείς ημέρες πριν από τη δολοφονία του, με το νέο Πρωτόκολλο του Λονδίνου, αλλάζει οριστικά προς το συμφέρον της Ελλάδας η συνοριακή γραμμή.

Μπροστά στις πολλές και μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπιζε, ο Καποδίστριας άρχισε να οργανώνει το κράτος με συγκεντρωτικό σύστημα. Πρώτη του μέριμνα, να βελτιώσει τη διοίκηση του νέου κράτους. Και η συγκεντρωτική του διακυβέρνηση ήταν η αχίλλειος πτέρνα του. Υποχρεώθηκε να συγκρουστεί με πολλά συμφέροντα, αλλά εξακολουθούσε να εργάζεται ακούραστα για να οργανώσει το νέο κράτος, πάνω σε αρχές ισονομίας και δικαιοσύνης. Επειδή πίστευε ότι η πρόοδος της χώρας βασιζόταν κυρίως στη γεωργία, ίδρυσε γεωργική σχολή για την εκπαίδευση των Ελλήνων αγροτών και εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας. Παράλληλα στήριξε την παραγωγή του μεταξιού με δεδομένη την καλλιέργεια της μουριάς, που ήταν η μοναδική πρώτη ύλη εκτροφής του μεταξοσκώληκα.

Ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε και στη βασική εκπαίδευση. Αρμόδια επιτροπή από μορφωμένους ανέλαβε τη σύνταξη βιβλίων και τη δημιουργία αλληλοδιδακτικών βιβλίων, στα οποία οι καλύτεροι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων, με τη βοήθεια του δασκάλου, μάθαιναν στους μικρότερους γραφή και ανάγνωση. Επίσης, ίδρυσε στην Αίγινα το πρώτο Ελληνικό Γυμνάσιο, ενώ στο Ορφανοτροφείο του νησιού, όπου φιλοξενούνταν, κυρίως, ορφανά του Αγώνα, λειτούργησαν αλληλοδιδακτικά ελληνικά σχολεία . Στην Αίγινα λειτούργησε επίσης και το Κεντρικό Σχολείο, που ήταν το κόσμημα της πόλης.

Επίσης, ο μαρτυρικός κυβερνήτης έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη δημιουργία οργανωμένου στρατού, διότι διέβλεπε ότι δεν εξέλιπαν σοβαροί κίνδυνοι που απειλούσαν την αναγεννώμενη Ελλάδα. Για τον σκοπό αυτό ίδρυσε Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων για την εκπαίδευση στρατιωτικών στελεχών. Και το επιστέγασμα των άοκνων προσπαθειών του για ένα ευνομούμενο κράτος, ήταν η δολοφονία του. Από το 1830 είχε ξεσπάσει ανταρσία στη Μάνη υπό την ηγεσία του Τζανή Μαυρομιχάλη, αδελφού του Πετρόμπεη, που τέθηκε κι αυτός υπό περιορισμό στο Ναύπλιο. Ζήτησε να πάει στη Μάνη να κατευνάσει τα πνεύματα, αλλά δεν του επιτράπηκε. Αποπειράθηκε να διαφύγει, αλλά συνελήφθη και φυλακίστηκε. Οι Κωνσταντίνος και Γεώργιος Μαυρομιχάλη, αδελφός και γιος του Πετρόμπεη, παραφύλαγαν και δολοφόνησαν τον Καποδίστρια έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα του Ναυπλίου, όπου πήγαινε να παρακολουθήσει τη θεία λειτουργία.

Ο θάνατος του Κυβερνήτη βύθισε σε βαθύ πένθος τον λαό του Ναυπλίου, ενώ στην Αίγινα οι αντίπαλοί του πανηγύριζαν. Αρκετά αργότερα, το 1840, ο ίδιος ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, όταν άκουσε κάποιο να κατηγορεί τον Καποδίστρια, φέρεται να είπε: «Δεν μετράς καλά, φιλόσοφε… Ανάθεμα στους Αγγλογάλλους , που ήσαν η αιτία κι εγώ έχασα τους δικούς μου, και το Έθνος έναν άνθρωπο, που δεν θα τονε μεταβρεί, και με το αίμα του με παιδεύει ώς τώρα…».