Αναλύσεις

Κύπρος ή Τουρκία; Πώς τις ζυγίζουν οι ΗΠΑ

Αν και η Λευκωσία δεν διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ ή τη γεωγραφική έκταση της Τουρκίας, η στρατηγική της τοποθεσία στην Ανατολική Μεσόγειο, η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η προθυμία της να ευθυγραμμιστεί με τα Δυτικά συμφέροντα την καθιστούν έναν ιδιαίτερα πολύτιμο εταίρο

Η Ανατολική Μεσόγειος υπήρξε ανέκαθεν μια περιοχή ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τοποθετημένη στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, με πρόσβαση στη Μέση Ανατολή, στη Βόρειο Αφρική και στην Ευρώπη, η περιοχή συγκεντρώνει πλήθος στρατηγικών, ενεργειακών και αμυντικών συμφερόντων, που επηρεάζουν άμεσα την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Κύπρος και η Τουρκία αναδεικνύονται ως δύο κομβικοί παίκτες, αλλά με διαφορετικούς ρόλους, ιστορικές σχέσεις και βαθμό αξιοπιστίας στα μάτια της Ουάσινγκτον.

Για δεκαετίες, η Τουρκία υπήρξε αναντικατάστατος σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ένταξή της στο ΝΑΤΟ το 1952 ενίσχυσε τη θέση της ως βασικού πυλώνα του δυτικού αμυντικού σχεδιασμού απέναντι στη Σοβιετική Ένωση, ενώ η γεωγραφική της θέση την κατέστησε προνομιακό εταίρο σε περιφερειακές κρίσεις, από τον Ψυχρό Πόλεμο μέχρι τις επεμβάσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Η αμερικανική αεροπορική βάση στο Ιντζιρλίκ, η οποία χρησιμοποιήθηκε σε επιχειρήσεις από τον Πόλεμο στον Κόλπο μέχρι τον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους, αποτελούσε για χρόνια μιαν από τις πιο σημαντικές στρατηγικές εγκαταστάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στην ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα, η Τουρκία εθεωρείτο ένας κρίσιμος κρίκος στη διατήρηση της σταθερότητας στη Μέση Ανατολή, και το ΝΑΤΟ βασιζόταν στη στρατιωτική της ισχύ για την ανάσχεση των ρωσικών και ιρανικών φιλοδοξιών.

Ωστόσο, η πορεία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια έθεσε σοβαρά ερωτήματα για την αξιοπιστία της ως συμμάχου. Η στροφή του Τούρκου Προέδρου προς μια πιο ανεξάρτητη και εθνικιστική πολιτική, η αυξανόμενη αυταρχικότητα στο εσωτερικό, καθώς και η πολυδιάστατη διπλωματία που επιδιώκει σχέσεις τόσο με τη Ρωσία όσο και με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δημιούργησαν έντονες τριβές με την Ουάσιγκτον. Η πιο χαρακτηριστική ένδειξη αυτής της απόκλισης ήταν η απόφαση της Τουρκίας να προμηθευτεί το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400, κάτι που οδήγησε σε αμερικανικές κυρώσεις και στον αποκλεισμό της από το πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35. Ταυτόχρονα, οι τουρκικές στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία και τη Λιβύη, καθώς και η έντονη αντιπαράθεση με την Ελλάδα και την Κύπρο στην Ανατολική Μεσόγειο, ενίσχυσαν τη δυσαρέσκεια της Ουάσινγκτον, με το Κογκρέσο και το Πεντάγωνο να επιδιώκουν μια πιο σκληρή στάση απέναντι στην Άγκυρα.

Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση, η Κύπρος αναδείχθηκε ως μια εναλλακτική επιλογή για τις Ηνωμένες Πολιτείες, προσφέροντας σταθερότητα και προβλεψιμότητα, στοιχεία που έλειπαν όλο και περισσότερο από την τουρκική ηγεσία. Αν και η Λευκωσία δεν διαθέτει τη στρατιωτική ισχύ ή τη γεωγραφική έκταση της Τουρκίας, η στρατηγική της τοποθεσία στην Ανατολική Μεσόγειο, η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η προθυμία της να ευθυγραμμιστεί με τα Δυτικά συμφέροντα την καθιστούν έναν ιδιαίτερα πολύτιμο εταίρο. Η ενίσχυση των αμερικανοκυπριακών σχέσεων έγινε εμφανής τα τελευταία χρόνια, με μια σειρά από εξελίξεις που σηματοδότησαν τη μετατόπιση του αμερικανικού ενδιαφέροντος. Το 2019, η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσισε να άρει το εμπάργκο όπλων που είχαν επιβάλει οι ΗΠΑ στην Κύπρο από το 1987, επιτρέποντας τη στρατιωτική συνεργασία και ανοίγοντας τον δρόμο για την προμήθεια στη συνέχεια αμυντικού εξοπλισμού, κάτι που επισημοποιήθηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν τη στήριξή τους στην τριμερή συνεργασία Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ, αναγνωρίζοντας τη σημασία ενός άξονα σταθερότητας στην περιοχή.

Η ενεργειακή διάσταση των σχέσεων ΗΠΑ-Κύπρου απέκτησε ιδιαίτερη σημασία με την ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην κυπριακή ΑΟΖ. Η παρουσία αμερικανικών εταιρειών, όπως η ExxonMobil, στην κυπριακή ενεργειακή αγορά ενίσχυσε το ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον για την προστασία των συμφερόντων της στην περιοχή, ιδιαίτερα απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις. Η προσπάθεια των ΗΠΑ να προωθήσουν τον αγωγό EastMed, που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη παρακάμπτοντας την Τουρκία, είναι άλλη μια ένδειξη της μεταβαλλόμενης γεωπολιτικής ισορροπίας.

Στο πλαίσιο της πρώτης προεδρίας Τραμπ, η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στην Τουρκία και την Κύπρο υπήρξς αμφίσημη. Ο ίδιος ο Τραμπ διατηρούσε προσωπική σχέση με τον Ερντογάν και πολλές φορές φάνηκε διστακτικός να συγκρουστεί με την Άγκυρα, ιδιαίτερα σε θέματα όπως η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία. Ωστόσο, το Κογκρέσο και η αμερικανική στρατιωτική ηγεσία υιοθέτησαν πιο σκληρή στάση, επιβάλλοντας κυρώσεις στην Τουρκία και αναβαθμίζοντας τις σχέσεις με την Κύπρο. Με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η αμερικανική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο αναμένεται να επηρεαστεί από την προσωπική του προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις. Ο Τραμπ έχει στο παρελθόν δείξει προτίμηση στις διμερείς συναλλαγές και στις προσωπικές σχέσεις με ηγέτες, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο ευέλικτη στάση απέναντι στην Τουρκία. Παρότι το αμερικανικό κατεστημένο εντός του Κογκρέσου και των ενόπλων δυνάμεων ενδέχεται να διατηρήσει μια σκληρή γραμμή απέναντι στην Τουρκία, ο ίδιος ο Τραμπ είναι πιθανό να επιδιώξει την αναθέρμανση των σχέσεων με την Άγκυρα, εστιάζοντας κυρίως σε οικονομικά και αμυντικά ζητήματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κύπρος θα χάσει τη στρατηγική της σημασία. Αντίθετα, η ενίσχυση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-Κύπρου τα προηγούμενα χρόνια έχει δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα, στην οποία η Λευκωσία αποτελεί έναν εναλλακτικό σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή. Ωστόσο, η προσέγγιση Τραμπ μπορεί να επιφέρει κάποιες μεταβολές στις ισορροπίες, καθώς ενδέχεται να δώσει μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων στην Τουρκία, εφόσον, φυσικά, διασφαλιστούν αμερικανικά συμφέροντα.

Συμπερασματικά, η Τουρκία εξακολουθεί να παραμένει ένας σημαντικός παίκτης για τις ΗΠΑ, λόγω του μεγέθους και της γεωγραφικής της θέσης. Ωστόσο, η πολιτική της όλο και περισσότερο δημιουργεί προβλήματα και αναγκάζει την Ουάσινγκτον να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις. Η Κύπρος, αν και μικρότερη, κερδίζει συνεχώς έδαφος ως αξιόπιστος και σταθερός εταίρος, με προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης των αμερικανοκυπριακών σχέσεων. Το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επενδύσουν ακόμα περισσότερο στη Λευκωσία ή αν θα συνεχίσουν να προσπαθούν να εξισορροπήσουν την απρόβλεπτη Άγκυρα παραμένει ερώτημα ανοιχτό, που εξαρτάται από τις μελλοντικές εξελίξεις τόσο στην Ουάσινγκτον όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο.. Η αμερικανική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τη νέα θητεία Τραμπ θα εξαρτηθεί από τον βαθμό που ο ίδιος θα επιλέξει να εμπλακεί προσωπικά στις περιφερειακές ισορροπίες, αλλά και από τις πιέσεις που θα δεχθεί από συνεργάτες, συμβούλους, το Κογκρέσο και άλλους θεσμούς της Ουάσιγκτον.

*Καθηγητής-Ανθρωπολόγος στο Philips University, πρώην Πρύτανης.