Ο αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής στο υδατικό ισοζύγιο

Η Κύπρος, ευρισκόμενη στη γεωγραφική της θέση στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, επηρεάζεται άμεσα από αυτές τις συστηματικές μεταβολές και αντιμετωπίζει έντονα την κλιματική αλλαγή

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα κράτη σήμερα είναι η κλιματική αλλαγή, η οποία έχει πλέον προφανώς επηρεάσει τις κλιματολογικές παραμέτρους της υδρογείου. Η Κύπρος, ευρισκόμενη στη γεωγραφική της θέση στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, επηρεάζεται άμεσα από αυτές τις συστηματικές μεταβολές και αντιμετωπίζει έντονα την κλιματική αλλαγή.

Σε συνδυασμό με τις εγγενείς αστοχίες στη διαχείριση των επιπτώσεών της, ειδικά στον τομέα του ισοζυγίου του υδατικού, η χώρα μας βρίσκεται προ ιδιαίτερα αρνητικών συνεπειών. Για παράδειγμα, αν και οι παράγοντες που ενυπάρχουν και συμβάλλουν στην αλλαγή των δεδομένων για το υδατικό – οι αλλαγές στις φυσικές και περιβαλλοντικές συνθήκες και οι ανθρώπινες δραστηριότητες – μπορούσαν να αντιμετωπιστούν για επαρκή διαχείριση των ζητημάτων που προκύπτουν τα τελευταία χρόνια λόγω της ανομβρίας, δυστυχώς, δεν λήφθηκαν ορθολογιστικά μέτρα ή αυτά που έχουν ληφθεί ή προγραμματίζονται δεν επαρκούν.

Η κατάσταση που αφορά στο υδατικό στην Κύπρο είναι, ομολογουμένως, σήμερα, τραγική. Η υδρολογική ξηρασία των τελευταίων τριών χρόνων δημιουργεί το αρνητικό υδατικό ισοζύγιο που έχουμε σήμερα, με τα ποσοστά πληρότητας των φραγμάτων μας να βρίσκονται στο 23,8% σε σύγκριση με 46,1% της αντίστοιχης περσινής περιόδου, ενώ οι απώλειες στο πεπαλαιωμένο σε αρκετές περιπτώσεις δίκτυο υδροδότησης φτάνουν μέχρι και το 80% (βλ. Λεμεσό, για παράδειγμα, ειδικά σε περιοχές που εντάχθηκαν σε δημαρχούμενες περιοχές μετά τη μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης). Η ανακοίνωση για καταβολή πρόσθετου κονδυλίου ύψους 8 εκατομμυρίων ευρώ προς τους Επαρχιακούς Οργανισμούς Αυτοδιοίκησης, που ανακοινώθηκε πρόσφατα, για την αντικατάσταση των δικτύων, είναι ουσιαστικά «σταγόνα στον ωκεανό» και δεν θα επιλύσει ούτε βραχυπρόθεσμα ούτε μακροπρόθεσμα το πρόβλημα.

Επιπρόσθετα, η απουσία ενός ολιστικού σχεδίου, προληπτικού και προνοητικού ενόψει του γεγονότος της κλιματικής αλλαγής και της απεξάρτησης από τα κλιματολογικά φαινόμενα, οδηγεί σε ημίμετρα που απομειώνουν μερικώς αντί να αντιμετωπίζουν πλήρως τα δεδομένα. Είναι βέβαιο, πλέον, ότι υπάρχουν σοβαρά προβλήματα στη διασφάλιση της επάρκειας υδροδότησης ακόμη και για την ύδρευση, πέραν των ήδη σοβαρών μειώσεων στις πραγματικές ανάγκες της κτηνοτροφίας και της άρδευσης. Όσον αφορά τη γεωργία, ζήτημα είναι αν θα τα καταφέρουμε έστω για τις μόνιμες καλλιέργειες, ενώ για τις εποχικές έχουμε ήδη παραδώσει τα όπλα. Η μερική επιδότηση των απωλειών στους αγρότες σίγουρα δεν αμβλύνει το μείζον ζήτημα της προσέγγισης που πρέπει να υπάρχει στην κλιματική αλλαγή.

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει άμεσα το υδατικό ισοζύγιο – από την απορροή, την εδαφική υγρασία, τα υπόγεια ύδατα, τα κατακριμνήσματα, την εξατμισοδιαπνοή, την πλημμυρική προστασία, τη διαχείριση των υγροβιότοπων, τη λειτουργία των υδροταμιευτήρων, την εισχώρηση θαλασσινού νερού στους παράκτιους υδατικούς πόρους και γενικότερα στην ποιότητα και ποσότητα του νερού. Τα υδατικά συστήματα υποβαθμίζονται και οδηγούμαστε προς ερημοποίηση. Οι λύσεις πρέπει να είναι ολιστικές και να οδηγούν σε βιώσιμη διαχείριση μέσω στρατηγικών εξοικονόμησης και σύγχρονων λύσεων, χρήση των νέων τεχνολογιών και μεθόδων αντιμετώπισης της λειψυδρίας, προσαρμοστική ικανότητα, ανθεκτικότητα, μείωση της ευπάθειας στην κλιματική αλλαγή, αναβάθμιση των υποδομών ύδρευσης και άρδευσης, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση. Μέχρι τότε, θα λέμε, δυστυχώς, «το νερό νεράκι»…

*Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας