Απώλεια χρήσης κατεχομένων περιουσιών: Από προεκλογική δέσμευση σε κρατική στρατηγική
Η συνέχιση της αδράνειας συνιστά σιωπηλή αποδοχή της ντε φάκτο κατάστασης. Όσο το κράτος δεν στηρίζει ενεργά τους ιδιοκτήτες, τόσο πιο ευάλωτοι γίνονται αυτοί στις πιέσεις εκποίησης, αλλοτρίωσης και λήθης

Περισσότερα από πενήντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974, δεκάδες χιλιάδες Κύπριοι πολίτες συνεχίζουν να στερούνται της πρόσβασης και της χρήσης των περιουσιών τους στα κατεχόμενα. Παρά τη νομική κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, η Πολιτεία, πέραν ρητορικών διακηρύξεων, δεν έχει μέχρι σήμερα θεσπίσει μηχανισμούς που να παρέχουν ουσιαστική και έμπρακτη στήριξη στους εκτοπισμένους ιδιοκτήτες. Το ζήτημα αυτό επανήλθε στο προσκήνιο με την προεκλογική δέσμευση του Προέδρου για εφαρμογή σχεδίου αποζημίωσης των ιδιοκτητών για την απώλεια χρήσης των περιουσιών τους, ως μέτρο δικαιοσύνης, αλλά και στρατηγικής πολιτικής σημασίας.
Η απώλεια χρήσης ως παρατεταμένη αδικία
Η απώλεια χρήσης μιας περιουσίας συνιστά μορφή στέρησης ιδιοκτησιακού δικαιώματος, ακόμη κι αν η νομική κυριότητα παραμένει ανέπαφη. Οι ιδιοκτήτες των κατεχομένων περιουσιών έχουν στερηθεί για πέντε και πλέον δεκαετίες τη δυνατότητα αξιοποίησης, διαχείρισης, μίσθωσης ή εκμετάλλευσης των ακινήτων τους. Αυτή η στέρηση δεν είναι μόνο οικονομική: είναι υπαρξιακή, ταυτοτική και πολιτισμική, καθώς αφορά τις ρίζες, τη μνήμη και την παρουσία σε έναν τόπο. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει επανειλημμένα τονίσει πως τα δικαιώματα των ιδιοκτητών είναι απαραβίαστα και δεν παραγράφονται. Όμως, η απουσία πρακτικών μέτρων στήριξης προς τους εκτοπισμένους ενισχύει την αίσθηση εγκατάλειψης και παραίτησης, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές.
Το ΕΔΑΔ και η αποζημίωση
Η νομολογία του ΕΔΑΔ αναγνωρίζει την απώλεια χρήσης ως βάση αποζημίωσης, ανεξαρτήτως πολιτικής διευθέτησης. Στην υπόθεση Λοϊζίδου κατά Τουρκίας, καθώς και στις υποθέσεις στη ομάδα Ξενίση-Αρέστη, το Δικαστήριο επιδίκασε αποζημιώσεις για τη στέρηση χρήσης της περιουσίας, χωρίς να επηρεάζει το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Παρόμοιες αποφάσεις ακολούθησαν με την Επιτροπή Αποζημιώσεων στα κατεχόμενα, η οποία λειτουργεί υπό τουρκικό έλεγχο, χωρίς ωστόσο να παρέχει δίκαιη ή επαρκή αποκατάσταση, και χωρίς καμιά εγγύηση επανόδου των περιουσιών στους ιδιοκτήτες. Σ’ αυτό το πλαίσιο, καθίσταται σαφές ότι η στήριξη των ιδιοκτητών από την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω κρατικού σχεδίου αποζημίωσης δεν συνιστά παραίτηση από τα δικαιώματα, ούτε υπονομεύει τις διαπραγματευτικές θέσεις για το Κυπριακό. Αντίθετα, αποτελεί πράξη υπευθυνότητας και επιβεβαίωσης του κράτους δικαίου.
Η προεκλογική κυβερνητική δέσμευση και η ανάγκη υλοποίησης
Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε θέσει ως μιαν από τις κεντρικές δεσμεύσεις του την υιοθέτηση σχεδίου αποζημίωσης των ιδιοκτητών για την απώλεια χρήσης των κατεχομένων περιουσιών τους. Η εξαγγελία αυτή χαιρετίστηκε ευρέως από τις οργανώσεις προσφύγων, νομικούς κύκλους, και εμπειρογνώμονες του διεθνούς δικαίου, καθώς αναγνωρίζει το χρόνιο έλλειμμα που υφίσταται στον τομέα αυτό. Ωστόσο, δύο και πλέον χρόνια μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης, η υπόσχεση αυτή παραμένει αναξιοποίητη. Δεν έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, ούτε έχει παρουσιαστεί ένα πλάνο για τον τρόπο, τις προϋποθέσεις, τα κριτήρια και τις πηγές χρηματοδότησης ενός τέτοιου εγχειρήματος. Και, όμως, η υλοποίηση του σχεδίου θα μπορούσε να αποτελέσει εμβληματική πολιτική επιλογή που συνδυάζει κοινωνική δικαιοσύνη, ιστορική ευθύνη και διπλωματική στόχευση.
Προτεινόμενα χαρακτηριστικά του σχεδίου
Ένα αποτελεσματικό και βιώσιμο σχέδιο αποζημίωσης θα μπορούσε να βασίζεται στα εξής βασικά στοιχεία:
- Καθολική ένταξη των ιδιοκτητών: Όλοι οι ιδιοκτήτες ακινήτων στα κατεχόμενα, είτε πρόκειται για κύρια κατοικία, γεωργική γη ή εμπορικό ακίνητο, να δικαιούνται αποζημίωση ανάλογα με την τεκμηριωμένη απώλεια χρήσης.
- Διαφοροποίηση με βάση το είδος και την αξία της περιουσίας: Το ποσό της αποζημίωσης θα καθορίζεται με βάση αντικειμενικά κριτήρια: εμβαδόν, τοποθεσία, τεκμαρτό εισόδημα, υφιστάμενη υποδομή.
- Καθορισμός περιόδων και αναδρομικότητας: Θα μπορούσε να τεθεί αναδρομική βάση αποζημίωσης για τα τελευταία 10 ή 20 χρόνια, με δυνατότητα ετήσιας ανανέωσης του δικαιώματος για όσο διαρκεί η κατοχή.
- Σύνδεση με μελλοντική λύση: Η αποζημίωση από το κράτος δεν θα αναιρεί τα δικαιώματα επανόδου ή επιστροφής μετά από λύση του Κυπριακού, ούτε θα υποκαθιστά τυχόν αποζημιώσεις από διεθνείς διαδικασίες.
- Χρηματοδότηση μέσω Ταμείου Αποκατάστασης: Η δημιουργία Ειδικού Ταμείου Αποκατάστασης Δικαιωμάτων Ιδιοκτησίας, με πόρους από κρατικό προϋπολογισμό, ευρωπαϊκά κονδύλια και εθελοντικές εισφορές, μπορεί να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα.
- Διαφανείς διαδικασίες και ανεξάρτητη αρχή αξιολόγησης: Η εφαρμογή του σχεδίου πρέπει ν’ ανατεθεί σε ανεξάρτητο φορέα με αρμοδιότητα την εξέταση αιτήσεων, τον έλεγχο στοιχείων και τη διεκπεραίωση πληρωμών.
Πολιτικά και νομικά οφέλη
Η εφαρμογή ενός τέτοιου σχεδίου δεν έχει μόνο ηθική ή κοινωνική αξία. Μπορεί να προσδώσει και στρατηγικά πλεονεκτήματα στην Κυπριακή Δημοκρατία:
Ενίσχυση της θέσης στη διεθνή σκηνή: Προβάλλοντας ένα μοντέλο προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντός του εδάφους της, η Κυπριακή Δημοκρατία αποκτά ισχυρότερο έρεισμα στις διεθνείς της διεκδικήσεις.
Αποτροπή ατομικών προσφυγών στην Επιτροπή Αποζημιώσεων: Οι ιδιοκτήτες που νιώθουν εγκαταλελειμμένοι από το κράτος οδηγούνται όλο και συχνότερα στην αποδοχή λύσεων υπό τουρκικό έλεγχο, που υπονομεύουν τη συλλογική διαπραγματευτική θέση.
Ενίσχυση της εμπιστοσύνης των εκτοπισμένων προς το κράτος: Η εμπράγματη αναγνώριση της απώλειας συντηρεί την ελπίδα και αποτρέπει την εξασθένιση της εθνικής συνοχής στο πέρασμα του χρόνου.
Η συνέχιση της αδράνειας συνιστά σιωπηλή αποδοχή της ντε φάκτο κατάστασης. Όσο το κράτος δεν στηρίζει ενεργά τους ιδιοκτήτες, τόσο πιο ευάλωτοι γίνονται αυτοί στις πιέσεις εκποίησης, αλλοτρίωσης και λήθης. Οι τουρκικοί σχεδιασμοί, που περιλαμβάνουν μεταβιβάσεις, αναπτύξεις και “νομιμοποίηση” μέσω της επιτροπής στα κατεχόμενα, προχωρούν μεθοδικά, αξιοποιώντας το κενό πολιτικής στη δική μας πλευρά. Ως εκ τούτου, η εφαρμογή σχεδίου αποζημίωσης των ιδιοκτητών για την απώλεια χρήσης των κατεχομένων περιουσιών δεν είναι απλώς μια προεκλογική δέσμευση. Είναι ηθική και πολιτική υποχρέωση ενός κράτους που θέλει να λέγεται κράτος δικαίου. Η Κυβέρνηση καλείται να δώσει ουσιαστικό περιεχόμενο στην εξαγγελία της, εγκαινιάζοντας έναν μηχανισμό δικαιοσύνης και αξιοπρέπειας για όσους κουβαλούν στις μνήμες και στα χαρτιά τους τις περιουσίες τους - χωρίς όμως να τις έχουν. Αν δεν το πράξει τώρα, πότε;
*Καθηγητής-Ανθρωπολόγος στο Philips University, πρώην Πρύτανης