Η περιοδεία Τραμπ σε Μέση Ανατολή έβγαλε νικητή τον Ερντογάν
Συμφωνίες-μαμούθ με Σαουδική Αραβία, το «αντάλλαγμα» της Συρίας και η ανησυχία της Ινδίας
Ολοκληρώθηκε αυτήν την εβδομάδα η περιοδεία του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στη Μέση Ανατολή και τις χώρες του Κόλπου, όπου υπέγραψε σημαντικές συμφωνίες με τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) και το Κατάρ, εστιάζοντας σε οικονομική διπλωματία, επενδύσεις και αμυντική συνεργασία.
Αναλυτικά οι συμφωνίες είναι οι ακόλουθες
- Σαουδική Αραβία: Υπεγράφη συμφωνία-ρεκόρ ύψους 600 δισ. δολαρίων, με έμφαση σε πωλήσεις όπλων (142 δισ. δολάρια), ενέργεια και εξόρυξη. Στόχος η δημιουργία θέσεων εργασίας στις ΗΠΑ και η ενίσχυση της στρατηγικής συνεργασίας. Ο Τραμπ εξέφρασε ελπίδα για ένταξη της Σαουδικής Αραβίας στις Συμφωνίες του Αβραάμ.
- Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα: Οι συμφωνίες επικεντρώθηκαν σε επενδύσεις στην αμερικανική οικονομία και στρατιωτική συνεργασία. Τα ΗΑΕ αναζητούν διαβεβαιώσεις για την ασφάλεια του Κόλπου και υποστηρίζουν τις διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα.
- Κατάρ: Επιτεύχθηκαν συμφωνίες για επενδύσεις και ενίσχυση της επιχειρηματικής παρουσίας του Κατάρ, με έμφαση στον ρόλο του ως μεσολαβητή σε διεθνείς διαπραγματεύσεις (π.χ. Ισραήλ-Χαμάς). Το Κατάρ επιδιώκει σταθερότητα και διπλωματική αναγνώριση.
Όσον αφορά το θέμα άρσης των κυρώσεων εναντίων της Συρίας, ο Τραμπ φέρεται να έθεσε τέσσερεις βασικές απαιτήσεις από τη Συρία: εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, απέλαση Παλαιστινίων και ξένων «τρομοκρατών», συνεργασία με τις ΗΠΑ κατά του ISIS και ανάληψη ευθύνης για τα κέντρα κράτησης μαχητών του ISIS. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αλ-Σάρα συμφώνησε, αν και η Συρία δεν έχει επιβεβαιώσει τη συμμετοχή της στις Συμφωνίες του Αβραάμ, που προωθούν τη διπλωματική αναγνώριση του Ισραήλ από αραβικά κράτη.
Το κέρδος Ερντογάν
Το πρόσφατο ταξίδι του Ντόναλντ Τραμπ στη Μέση Ανατολή σηματοδοτεί παράλληλα και μια καίρια στιγμή για τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο Τραμπ ανακοίνωσε από το Ριάντ και την άρση των κυρώσεων στη Συρία, στηρίζοντας την κυβέρνηση του Αχμέντ αλ-Σάρα. Η απόφαση αυτή έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από Άραβες ηγέτες και αποδίδεται εν μέρει σε πίεση από τον Σαουδάραβα πρίγκιπα Μπιν Σαλμάν και προσωπικές παρεμβάσεις του Ερντογάν.
Την ίδια εβδομάδα, η Τουρκία ανακοινώνει ιστορικές εξελίξεις: το PKK δηλώνει ότι θα αποκηρύξει τον ένοπλο αγώνα, ενώ η Άγκυρα φιλοξένησε συνομιλίες υψηλού επιπέδου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, στις οποίες έδωσε το «παρών» του και ο Ζελένσκι, με τις ΗΠΑ να συμμετέχουν μέσω του Υπουργού Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο. Όλα αυτά ενισχύουν τον ρόλο της Τουρκίας ως περιφερειακού μεσολαβητή.
Παράλληλα, στο εσωτερικό, ο Ερντογάν ενισχύει τον έλεγχο, φυλακίζοντας πολιτικούς αντιπάλους όπως ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου. Ωστόσο, η Δύση μαζί με την ΕΕ – υπό την ηγεσία Τραμπ – δείχνει πρόθυμη να κλείσει τα μάτια και να παρακάμψει ζητήματα δημοκρατίας χάριν γεωπολιτικών συμφερόντων.
Γιατί είναι κερδισμένος ο Ερντογάν
Ο Ερντογάν είναι ο μεγάλος κερδισμένος της νέας πραγματικότητας για μια σειρά από λόγους. Η Τουρκία αναμένεται να κερδίσει δισεκατομμύρια από τα έργα ανασυγκρότησης στη Συρία, να επιστρέψει εκατομμύρια πρόσφυγες στο συριακό έδαφος και να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία στη χώρα. Παράλληλα, η συμφωνία ενισχύει την εικόνα του Ερντογάν ως ρυθμιστή των περιφερειακών εξελίξεων, αφού ο Τραμπ τού προσφέρει διπλωματικά «δώρα» ακόμη και σε βάρος των ανησυχιών του Ισραήλ, το οποίο δεν συμμετείχε καν, όπως φαίνεται, στη λήψη αποφάσεων.
Η στάση του Τραμπ απέναντι στην Τουρκία είναι σαφώς θετική, καθώς του προσέφερε τη «μεγάλη επιστροφή». Ο Τραμπ φαίνεται να θεωρεί τον Ερντογάν στρατηγικό εταίρο πρώτης γραμμής και του αναγνωρίζει καθοριστικό ρόλο στο νέο γεωπολιτικό τοπίο, ακόμη και αν αυτό προκαλεί δυσαρέσκεια σε παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ, όπως το Ισραήλ.
Με τις κυρώσεις να αίρονται και τις τουρκικές εταιρείες να αποκτούν ελεύθερη πρόσβαση στη Συρία, η Τουρκία εδραιώνει την επιρροή της και καθίσταται κεντρικός παίκτης στην επόμενη ημέρα της Συρίας. Η δυναμική αυτή ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τη θέση του Ερντογάν διεθνώς, σε μια περίοδο που είχε χαρακτηριστεί ως απομονωμένος και αυταρχικός ηγέτης από τη Δύση.
Τι σημαίνει για τον παράγοντα Ινδία;
Η συνάντηση και η νομιμοποίηση του αλ-Σάρα προκαλούν ανησυχία στην Ινδία, που διατηρεί μηδενική ανοχή απέναντι στην τρομοκρατία. Ο αλ-Σάρα, πρώην ηγέτης της ομάδας Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), η οποία παραμένει χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική από τον ΟΗΕ και τις ΗΠΑ, έχει ιστορικό μαχών κατά αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ και σχέσεις με τον ηγέτη του ISIS, Αμπού Μπακρ αλ-Μπαγκντάντι. Η αναγνώρισή του ως προέδρου της Συρίας μπορεί να ενθαρρύνει εξτρεμιστικές ομάδες στη γειτονιά της Ινδίας, ιδιαίτερα στο Πακιστάν και το Μπανγκλαντές, που έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει τέτοιες ιδεολογίες.
Η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ στηρίζουν την επανένταξη της Συρίας στην περιοχή με οικονομική βοήθεια και ελάφρυνση χρέους. Μια ισχυρότερη Συρία υπό τον αλ-Σάρα μπορεί να ευθυγραμμιστεί με την Τουρκία ή το Κατάρ, χώρες που έχουν υποστηρίξει το Πακιστάν στο ζήτημα του Κασμίρ, δημιουργώντας προκλήσεις για την Ινδία.
Η πολιτική του Τραμπ, που φαίνεται να δίνει προτεραιότητα σε επιχειρηματικές συμφωνίες έναντι αρχών, ίσως έρχεται σε αντίθεση με τις προτεραιότητες ασφαλείας της Ινδίας.
Η Ινδία καλείται πλέον να ενισχύσει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία, για να διασφαλίσει τα συμφέροντά της στη Δυτική Ασία. Σε κάθε περίπτωση η χειραψία του Τραμπ με τον αλ-Σάρα είναι μια τολμηρή κίνηση, αλλά για την Ινδία, η προτεραιότητα παραμένει η ασφάλεια και η διατήρηση της περιφερειακής της επιρροής.
«Πόλεμος» Τουρκίας-ΗΑΕ στο Σουδάν
Από τον Απρίλιο του 2023, ο πόλεμος στο Σουδάν μεταξύ του κυβερνητικού στρατού και των παραστρατιωτικών Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF) έχει εξελιχθεί σε διεθνή σύγκρουση, με την Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) να υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα. Τα ΗΑΕ κατηγορούνται ότι εξοπλίζουν τη RSF παραβιάζοντας το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ, ενώ η Τουρκία στηρίζει πλέον ενεργά τον κυβερνητικό στρατό με drone Bayraktar. Σημαντικό πλήγμα αποτέλεσε η τουρκική επίθεση σε στρατιωτικό αεροσκάφος της RSF στη Νιάλα, με θύματα και ξένους πολίτες. Ακολούθησαν βομβαρδισμοί στην Πορτ Σουδάν, με τις ευθύνες να αποδίδονται στα ΗΑΕ. Οι εντάσεις μεταξύ Άγκυρας και Άμπου Ντάμπι εντείνονται, ενώ η σύγκρουση αποκτά χαρακτηριστικά περιφερειακού πολέμου, με εμπλοκή λιμανιών και μισθοφόρων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Αφρικής.