Το σκοτεινό πρόσωπο της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών
Η αποτύπωση του προβλήματος με αριθμούς

Ένα από τα πιο σκοτεινά και διαχρονικά κοινωνικά φαινόμενα, η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, επανέρχεται με τραγικό τρόπο στο προσκήνιο στην Κύπρο. Νέα περιστατικά έρχονται μέρα παρά μέρα στο φως της δημοσιότητας, προκαλώντας σοκ και έντονο κοινωνικό προβληματισμό.
Το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λεμεσού καταδίκασε έναν 76χρονο άνδρα, ο οποίος παραδέχθηκε την ενοχή του για τη σεξουαλική κακοποίηση της εξάχρονης εγγονής του, επιβάλλοντάς του ποινές φυλάκισης για συνολικά δέκα κατηγορίες.
Η βαρύτερη ποινή ανέρχεται σε έξι χρόνια κάθειρξης και αφορά οκτώ κατηγορίες σχετικές με τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκου. Για τις υπόλοιπες δύο κατηγορίες, το Δικαστήριο επέβαλε ποινή τεσσάρων ετών φυλάκισης, με τις ποινές να είναι συντρέχουσες.
Η απόφαση του Δικαστηρίου να επιβάλει ποινή μόλις έξι ετών φυλάκισης για ένα τόσο σοβαρό και αποτρόπαιο έγκλημα, όπως η σεξουαλική κακοποίηση ενός εξάχρονου παιδιού, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στην κοινή γνώμη.
Πολλοί πολίτες εκφράζουν την αγανάκτησή τους, θεωρώντας ότι η ποινή δεν αντανακλά τη βαρύτητα της πράξης και δεν αποδίδει ουσιαστική δικαιοσύνη, ούτε λειτουργεί αποτρεπτικά για παρόμοια εγκλήματα στο μέλλον. Το γεγονός ότι οι ποινές είναι συντρέχουσες ενισχύει την αίσθηση ατιμωρησίας και αναδεικνύει την ανάγκη επανεξέτασης του πλαισίου των ποινών για σεξουαλικά εγκλήματα κατά ανηλίκων.
Στο στόχαστρο τα ευάλωτα παιδιά
Όπως ανέφερε στην «Σ» η Επιστημονική Διευθύντρια του Συνδέσμου για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια, Δρ Άντρη Ανδρονίκου, με βάση τον νόμο όλα τα περιστατικά εμπίπτουν στον όρο σεξουαλική κακοποίηση και δεν διαχωρίζει τους θύτες με βάση το τι έκαναν.
«Καλώς ή κακώς, το Δικαστήριο δεν μπορεί να επιβάλει την ίδια ποινή σε όλες τις περιπτώσεις. Τυγχάνουν διαφορετικού χειρισμού υποθέσεις στις οποίες υπήρχε κατ’ εξακολούθησιν κακοποίηση με περιστατικά που ήταν μεμονωμένα. Το Δικαστήριο λαμβάνει επίσης υπόψη προηγούμενες καταδίκες», τόνισε.
Σημείωσε πως τέτοια περιστατικά δεν μπορούν να συμβούν τόσο εύκολα σε ένα παιδί που η οικογένεια είναι παρούσα, που το φροντίζει, που το επιβλέπει και υπάρχει καλή επικοινωνία μέσα στην οικογένεια.
«Μπορεί κάποιος να προσεγγίσει ένα παιδί το οποίο προέρχεται από ένα τέτοιο περιβάλλον, αλλά, να μη γελιόμαστε, τα παιδιά τα οποία είναι πιο ευάλωτα είναι αυτά που προέρχονται από δυσλειτουργικά περιβάλλοντα. Όσο πιο πολλές ευαλωτότητες έχει η οικογένεια και το δίχτυο του παιδιού, τόσο πιο πολύ αυξάνεται αυτός ο κίνδυνος», επεσήμανε.
Στοιχεία που σοκάρουν
Το πρόβλημα είναι πλέον εμφανές, αφού τα περιστατικά αυξάνονται και οι αριθμοί προβληματίζουν. Από το 2017 μέχρι το 2024, οι αρμόδιες Αρχές έχουν καταγράψει πέραν των 1.860 περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Μόνο το 2024 έχουν γίνει 258 καταγγελίες, που αφορούν συνολικά 263 παιδιά, 187 κορίτσια και 76 αγόρια.
Η αύξηση των αναφορών μπορεί να ερμηνευτεί, εν μέρει, ως ένδειξη ότι περισσότερα θύματα βρίσκουν το θάρρος να μιλήσουν. Η ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου και η αναβάθμιση των υπηρεσιών, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, έχουν παίξει ρόλο στην ενθάρρυνση των καταγγελιών.
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών είναι η σιωπή των θυμάτων. Η πλειοψηφία των θυτών προέρχονται από τον στενό κύκλο των θυμάτων. Όπως έχουν διαπιστώσει οι Αρχές, αυτή η εγγύτητα καθιστά την αποκάλυψη της κακοποίησης ιδιαίτερα δύσκολη για τα παιδιά, λόγω του αισθήματος ενοχής και του φόβου για τις συνέπειες της αποκάλυψης.
Οι Αρχές καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον εμπιστοσύνης, όπου τα παιδιά θα αισθάνονται ασφάλεια να μιλήσουν. Παράλληλα, διαβεβαιώνουν ότι θα παρέχουν την απαραίτητη στήριξη και προστασία τόσο στα παιδιά όσο και στις οικογένειές τους.
Η ανάγκη για θεσμική και κοινωνική αφύπνιση
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η Κύπρος καλείται να υιοθετήσει ολοκληρωμένη στρατηγική. Η νομοθεσία για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης, εκμετάλλευσης και της παιδικής πορνογραφίας αποτελεί σημαντικό βήμα, ωστόσο, αυτή από μόνη της δεν αρκεί.
Παρά τις προσπάθειες της Πολιτείας για ενίσχυση των θεσμών προστασίας, τα κενά παραμένουν. Οι διαδικασίες απονομής δικαιοσύνης είναι συχνά χρονοβόρες, ενώ η προστασία των θυμάτων δεν είναι πάντα επαρκής. Η ανάγκη για επιμόρφωση εκπαιδευτικών, γονιών και παιδιών, η ψυχολογική υποστήριξη των θυμάτων, αλλά και η αυστηρή τιμωρία των ενόχων είναι βασικές προτεραιότητες που θέτουν οι ειδικοί.
Η διαπίστωση των αδυναμιών δεν γίνεται για να ασκηθεί κριτική, αλλά για να εντοπιστούν τα κενά και να γίνουν οι αναγκαίες βελτιώσεις. Η ενίσχυση των αρμόδιων υπηρεσιών με εξειδικευμένο προσωπικό, η διαρκής εκπαίδευση και η διασύνδεση των αρμόδιων φορέων αποτελούν απαραίτητα βήματα για την ενίσχυση του δικτύου προστασίας.
Η επιστήμη και η εμπειρία έχουν ήδη καταδείξει τους προστατευτικούς παράγοντες που μπορούν ν’ αξιοποιηθούν για την πρόληψη της παιδικής κακοποίησης. Η συντονισμένη παρέμβαση, η συστηματική ενημέρωση και η οικοδόμηση ενός περιβάλλοντος εμπιστοσύνης για τα παιδιά είναι καθοριστικής σημασίας. Οι λύσεις πρέπει να είναι ουσιαστικές και αυτό προϋποθέτει πολιτική βούληση και κοινωνική ευαισθητοποίηση.
Συνεπώς, τα Υπουργεία Παιδείας και Υγείας θα πρέπει να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο, αφού η εκπαίδευση και η ευαισθητοποίηση αποτελούν σημαντικά όπλα για πρόληψη του φαινομένου, μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα και ψυχοκοινωνική υποστήριξη.
Την ίδια ώρα, δρομολογείται η σύσταση εθνικής στρατηγικής, η οποία θα συγκεντρώνει τους φορείς του κράτους, καθώς και την υποστήριξη του Συμβουλίου «Φωνή» και του Hope for Children, για να προσφέρεται ολοκληρωμένη φροντίδα στα θύματα και τις οικογένειές τους, με επαγγελματική προσέγγιση.
Από το σκοτάδι στο φως
Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών δεν είναι ούτε σπάνιο φαινόμενο ούτε προσωπική υπόθεση. Είναι ένα έγκλημα, που αφορά ολόκληρη την κοινωνία. Η Κύπρος καλείται να διαμορφώσει μια κουλτούρα μηδενικής ανοχής, όπου κάθε παιδί θα νιώθει ασφαλές να μιλήσει και κάθε θύτης θα λογοδοτεί.
Η ελπίδα βρίσκεται στη δράση, στην ενημέρωση, στην πρόληψη και, κυρίως, στην ακρόαση των παιδιών. Γιατί πίσω από κάθε στατιστική υπάρχει ένα παιδί που ζητά βοήθεια. Και είναι καθήκον όλων μας να το ακούσουμε.
Η ευθύνη για την προστασία των παιδιών δεν ανήκει σε έναν μόνο φορέα, είναι συλλογική. Γονείς, σχολεία, κοινωνικές υπηρεσίες, νομικές Αρχές, ακόμη και οι ίδιοι οι πολίτες οφείλουν ν’ αναλάβουν το μερίδιο που τους αναλογεί. Η διαρκής επίκληση της ευθύνης των «άλλων» δεν ωφελεί, γιατί το φαινόμενο έχει βαθιές κοινωνικές ρίζες και προεκτάσεις.
Ένα φαινόμενο, που, αν και για χρόνια παρέμενε στη σκιά της κοινωνικής σιωπής και του φόβου, έρχεται πια στο φως με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια για αδιαφορία. Τα στοιχεία και οι μαρτυρίες, συγκλονιστικά. Οι συνέπειες, ανυπολόγιστες. Το αίτημα για δικαιοσύνη και πρόληψη, επιτακτικό.