Κυπριακό

Υποκλήθηκαν στην κατοχή και τον Τατάρ - Πέμπτη φάλαγγα ραγιαδισμού το Ελληνοτουρκικό Φόρουμ και το ΕΛΙΑΜΕΠ

Σιωπηρή συνενοχή Αθηνών - Λευκωσίας

H συμμετοχή της ομάδας του Ελληνοτουρκικού Φόρουμ με στελέχη του ΕΛΙΑΜΕΠ σε επίσκεψη στα κατεχόμενα, και μάλιστα σε «κυβερνητικά κτήρια» του ψευδοκράτους, αποτελεί πρόκληση και προσβολή σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Ελληνισμού, αφού στέλνει το μήνυμα της αποδοχής του ψευδοκράτους, το οποίο δεν αναγνωρίζεται διεθνώς επί τη βάσει των Ψηφισμάτων 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η κίνηση αυτή δεν είναι τυχαία, αποτελεί συνέχεια της εξευμενιστικής πολιτικής των Αθηνών και της Λευκωσίας. Όταν ο Έλληνας Πρωθυπουργός και ο Κύπριος Πρόεδρος χαριεντίζονταν στην Ουγγαρία μαζί με τον Ταγίπ Ερντογάν και όταν ανάλογη δράση διενεργείται από Ελληνοκύπριους πολιτικούς, γιατί οι παρακοιμώμενοι του Έλληνα Πρωθυπουργού να μη δρουν με τρόπον ώστε να στέλνουν το μήνυμα ότι υπάρχει χωριστή οντότητα στα κατεχόμενα; Ως γνωστόν, το ΕΛΙΑΜΕΠ αποτελεί think tank, του οποίου στελέχη αλλά και το ίδιο λαμβάνουν μέρος στον σχεδιασμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τόσο στο Αιγαίο όσο και στο Κυπριακό. Ενδεχομένως το γεγονός αυτό να δικαιολογεί ότι καμιά αντίδραση, πόσω μάλλον καταδίκη, δεν έχει γίνει επισήμως είτε από τη Λευκωσία είτε από την Αθήνα, παρότι τα στελέχη της ομάδας του Ελληνοτουρκικού Φόρουμ και του ΕΛΙΑΜΕΠ κάθισαν ως μαθητές για ν’ ακούσουν τη λύση των δύο κρατών και της ισότιμης κυριαρχίας από τον καθηγητή της διχοτόμησης, Ερσίν Τατάρ, κάτω από τα σύμβολα της κατοχικής Τουρκίας και του ψευδοκράτους. Το μήνυμα το οποίο έστειλαν προς τη διεθνή κοινότητα είναι ότι στο στρατόπεδο των Ελλήνων υπάρχουν πυρήνες, οι οποίοι αποδέχονται ήδη την ύπαρξη χωριστής οντότητας στην Κύπρο, πράγμα που μεταφράζεται κατά το διεθνές δίκαιο ως acnowledgement. Ενώ η Κυβερνήσεις Αθηνών και Λευκωσίας δεν αντέδρασαν, σφοδρή ήταν η δυσαρέσκεια των Ελλαδιτών και Κυπρίων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.Το γεγονός αυτό αποτυπώνει την καθολική διαμαρτυρία και την αποστροφή και καταδίκη των Ελλήνων σε βάρος τέτοιων ενεργειών, τη στιγμή που οι πολιτικές ηγεσίες, δηλαδή οι Κυβερνήσεις Αθηνών και Λευκωσίας, σιωπούν ένοχα, κατά τρόπο ώστε να τους καταλογίζεται συνενοχή. Το θετικό αυτής της ιστορίας ήταν η αντίδραση κομμάτων όπως o ΔΗΣΥ, το ΕΛΑΜ και η ΕΔΕΚ, χωρίς όμως να ιδρώνει το αφτί των κυβερνώντων.

Η συνάντηση

Την Τετάρτη, 18 Ιουνίου 2025, πραγματοποιήθηκε στα κατεχόμενα της Κύπρου συνάντηση μελών του λεγόμενου Ελληνοτουρκικού Φόρουμ με τον ηγέτη του ψευδοκράτους, Ερσίν Τατάρ, εντός του αποκαλούμενου «προεδρικού μεγάρου». Η επίσκεψη, η οποία δεν συνοδεύτηκε από καμία επίσημη αντίδραση ή αποδοκιμασία εκ μέρους των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, ενώ θέτει σοβαρά ζητήματα πολιτικής ηθικής και συμβολισμών.

Η επιλογή των συμμετεχόντων να εμφανιστούν σε χώρους που φέρουν ξεκάθαρα σύμβολα του κατοχικού καθεστώτος, χωρίς καμία δημόσια τοποθέτηση αποστασιοποίησης ή διαφωνίας, συνιστά -σύμφωνα με την πλειοψηφία των αντιδράσεων στην Κύπρο- μια de facto εξομάλυνση σχέσεων με μια παράνομη και μη αναγνωρισμένη διοίκηση, κατά παράβαση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και της πάγιας εθνικής γραμμής.

Τι είναι το Ελληνοτουρκικό Φόρουμ; Ποιος μιλά εκ μέρους ποιου;

Το Ελληνοτουρκικό Φόρουμ λειτουργεί ως άτυπη πλατφόρμα διαλόγου μεταξύ ακαδημαϊκών, πρώην διπλωματών και πολιτικών προσώπων από την Ελλάδα και την Τουρκία. Ωστόσο, η συμμετοχή ατόμων με πολιτικές διασυνδέσεις, όπως στελέχη του ΕΛΙΑΜΕΠ, πρώην πρέσβεις, αλλά και πρόσωπα με κομματικές αναφορές στην Ελλάδα και την Κύπρο, δημιουργεί επικίνδυνα θολή γραμμή μεταξύ ιδιωτικής πρωτοβουλίας και άτυπης διπλωματικής εκπροσώπησης.

Σε αυτήν την περίπτωση, η «ιδιωτική» αποστολή εμφανίστηκε να συνομιλεί επίσημα με τον ηγέτη του ψευδοκράτους για το Κυπριακό, «τη βάση δύο κρατών» και «την ανάγκη αναγνώρισης της κυρίαρχης ισότητας των Τουρκοκυπρίων», όπως διατυπώθηκε στη σχετική ανακοίνωση της ψευδοδιοίκησης. Αντικειμενικά, μια τέτοια συνάντηση νομιμοποιεί πολιτικά και συμβολικά τον συνομιλητή, τη στιγμή που η Κυπριακή Δημοκρατία δίνει μάχη εδώ και δεκαετίες για την αποτροπή κάθε διεθνούς ή έστω έμμεσης αναγνώρισης.

Εικόνες-πρόκληση: Φόντο η σημαία της κατοχής και δηλώσεις χωρίς αντίλογο

Το πολιτικό βάρος της επίσκεψης ενισχύεται από το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες δεν επέλεξαν να διαχωρίσουν τη θέση τους, ούτε να απορρίψουν δημοσίως τις τουρκικές θέσεις. Αντιθέτως, φωτογραφήθηκαν στο «προεδρικό» και στη «βουλή» του ψευδοκράτους, παρακολουθώντας δηλώσεις που αναπαράγουν τη ρητορική της Άγκυρας περί «δύο ισότιμων κρατών» στην Κύπρο.

Πρόκειται για εικόνες που προσβάλλουν ευθέως τη μνήμη της τουρκικής εισβολής, την καθημερινή πραγματικότητα της κατοχής και τον αγώνα του κυπριακού λαού για επανένωση και δικαίωση. Δεν είναι τυπικές επισκέψεις εθιμοτυπίας ή ακαδημαϊκής ανάλυσης. Είναι ενέργειες με σαφές επικοινωνιακό αποτύπωμα, που αξιοποιούνται ήδη από τουρκοκυπριακά και τουρκικά ΜΜΕ ως επιβεβαίωση «διεθνούς αποδοχής» της ύπαρξης του ψευδοκράτους.

Αντιδράσεις ΔΗΣΥ, ΕΛΑΜ ΚΑΙ ΕΔΕΚ

Ιδιαίτερα σκληρή ήταν η αντίδραση του Εθνικού Λαϊκού Μετώπου (ΕΛΑΜ), το οποίο καταδίκασε με έντονο τρόπο την παρουσία Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων στη συνάντηση με τον Ερσίν Τατάρ. Ο βουλευτής του κόμματος, Σωτήρης Ιωάννου, δήλωσε ότι «πρόκειται για συστηματική προσπάθεια εξοικείωσης με τη διχοτόμηση» και κατηγόρησε τα συμμετέχοντα πρόσωπα πως «προσφέρουν πολιτική και επικοινωνιακή κάλυψη σε όσους επιδιώκουν την αναγνώριση του ψευδοκράτους».

Το ΕΛΑΜ κάλεσε, μάλιστα, την Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας να λάβει νομικά μέτρα κατά των συμμετεχόντων και να απαιτήσει από την ελληνική πλευρά να τοποθετηθεί επισήμως. Επιπλέον, εξέφρασε την ανησυχία του για το γεγονός ότι κάποιοι εκ των παρευρισκομένων φέρονται να έχουν σχέσεις με τον ΔΗΣΥ και το ΠΑΣΟΚ, υπονοώντας ότι υπάρχει μεγαλύτερη πολιτική ανοχή στο παρασκήνιο απ’ ό,τι εμφανίζεται στο προσκήνιο. Μπορεί μεν το ΕΛΑΜ να κατηγορεί τον ΔΗΣΥ, όμως η Πινδάρου εξέδωσε σχετική ανακοίνωση, με την οποία καταδικάζει τέτοιες ενέργειες. Το ίδιο έπραξε και η ΕΔΕΚ.

Διάλογος ή σταδιακή νομιμοποίηση;

Το περιστατικό αναδεικνύει έναν κρίσιμο και δύσκολο προβληματισμό: Πού τελειώνει ο διάλογος και πού αρχίζει η νομιμοποίηση; Η ακαδημαϊκή ή άτυπη διπλωματία δεν μπορεί να λειτουργεί ερήμην του πολιτικού πλαισίου και της εθνικής γραμμής. Η επίσκεψη στα κατεχόμενα και η απουσία πολιτικού σχολιασμού ή αντίκρουσης των τουρκικών θέσεων ενδέχεται να λειτουργήσει, όπως ήδη σημειώνουν διεθνείς παρατηρητές, ως εργαλείο τουρκικής στρατηγικής «ήπιας αναγνώρισης».