Τα Στενά του Ορμούζ στο στόχαστρο: Ενεργειακός λαβύρινθος και γεωπολιτικός προβληματισμός
Τα Στενά του Ορμούζ είναι ο καθρέφτης μιας ευρύτερης γεωπολιτικής αναταραχής, στην οποία διασταυρώνονται συμφέροντα, αντιλήψεις περί ισχύος, ιδεολογικές αντιπαλότητες και ενεργειακές εξαρτήσεις.

Η πρόσφατη απόφαση του ιρανικού κοινοβουλίου να εγκρίνει – έστω σε πρώτο στάδιο – το ενδεχόμενο κλεισίματος των Στενών του Ορμούζ, με την τελική απόφαση να μετατίθεται στο Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, αναζωπυρώνει έναν από τους πιο κρίσιμους γεωπολιτικούς εφιάλτες του διεθνούς συστήματος. Τα Στενά του Ορμούζ δεν είναι μια απλή θαλάσσια δίοδος. Αποτελούν ζωτικό αρτηριακό κόμβο της παγκόσμιας ενεργειακής οικονομίας, από τον οποίο διέρχεται καθημερινά περίπου το 20% του παγκόσμιου πετρελαίου και σχεδόν το 25% του υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η στρατηγική σημασία της διόδου είναι τέτοια, ώστε οποιαδήποτε απόπειρα διακοπής της ναυσιπλοΐας δεν αποτελεί απλώς ένα περιφερειακό πρόβλημα ασφαλείας, αλλά απειλή με παγκόσμιες οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές διαστάσεις.
Η γεωγραφική ιδιομορφία των Στενών, τα οποία έχουν μήκος περίπου 180 χιλιόμετρα και πλάτος μόλις 21 ναυτικών μιλίων στο στενότερο σημείο τους, επιτρέπει στο Ιράν να ασκεί σημαντικό έλεγχο και πίεση στην περιοχή. Η Τεχεράνη, μέσω των Φρουρών της Επανάστασης, έχει ενισχύσει διαχρονικά τις δυνατότητες αποτροπής και περιορισμού πρόσβασης, εφαρμόζοντας ένα πλήρες δόγμα anti-access/area denial. Μεταξύ άλλων, διαθέτει ταχύπλοα επιθετικά σκάφη, ναρκοπέδια, παράκτιους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, UAVs, ακόμα και δυνατότητες ασύμμετρης απειλής μέσω κυβερνοεπιθέσεων ή δολιοφθορών. Ωστόσο, η τεχνική ικανότητα του Ιράν να αποκλείσει πλήρως τα Στενά παραμένει περιορισμένη απέναντι στις ναυτικές δυνατότητες των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, οι οποίοι διαθέτουν υπεροπλία, δορυφορική παρακολούθηση και προγενέστερη επιχειρησιακή εμπειρία από αντίστοιχες κρίσεις στο παρελθόν.
Η οικονομική επίπτωση ενός πιθανού αποκλεισμού δεν θα είναι λιγότερο δραματική. Οι διεθνείς αγορές αντιδρούν ήδη με νευρικότητα, ενώ η προοπτική εκτίναξης των τιμών του πετρελαίου άνω των 110 δολαρίων ανά βαρέλι φαντάζει ολοένα και πιο πιθανή. Η διατάραξη της ροής ενέργειας θα προκαλέσει ντόμινο αυξήσεων σε βιομηχανικό κόστος, μεταφορικά τέλη και καθημερινό κόστος ζωής, πλήττοντας κυρίως τις χώρες με υψηλό βαθμό εξάρτησης από τον Περσικό Κόλπο, όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα. Παράλληλα, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανησυχούν για την ασφάλεια των εξαγωγών τους, ενώ η Ουάσιγκτον έχει ήδη αυξήσει τη στρατιωτική της παρουσία στην περιοχή, επαναφέροντας στο προσκήνιο το δόγμα προστασίας της ελεύθερης ναυσιπλοΐας και των θαλάσσιων εμπορικών διαδρόμων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που το Ιράν απειλεί με κλείσιμο των Στενών. Κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν–Ιράκ, τη δεκαετία του 1980, και ξανά τη διετία 2011–2012, εν μέσω κυρώσεων για το πυρηνικό του πρόγραμμα, η Τεχεράνη είχε υιοθετήσει ανάλογη ρητορική χωρίς να την υλοποιήσει. Στην περίπτωση της Επιχείρησης Earnest Will (1987), οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναλάβει τον συνοδευτικό έλεγχο εμπορικών πλοίων, επιδεικνύοντας αποφασιστικότητα και επιχειρησιακή ετοιμότητα. Το παρελθόν δείχνει ότι η ιρανική απειλή λειτουργεί πρωτίστως ως εργαλείο διαπραγμάτευσης, πίεσης ή και εσωτερικής συσπείρωσης και δευτερευόντως ως στρατηγική επιλογή με πιθανότητα εφαρμογής.
Ωστόσο, η παρούσα συγκυρία διαφέρει. Η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν δεν περιορίζεται πλέον σε πόλεμο δι' αντιπροσώπων (proxy war), αλλά τείνει να αποκτήσει αμεσότερο χαρακτήρα. Η πρόσφατη επίθεση Ισραήλ κατά στρατιωτικών υποδομών εντός του Ιράν και η συμμετοχή των ΗΠΑ στην υποστήριξη της επιχείρησης έχουν εκτοξεύσει την ένταση. Η Τεχεράνη, αντιλαμβανόμενη ότι η διεθνής κοινότητα αποδυναμώνεται θεσμικά και ότι η επιβολή κανόνων λειτουργεί επιλεκτικά, επιχειρεί να επαναφέρει τον γεωγραφικό της ρόλο στο τραπέζι με όρους εκβιασμού.
Η κίνηση αυτή όμως φέρει σοβαρό στρατηγικό ρίσκο. Αν το Ιράν προχωρήσει σε αποκλεισμό των Στενών, κινδυνεύει να νομιμοποιήσει στρατιωτική επέμβαση εναντίον του από διεθνή ή περιφερειακά όργανα με επίκληση στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών περί συλλογικής αυτοάμυνας. Επιπλέον, μια τέτοια ενέργεια ενδέχεται να εντείνει περαιτέρω την ήδη εύθραυστη οικονομική κατάσταση της χώρας, αποκόπτοντάς την από τις ελάχιστες διπλωματικές επαφές που διαθέτει – κυρίως με την Κίνα και τη Ρωσία – και να επιφέρει κύμα επιπρόσθετων κυρώσεων, πολιτικής απομόνωσης και απώλειας εσόδων.
Η κρίση στα Στενά του Ορμούζ υπενθυμίζει με ωμότητα ότι η ενεργειακή ασφάλεια δεν είναι τεχνικό ή εμπορικό ζήτημα, αλλά θεμελιώδες στοιχείο της διεθνούς σταθερότητας. Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία δεν μπορεί να λειτουργήσει υπό την απειλή αποκλεισμών ή μονομερών στρατηγικών ενεργειών. Η αξιοπιστία του διεθνούς συστήματος κρίνεται, εν προκειμένω, στην ικανότητα διαχείρισης της κρίσης με διπλωματικά μέσα, σεβασμό στο Δίκαιο της Θάλασσας και αποτροπή μεθοδεύσεων που μετατρέπουν τη γεωγραφία σε όπλο εκβιασμού.
Τα Στενά του Ορμούζ είναι ο καθρέφτης μιας ευρύτερης γεωπολιτικής αναταραχής, στην οποία διασταυρώνονται συμφέροντα, αντιλήψεις περί ισχύος, ιδεολογικές αντιπαλότητες και ενεργειακές εξαρτήσεις. Η τύχη τους, είτε ως δίαυλος συνεργασίας είτε ως πυριτιδαποθήκη, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τη φυσιογνωμία της επόμενης δεκαετίας στη Μέση Ανατολή και κατ’ επέκτασιν την ασφάλεια του πλανήτη.
*Διεθνολόγος και Πολιτικός Αναλυτής
BSc | MPA | MBA | MSc