Αναλύσεις

Επιθέσεις σκύλων: Τα ψυχολογικά τραύματα και οι «αόρατοι» νόμοι

Αντιδράσεις, παραλείψεις και μια σιωπηλή ψυχολογική κρίση πίσω από την υπόθεση επίθεσης σκύλων στη Λεμεσό

Το ζήτημα της συνύπαρξης ανθρώπων και ζώων επανέρχεται στο προσκήνιο με αφορμή το ανησυχητικό περιστατικό που σημειώθηκε στη Λεμεσό την περασμένη εβδομάδα, όταν τρεις σκύλοι επιτέθηκαν σε 25χρονη οικιακή βοηθό και δύο μικρά παιδιά, ηλικίας 3 και 6 χρονών, προκαλώντας τους τραυματισμούς. Η υπόθεση, που διερευνάται από την Αστυνομία, προκάλεσε αναστάτωση και ποικίλες αντιδράσεις, όχι μόνο για την ευθύνη των ιδιοκτητών αλλά και για την τύχη των ίδιων των ζώων.

Οι τρεις σκύλοι φέρονται να δραπέτευσαν από περιφραγμένο χώρο χωρίς να φέρουν σήμανση ή άδεια κατοχής. Το περιστατικό έφερε στη δημοσιότητα ένα τεράστιο κενό, που υπάρχει τόσο στη νομοθεσία όσο και στην εφαρμογή της. Προκύπτουν ερωτήματα, όπως πόσοι σκύλοι κυκλοφορούν χωρίς τσιπ ή χωρίς καταγραφή και κατά πόσον οι ιδιοκτήτες αντιλαμβάνονται την ευθύνη που συνεπάγεται η κατοχή ενός ζώου.

Από τη μια, βλέπουμε φωνές που ζητούν την άμεση ευθανασία των σκύλων. Από την άλλη, φιλοζωικές οργανώσεις και πολίτες τονίζουν πως τα ζώα δεν φταίνε. Την ίδια στιγμή, η ψυχολογική διάσταση της υπόθεσης παραμένει στο περιθώριο, καθώς ένα παιδί που βιώνει μια επίθεση, δεν τραυματίζεται μόνο στο σώμα αλλά και στην ψυχή.

Συγκεκριμένα, η Δανάη Καζά, εθελόντρια της οργάνωσης Rights for Animals Rescue Cyprus, σε δηλώσεις της στη «Σημερινή», εξέφρασε τη βαθιά της απογοήτευση για την αδράνεια των αρμόδιων Αρχών αλλά και για την ανευθυνότητα ορισμένων ιδιοκτητών. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά, «οι σκύλοι είναι εκτεθειμένοι στο έλεος της απραξίας».

Τόνισε, μάλιστα, πως πρέπει να γίνονται επιτόπιοι έλεγχοι, καθώς τα ζώα συχνά κυκλοφορούν χωρίς καταχώρηση, χωρίς microchip και χωρίς να έχουν περάσει από κανέναν έλεγχο από τις αρμόδιες υπηρεσίες.

Αναφερόμενη στο ενδεχόμενο ευθανασίας των τριών σκύλων, η κ. Καζά υπογράμμισε ότι η επιθετικότητα είναι το μόνο νομικά θεμελιωμένο κριτήριο για κάτι τέτοιο και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να βασίζεται σε υποθέσεις ή εξωτερικά χαρακτηριστικά των ζώων. «Ήταν προειδοποιητική κίνηση. Αν ήθελαν πραγματικά να σκοτώσουν, θα το είχαν κάνει μέσα σε λίγα λεπτά. Δεν υπήρξε τέτοια πρόθεση, είμαι σίγουρη», ανέφερε με έμφαση.

Παράλληλα, επισήμανε πως η αξιολόγηση της συμπεριφοράς των ζώων δεν είναι δουλειά των κτηνιάτρων, αλλά δουλειά κάποιου θετικού εκπαιδευτή. «Δεν μπορεί κανείς να αποφασίζει για την τύχη ενός ζώου στη βάση εντυπώσεων ή γενικών απόψεων. Η εκτίμηση της επιθετικότητας πρέπει να γίνεται επιστημονικά και όχι αυθαίρετα», δήλωσε.

«Η αναγνώριση της φυλής βασίζεται μόνο σε επίσημες πιστοποιήσεις από εγκεκριμένους εκτροφείς, κάτι που, όπως επιβεβαιώνεται, δεν υφίσταται στην υπό συζήτηση περίπτωση. Δεν μπορούμε να θανατώνουμε υγιή ζώα επειδή κάποιοι δεν έκαναν τη δουλειά τους», κατέληξε η κ. Καζά.

«Αν οι Αρχές ήθελαν πραγματικά να εφαρμόσουν τον νόμο, θα μπορούσαν να προχωρούν σε τακτικούς και στοχευμένους ελέγχους και βαριές ποινές. Δεν το κάνουν και τελικά το τίμημα το πληρώνουν τα ίδια τα ζώα», σημείωσε χαρακτηριστικά.

«Σε αυτό το πλαίσιο, το περιστατικό της Λεμεσού αναδεικνύει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα, την απουσία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού που να προστατεύει τόσο τα δικαιώματα των ζώων όσο και την ασφάλεια των πολιτών», είπε καταλυτικά.

Η ψυχολογική διάσταση

Η ψυχολογική διάσταση δεν είναι αμελητέα. Ένα παιδί που δέχεται επίθεση από σκύλο δεν τραυματίζεται μόνο σωματικά· το σοκ και ο φόβος που βιώνει μπορεί να αφήσουν βαθιά ψυχικά αποτυπώματα. Το ίδιο ισχύει και για έναν ενήλικα, ιδιαίτερα όταν αισθάνεται ανίσχυρος ή υπεύθυνος για την προστασία άλλων. Αναζητώντας απαντήσεις για το πώς παρέχεται ψυχολογική υποστήριξη σε τέτοιες περιπτώσεις, εξετάζουμε αν υπάρχει θεσμοθετημένος μηχανισμός παρέμβασης, ενώ παράλληλα μας απασχολεί με ποιον τρόπο μπορεί ένα παιδί να βοηθηθεί ουσιαστικά, ώστε να μη μεταφέρει τον φόβο αυτό στην ενήλικη ζωή του.

Για να εξετάσουμε την ανθρώπινη πλευρά αυτού του πολυδιάστατου ζητήματος, συνομιλήσαμε με την ψυχολόγο και προσωποκεντρική ψυχοθεραπεύτρια, Ράνια Μιχαηλίδου, η οποία απαντά σε κρίσιμα ερωτήματα:

Ποιες μπορεί να είναι οι άμεσες και μακροπρόθεσμες ψυχολογικές επιπτώσεις για ένα παιδί που δέχεται επίθεση από σκύλο;

Οι άμεσες επιπτώσεις που πιθανόν να υπάρξουν σ’ ένα παιδί μετά από τέτοια επίθεση είναι αρχικά ο φόβος. Αυτό φαίνεται αρκετές φορές στον χώρο εργασίας μου, από διαφορετικές εμπειρίες τραύματος.

Με τον καιρό (μπορεί να πάρει και χρόνια), αν δεν αντιμετωπιστεί το τραύμα αυτό, επηρεάζει την πορεία ζωής του παιδιού σε υποσυνείδητο επίπεδο, χωρίς το ίδιο να το αντιλαμβάνεται. Ο φόβος αυτός μεταφέρεται και σε άλλους τομείς της ζωής του.

Πόσο δύσκολο είναι για έναν ενήλικα, όπως η 25χρονη, να διαχειριστεί ψυχικά ένα τέτοιο τραυματικό περιστατικό;

Ακόμα και ένας ψυχολογικά σταθερός ενήλικας (όπως η 25χρονη του πιο πρόσφατου γεγονότος, για το οποίο μιλάμε τώρα) μπορεί να βιώσει έντονο σοκ. Η δυσκολία αυξάνεται όταν δεν υπάρχει άμεση στήριξη ή όταν το άτομο έχει προγενέστερα τραύματα.

Ένας ενήλικας φυσιολογικά κουβαλάει τη δική του ιστορική υπόθεση βιωμάτων. Μπορεί στη δική του πορεία να υπήρχαν επίσης τραύματα και διάφορα βιώματα. Αν ήταν παρών ή υπεύθυνος για το παιδί, μπορεί να νιώσει ενοχές, θυμό αλλά και αδυναμία.

Μπορεί να πυροδοτηθεί το «δικό του ανήλικο παιδί» και να ενεργοποιηθεί ένα παλιό τραύμα. Επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές υπάρχουν πολλές φορές στην καθημερινότητά μας, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε.

Ποια είναι τα κύρια συμπτώματα που μπορεί να εμφανίσει ένα παιδί ή ενήλικας μετά από τραυματική εμπειρία με ζώο;

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν άγχος, αναβίωση του περιστατικού από αφορμές που δεν συνειδητοποιούμε, καθώς και εικόνες ή φαντασιώσεις του χειρότερου δυνατού αποτελέσματος, που όμως δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Επίσης, παρατηρείται δυσκολία να σταθούμε στην ενήλικη πλευρά μας και να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση με σταθερότητα.

Είναι πιθανό ένα παιδί να αναπτύξει μακροχρόνια φοβία ή ακόμα και μετατραυματικό στρες από ένα τέτοιο περιστατικό;

Ναι. Ανάλογα με το τι του προκάλεσε η ένταση της επίθεσης εκείνης της ώρας. Η έγκαιρη παρέμβαση μειώνει δραστικά τον κίνδυνο χρόνιων προβλημάτων.

Αυτό επηρεάζει την αυτονομία του και την αυτοπεποίθησή του, ίσως ακόμα περισσότερο. Το τραύμα μένει πλέον κλεισμένο στο υποσυνείδητο. Πολλές φορές οι γονείς δεν αντιλαμβάνονται πως ένα τέτοιο γεγονός μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα φόβου, άγχους και χαμηλής αυτοπεποίθησης στα παιδιά τους.

Στην πορεία της ζωής τους και όπως φαίνεται και στον δικό μου χώρο εργασίας, τα παιδιά εκφράζουν πανικό, κρίσεις άγχους, εφιάλτες, ενώ παρατηρείται σταθερή αποφυγή περιστατικών τραύματος (σκύλων) ή χώρων που θυμίζουν το περιστατικό.

Ποιες είναι οι πρώτες ψυχολογικές παρεμβάσεις που συνιστώνται σε τέτοιες περιπτώσεις;

Άμεση ψυχολογική υποστήριξη, συμβουλές από ψυχολόγο. Υποστήριξη της οικογένειας και εκπαίδευση γονέων/κηδεμόνων, ώστε ν’ αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται τα συμπτώματα φόβου ή τραύματος.

Πώς μπορεί ένας γονιός να βοηθήσει το παιδί του να ξεπεράσει τον φόβο απέναντι στα ζώα, ειδικά μετά από ένα τέτοιο συμβάν;

Είναι σημαντικό να αναγνωρίζουμε τον φόβο του παιδιού χωρίς να το μειώνουμε, δείχνοντας κατανόηση και αποδοχή. Μιλάμε για τα συναισθήματά του με απλό και ζεστό τρόπο, ώστε να νιώθει ασφαλές. Μπορούμε ν’ αξιοποιήσουμε βιβλία ή παραμύθια που παρουσιάζουν ζώα ως θετικά πρότυπα, καλλιεργώντας έτσι μια πιο φιλική εικόνα. Παράλληλα, είναι βοηθητικό να ξεκινήσει η επαφή με τα ζώα από απόσταση, μέσα σε ένα ασφαλές και ελεγχόμενο πλαίσιο, ώστε το παιδί να νιώσει άνετα και σταδιακά να εξοικειωθεί.

Μπορούμε να «δουλέψουμε» θεραπευτικά το τραύμα;

Ακόμα και ένα παιδί ή ένας ενήλικας μπορεί να φανταστεί πώς θα ήθελε να αντιδράσει διαφορετικά στο περιστατικό. Με τη φαντασία, μπορούμε να περάσουμε στο υποσυνείδητο κάτι θεραπευτικό. Είναι χρήσιμο να επιστρέψουμε νοερά στο περιστατικό και να φανταστούμε μια διαφορετική, πιο υποστηρικτική αντίδραση. Ιδιαίτερα στα παιδιά, βοηθά να το ζωγραφίσουν και μέσα από αυτήν τη διαδικασία μπορούμε μαζί να «πετάξουμε» το τραύμα, όχι μέσω παραβλέψεων ή φράσεων όπως «δεν έγινε κάτι» ή «ήσουν δυνατός/ήσουν δυνατή», αλλά μέσα από ειλικρινή σύνδεση. Δεν χρειάζεται να μεταφέρουμε στον άλλον τον δικό μας υπαρξιακό φόβο, ακόμη και ασυνείδητα.

Ποια είναι η ευθύνη των ιδιοκτητών σκύλων σε παρόμοια περιστατικά;

Σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει έλλειψη αντίληψης ή αμέλεια από πλευράς των ιδιοκτητών. Συχνά αρνούνται την ευθύνη, λέγοντας πως «το σκυλί μου δεν είναι επικίνδυνο», ανθρωποποιούν τον σκύλο οδηγούμενοι σε υπερβολική εμπιστοσύνη, ή δεν έχουν επαρκή γνώση και εκπαίδευση πάνω στη συμπεριφορά του ζώου. Η ουσία είναι ότι η αντίληψη του σεβασμού προς τον άλλο ξεκινά από το πώς σχετίζομαι με τον εαυτό μου.

Πώς αισθάνεται ένας ιδιοκτήτης όταν το σκυλί του προκαλέσει τραυματισμό και τι χρειάζεται να γίνει;

Όταν ένας ιδιοκτήτης έρχεται αντιμέτωπος με το γεγονός ότι το σκυλί του προκάλεσε τραυματισμό, συχνά βιώνει σοκ, ενοχές, άγχος για τις συνέπειες, αμφιβολίες για το ίδιο το ζώο, καθώς και εσωτερική σύγκρουση. Σε μια τέτοια περίπτωση χρειάζεται ειλικρίνεια, ανάληψη ευθύνης και διάθεση για επανόρθωση και όχι άρνηση.

Μπορεί κάποιος να ξεπεράσει πλήρως ένα τραύμα ή απλώς να μάθει να ζει με αυτό;

Ως εκπαιδευόμενη στο EMDR, βλέπω καθημερινά πώς η σωστή επεξεργασία ενός τραύματος μπορεί να μεταμορφώσει την εμπειρία. Δεν είναι εύκολο – αλλά είναι δυνατό. Και το παιδί, και ο ενήλικας, μπορούν να ξαναβρούν την επαφή με τον εαυτό τους, μέσα από αποδοχή και φροντίδα. Το τραύμα ίσως να μη φεύγει ποτέ εντελώς, αλλά σίγουρα μαλακώνει.