Όταν ο πόλεμος γίνεται η «εικόνα» των παιδιών
Ο επηρεασμός των παιδιών όταν ακούν για πολέμους και η στάση που πρέπει να τηρούν οι γονείς

Σε έναν κόσμο γεμάτο ανασφάλειες και αντιφάσεις, οι πολεμικές συγκρούσεις αποτελούν πια μόνιμο φόντο της καθημερινής μας ζωής. Ο ήχος των εκρήξεων από τις οθόνες, οι εικόνες καταστροφής και οι λέξεις όπως «θύματα», «στρατιωτική επιχείρηση» και «πύραυλοι» έχουν γίνει σχεδόν συνηθισμένες στο διαδίκτυο. Όσον αφορά τους ενήλικες, πρόκειται για άλλο ένα γεγονός του παγκόσμιου γίγνεσθαι, όμως για τα παιδιά όλα αυτά δεν είναι απλώς πληροφορίες, είναι εικόνες που φωλιάζουν βαθιά μέσα τους και τους δημιουργούν απορίες, φόβους και σύγχυση.
Ακόμα και στην Κύπρο, τα παιδιά δεν μένουν ανεπηρέαστα. Ζουν σε έναν συνδεδεμένο κόσμο, ακούν, βλέπουν και επεξεργάζονται. Και, πολύ συχνά, το κάνουν σιωπηλά.
Μπορεί να είναι μακριά, αλλά όχι αόρατος
Η Κύπρος φέρει ιστορικά τραύματα, που επηρεάζουν τις οικογένειες μέχρι και σήμερα. Πολλοί γονείς και παππούδες έχουν ζήσει οι ίδιοι τις εμπειρίες του πολέμου. Το παιδί μπορεί να μην τα ξέρει όλα, αλλά ο φόβος, η θλίψη ή η αναστάτωση μεταδίδονται. Επιπλέον, σε μια μικρή κοινωνία, όπως η κυπριακή, οι αποστάσεις είναι ψυχολογικά κοντινές. Παιδιά βλέπουν βίντεο, ακούν φίλους στο σχολείο, παρακολουθούν ειδήσεις, ακόμη κι αν οι γονείς προσπαθούν να τα προφυλάξουν.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε στη «Σημερινή» η ψυχολόγος και προσωποκεντρική ψυχοθεραπεύτρια, Ράνια Μιχαηλίδου, «τα παιδιά, ακόμη κι όταν δε ρωτούν, νιώθουν». Μπορεί να δεις ένα εξάχρονο να παίζει ανέμελα, αλλά λίγες ώρες μετά να έχει εφιάλτες ή να ζητά συνεχώς να κοιμάται με τους γονείς. Αυτή είναι η σιωπηλή ανησυχία».
Επίσης, η κ. Μιχαηλίδου εξηγεί ότι κάθε ηλικιακή ομάδα αντιδρά διαφορετικά, αλλά το κοινό στοιχείο είναι η ανάγκη για ασφάλεια και για καθαρή καθοδήγηση από τους ενήλικες. Το κενό πληροφορίας, λέει, είναι πιο επικίνδυνο από την ίδια την είδηση, γιατί αφήνει χώρο σε φαντασιώσεις.
Το δίλημμα των γονιών
Πολλοί γονείς προβληματίζονται με το αν πρέπει να μιλήσουν στα παιδιά τους για όσα γίνονται ή αν θα πρέπει να κρύψουν τις ειδήσεις. Η ειδικός είναι ξεκάθαρη: «Δεν χρειάζεται να περιγράφουμε τρομακτικές λεπτομέρειες, αλλά ούτε να αποφεύγουμε εντελώς την κουβέντα. Το παιδί νιώθει όταν κάτι είναι “βαρύ” στο σπίτι. Αν δεν ακούσει εξήγηση, θα φτιάξει δική του και συνήθως πιο τρομακτική».
Η στάση των γονιών πρέπει να είναι ψύχραιμη και προσαρμοσμένη στην ηλικία. Στους μικρούς λέμε: «Σε κάποιες χώρες, οι άνθρωποι μαλώνουν και πολεμούν, κάτι που είναι λυπηρό, αλλά εμάς δεν μας απειλεί». Στους εφήβους, μπορούμε να ανοίξουμε πιο σύνθετες συζητήσεις, ακόμη και πολιτικές, αν νιώθουμε ότι μπορούμε να τις διαχειριστούμε.
Πότε πρέπει να ανησυχήσουν οι γονείς
Η ψυχική επιβάρυνση σπάνια εμφανίζεται με σαφή λόγια. Συνήθως εκδηλώνεται σωματικά ή μέσα από τη συμπεριφορά. Γονείς που παρατηρούν ξαφνικά έντονο φόβο, απόσυρση, νευρικότητα, νυχτερινή ενούρηση ή εφιάλτες που επαναλαμβάνονται, καλό είναι να αναζητήσουν καθοδήγηση. Το ίδιο ισχύει αν το παιδί επαναφέρει διαρκώς το ίδιο ερώτημα για τον πόλεμο, αν δείχνει υπερβολικά προσκολλημένο ή αν απομονώνεται από τις δραστηριότητές του.
«Δεν σημαίνει ότι κάτι είναι παθολογικό, αλλά είναι ένδειξη ότι το παιδί χρειάζεται βοήθεια για να εκφράσει αυτό που δεν μπορεί να πει», εξηγεί η ψυχολόγος.
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς
Η πρόληψη είναι πιο ισχυρή από τη θεραπεία. Το πρώτο βήμα είναι η συναισθηματική διαθεσιμότητα. Να ακούμε προσεκτικά, χωρίς να διακόπτουμε ή να απορρίπτουμε. Να ενθαρρύνουμε τις ερωτήσεις, όσο παράξενες κι αν μας φαίνονται. Να χτίζουμε ένα καθημερινό κλίμα σταθερότητας και ρουτίνας. Τόνισε ακόμη ότι το παιδί νιώθει ασφάλεια όταν ξέρει τι να περιμένει. Παράλληλα, εξήγησε ότι είναι χρήσιμο να περιορίσουμε την ανεξέλεγκτη πρόσβαση σε ειδήσεις και βίαιες εικόνες.
Ανέφερε ακόμη ότι ο γονείς δεν χρειάζεται να έχουν όλες τις απαντήσεις. Χρειάζεται, όμως, να δείχνουν σταθερότητα, ειλικρίνεια και κυρίως να επιτρέπουν στο παιδί να εκφραστεί, είτε μέσα από λόγια είτε μέσα από ζωγραφιές, παιχνίδι ή σιωπή. Όλα είναι μορφές επικοινωνίας.
Ο ρόλος του σχολείου και της κοινότητας
Το σχολείο, ως δεύτερο «σπίτι», μπορεί να παίξει ρόλο-κλειδί, εξήγησε η κ. Μιχαηλίδου, καθώς, όπως είπε, οι εκπαιδευτικοί είναι οι πρώτοι που μπορούν να αντιληφθούν αλλαγές στη συμπεριφορά των παιδιών. Είναι χρήσιμο να δημιουργούνται ευκαιρίες για διάλογο στην τάξη, μέσα από ανάγνωση βιβλίων, παιχνίδια ρόλων, εικαστικά και ομαδικές δραστηριότητες. Όχι για να φορτώσουμε τα παιδιά με πληροφορίες, αλλά για να νιώσουν ότι είναι αποδεκτό να μιλήσουν για όσα τα ανησυχούν.
Την ίδια ώρα σημειώνει ότι η συνεργασία σχολείου και οικογένειας είναι κρίσιμη. Αν ο εκπαιδευτικός βλέπει κάτι ανησυχητικό, οφείλει να το μεταφέρει στους γονείς. Αντίστοιχα, οι γονείς πρέπει να εμπιστεύονται και να αξιοποιούν τη στήριξη που μπορεί να προσφέρει το σχολικό πλαίσιο, όταν αυτή υπάρχει.
Τα παιδιά δεν θέλουν ν’ ακούν, θέλουν να νιώθουν
Πέρα από τα λόγια, τα παιδιά παρακολουθούν τη συμπεριφορά των ενηλίκων. Αν ο γονιός είναι σε μόνιμη υπερένταση, φωνάζει ή τρομοκρατείται κάθε φορά που βλέπει μια είδηση, αυτό περνά αμέσως στο παιδί. Αντίθετα, όταν οι μεγάλοι διατηρούν ψυχραιμία, αναγνωρίζουν τον φόβο αλλά δεν τον αφήνουν να τους καταβάλει, τότε δημιουργείται μια προστατευτική ασπίδα. Στην ουσία, τα παιδιά δεν ζητούν να καταλάβουν τον κόσμο. Ζητούν να νιώσουν ότι είναι ασφαλή μέσα σ’ αυτόν και ότι δεν είναι μόνα τους, σύμφωνα πάντα με την κ. Μιχαηλίδου.
Από την απειλή, στην ενσυναίσθηση
Όπως λέει η ψυχολόγος, η εμπειρία του πολέμου, έστω και μέσα από τις ειδήσεις, μπορεί να γίνει αφορμή για βαθύτερες συζητήσεις. Να μιλήσουμε στα παιδιά για την αξία της ειρήνης, της συνεργασίας και του σεβασμού στη διαφορετικότητα. Να τα βοηθήσουμε να σκεφτούν πώς θα ένιωθαν τα ίδια αν βίωναν κάτι παρόμοιο και να τους δείξουμε ότι η καλοσύνη και η φροντίδα δεν σταματούν στα σύνορα.
«Δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο, αλλά μπορούμε να χτίσουμε γερά παιδιά που θα τον αντέχουν. Και, ίσως, θα τον κάνουν και καλύτερο», είπε συγκεκριμένα.
Η ευθύνη των ενηλίκων και των Μέσων Ενημέρωσης
Στη συνέχεια, η ειδικός αναφέρθηκε και στον ρόλο των ΜΜΕ, υπογραμμίζοντας ότι δεν είναι μόνο το τι λέγεται, αλλά και πώς λέγεται. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν τεράστια ευθύνη στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζουν τον πόλεμο, ειδικά σε περιόδους έντασης. Η υπερβολή, η συνεχής αναπαραγωγή βίαιων εικόνων, η συναισθηματική φόρτιση ή ακόμη και η κινδυνολογία επιβαρύνουν την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία μεγαλώνουν τα παιδιά. Ο ρόλος των ενηλίκων, λοιπόν, είναι διπλός, αφενός να επιλέγουν με κριτήριο τι επιτρέπουν να φτάσει στα παιδιά και, αφετέρου, να αποφορτίζουν αυτά τα μηνύματα με ψυχραιμία και λογική. Είναι διαφορετικό ν’ ακουστεί μια είδηση από έναν γονιό με ήρεμο τόνο και διαφορετικό ν’ ακουστεί μέσα από φωνές, άγχος και καταστροφολογία.
Παιδεία ειρήνης από το σπίτι και το σχολείο
Καταληκτικά, η κ. Μιχαηλίδου ανέφερε ότι η συζήτηση για τον πόλεμο δεν πρέπει να ξεκινά όταν ξεσπάσει μια σύγκρουση. Η παιδεία ειρήνης, η καλλιέργεια ενσυναίσθησης, η ανεκτικότητα και η επίλυση συγκρούσεων με διάλογο είναι αξίες που μπορούν και πρέπει να καλλιεργούνται καθημερινά από το σπίτι, το σχολείο, ακόμη και από τα ίδια τα κοινωνικά πρότυπα. Όταν το παιδί μάθει ότι μπορεί να διαφωνήσει χωρίς να φωνάξει, ότι μπορεί να λύσει μια παρεξήγηση χωρίς βία, τότε βάζουμε τα θεμέλια για μια κοινωνία με λιγότερο θυμό και περισσότερη κατανόηση. Δεν αρκεί να πούμε στα παιδιά ότι «ο πόλεμος είναι κακός», αλλά πρέπει να τους δείξουμε εναλλακτικές, να τους μάθουμε τη δύναμη του διαλόγου, της αλληλεγγύης και της ειρηνικής συνύπαρξης.