Γιατί να μην διεκδικήσει την Προεδρία του 2028 το «χλιδάτο παιδί» του Ευρωκοινοβουλίου, Φειδίας;

Η Κύπρος βιώνει μια από τις πιο ρευστές και επικίνδυνες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας της, με την κατοχή να παραμένει, τις τουρκικές προκλήσεις να εντείνονται, και τον κοινωνικό ιστό να κλονίζεται από οικονομικές και ηθικές κρίσεις. Κι όμως, σε αυτή τη συγκυρία, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας μας –71.000 συμπολίτες μας– έστειλε στις Βρυξέλλες, όχι κάποιον με πολιτική ωριμότητα, αίσθημα ευθύνης ή όραμα, αλλά έναν νεαρό χωρίς εμπειρία, χωρίς στοιχειώδη αντίληψη της σοβαρότητας του ρόλου του, χωρίς τη βαρύτητα που απαιτεί η θέση του Ευρωβουλευτή.
Από την πρώτη κιόλας μέρα της εκλογής του, ο εν λόγω ευρωβουλευτής έδειξε ότι η παρουσία του στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή δεν έχει ως σκοπό την προώθηση των συμφερόντων της Κύπρου, αλλά την αυτοπροβολή και την προσωπική του "εμπειρία ζωής". Με φόντο πολυτελή ξενοδοχεία, εξωτικά νησιά, πανάκριβα εστιατόρια και ατελείωτα ταξίδια, επέλεξε να μετατρέψει τον θεσμό που υπηρετεί σε προσωπικό του θεατρικό σκηνικό. Χρησιμοποιεί τον τίτλο του όχι για να ενισχύσει τη φωνή της χώρας μας στην Ε.Ε., αλλά για να απολαμβάνει προνόμια, χλιδή και δημόσια προβολή.
Η προκλητική αυτή στάση δεν αποτελεί απλώς προσωπική επιλογή, αλλά πλήγμα για το κύρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η εικόνα του να φωτογραφίζεται άνετος, με ναργιλέ στο χέρι, σε ξενοδοχεία χτισμένα πάνω σε ελληνοκυπριακές περιουσίες στα κατεχόμενα, δεν είναι απλώς ανεύθυνη. Είναι εθνικά επικίνδυνη. Δεν γίνεται, την ώρα που εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες συνεχίζουν να ζουν με την απώλεια της πατρογονικής τους γης, κάποιος που εκπροσωπεί την Κύπρο στο εξωτερικό να απολαμβάνει τις "φιλοξενίες" του κατοχικού καθεστώτος και να περιφέρεται δίπλα στον εκλεκτό της Άγκυρας, τον κ. Τατάρ, χαμογελαστός και ανέμελος.
Είναι τέτοιες κινήσεις που δίνουν "πολιτικό οξυγόνο" στην Τουρκία, επιτρέποντάς της να προβάλλει την εικόνα μιας δήθεν ειρηνικής συνύπαρξης και αμοιβαίας αποδοχής. Όμως πρόκειται για παγίδα. Η Άγκυρα δεν αδρανεί. Βρίσκει κάθε αφορμή και κάθε πρόθυμο, εντός ή εκτός των θεσμών, για να υπονομεύσει την κυριαρχία μας. Και είναι άκρως ανησυχητικό ότι το πρόσωπο αυτό, που σήμερα φορά την ταμπέλα του "ευρωβουλευτή", προσφέρει στην Τουρκία ένα απρόσμενα χρήσιμο εργαλείο: έναν Έλληνα της Κύπρου, που κινείται άνετα μέσα στο κατεχόμενο έδαφος, χαρίζοντας εικόνες κανονικότητας.
Το Ευρωκοινοβούλιο, αν μη τι άλλο, θα πρέπει να ευγνωμονεί τους 71.000 συμπολίτες μας που του έκαναν την "τιμή" να στείλουν έναν εκπρόσωπο από την Κύπρο όχι για να υπερασπίζεται τις εθνικές μας θέσεις ή να συμμετέχει ενεργά στο νομοθετικό έργο της Ε.Ε., αλλά για να το… ψυχαγωγεί. Η δημόσια παρουσία του –μεταξύ video στο TikTok, επιφανειακές δηλώσεις και στιγμιότυπα προσωπικών διακοπών– δίνει την εντύπωση όχι ενός πολιτικού, αλλά ενός μόνιμου "influencer εν υπηρεσία", με την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεται σε ριάλιτι.

Κι όμως, το ζήτημα δεν είναι μόνο αισθητικό ή ηθικό. Είναι βαθύτατα πολιτικό και αγγίζει την εθνική ασφάλεια. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη δυνατότητα που έχει η Τουρκία –μέσω του προπαγανδιστικού της μηχανισμού και των μυστικών της υπηρεσιών (MIT)– να αξιοποιήσει ή ακόμη και να παγιδεύσει πρόσωπα με ευπάθειες. Δεν θα ήταν έκπληξη, λοιπόν, αν στο μέλλον στηθεί κάποιο σκηνοθετημένο επεισόδιο, με στόχο να φανεί ότι "διώκεται" από την ελληνοκυπριακή πλευρά, δίνοντας επιχειρήματα στο κατοχικό καθεστώς. Αυτό το ενδεχόμενο δεν πρέπει να αγνοηθεί από καμία κρατική υπηρεσία.
Αλλά και η πολιτεία φέρει βαρύτατη ευθύνη. Πώς φτάσαμε στο σημείο ένα τόσο μεγάλο μέρος της κοινωνίας, κυρίως της νεολαίας, να απαξιώσει τους παραδοσιακούς θεσμούς σε τέτοιο βαθμό, ώστε να στείλει στη Βουλή των Βρυξελλών έναν άνθρωπο που αντιμετωπίζει την πολιτική ως αστείο; Που είναι η πολιτική παιδεία, η ενημέρωση, η κοινωνική συνείδηση; Και κυρίως: που είναι οι μηχανισμοί φιλτραρίσματος υποψηφιοτήτων, ώστε να διασφαλίζεται ότι αυτοί που εκπροσωπούν τον τόπο μας έχουν τουλάχιστον την ελάχιστη κατανόηση του τι σημαίνει "δημόσια αποστολή";
Τα κόμματα οφείλουν να σκύψουν πάνω σε αυτή την κατάσταση με τόλμη και αυτοκριτική. Δεν μπορούν να συνεχίζουν να παριστάνουν τους έκπληκτους ή να παρακολουθούν αμέτοχα. Πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως η απαξίωση που εισέπραξαν στις κάλπες δεν είναι τυχαία. Ήταν μια κραυγή απογοήτευσης, αλλά εκφράστηκε με τρόπο που τώρα απειλεί να μετατραπεί σε μπούμερανγκ για το ίδιο το έθνος.
Και μέσα σε όλα αυτά, προκύπτει και ένα ακόμη πιο δυσοίωνο ενδεχόμενο: η πιθανή υποψηφιότητα του εν λόγω ευρωβουλευτή για την Προεδρία της Δημοκρατίας το 2028. Δεν είναι φήμη. Είναι κάτι που ο ίδιος υπαινίχθηκε. Αν φαντάζει αδιανόητο σήμερα, αρκεί να θυμηθούμε ότι η εκλογή του στο Ευρωκοινοβούλιο επίσης έμοιαζε "αστείο" πριν γίνει πραγματικότητα. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε η Προεδρία της Δημοκρατίας να μετατραπεί σε πείραμα ή σε παιχνίδι των social media.
Η Κύπρος χρειάζεται ανθρώπους με ήθος, γνώση, όραμα και –κυρίως– αίσθηση ευθύνης απέναντι στην Ιστορία. Όχι προσωπεία που περιφέρονται ανάμεσα σε αεροδρόμια και stories, απολαμβάνοντας τον θόρυβο που οι ίδιοι δημιουργούν.
Γιατί αν δεν δράσουμε τώρα, ίσως πράγματι να βρεθούμε το 2028 να αναρωτιόμαστε πώς φτάσαμε στο σημείο να βλέπουμε το ανώτατο αξίωμα του κράτους να φιγουράρει δίπλα σε πούρα, ναργιλέδες και φίλτρα του Instagram.
Υ.Γ.: Μόλις εννέα μήνες πριν από τις βουλευτικές εκλογές και, είτε κοιτάξει κανείς μπροστά είτε πίσω, δεν μπορεί να νιώσει παρά απογοήτευση. Κοιτάζοντας πίσω στον χρόνο, βλέπουμε μια σειρά από τραγικά γεγονότα σε πολλαπλά επίπεδα που όχι μόνο πήγαν τη χώρα πίσω, αλλά και τη δυσφήμισαν διεθνώς.
Το πιο ανησυχητικό, όμως, είναι όταν στρέφεις το βλέμμα στο μέλλον. Εκεί το τοπίο γίνεται πιο σκοτεινό. Το αύριο προβάλλει όχι ως ελπίδα, αλλά ως εφιάλτης. Και αυτός ο εφιάλτης δεν είναι αποκύημα φαντασίας, αλλά πραγματικός και παρών. Βλέπεις τις μορφές των πιθανών υποψηφίων που ετοιμάζονται να διεκδικήσουν την εξουσία και σε κυριεύει η ανησυχία. Αν δεν είναι ο κ. Αβέρωφ, θα είναι ένας άλλος, όπως ο νεοεμφανιζόμενος και βαθιά λαϊκιστής Οδυσσέας Μιχαηλίδης, που επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο τιμητής του δημόσιου βίου.
Υπόσχεται, με βεβαιότητα, την οικοδόμηση ενός «τίμιου κράτους», απαλλαγμένου από διαφθορά, διαπλοκή και παρασκηνιακές πρακτικές. Δεν λέει όμως λέξη για τις δεκάδες των συμπολιτών μας, ανθρώπων και οικογενειών, που κατακεραυνώθηκαν από τις δημόσιες καταγγελίες του χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, συχνά χωρίς στοιχεία. Ο ίδιος οδήγησε στην κοινωνική καταδίκη πρόσωπα που αποδείχθηκε τελικά ότι δεν είχαν εμπλοκή σε αυτά για τα οποία κατηγορήθηκαν.
Ένα ενδεικτικό –και ιδιαίτερα οδυνηρό– παράδειγμα είναι αυτό της οικογένειας που διατηρούσε ιχθυοτροφείο στην Τριμίκλινη. Οι ψευδείς ή, στην καλύτερη περίπτωση, ατεκμηρίωτες δημόσιες καταγγελίες εις βάρος τους προκάλεσαν τεράστια κοινωνική και οικονομική ζημιά, φέρνοντάς τους στο χείλος της καταστροφής. Όταν οι κατηγορίες διαψεύστηκαν, ο κ. Μιχαηλίδης δεν βρήκε το θάρρος ή την ευθιξία να ζητήσει συγγνώμη ή να αποκαταστήσει την αλήθεια.
Η δημόσια ευθύνη απαιτεί σεμνότητα, υπευθυνότητα και –πάνω από όλα– αυτογνωσία. Όταν κάποιος φιλοδοξεί να κυβερνήσει, δεν μπορεί να λειτουργεί με βάση τη λογική του δημόσιου διασυρμού, χωρίς αποδείξεις, και χωρίς συνέπειες για τα θύματα των πράξεών του. Γιατί η δικαιοσύνη δεν αποδίδεται με τηλεοπτικά σποτ, ούτε με δηλώσεις εντυπωσιασμού. Αποδίδεται με τεκμήρια, διαδικασίες και, όταν απαιτείται, με σιωπή και σεβασμό.