Καίγεται η Μεσόγειος από ανθρώπινο χέρι
Περισσότερα από 227.000 εκτάρια έχουν ήδη καεί από την αρχή του έτους στην Ευρώπη

Ο Ιούλιος αποδείχθηκε για άλλη μια φορά φονικός για τη Μεσόγειο. Οι αριθμοί των πυρκαγιών προκαλούν δέος, με περισσότερα από 227.000 εκτάρια να έχουν ήδη καεί από την αρχή του έτους στην Ευρώπη, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με τον μέσο όρο της τελευταίας 20ετίας για την ίδια εποχή, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφόρησης για τις Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS). Η Μεσόγειος, με το θερμό και ξηρό της καλοκαίρι, την πλούσια αλλά εύφλεκτη βλάστηση και τους συχνούς ανέμους, αποτελεί διαχρονικά μιαν από τις πιο ευάλωτες περιοχές του πλανήτη σε δασικές πυρκαγιές. Όμως πλέον οι καταστροφές δεν μπορούν να αποδίδονται απλώς στο κλίμα. Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι έχουμε περάσει σε μια νέα εποχή, αφού οι πυρκαγιές δεν είναι πια μόνο αποτέλεσμα φυσικών συνθηκών ή της κλιματικής αλλαγής. Είναι κυρίως αποτέλεσμα ανθρώπινης παρουσίας, ανθρώπινης απροσεξίας και, σε κάποιες περιπτώσεις, ανθρώπινης πρόθεσης.
Πυρκαγιές σαρώνουν τη Μεσόγειο
Πυρκαγιές κατέκαψαν μέσα στον Ιούλιο πολλές περιοχές της Μεσογείου, από την Κύπρο έως τις παρυφές της Μασσαλίας στη Γαλλία, με χιλιάδες ανθρώπους να αναγκάζονται να κλειστούν στα σπίτια τους ή να εκκενώσουν τις εστίες τους.
Η Γηραιά Ήπειρος έχει δει από τις αρχές του έτους μέχρι σήμερα περισσότερα από 227.000 εκτάρια γης να καίγονται από πυρκαγιές, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για τις Δασικές Πυρκαγιές (EFFIS). Το νούμερο αυτό είναι διπλάσιο από τον μέσο όρο της τελευταίας 20ετίας γι’ αυτήν την εποχή, αν και απέχει ακόμη από τις χειρότερες χρονιές που έχουν καταγραφεί, όπως το 2003 και το 2017, όταν είχαν καεί πάνω από 1.100.000 εκτάρια σε κάθε περίπτωση.
Ο αριθμός των πυρκαγιών φέτος είναι επίσης αυξημένος. Έως τις αρχές Ιουλίου είχαν καταγραφεί 1.118 πυρκαγιές, έναντι 716 την ίδια περίοδο πέρυσι, σύμφωνα με την EFFIS. Παρόλο που οι πυρκαγιές συνολικά είναι αυξημένες, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι οι φετινές πυρκαγιές στις μεσογειακές χώρες, αν και καταστροφικές, έχουν σε μεγάλο βαθμό μείνει τοπικά περιορισμένες.
Από την άλλη, οι προοπτικές για την υπόλοιπη θερινή περίοδο προκαλούν ανησυχία. Οι προβλέψεις δείχνουν θερμοκρασίες υψηλότερες από το φυσιολογικό για τον Αύγουστο στις περισσότερες περιοχές της Ευρώπης, ειδικά στον νότο και ανατολικά, γεγονός που διατηρεί τον κίνδυνο πυρκαγιών σε υψηλά επίπεδα. Ταυτόχρονα αναμένονται λιγότερες βροχές σε μεγάλο μέρος της ηπείρου, επιδεινώνοντας την ξηρασία και αυξάνοντας την ευφλεκτότητα των δασών.
Η Μεσόγειος είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις πυρκαγιές, καθώς οι θερμότερες και ξηρότερες συνθήκες του καλοκαιριού, σε συνδυασμό με την αφθονία ξηρής βλάστησης και τους ισχυρούς ανέμους, ευνοούν την ταχεία εξάπλωση των πυρκαγιών. Η κλιματική αλλαγή ενισχύει αυτό το φαινόμενο, προκαλώντας πρώιμη έναρξη της αντιπυρικής περιόδου και ενίσχυση της έντασης και της έκτασης των πυρκαγιών.
Από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης, η θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί κατά περίπου 1,3°C, κυρίως λόγω της καύσης ορυκτών καυσίμων. Η Ευρώπη έχει θερμανθεί με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο από τη δεκαετία του 1980, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό. Αυτό σημαίνει ότι τα κύματα καύσωνα φτάνουν πλέον υψηλότερες θερμοκρασίες και εμφανίζονται πιο συχνά .
Με το υπόλοιπο του καλοκαιριού να διαφαίνεται θερμό και ξηρό, η Ευρώπη μπαίνει σε μια περίοδο αυξημένου κινδύνου αλλά και σε μια νέα εποχή, όπου οι πυρκαγιές δεν αποτελούν πια απλή φυσική καταστροφή, αλλά σύμπτωμα της εποχής της κλιματικής κρίσης.
Η φωτιά, ένα όχι και τόσο φυσικό φαινόμενο
Σε κάθε μεγάλο πύρινο μέτωπο, οι εικόνες μοιάζουν ίδιες. Φλόγες καταπίνουν βουνά, σπίτια μετατρέπονται σε στάχτες, ζώα προσπαθούν να ξεφύγουν από το φλεγόμενο δάσος, και πυροσβέστες, εθελοντές και κάτοικοι των περιοχών παλεύουν ενάντια σε κάτι που φαίνεται να είναι «φυσικό». Όμως, όπως δείχνουν τα επιστημονικά δεδομένα των τελευταίων ετών, οι περισσότερες καταστροφικές πυρκαγιές δεν είναι φυσικές. Είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης δράσης.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της διαπίστωσης προέρχεται από πρόσφατη διεθνή μελέτη, που εξέτασε σε βάθος τα αίτια και τη δυναμική μιας μεγαπυρκαγιάς στη Μεσόγειο. Χρησιμοποιώντας προηγμένα μοντέλα προσομοίωσης οικοσυστημάτων, τηλεπισκοπικά δεδομένα και ιστορικά αρχεία πυρκαγιών, οι ερευνητές κατέληξαν σε ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα: Ο ανθρώπινος παράγοντας, εσκεμμένος ή μη, είναι καθοριστικός όχι μόνο για την έναρξη, αλλά και για την έκταση και ένταση των δασικών πυρκαγιών. Πίσω από την καταστροφή, όσο κι αν το βλέμμα στρέφεται συχνά στην ξηρασία, στους ισχυρούς ανέμους και στις υψηλές θερμοκρασίες, η επιστημονική πραγματικότητα δείχνει ξεκάθαρα αλλού, στον ίδιο τον άνθρωπο.
Η γεωγραφία της Μεσογείου, με τα τραχιά της βουνά, τη βλάστηση προσαρμοσμένη στο μεσογειακό κλίμα, τις παρατεταμένες ξηρασίες και τα παράκτια μικροκλίματα, δημιουργεί συνθήκες ιδιαίτερα επιρρεπείς στις πυρκαγιές. Όμως, αυτό που μετατρέπει ένα φυσικό σύστημα σε εύφλεκτη« βόμβα» είναι η συνεχής και άναρχη εισχώρηση της ανθρώπινης δραστηριότητας στον πυρήνα του δασικού οικοσυστήματος.
Κατοικίες, θερμοκήπια, τουριστικές μονάδες, οδικά δίκτυα και αγροτικές υποδομές ξεφυτρώνουν όλο και βαθύτερα μέσα στις δασικές περιοχές. Η λεγόμενη ζώνη επαφής μεταξύ άγριας φύσης και ανθρώπινου δομημένου περιβάλλοντος επεκτείνεται ανεξέλεγκτα. Καθώς μεγαλώνει αυτό το όριο, αυξάνεται εκθετικά και ο κίνδυνος πυρκαγιάς.
Στην ανάλυση της μελέτης, σχεδόν 9 στις 10 πυρκαγιές σε δασικά οικοσυστήματα ξεκινούν από τον άνθρωπο, αλλά όχι απαραίτητα από εμπρηστές. Μπορεί να είναι ένα καλώδιο που ακουμπά σε ξερό φύλλωμα, ένα τσιγάρο στο πλάι του δρόμου, καψάλισμα χωρίς εποπτεία, οικοδομικές εργασίες εν ώρα καύσωνα. Σε τουριστικές περιοχές, ακόμη και ένα μπάρμπεκιου ή ένα αυτοκίνητο παρκαρισμένο σε ξερά χόρτα αρκεί για να ξεκινήσει το καταστροφικό ντόμινο.
Τα επιστημονικά δεδομένα
Οι ερευνητές πήγαν ακόμη πιο βαθιά, αξιοποιώντας δυναμικά οικολογικά μοντέλα βλάστησης και προσομοιάζοντας την παρουσία πυρκαγιών σε διαφορετικά σενάρια, με και χωρίς ανθρώπινη δραστηριότητα. Το αποτέλεσμα είναι αποστομωτικό. Χωρίς ανθρώπινες αναφλέξεις, ακόμη και στις πιο ξηρές χρονιές, η καμένη έκταση ήταν δραματικά μικρότερη, σε πολλές περιπτώσεις σχεδόν μηδενική.
Αντίθετα, όταν το μοντέλο ενσωμάτωνε πολλαπλές εστίες ανάφλεξης σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους, ένα σενάριο ρεαλιστικό για περιοχές με ανθρώπινη κινητικότητα, οι καταστροφές πολλαπλασιάζονταν. Και το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι όταν αυτές οι εστίες ξεσπούσαν σε περιόδους παρατεταμένης ξηρασίας και κάτω από ισχυρούς ανέμους, η φωτιά γινόταν σχεδόν αδύνατο να ελεγχθεί.
Ένα άλλο κρίσιμο εύρημα της μελέτης αφορά τη μεταβολή της φυσικής συχνότητας των πυρκαγιών. Οι «πυροπροσαρμοσμένοι» οργανισμοί της Μεσογείου, όπως για παράδειγμα τα πεύκα, έχουν εξελιχθεί με βάση τη φυσική επιστροφή της φωτιάς σε κύκλους πολλών δεκαετιών. Όταν όμως οι πυρκαγιές επανέρχονται ανά τρία ή πέντε χρόνια λόγω ανθρωπογενούς πίεσης, το δάσος δεν προλαβαίνει να αναγεννηθεί. Αντίθετα, σταδιακά μετατρέπεται σε μιαν ασταθή, άγονη ή ημιφυσική ενότητα, ευάλωτη σε διάβρωση, ερημοποίηση και περαιτέρω υποβάθμιση.
Το φαινόμενο έχει και κοινωνική διάσταση. Οι καλοκαιρινές μετακινήσεις πληθυσμών, είτε για τουρισμό είτε για αγροτικές δραστηριότητες, αυξάνουν κατακόρυφα τον πληθυσμό και την κινητικότητα μέσα σε δασικά τοπία. Οι παραδοσιακές «θερινές μετακινήσεις» προς τα ορεινά, που άλλοτε βασίζονταν στη γνώση και στον σεβασμό της φύσης, έχουν πλέον ενταχθεί σε μια νέα, καταναλωτική χρήση του τοπίου με εξοχικές κατοικίες, ενοικιαζόμενα δωμάτια, δρόμους, αγροτικές επεκτάσεις και ενεργοβόρες υποδομές χωρίς σχεδιασμό.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η αντιμετώπιση της φωτιάς μόνο με καταστολή, δηλαδή με πυροσβεστικά αεροπλάνα, εκκενώσεις και παρεμβάσεις πανικού, δεν είναι ούτε βιώσιμη, ούτε αποτελεσματική. Χρειάζεται πρόληψη με επίκεντρο τη διαχείριση του ανθρώπινου παράγοντα. Αυτό σημαίνει ρυθμίσεις στην επέκταση της δόμησης, ελέγχους στις υποδομές, εκπαίδευση των κοινοτήτων και δημιουργία σχεδίων διαχείρισης για τη συμβίωση ανθρώπου και δάσους.
Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των τοπικών κοινωνιών. Η ένταξή τους σε ένα μοντέλο συνδιαχείρισης και επιτήρησης, αξιοποιώντας την τοπική γνώση και συνείδηση, μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά, ειδικά στις περιπτώσεις τυχαίων αναφλέξεων. Μελέτες από άλλες μεσογειακές χώρες δείχνουν ότι, όπου οι κάτοικοι συμμετέχουν ενεργά στην πρόληψη, η συχνότητα και η σοβαρότητα των πυρκαγιών μειώνεται σημαντικά.
Το κρίσιμο μήνυμα αυτής της έρευνας δεν είναι μόνο επιστημονικό. Είναι πολιτικό και κοινωνικό. Η αλλαγή του κλίματος είναι ένας επιταχυντής, όχι η αιτία. Ο πυροδότης είναι ο άνθρωπος με τις επιλογές του και τις παραλείψεις του.